Είναι από τους πιο παλιούς κεραμοποιούς της Αθήνας.
Στο εργαστήριό του ασκεί την τέχνη που έμαθε από τον πατέρα του, φτιάχνοντας αριστουργήματα από πηλό.
Δεν την έχει χορτάσει τη δουλειά του.
«Αλλά πόσο ακόμα θα με βαστάνε τα πόδια μου;», λέει ο Χαράλαμπος Γκούμας.
Στο εργαστήριό του ασκεί την τέχνη που έμαθε από τον πατέρα του, φτιάχνοντας αριστουργήματα από πηλό.
Δεν την έχει χορτάσει τη δουλειά του.
«Αλλά πόσο ακόμα θα με βαστάνε τα πόδια μου;», λέει ο Χαράλαμπος Γκούμας.
«Πρόσεχε μη λερωθείς», με προειδοποιεί. Το
λιγότερο που με ενδιαφέρει όμως αυτή τη στιγμή είναι αν θα σκονιστούν τα
ρούχα μου. Γιατί αυτό που αντικρίζω καθώς περνώ το κατώφλι του
εργαστηρίου του, στο Αιγάλεω, σε ένα δρομάκι παράλληλο στη λεωφόρο
Κηφισού, δεν έχει προηγούμενο: ένας «στρατός» από πήλινα αγάλματα και
εκατοντάδες αντικείμενα με περιμένει στο εσωτερικό του.
Οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου, ο Ηρακλής και ο Διόνυσος, οι εννέα μούσες, Καρυάτιδες και σφίγγες, αετοί και λιοντάρια, χελώνες και γουρουνάκια, ο μπαρμπα-Γιώργος από τις ιστορίες του Καραγκιόζη, αγγελάκια, μουσικά όργανα και ακροκέραμα.
Χαράλαμπος Γκούμας. Ετών: 68. Επάγγελμα: κεραμοποιός. Αλλιώς, πηλοπλάστης. Τώρα που το σκέφτομαι, αυτή η λέξη τού ταιριάζει περισσότερο. Γιατί από πηλό έχει πλάσει ένα ολόκληρο σύμπαν.
«Οι γονείς μου ξεκίνησαν αυτή τη δουλειά. Ο πατέρας μου έφτιαχνε κεραμικά υδραυλικά είδη και είδη υγιεινής. Και τα δώδεκα παιδιά τους, οκτώ αγόρια και τέσσερα κορίτσια, εδώ μέσα τα μεγάλωσαν – εγώ είμαι ο δέκατος.
Μόλις άρχισα να περπατάω, κουβαλούσα κι εγώ, όπως τα αδέλφια μου, σιφώνια και σωλήνες στην αυλή, για να στεγνώσουν στον ήλιο. Και το βράδυ τα βάζαμε πάλι μέσα, μην τυχόν και πιάσει βροχή. Πέντε ετών, ζωγράφιζα ήδη πάνω στον πηλό. Και στα δεκαοκτώ μου έφτιαξα την πρώτη μούσα μου, την Ερατώ, προστάτιδα της λυρικής ποίησης», λέει.
Τα ζόρια
«Οταν άρχισαν να χρησιμοποιούνται πλέον παντού οι πλαστικοί και μαντεμένιοι σωλήνες και τα πορσελάνινα είδη υγιεινής, περάσαμε ζόρια. Στραφήκαμε, λοιπόν, στα διακοσμητικά.
Στα παλιά νεοκλασικά της Αθήνας, όσα γλίτωναν την κατεδάφιση, όλο και κάποια ακροκέραμα ή γλυπτά θα έλειπαν κι εμείς αναλαμβάναμε να τα φτιάξουμε. Επειτα μας ζητούσαν πήλινα για σπίτια, ξενοδοχεία, δημόσια κτίρια και πλατείες.
Να, αυτές οι προτομές που βλέπεις –του Μάρκου Βαμβακάρη, του Βασίλη Τσιτσάνη, του Μίκη Θεοδωράκη– θα τοποθετηθούν στο Αλσος Περιστερίου».
Πολλά βράδια έρχομαι μόνο και μόνο για να δω πώς είναι τα αγάλματα, να τα χαϊδέψω, νομίζω ότι με κοιτάνε κι αυτά. Αλλά ο καιρός περνάει γρήγορα, πόσο ακόμα θα με βαστάνε τα πόδια μου; Και τι θα απογίνουν όλα αυτά;
Ξέρεις πόσες φορές έχω απευθυνθεί στο υπουργείο Πολιτισμού; Οχι μόνο τώρα, εδώ και χρόνια. Φτιάξτε ένα μουσείο να μπουν όλα αυτά, τους λέω. Βοηθήστε να γίνει μια σχολή, να διδάσκω σε νέους την τέχνη. Τίποτα δε γίνεται.
Είμαστε όλο στο “ναι” και στο “θα δούμε”...».
Ο... Σφίγγος
Βγαίνουμε στην αυλή. «Οταν ήμουν πιτσιρικάς, όλη αυτή η περιοχή ήταν γεμάτη χωράφια, με ζαρζαβατικά και φρούτα κάθε λογής – σωστή γη της επαγγελίας. Φόρτωναν στα κάρα οι αγρότες τα προϊόντα τους και πήγαιναν να τα πουλήσουν στη συμβολή της Ιεράς Οδού με την Πειραιώς.
Κι από εδώ που στεκόμαστε βλέπαμε την Ακρόπολη», λέει προτού με ξεπροβοδίσει. Επειτα ξαναμπαίνει στο εργαστήριο και επιστρέφει με ένα αγαλματίδιο που απεικονίζει τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
«Το πρωί το σκάλισα. Θέλω να το κρατήσεις. Αλλά πρώτα πρέπει να ψηθεί στον φούρνο. Θα έρθεις σε λίγες μέρες να το πάρεις.
Ξέρεις τι μου αρέσει πιο πολύ σ’ αυτή την τέχνη; Οτι δεν πλήττω ποτέ. Πάντα κάποια καινούργια μορφή ή αντικείμενο θα φτιάξω. Να, κοίτα εκεί.
Τη Σφίγγα την ξέρεις. Οι αρχαίοι πάντα με γυναικείο κεφάλι την απεικόνιζαν. Για να δούμε πώς θα είναι με ανδρική μορφή, σκέφτηκα. Κι έφτιαξα τον... Σφίγγο!
Καταλαβαίνεις, λοιπόν, γιατί δεν χορταίνω τη δουλειά μου;».
ΠΗΓΗ.kathimerini.gr
Οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου, ο Ηρακλής και ο Διόνυσος, οι εννέα μούσες, Καρυάτιδες και σφίγγες, αετοί και λιοντάρια, χελώνες και γουρουνάκια, ο μπαρμπα-Γιώργος από τις ιστορίες του Καραγκιόζη, αγγελάκια, μουσικά όργανα και ακροκέραμα.
Χαράλαμπος Γκούμας. Ετών: 68. Επάγγελμα: κεραμοποιός. Αλλιώς, πηλοπλάστης. Τώρα που το σκέφτομαι, αυτή η λέξη τού ταιριάζει περισσότερο. Γιατί από πηλό έχει πλάσει ένα ολόκληρο σύμπαν.
«Οι γονείς μου ξεκίνησαν αυτή τη δουλειά. Ο πατέρας μου έφτιαχνε κεραμικά υδραυλικά είδη και είδη υγιεινής. Και τα δώδεκα παιδιά τους, οκτώ αγόρια και τέσσερα κορίτσια, εδώ μέσα τα μεγάλωσαν – εγώ είμαι ο δέκατος», αφηγείται στην «Κ» ο Χαράλαμπος Γκούμας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Το πατρικό του βρισκόταν στην Ακαδημία Πλάτωνος. Η καταγωγή της μητέρας του ήταν από το Σοφικό Κορινθίας, οι ρίζες του πατέρα του φτάνουν στη Σίφνο.«Οι γονείς μου ξεκίνησαν αυτή τη δουλειά. Ο πατέρας μου έφτιαχνε κεραμικά υδραυλικά είδη και είδη υγιεινής. Και τα δώδεκα παιδιά τους, οκτώ αγόρια και τέσσερα κορίτσια, εδώ μέσα τα μεγάλωσαν – εγώ είμαι ο δέκατος.
Μόλις άρχισα να περπατάω, κουβαλούσα κι εγώ, όπως τα αδέλφια μου, σιφώνια και σωλήνες στην αυλή, για να στεγνώσουν στον ήλιο. Και το βράδυ τα βάζαμε πάλι μέσα, μην τυχόν και πιάσει βροχή. Πέντε ετών, ζωγράφιζα ήδη πάνω στον πηλό. Και στα δεκαοκτώ μου έφτιαξα την πρώτη μούσα μου, την Ερατώ, προστάτιδα της λυρικής ποίησης», λέει.
Τα ζόρια
«Οταν άρχισαν να χρησιμοποιούνται πλέον παντού οι πλαστικοί και μαντεμένιοι σωλήνες και τα πορσελάνινα είδη υγιεινής, περάσαμε ζόρια. Στραφήκαμε, λοιπόν, στα διακοσμητικά.
Στα παλιά νεοκλασικά της Αθήνας, όσα γλίτωναν την κατεδάφιση, όλο και κάποια ακροκέραμα ή γλυπτά θα έλειπαν κι εμείς αναλαμβάναμε να τα φτιάξουμε. Επειτα μας ζητούσαν πήλινα για σπίτια, ξενοδοχεία, δημόσια κτίρια και πλατείες.
Να, αυτές οι προτομές που βλέπεις –του Μάρκου Βαμβακάρη, του Βασίλη Τσιτσάνη, του Μίκη Θεοδωράκη– θα τοποθετηθούν στο Αλσος Περιστερίου».
Χαράλαμπος Γκούμας: «Αλλοι κοιτάνε τη δουλειά τους κι άλλοι τα λεφτά τους. Καλώς ή κακώς, ανήκω στην πρώτη κατηγορία».
Την τέχνη του ο Χαράλαμπος Γκούμας την αγαπά με πάθος. «Αλλοι κοιτούν τη δουλειά τους κι άλλοι τα λεφτά τους. Καλώς ή κακώς, ανήκω στην πρώτη κατηγορία», συνεχίζει. «Τα πονάω όλα αυτά που βλέπεις.Πολλά βράδια έρχομαι μόνο και μόνο για να δω πώς είναι τα αγάλματα, να τα χαϊδέψω, νομίζω ότι με κοιτάνε κι αυτά. Αλλά ο καιρός περνάει γρήγορα, πόσο ακόμα θα με βαστάνε τα πόδια μου; Και τι θα απογίνουν όλα αυτά;
Ξέρεις πόσες φορές έχω απευθυνθεί στο υπουργείο Πολιτισμού; Οχι μόνο τώρα, εδώ και χρόνια. Φτιάξτε ένα μουσείο να μπουν όλα αυτά, τους λέω. Βοηθήστε να γίνει μια σχολή, να διδάσκω σε νέους την τέχνη. Τίποτα δε γίνεται.
Είμαστε όλο στο “ναι” και στο “θα δούμε”...».
Ο... Σφίγγος
Βγαίνουμε στην αυλή. «Οταν ήμουν πιτσιρικάς, όλη αυτή η περιοχή ήταν γεμάτη χωράφια, με ζαρζαβατικά και φρούτα κάθε λογής – σωστή γη της επαγγελίας. Φόρτωναν στα κάρα οι αγρότες τα προϊόντα τους και πήγαιναν να τα πουλήσουν στη συμβολή της Ιεράς Οδού με την Πειραιώς.
Κι από εδώ που στεκόμαστε βλέπαμε την Ακρόπολη», λέει προτού με ξεπροβοδίσει. Επειτα ξαναμπαίνει στο εργαστήριο και επιστρέφει με ένα αγαλματίδιο που απεικονίζει τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
«Το πρωί το σκάλισα. Θέλω να το κρατήσεις. Αλλά πρώτα πρέπει να ψηθεί στον φούρνο. Θα έρθεις σε λίγες μέρες να το πάρεις.
Ξέρεις τι μου αρέσει πιο πολύ σ’ αυτή την τέχνη; Οτι δεν πλήττω ποτέ. Πάντα κάποια καινούργια μορφή ή αντικείμενο θα φτιάξω. Να, κοίτα εκεί.
Τη Σφίγγα την ξέρεις. Οι αρχαίοι πάντα με γυναικείο κεφάλι την απεικόνιζαν. Για να δούμε πώς θα είναι με ανδρική μορφή, σκέφτηκα. Κι έφτιαξα τον... Σφίγγο!
Καταλαβαίνεις, λοιπόν, γιατί δεν χορταίνω τη δουλειά μου;».
ΠΗΓΗ.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου