Κείμενο του ψυχολόγου Ty. C. Colbert
Η άδικη ενοχή είναι ένα συναίσθημα που
δημιουργείται στο μυαλό μας για κάποιον ψυχολογικό λόγο. Στην πιο
στοιχειώδη μορφή της, η άδικη ενοχή είναι ένας μηχανισμός επεξεργασίας ή
ένας αμυντικός μηχανισμός απέναντι στον πόνο.
Για παράδειγμα, τα παιδιά υφίστανται
μεγάλο πόνο όταν οι γονείς τους καβγαδίζουν και απειλούν να χωρίσουν.
Νιώθουν απομονωμένα και μόνα. Νιώθουν τον πόνο από τις συγκρούσεις των
γονιών τους. Κι ακόμα, φοβούνται ότι θα χάσουν τον έναν από τους γονείς
τους.
Πώς αντιμετωπίζει ένα παιδί όλον αυτό
τον πόνο. Μπορεί να ανταπεξέλθει μόνο του, κουβαλώντας αυτό τον πόνο;
Όχι, ο πόνος είναι πολύ μεγάλος.
Μπορεί μήπως να τον μετατρέψει σε θυμό;
Μπορεί να πάει στους γονείς του και να πει: “Μαμά και μπαμπά, είμαι
έξαλλος μαζί σας γιατί χαλάτε τη ζωή μου”; Ούτε αυτό το μπορεί.
Στις περισσότερες περιπτώσεις το παιδί
δεν έχει τον κατάλληλο τρόπο για να συνδιαλλαγεί με τον πόνο του -έτσι
μετατρέπει τον πόνο και το θυμό του σε παράλογη ενοχή.
Μ’ αυτόν τον
τρόπο πετυχαίνει δΰο πράγματα που είναι εξίσου σημαντικά. Μειώνει την
ένταση του πόνου και δημιουργεί έναν τρόπο με τον οποίο υποσυνείδητα
ελπίζει ότι θα μπορεί στο μέλλον να ελέγχει τον πόνο του.
Δημιουργώντας παράλογη ενοχή, το μυαλό μας απομονώνει τα συναισθήματα του πόνου και της μοναξιάς και επανακατευθύνει την ενέργεια αυτών των σκληρών συναισθημάτων σε μια ενοχή που παράγει αυτοκριτικές σκέψεις.
'Οταν ένα παιδί αρχίζει να σκέφτεται: “Τι λάθος έκανα; Ποιο κακό έκανα; Γιατί δεν είμαι αρκετά καλός;". τότε ο πόνος δεν εξαφανίζεται εντελώς, αλλά μειώνεται σημαντικά.
Ο πόνος μειώνεται επειδή ο εαυτός του παιδιού δεν είναι σε άμεση επαφή με το τραύμα και τη μοναξιά.
Η παράλογη ενοχή χωρίζει τον εαυτό απ’ αυτά τα συναισθήματα.
Με την παράλογη ενοχή, ένα παιδί (ή ένας μεγάλος) μπορεί επίσης να κατασκευάσει μια αίσθηση ελέγχου.
Οι όροι του παιχνιδιού αλλάζουν: "Αν μπορέσω να ανακαλύψω τι είναι λάθος σε μένα και το διορθώσω, τότε η μαμά μου κι ο μπαμπάς μου δεν θα χωρίσουν και ο πόνος μου θα φύγει".
Η παράλογη ενοχή μάς δίνει μια φεύτικη αίσθηση ελέγχου, από την οποία συχνά προκύπτει μια καταναγκαστική συμπεριφορά τελειομανίας.
Όσο περισσότερο χρησιμοποιούμε την παράλογη ενοχή για να καταστείλλουμε τον πόνο, τόσο περισσότερο έχουμε την ανάγκη να πιστεύουμε ότι, όντας περισσότερο τέλειοι, περισσότερο υπεύθυνοι και, κατά συνέπεια, περισσότερο απαλλαγμένοι από ενοχές, θα αποφύγουμε κάθε μελλοντικό πόνο.
Καθώς συγκρίνουμε τα δύο αυτά είδη ενοχής, βλέπουμε ότι η δίκαιη (λογική) ενοχή πρέπει να οδηγεί οε ανακούφιση και εσωτερική γαλήνη, ενώ η άδικη ενοχή είναι μια παγίδα, επειδή δεν υπάρχει αδικοπραξία, δεν υπάρχει τίποτε να ομολογήσουμε και, επομένως, δεν υπάρχει ανακούφιση.
Η άδικη ενοχή, ακόμα κι αν μειώνει αμέσως τον πόνο, τελικά προκαλεί επιπλέον πόνο. Καταλήγει σε έναν καταστροφικό φαύλο κύκλο.
Στην έβδομη τάξη, η πρώτη μου αγάπη με χώρισε ξαφνικά. Μετά, μπροστά στα μάτια μου, πήγε και ζήτησε από ένα φίλο μου να τα φτιάξουν.
Ακόμα κι αν αυιό ήταν κάτι συνηθισμένο σιη δεκαειία του '50, ένιωσα να βουλιάζω και έμεινα εκεί, συναισθηματικά γυμνός μπροστά σ’ όλο τον κόσμο.
Θα έπρεπε να είχα νιώσει και να ήμουν ικανός να εκφράσω τον πόνο μου με τη μορφή του θυμού, αλλά ήμουν πάρα πολύ στενοχωρημένος και πάρα πολύ πνιγμένος απ' τον πόνο.
Τότε το μυαλό μου έσπευοε να με βοηθήσει να ανακτήοω τον έλεγχο με τη μεταστροφή του πόνου σε ενοχοποιητικές αυτοκριτικές σκέψεις, όπως: “Τι δεν πάει καλά με μένα;" και “Γιατί αυτή προτιμάει τον άλλο; .
Μετά από λίγες ώρες, ο θυμός μου άρχιοε να ανεβαίνει στην επιφάνεια και τις δύο επόμενες εβδομάδες το μυαλό μου ταλαντευόταν ανάμεσα οτον πόνο και στην άδικη ενοχή.
Ο θυμός ήταν σωστός γιατί η πράξη της ήταν υπέρμετρα σκληρή. Αλλά η ενοχή μου ήταν άδικη. Ήταν λιγότερο οδυνηρό για μένα να βρίσκω λάθος στον εαυτό μου παρά να αντιμετωπίσω τον πόνο.
Γι ΄αυτό δημιουργούμε όλοι μας άδικη ενοχή: για να αντιμετωπίοουμε ένα υπερβολικό φορτίο πόνου και να προσπαθήσουμε να ελέγξουμε τον κόσμο μας.
Μια άλλη πηγή άδικης ενοχής μπορεί να μας είναι ακόμα πιο οικεία. Οταν οι άλλοι προσπαθούν να μας ελέγξουν ή να μας μειώσουν, κάνονιάς μας να νιώθουμε ανεπαρκείς, ένοχοι ή κακοί με τον εαυτό μας, το συναίσθημα που νιώθουμε είναι άδικη ενοχή.
Αυτή η συμπεριφορά εύκολα αναγνωρίζεται στην αυλή ενός δημοτικού σχολείου. Τα παιδιά, που αγωνίζονται να αποδείξουν την αξία τους, θα προσπαθήσουν να νιώ-σουν καλύτερα ταπεινο^νονιας ή κατακρίνοντας τα άλλα παιδιά.
Οι μεγάλοι συνήθως αυτό το λένε “κοροϊδία" και δεν το θεωρούν σπουδαίο, μπορεί όμως να έχει καταστροφικές συνέπειες σ’ ένα παιδί. Το παιδί που έχει υγιή εικόνα του εαυτού του, μπορεί να αντιμετωπίσει αυτή ιη συμπεριφορά, αλλά το παιδί που έχει εύθραυστη αυτοεκτίμηση θα υποφέρει σοβαρά.
Οι κληρικοί συχνά χρησιμοποιούν την άδικη ενοχή όταν προσπαθούν να ελέγξουν το εκκλησίασμά τους.
Παίρνουν οι ίδιοι τη θέση του θεού, ζητώντας ή απαιτώντας από τους πιστούς πλήρη υπακοή στις εντολές τους.
Αυτοί οι κληρικοί φέρονιαι έτσι από φόβο, ανασφάλεια και ανάγκη για έξουσία - όχι από αγάπη.
Προσπαθούν να χειραγωγήσουν την αγάπη του θεού, ενώ κρύβονται από τα ίδια τους τα συναισθήματα. Αποτέλεσμα είναι να ακρωτηριάζουν τους ανθρώπους, εμποδίζοντας τους να αναπτύξουν μιαν αληθινή κατανόηση του θειου και μια υγιή σχέση με το Θεό.
Οι διαφημιστές χρησιμοποιούν την άδικη ενοχή για να μας παρακινήσουν να αγοράσουμε ορισμένα προϊόντα. Προσπαθούν να μας κάνουν να νιώσουμε ανεπαρκείς ή ατελείς αν δεν έχουμε τα πρόϊόντα τους.
Όταν η άδικη ενοχή συνδυάζεται με ένα υπερβολικό φορτίο ντροπής, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ολοσχερής καταστροφή της πραγματικότητας.
ΠΗΓΗ. boro.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου