ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

Μιχάλης Σουγιούλ - Ο πατέρας του αρχοντορεμπέτικου (1906 - 16 Οκτωβρίου 1958)





Ο Μιχάλης Σουγιούλ (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Μιχαήλ Σουγιουλτζόγλου, 1906- 16 Οκτωβρίου 1958) υπήρξε σημαντικός Έλληνας συνθέτης ελαφράς μουσικής.

Γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας. 

Η οικογένειά του, πλούσιοι δερματέμποροι, μετανάστευσε στην Αθήνα το 1920 και ο νεαρός τότε Μιχάλης αρχικά εργάσθηκε ως αυτοδίδακτος πιανίστας, πριν ταξιδέψει στη Μασσαλία για μουσικές σπουδές. 

Χρησιμοποιούσε το καλλιτεχνικό επώνυμο "Σουγιούλ" από το 1931, οπότε και περιόδευσε στην Ευρώπη ως μέλος Αργεντίνικης ορχήστρας. 

Ήταν συγγενής της Έλλης Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη, της γνωστής προπολεμικής φωτογράφου "Nelly's". 

Πέθανε από (δεύτερο) εγκεφαλικό επεισόδιο το 1958 στην Αθήνα, αφήνοντας πίσω τον γιο του Θάνο, που έπεσε θύμα τροχαίου λίγα χρόνια μετά, και τις κόρες του Μαρία, Ηρώ και Αλίκη.

Υπήρξε πολυγραφότατος στο είδος της ελληνικής ελαφράς μουσικής κατά τον Μεσοπόλεμο και την πρωτη μεταπολεμική/μετεμφυλιακή δεκαετία, γράφοντας περισσότερα από 700 τραγούδια σε όλα τα στυλ, ταγκό, ρομάντζες, βαλς, καντάδες, δημοτικά, πατριωτικά και λαϊκά, και με μεγάλη εμπορική επιτυχία. 

Είχε γράψει μουσική για 45 θεατρικές επιθεωρήσεις και 10 κινηματογραφικές ταινίες (Ένα βότσαλο στη λίμνη, Σάντα Τσικίτα, Θανασάκης ο πολιτευόμενος, Το σωφεράκι "Μια ζωή την έχουμε" και άλλες), ενώ εργαζόταν ανελλιπώς ως μαέστρος σε μεγάλα νυχτερινά κέντρα της εποχής. Διετέλεσε μέλος της Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων και Μουσουργών, διευθυντής Ακρόασης της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και των εταιρειών δίσκων Cοlumbia και Parlophone.

Ανάμεσα στα γνωστότερα τραγούδια του, που παραμένουν κοσμαγάπητα για περισσότερο από μισόν αιώνα αφότου γράφτηκαν, συμπεριλαμβάνονται τα: «Ασ’ τα τα μαλλάκια σου», «Ας ερχόσουν για λίγο», «Κάτι με τραβά κοντά σου», «Ο μήνας έχει εννιά», «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά», «Μας χωρίζει ο πόλεμος», «Το τσαρούχι», «Αρχισαν τα όργανα», «Απόψε το κορίτσι θέλει θάλασσα» (γνωστότερο και ως ο «Μανόλης ο Τραμπαρίφας»), «Το τραμ το τελευταίο», «Μια ζωή την έχουμε», «Αδύνατον να κοιμηθώ», «Άλα, άνοιξε κι άλλη μπουκάλα», «Άσε τον παλιόκοσμο να λέει», «Μονά - Ζυγά», «Άτιμη Τύχη», «Σβήστε με απ' τον χάρτη» και πάρα πολλά άλλα. 

Στο πασίγνωστο «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά» χρησιμοποίησε τη μελωδία του δικού του τραγουδιού «Ζεχρά» (αρχικά γραμμένου το 1938 σε στίχους Αιμίλιου Σαββίδη) με νέους στίχους του Μίμη Τραϊφόρου γραμμένους για τη Σοφία Βέμπο.


Η Ζεχρά γράφτηκε το 1938 σε στίχους του Αιμίλιου Σαββίδη. Είναι ένα μείγμα από ανατολίτικες επιρροές και δημοτικό ηπειρώτικο ρυθμό. 
Αυτά με μια ενορχήστρωση δυτική. Τη μελωδία έντυσε με νέους στίχους κατόπιν ο Μίμης Τραϊφόρος για το τραγούδι «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά» και η φωνή της Σοφίας Βέμπο το εκτίναξε σε έναν ύμνο για την ταλανιζόμενη πατρίδα του 1940. Και με τις δύο εκδοχές παραμένει ένα τραγούδι που εξακολουθεί να συγκινεί.



Μες στους δρόμους της Βαγδάτης/ είδαν τη κορμοστασιά της/ και ζηλέψανε
Και μια νύχτα δίχως άστρα/ μπήκαν στα ψηλά τα κάστρα/ και την κλέψανε.


Έτσι το ’θελε η Τύχη/ και η Ζεχρά σε έναν σεΐχη/ παραδόθηκε
και από τότε στο φεγγάρι/ κλαίει κάποιο παλικάρι/ που προδόθηκε.



Ζεχρά,πίστεψε με, Ζεχρά,/ πως πονώ κι υποφέρω/ δε σε λησμονώ

Ζεχρά, με δυο χείλη ωχρά/ τ’ όνομά σου προφέρω,/κλαίω και θρηνώ
Γύρω μου είν’ όλα νεκρά,/ σου τ’ορκίζομαι Ζεχρά.



Σε συνεργασία με τους Αλέκο Σακελλάριο και Χρήστο Γιαννακόπουλο, ως στιχουργούς, δημιούργησε μεταπολεμικά τη σχολή του "αρχοντορεμπέτικου", μία σχολή που συνδύαζε λαϊκότροπους -συνήθως χιουμοριστικούς- στίχους και μουσική, με δυτικότροπες ενορχηστρωτικές επιρροές. 

Πρώτο τραγούδι της σχολής αυτής ήταν «Το τραμ το τελευταίο» σε Αθηναϊκή τότε επιθεώρηση.

Ο Μιχάλης Σουγιούλ συνεργάστηκε με όλους τους δημοφιλείς ερμηνευτές της εποχής, όπως με τη Σοφία Βέμπο, με την οποία περιόδευε στο Αλβανικό μέτωπο, τη Δανάη, την Καίτη Μπελίντα, τον Τώνη Μαρούδα, την Κάκια Μένδρη, τη Στέλλα Γκρέκα, τη Μάγια Μελάγια, τον Νίκο Γούναρη, τις αδελφές Άννα και Μαρία Καλουτά ακόμα και τον Στελλάκη Περπινιάδη και άλλους.



Στίχοι του Αλέκου Σακελλάριου. Πρώτο τραγούδι της σχολής του αρχοντορεμπέτικου, «εξευγενισμένου» ρεμπέτικου για πολύ πιο ανοιχτό ακροατήριο.

Εσούρωσα κι αργήσαμε, μα όσο και να φταίω
περπάτα να προλάβουμε το τραμ το τελευταίο.

Ντράγκα-ντρουγκ το καμπανάκι
Ντράγκα-ντρουγκ μες στο βραδάκι
Ντράγκα-ντρουγκ το καμπανάκι
να μάς πάει κούτσα-κούτσα στο παλιό μας το τσαρδάκι.

Περνούν πολύ μιζέρικα τα νιάτα μας τα έρμα
αλλ’ άνοιξε το βήμα σου, να φτάσουμε στο τέρμα.

Ντράγκα-ντρουγκ κι αν βρούμε θέση
θα στρωθείς και θα σ’ αρέσει
Ντράγκα-ντρουγκ κι αν βρούμε θέση
λίγο απάνω σου να γείρω, γιατί έχω γίνει φέσι.

Εμείς με τραμ πηγαίνουμε και άλλοι με ταξάρες
Για μας τα ντόρτια κι οι διπλές και γι’ άλλους οι εξάρες.

Ντράγκα-ντρουγκ το καμπανάκι
Ντράγκα-ντρουγκ μες στο βραδάκι
Ντράγκα-ντρουγκ το καμπανάκι
Ντράγκα-ντρουγκ τι κρίμα που’ναι να ’σαι τόσοφτωχαδάκι.







ΠΗΓΗ. 1. el.wikipedia.org
          2. videosmusicview

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου