Η Ένωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου και το Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ομίλου Πειραιώς συγκέντρωσαν σε ένα υπερσύγχρονο μουσείο την ιστορία ενός προϊόντος μοναδικού στον κόσμο, το οποίο και παράγεται και επεξεργάζεται αποκλειστικά στο νησί.
Η μαστίχα, γνωστή από την αρχαιότητα για τις μοναδικές της ιδιότητες και κομβικό προϊόν στην ιστορία της Χίου, αποκτά το "σπίτι" που της αξίζει. Στο Μουσείου Μαστίχας, αναζητήσαμε περισσότερες πληροφορίες για το προϊόν που "τρέχει" από τους κορμούς του Σχίνου, την ιστορία, αλλά και τη διαδικασία συλλογής του.
Η μαστίχα της Χίου είναι η ρητινώδης έκκριση του μαστιχόδενδρου (Pistacia Lentiscus var. Chia). Πρόκειται για φυσική, αρωματική ρητίνη που εκκρίνεται από τον κορμό και τα μεγάλα κλαδιά του μαστιχόδενδρου, μέσω επιφανειακών τομών που προκαλούνται με αιχμηρά εργαλεία.
Η μαστίχα εμφανίζεται σαν δάκρυ στα χαραγμένα σημεία και ρέει κατά σταγόνες στο χώμα. Κατά την έκκρισή της έχει τη μορφή κολλώδους και διαυγούς υγρού και στερεοποιείται σε ακανόνιστα σχήματα μετά την πάροδο 15-20 ημερών, υπό την επίδραση των καιρικών συνθηκών που επικρατούν στην περιοχή κατά την καλοκαιρινή περίοδο - έντονη ξηρασία και ηλιοφάνεια.
Από το 1997, έχει χαρακτηρισθεί ως Προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.)
Η ιστορία της παραγωγής μαστίχας
Η μαστίχα της Χίου αναγνωρίστηκε από τα αρχαία χρόνια, τόσο για το ιδιαίτερο άρωμα της, όσο και για τις θεραπευτικές της ιδιότητες. Έχει καταγραφεί ως η πρώτη φυσική τσίκλα του αρχαίου κόσμου, που χρησιμοποιούνταν για τον καθαρισμό των δοντιών και τη φρεσκάδα της αναπνοής.Από την εποχή της παρακμής του Βυζαντίου, οι ανατολικοί λαοί διεκδίκησαν με πείσμα την κατοχή της Χίου για να εξασφαλίσουν το αποκλειστικό εμπόριο της μαστίχας.
Αργότερα, επί τουρκικής κατοχής, οι κάτοικοι των χωριών της νότιας Χίου απολάμβαναν ειδικά προνόμια λόγω της μαστίχας.
Οι πρώτες πληροφορίες για την συστηματική οργάνωση της εμπορίας της μαστίχας ανάγονται στην περίοδο της κατοχής της Χίου από τους Γενουάτες.
Συγκεκριμένα, το 1347 ιδρύθηκε στη Χίο η εμπορική, μετοχική εταιρεία «ΜΑΟΝΑ», σκοπός της οποίας ήταν η είσπραξη των φόρων καθώς και η αποκλειστική διαχείριση και η εμπορία της μαστίχας.
Η εμπορία της μαστίχας απελευθερώθηκε επί τουρκοκρατίας,
αλλά σημαντικό μέρος της παραγωγής παρακρατούνταν από τις τουρκικές
αρχές ως φόρος υποταγής που αποδίδονταν στον ειδικό απεσταλμένο του
Σουλτάνου.
Η ακμή του εμπορίου της μαστίχας διατηρήθηκε ως τις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος επέφερε κρίση και στη μαστίχα, γεγονός που ανάγκασε τους μαστιχοπαραγωγούς να αναστείλουν την καλλιέργεια του μαστιχόδεντρου.
Το τέλος του πολέμου και η αποκατάσταση της ομαλότητας οδήγησε τους παραγωγούς στην εκ νέου παραγωγή μαστίχας.
Το προϊόν δεν μπόρεσε όμως να αποκτήσει την προηγούμενη προνομιούχο θέση του. Κατά συνέπεια, λόγω της αδυναμίας του εμπορίου να απορροφήσει ολόκληρη την παραγωγή, η Πολιτεία αναγκάστηκε να επιβάλλει μέτρα περιορισμού της παραγωγής.
Η ακμή του εμπορίου της μαστίχας διατηρήθηκε ως τις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος επέφερε κρίση και στη μαστίχα, γεγονός που ανάγκασε τους μαστιχοπαραγωγούς να αναστείλουν την καλλιέργεια του μαστιχόδεντρου.
Το τέλος του πολέμου και η αποκατάσταση της ομαλότητας οδήγησε τους παραγωγούς στην εκ νέου παραγωγή μαστίχας.
Το προϊόν δεν μπόρεσε όμως να αποκτήσει την προηγούμενη προνομιούχο θέση του. Κατά συνέπεια, λόγω της αδυναμίας του εμπορίου να απορροφήσει ολόκληρη την παραγωγή, η Πολιτεία αναγκάστηκε να επιβάλλει μέτρα περιορισμού της παραγωγής.
Ο σχετικός Νόμος 4381 που δημοσιεύθηκε το 1929 περιορίζει το
«κέντος» των σχινοδέντρων και τη συλλογή της μαστίχας σε τρεις μήνες
(15 Ιουλίου – 15 Οκτωβρίου) και επιτρέπει τη φύτευση μαστιχόδενδρων μόνο
κατόπιν άδειας του Νομάρχη.
Ο Νόμος 4381 αποτελεί τη πρώτη επίσημη εκδήλωση ενδιαφέροντος της Πολιτείας για τη μαστίχα. Παρόλα αυτά η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Οι τιμές διατηρήθηκαν σε επίπεδα ασύμφορα και η κατάσταση έφερε σε απόγνωση τους παραγωγούς.
Αλλεπάλληλες συσκέψεις και συγκεντρώσεις μαστιχοπαραγωγών πραγματοποιούνται κατά το 1930-1936 στα κεντρικότερα Μαστιχοχώρια όπου διαδηλώνεται η ομόθυμη επιθυμία της λύσης του προβλήματος δια της συνεταιριστικής οδού.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε την προσοχή και το ενδιαφέρον της Πολιτείας η οποία δημοσίευσε το 1938 το Νόμο 1390 σύμφωνα με τον οποίο ιδρύθηκαν οι 20 Συνεταιρισμοί Μαστιχοπαραγωγών, μέλη των οποίων ήταν υποχρεωτικά όλοι οι μαστιχοπαραγωγοί.
Σύμφωνα με τον ίδιο Νόμο συστήθηκε και η Ένωση των 20 Συνεταιρισμών με την επωνυμία «Ένωσις Μαστιχοπαραγωγών Χίου» ως Αναγκαστικός Συνεταιρισμός «με σκοπό της προστασία της Χιώτικης Μαστίχας μέσω της συστηματοποίησης της παραγωγής, συλλογής, συσκευασίας και διανομής του προϊόντος».
Κάτω από τις νέες αυτές συνθήκες, κάθε παραγωγός ήταν υποχρεωμένος να παραδώσει ολόκληρη την παραγωγή του στον τοπικό συνεταιρισμό του οποίου ήταν μέλος.
Οι 20 τοπικοί συνεταιρισμοί προωθούσαν στη συνέχεια τη Μαστίχα που συγκέντρωναν στην Ένωση, η οποία ήταν υπεύθυνη για την περεταίρω επεξεργασία και προώθησή της στην αγορά.
Οι μαστιχοπαραγωγοί συνέχισαν καθ’ όλη την κατοχική περίοδο να καλλιεργούν τα μαστιχόδενδρα και να παράγουν μαστίχα, η οποία δεν ήταν δυνατό να συγκεντρωθεί από την Ένωση ελλείψει σταθερού νομίσματος και πλήρους εξαρθρώσεως της οικονομίας.
Αλλά ακόμα κι αν ήταν δυνατή η συγκέντρωση της, θα ήταν εντελώς αδύνατη η διάθεση της λόγω αποκλεισμού από όλες τις αγορές του εξωτερικού.
Ο πραγματικός άθλος της Ένωσης έγινε μετά τον πόλεμο. Όχι
μόνο συγκεντρώθηκαν οι σοδειές του 1946 και 1947 αλλά και όλη η μαστίχα
που είχε παραχθεί μέσα στην κατοχή και είχε μείνει αδιάθετη.
Έτσι, από πλευράς παραγωγής, οι μαστιχοπαραγωγοί ενισχύθηκαν οικονομικά σε μια περίοδο οδυνηρών ελλείψεων και μεγάλων αναγκών.
Από πλευράς εμπορίας όμως, η κατάσταση ήταν άκρως απογοητευτική καθώς οι οικονομίες όλων των χωρών βρίσκονταν υπό κατάρρευση, οι συναλλαγές είχαν νεκρωθεί, το εξωτερικό εμπόριο είχε αποδιοργανωθεί. Δεν υπήρχε συνάλλαγμα για αγορά τροφίμων και φαρμάκων.
Στις τιμές μάλιστα εκκαθάρισης τις οποίες έδινε η Ένωση στους παραγωγούς παρατηρείται μια σημαντική βελτίωση με αύξηση τιμών της τάξης του 18,3%.
Το 1957 λειτούργησε και το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής τσίκλας με μηχανήματα που κάλυπταν όλα τα παραγωγικά στάδια: ανάμιξη –πολτοποίηση – κατασκευή πυρήνα τσίκλας – κουφετοποίηση -συσκευασία με υλικά που κατασκεύαζε η ίδια η Ένωση στο τυπογραφείο της.
Το 1957 η παραγωγή έφθασε τα 8.000 κιλά ενώ το 1988, τα
192.000 κιλά. Οι δραστηριότητες όμως της Ένωσης δεν περιορίστηκαν μόνο
στην αξιοποίηση της μαστίχας.
Με σκοπό την αύξηση του εισοδήματος των παραγωγών και τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου, η Ένωση παρενέβη στην προστασία λοιπών προϊόντων που παράγονταν στα Μαστιχοχώρια.
Η μαστιχοπαραγωγή απαιτεί εργασία και φροντίδα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Τα μαστιχόδενδρα πρέπει να λιπανθούν, να κλαδευτούν, να καθαριστεί το έδαφος τους και στη συνέχεια πρέπει να κεντηθούν και να γίνει η συλλογή της μαστίχας.
Μετά το μάζεμα ακολουθεί ο καθαρισμός της μαστίχας από τους ίδιους τους παραγωγούς της για να μεταφερθεί στη συνέχεια το προϊόν στις εγκαταστάσεις της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών Χίου, όπου η μαστίχα επιδέχεται εμπορική κατεργασία.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι η παραγωγική διαδικασία έχει μείνει αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου, γεγονός που συνδέει άρρηκτα την μαστιχοπαραγωγή με την παράδοση.
Το κέντημα, όπως λένε το χάραγμα των σχίνων, είναι η πιο σημαντική φάση στη διαδικασία παραγωγής της μαστίχας.
Ξεκινάει τον Ιούλιο και συνεχίζεται μέχρι τον Αύγουστο. Με ένα μικρό αιχμηρό και αυλακωτό στην άκρη σιδερένιο εργαλείο, «το κεντητήρι», χαράζουν τον κορμό και τα μεγάλα κλαδιά του δέντρου, αρχίζοντας από χαμηλά στον κορμό και συνεχίζοντας προς τα κλαδιά.
Οι τομές έχουν μήκος 10-15 χιλιοστά και βάθος 4-5 χιλιοστά. Ο αριθμός των τομών είναι ανάλογος με το μέγεθος και την ηλικία του δέντρου, αρχίζει από 10 με 20 και φθάνει στις 100 κεντιές σε όλη την περίοδο του κεντήματος.
Η μαστίχα, το ρετσίνι του σχίνου, βγαίνει από το φλοιό, όχι από την «ψίχα» του δένδρου.
Γι' αυτό οι τομές πρέπει να γίνονται προσεκτικά, ώστε να μην
πληγώνεται άσκοπα το δέντρο. «Θέλει σεβασμό το κέντημα», λένε οι
μαστιχοπαραγωγοί, γι’ αυτό και δεν εμπιστεύονται αυτή τη δουλειά σε
εργάτες.
Προτιμούν να «πληγώνουν» οι ίδιοι τα δέντρα τους.
Όταν η μαστίχα σταθεροποιηθεί αρχίζει το μάζεμα της, με ένα ειδικό εργαλείο που λέγεται «τιμητήρι».
Πρώτα συλλέγεται η χοντρή μαστίχα, «η πίτα» όπως ονομάζεται,
από το «τραπέζι» και με το ίδιο εργαλείο συλλέγεται και η μαστίχα που
έχει πήξει στον κορμό του δέντρου, τα λεγόμενα «δάκρυα», και αυτή που
κρέμεται από τα κλαδιά (φλισκάρια).
Η υπόλοιπη μαστίχα μαζεύεται με «σκούπες» ή με τα χέρια. Μετά χρησιμοποιώντας το πανέρι, η μαστίχα τοποθετείται σε ξύλινα κιβώτια και αποθηκεύεται σε δροσερούς χώρους όπου θα καθαριστεί για να παραδοθεί στον Συνεταιρισμό.
Η διαδικασία αυτή κρατά μέχρι την τελευταία συλλογή του φθινοπώρου. Κάθε δέντρο πρέπει να κεντηθεί περίπου 10 με 12 φορές.
Ο Νόμος 4381 αποτελεί τη πρώτη επίσημη εκδήλωση ενδιαφέροντος της Πολιτείας για τη μαστίχα. Παρόλα αυτά η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Οι τιμές διατηρήθηκαν σε επίπεδα ασύμφορα και η κατάσταση έφερε σε απόγνωση τους παραγωγούς.
'Το '30 ιδρύονται οι Συνεταιρισμοί Μαστιχοπαραγωγών'
Συνέπεια της δυσμενούς αυτής κατάστασης ήταν η εκδήλωση συγκροτημένου ενδιαφέροντος από την πλευρά των παραγωγών που με το χρόνο έλαβε αγωνιστική μορφή.Αλλεπάλληλες συσκέψεις και συγκεντρώσεις μαστιχοπαραγωγών πραγματοποιούνται κατά το 1930-1936 στα κεντρικότερα Μαστιχοχώρια όπου διαδηλώνεται η ομόθυμη επιθυμία της λύσης του προβλήματος δια της συνεταιριστικής οδού.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε την προσοχή και το ενδιαφέρον της Πολιτείας η οποία δημοσίευσε το 1938 το Νόμο 1390 σύμφωνα με τον οποίο ιδρύθηκαν οι 20 Συνεταιρισμοί Μαστιχοπαραγωγών, μέλη των οποίων ήταν υποχρεωτικά όλοι οι μαστιχοπαραγωγοί.
Σύμφωνα με τον ίδιο Νόμο συστήθηκε και η Ένωση των 20 Συνεταιρισμών με την επωνυμία «Ένωσις Μαστιχοπαραγωγών Χίου» ως Αναγκαστικός Συνεταιρισμός «με σκοπό της προστασία της Χιώτικης Μαστίχας μέσω της συστηματοποίησης της παραγωγής, συλλογής, συσκευασίας και διανομής του προϊόντος».
Κάτω από τις νέες αυτές συνθήκες, κάθε παραγωγός ήταν υποχρεωμένος να παραδώσει ολόκληρη την παραγωγή του στον τοπικό συνεταιρισμό του οποίου ήταν μέλος.
Οι 20 τοπικοί συνεταιρισμοί προωθούσαν στη συνέχεια τη Μαστίχα που συγκέντρωναν στην Ένωση, η οποία ήταν υπεύθυνη για την περεταίρω επεξεργασία και προώθησή της στην αγορά.
''Η Ένωση μαστιχοπαραγωγών κατά τον Παγκόσμιο Πόλεμο''
Παραγγελίες έφταναν από το Ιράκ, την Αίγυπτο, την Ινδία και τη Συρία που άγγιζαν τους 80 τόνους αλλά ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος και κατόπιν η κατοχή, ανέστειλαν τη δραστηριότητα και το έργο της Ένωσης πριν ακόμα ξεκινήσει.Οι μαστιχοπαραγωγοί συνέχισαν καθ’ όλη την κατοχική περίοδο να καλλιεργούν τα μαστιχόδενδρα και να παράγουν μαστίχα, η οποία δεν ήταν δυνατό να συγκεντρωθεί από την Ένωση ελλείψει σταθερού νομίσματος και πλήρους εξαρθρώσεως της οικονομίας.
Αλλά ακόμα κι αν ήταν δυνατή η συγκέντρωση της, θα ήταν εντελώς αδύνατη η διάθεση της λόγω αποκλεισμού από όλες τις αγορές του εξωτερικού.
Έτσι, από πλευράς παραγωγής, οι μαστιχοπαραγωγοί ενισχύθηκαν οικονομικά σε μια περίοδο οδυνηρών ελλείψεων και μεγάλων αναγκών.
Από πλευράς εμπορίας όμως, η κατάσταση ήταν άκρως απογοητευτική καθώς οι οικονομίες όλων των χωρών βρίσκονταν υπό κατάρρευση, οι συναλλαγές είχαν νεκρωθεί, το εξωτερικό εμπόριο είχε αποδιοργανωθεί. Δεν υπήρχε συνάλλαγμα για αγορά τροφίμων και φαρμάκων.
''Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΑΣΤΙΧΑΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ''
Οι πωλήσεις μαστίχας από 183 τόνους το 1958, έφθασαν τους 241 τόνους το 1962 και κατά συνέπεια το εισόδημα των παραγωγών από 12.000.000 δραχμές το 1958 , έφθασε το 1962 τα 21.000.000 δραχμές.Στις τιμές μάλιστα εκκαθάρισης τις οποίες έδινε η Ένωση στους παραγωγούς παρατηρείται μια σημαντική βελτίωση με αύξηση τιμών της τάξης του 18,3%.
''241 τόνοι μαστίχας παράγονται στο νησί το 1961''
Το 1950 άρχισε να παρασκευάζεται στις ειδικές εγκαταστάσεις της Ένωσης το μαστιχέλαιο με απόσταξη της μαστίχας δια υδρατμών.Το 1957 λειτούργησε και το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής τσίκλας με μηχανήματα που κάλυπταν όλα τα παραγωγικά στάδια: ανάμιξη –πολτοποίηση – κατασκευή πυρήνα τσίκλας – κουφετοποίηση -συσκευασία με υλικά που κατασκεύαζε η ίδια η Ένωση στο τυπογραφείο της.
Με σκοπό την αύξηση του εισοδήματος των παραγωγών και τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου, η Ένωση παρενέβη στην προστασία λοιπών προϊόντων που παράγονταν στα Μαστιχοχώρια.
Πώς παράγεται η μαστίχα;
Η παραγωγή της μαστίχας αποτελεί μια ασχολία στην οποία συμμετέχουν όλα τα μέλη της οικογένειας.
Η μαστιχοπαραγωγή απαιτεί εργασία και φροντίδα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Τα μαστιχόδενδρα πρέπει να λιπανθούν, να κλαδευτούν, να καθαριστεί το έδαφος τους και στη συνέχεια πρέπει να κεντηθούν και να γίνει η συλλογή της μαστίχας.
Μετά το μάζεμα ακολουθεί ο καθαρισμός της μαστίχας από τους ίδιους τους παραγωγούς της για να μεταφερθεί στη συνέχεια το προϊόν στις εγκαταστάσεις της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών Χίου, όπου η μαστίχα επιδέχεται εμπορική κατεργασία.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι η παραγωγική διαδικασία έχει μείνει αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου, γεγονός που συνδέει άρρηκτα την μαστιχοπαραγωγή με την παράδοση.
Το κέντημα, όπως λένε το χάραγμα των σχίνων, είναι η πιο σημαντική φάση στη διαδικασία παραγωγής της μαστίχας.
Ξεκινάει τον Ιούλιο και συνεχίζεται μέχρι τον Αύγουστο. Με ένα μικρό αιχμηρό και αυλακωτό στην άκρη σιδερένιο εργαλείο, «το κεντητήρι», χαράζουν τον κορμό και τα μεγάλα κλαδιά του δέντρου, αρχίζοντας από χαμηλά στον κορμό και συνεχίζοντας προς τα κλαδιά.
Οι τομές έχουν μήκος 10-15 χιλιοστά και βάθος 4-5 χιλιοστά. Ο αριθμός των τομών είναι ανάλογος με το μέγεθος και την ηλικία του δέντρου, αρχίζει από 10 με 20 και φθάνει στις 100 κεντιές σε όλη την περίοδο του κεντήματος.
''Δύο φορές το χρόνο το κέντημα του Σχίνου''
Το κέντημα γίνεται δύο φορές την εβδομάδα και διαρκεί 5 με 6 εβδομάδες. Οι κάθετες τομές προτιμώνται γιατί επουλώνονται ευκολότερα. Το κέντημα γίνεται νωρίς το πρωί.Η μαστίχα, το ρετσίνι του σχίνου, βγαίνει από το φλοιό, όχι από την «ψίχα» του δένδρου.
Προτιμούν να «πληγώνουν» οι ίδιοι τα δέντρα τους.
''Το τιμητήρι, το όργανο που συλλέγει τη μαστίχα''
Η πρώτη συλλογή γίνεται μετά τις 15 Αυγούστου. Η μαστίχα αρχίζει να στερεοποιείται σε 15-20 μέρες μετά από το κέντημα το οποίο γίνεται τις πρώτες πρωινές ώρες.Όταν η μαστίχα σταθεροποιηθεί αρχίζει το μάζεμα της, με ένα ειδικό εργαλείο που λέγεται «τιμητήρι».
Η υπόλοιπη μαστίχα μαζεύεται με «σκούπες» ή με τα χέρια. Μετά χρησιμοποιώντας το πανέρι, η μαστίχα τοποθετείται σε ξύλινα κιβώτια και αποθηκεύεται σε δροσερούς χώρους όπου θα καθαριστεί για να παραδοθεί στον Συνεταιρισμό.
''Κάθε δέντρο πρέπει να κεντηθεί περίπου 10 με 12 φορές''
Μετά το πρώτο κέντημα (ρήνιασμα) ακολουθεί και ένας δεύτερος κύκλος χαράγματος για 5-6 εβδομάδες όπου ακολουθούνται οι ίδιες εργασίες με αυτές του πρώτου κεντήματος.Η διαδικασία αυτή κρατά μέχρι την τελευταία συλλογή του φθινοπώρου. Κάθε δέντρο πρέπει να κεντηθεί περίπου 10 με 12 φορές.
Το δεύτερο μάζεμα γίνεται μετά τις 15 Σεπτεμβρίου οπότε και
συλλέγονται όλα τα δάκρυα από τον κορμό του μαστιχόδενδρου και από το
έδαφος. Κατά το δεύτερο μάζεμα συλλέγονται από το «τραπέζι» οι χοντρές
σταγόνες μαστίχας και την υπόλοιπη μαστίχα την σκουπίζουν και την βάζουν
σε τσουβάλια.
Η συγκομιδή μεταφέρεται στη συνέχεια σε δροσερές αποθήκες ώστε να μην τη ζεστάνει ο ήλιος και τη λιώσει.
Το δεύτερο μάζεμα γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να συλλεχθούν ακόμα και τα πιο μικρά κομμάτια μαστίχας. Χαρακτηριστικό εξάλλου είναι ότι σκουπίζουν το έδαφος.
ΠΗΓΗ. news247.gr
''Τελευταίες μαζεύονται οι δακτυλιδόπετρες''
Τελευταίες μαζεύουν τις σταγόνες που έχουν μείνει στα κλαδιά και τον κορμό του δένδρου. Τις λένε δακτυλιδόπετρες, δάκρυα και φλισκάρι.Η συγκομιδή μεταφέρεται στη συνέχεια σε δροσερές αποθήκες ώστε να μην τη ζεστάνει ο ήλιος και τη λιώσει.
Το δεύτερο μάζεμα γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να συλλεχθούν ακόμα και τα πιο μικρά κομμάτια μαστίχας. Χαρακτηριστικό εξάλλου είναι ότι σκουπίζουν το έδαφος.
ΠΗΓΗ. news247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου