ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Κυριακή 6 Μαΐου 2018

ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ - ΚΑΤΩΤΕΡΟΣ ΜΙΣΘΟΣ - Η έκθεση του ΟΟΣΑ «ανασταίνει» το πόρισμα της «Επιτροπής Κουκιάδη»


«Η μείωση του ελληνικού χρέους από τα επίπεδα του 180% του ΑΕΠ που βρίσκεται σήμερα, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δρομολόγηση πρόσθετων μεταρρυθμίσεων για την αύξηση του ΑΕΠ, από την επίτευξη μεγάλων, αλλά ρεαλιστικών πρωτογενών πλεονασμάτων για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και από την πρόσθετη αναδιάρθρωση του χρέους, με το κλείδωμα σε χαμηλά επίπεδα των επιτοκίων των δανείων του επίσημου τομέα (GLF, EFSF και ESM)», αναφέρει μεταξύ άλλων η έκθεση του ΟΟΣΑ, που παραδόθηκε τις προάλλες στον πρωθυπουργό, μέσα σε γέλια και χαρές, κατά τη συνάντησή του με τον γγ του ιμπεριαλιστικού οργανισμού, Α. Γκουρία.

Το σχετικά καινούριο στοιχείο αυτών των διαπιστώσεων και των υποδείξεων είναι ότι πρώτος ο ΟΟΣΑ απ' όλους τους διεθνείς οργανισμούς και τις ενώσεις του κεφαλαίου που σχετίζονται με το ελληνικό «πρόγραμμα», συνδέει άμεσα τη συνέχιση των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων με την υποχώρηση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, ενώ μέχρι τώρα τα αντιλαϊκά «μνημονιακά» μέτρα συνδέονταν με την εκταμίευση δόσεων. 

Είναι κι αυτή μια «τροχιοδεικτική βολή» για τα νέα «εθνικά οράματα» που χτίζονται από την κυβέρνηση και τα αστικά επιτελεία, προκειμένου να καταστήσουν «αναγκαία» στη συνείδηση των εργαζομένων και του λαού τη συνέχιση και κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης στη «μετά μνημόνιο» εποχή.

Επαναφορά συμβάσεων ...με ολίγη
 
Αυτή είναι η μία πλευρά. 
Η άλλη έχει να κάνει με το περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων που προτείνει στην έκθεσή του ο ΟΟΣΑ, κυρίως αυτών που αφορούν στα Εργασιακά και στον κατώτερο μισθό. Για παράδειγμα, ο ΟΟΣΑ υποδεικνύει για τις Συλλογικές Συμβάσεις: «Να θεσπιστούν κλαδικές διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις με μισθούς που θα καλύπτουν τις ευρείες συνθήκες εργασίας και χωρίς αυτόματες επεκτάσεις (...) Να εξασφαλιστεί πως οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας είναι επαρκώς ευέλικτες ώστε να μπορούν να προσαρμόζονται σε συγκεκριμένες συνθήκες σε επίπεδο επιχείρησης».

Στην πραγματικότητα, ο ΟΟΣΑ βάζει όρους για το «ξεπάγωμα» της «αντιπροσωπευτικότητας» των κλαδικών συμβάσεων και της «αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης» (αν δηλαδή η σύμβαση με τους καλύτερους όρους για έναν εργαζόμενο θα υπερισχύει έναντι όλων των άλλων), ώστε να μην πληγεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. 

Προτείνει δηλαδή την εφαρμογή κλαδικών συμβάσεων υπό αυστηρές προϋποθέσεις, σε βάρος των εργαζομένων, με δυνατότητα παρέκκλισης από βασικούς όρους (μισθοί, ευελιξία του ωραρίου λειτουργίας κ.ά.), για επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες.
Προτείνει επίσης την ενίσχυση του ρόλου των κατάπτυστων «ενώσεων προσώπων», προκειμένου να υπογράφονται επιχειρησιακές συμβάσεις, όπως και τη δημιουργία ενός «ουδέτερου» οργάνου, που θα εγκρίνει την επεκτασιμότητα και τις ειδικές ρήτρες εξαίρεσης από τις κλαδικές συμβάσεις. 

Αν βάλει κανείς κάτω όλες τις προϋποθέσεις και τις εξαιρέσεις που προτείνει ο ΟΟΣΑ, εύκολα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η υπονόμευση των κλαδικών συμβάσεων, ακόμα κι αν υπογραφούν, οδηγεί στην επί της ουσίας κατάργησή τους.

Πιο «κατώτερος» δεν γίνεται
 
Αξια σχολιασμού είναι όμως και η πρόταση του ΟΟΣΑ για τον κατώτερο και «υποκατώτερο» μισθό. Συγκεκριμένα, υποδεικνύει «να δημιουργηθεί επιτροπή με τη συμμετοχή κοινωνικών εταίρων και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων που θα προτείνουν τις μισθολογικές προσαρμογές στους κατώτατους μισθούς» και ταυτόχρονα ο «υποκατώτερος» να συνεχίσει να υπάρχει, συνδεδεμένος όμως με την εμπειρία του εργαζόμενου και όχι με την ηλικία, όπως ισχύει σήμερα. 

Ετσι, ένας εργαζόμενος χωρίς προηγούμενη εμπειρία στον κλάδο θα αμείβεται με τα 511 ευρώ μεικτά που ισχύουν σήμερα, ανεξάρτητα από ηλικία, και ο μισθός του σταδιακά θα αυξάνεται, ώστε σε διάστημα δυο - τριών χρόνων να φτάσει στο όριο του θεσμοθετημένου κατώτερου.

Επομένως, ο «υποκατώτερος» μισθός όχι μόνο δεν εξαλείφεται με την πρόταση του ΟΟΣΑ, αλλά αντίθετα επεκτείνεται το εύρος της εφαρμογής του, αφού πλέον θα αφορά και εργαζόμενους μεγαλύτερους των 25 ετών, οι οποίοι όμως, λόγω της εργασιακής περιπλάνησης, θα αναζητούν δουλειά και σε κλάδους στους οποίους δεν έχουν καμιά προηγούμενη εμπειρία!

Μπλέξαν οι γραμμές τους;
 
Διαβάζοντας όλα αυτά, μας ήρθε στο νου το περίφημο πόρισμα της «Επιτροπής Κουκιάδη», που συνέστησε η κυβέρνηση το 2016, όπως προβλεπόταν στο 3ο μνημόνιο, με στόχο να γνωμοδοτήσει για τις αλλαγές στα Εργασιακά. 

Θυμίζουμε ότι οι προβλέψεις της επιτροπής για τις ομαδικές απολύσεις ενσωματώθηκαν μετά από μερικούς μήνες σε νόμους που ψήφισε η κυβέρνηση. 

Τι πρότεινε όμως αυτή η επιτροπή για την επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων;

Θυμίζουμε: «Αντιπροσωπευτικές συλλογικές συμβάσεις μπορούν να επεκταθούν από το κράτος σε κλαδικό και ομοιοεπαγγελματικό επίπεδο, ύστερα από αίτημα ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη των διαπραγματεύσεων. 

Οι συλλογικές συμβάσεις είναι αντιπροσωπευτικές αν η διαπραγματευτική μονάδα (σ.σ. των εργοδοτών) καλύπτει (σ.σ. απασχολεί) το 50% των εργαζομένων. Η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι καθορίζουν ένα διοικητικό σύστημα για μια αξιόπιστη παρακολούθηση του αριθμού των εργαζομένων (...) Η απόφαση για την επέκταση της συμφωνίας παίρνεται από τον υπουργό Εργασίας, μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους».

Να σημειωθεί ότι αυτός ο μηχανισμός καταγραφής έχει ήδη θεσμοθετηθεί από την κυβέρνηση και δοκιμάζεται η λειτουργία του, ώστε να αποτελέσει μηχανισμό αποκλεισμού και εξαιρέσεων στην εφαρμογή μιας κλαδικής σύμβασης, στο όνομα της αντιπροσωπευτικότητας, αν και όποτε υπογραφεί.

Αποκατάσταση στο ...γελαδοκούρεμα
 
Σε ό,τι αφορά την «αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης», το πόρισμα της Επιτροπής συμπληρώνει: «Μισθολογικές συμφωνίες με μικρότερο επίπεδο μισθών δεν μπορεί να είναι χαμηλότερες από τις εθνικές/κλαδικές συμφωνίες που έγιναν σε υψηλότερο επίπεδο. 

Οι κοινωνικοί εταίροι, ωστόσο, θα πρέπει να συμφωνήσουν σε "ανοιχτές ρήτρες" πάνω σε συγκεκριμένα θέματα, τα οποία θα επιτρέπουν προσωρινές παρεκκλίσεις από τις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμφωνίες (αλλά όχι από νομικές προδιαγραφές) στην περίπτωση επειγόντων οικονομικών αναγκών της εταιρείας. 

Οι παρεκκλίσεις μπορούν να συμφωνούνται μόνο από τους κοινωνικούς εταίρους που υπέγραψαν την αντίστοιχη συμφωνία».

Ενα άλλο μέρος της Επιτροπής πρόσθετε τις εξής διατυπώσεις στο πόρισμα: 

«Η μισθολογική ευελιξία στο μικρο-επίπεδο είναι σημαντική (...) η ιεραρχία των συλλογικών διαπραγματεύσεων πρέπει να διέπεται από την αρχή της επικουρικότητας, όπου συμβάσεις που συνάπτονται σε επιχειρησιακό επίπεδο, εγγύτερα των εμπλεκόμενων εργαζομένων και επιχειρήσεων, υπερισχύουν συμβάσεων που συνάπτονται σε κλαδικό/ομοιοεπαγγελματικό/εθνικό επίπεδο». Δηλαδή, οι επιχειρησιακές συμβάσεις να υπερισχύουν «de facto» των κλαδικών.

Η ουσία και στις δύο αυτές θέσεις είναι ότι εισάγουν εξαιρέσεις από την καθολική εφαρμογή της καλύτερης για τον εργαζόμενο σύμβασης, αν μια επιχείρηση επικαλεστεί οικονομικές δυσκολίες. Αυτό σημαίνει «ξήλωμα» των κλαδικών Συμβάσεων και καθιστά κενό γράμμα τις διακηρύξεις για την επεκτασιμότητά τους και την ισχύ της «αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης».

Ακόμα περισσότεροι με «υποκατώτερο» μισθό
 
Ας δούμε όμως τι πρότεινε η Επιτροπή και για τον κατώτερο/«υποκατώτερο» μισθό. 

Για τον πρώτο γράφονταν στο πόρισμα: 

«Οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να αποφασίζουν σχετικά με τις αυξήσεις των ελάχιστων μισθών μετά από διαβούλευση με ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές για την παραγωγικότητα, τις τιμές, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και την ανεργία, τα εισοδήματα και τους μισθούς. 

Η συμφωνία τους θα έχει αυτόματα την ισχύ έναντι όλων».

Η επιτροπή συστήνει ότι, στη μεταξύ τους διαπραγμάτευση, εργαζόμενοι και εργοδότες θα πρέπει να παίρνουν υπόψη τις κατευθύνσεις μιας επιτροπής από «ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες», που θα διαμορφώνουν επί της ουσίας το εύρος των αυξήσεων (ή και των μειώσεων), πριν αυτές καταληχθούν από τους «κοινωνικούς εταίρους». 

Τα κριτήρια θα είναι αυτά που περιγράφτηκαν πιο πάνω και έτσι, στη διαπραγμάτευση για τους μισθούς, ένας τρίτος «παίκτης» προστίθεται στο πλευρό της εργοδοσίας, ενάντια στους εργαζόμενους. Η ύπαρξη αυτής της επιτροπής προβλέπεται και από το νόμο 4172/2013 της ΝΔ (νόμος Βρούτση), όπως αναγνωρίζει και η ίδια η επιτροπή.

Για κερασάκι στην τούρτα, η «Επιτροπή Κουκιάδη» πρότεινε να διατηρηθεί ένας μικρότερος κατώτερος μισθός («υποκατώτερος» μισθός), αλλά «ο υποκατώτερος μισθός για τους νέους να αντικατασταθεί από έναν υποκατώτερο μισθό με βάση την εργασιακή εμπειρία. Θα ισούται με το 85% του κατώτερου μισθού κατά τον πρώτο χρόνο απόκτησης εργασιακής εμπειρίας και με το 95% το δεύτερο χρόνο (...)».

Στην πραγματικότητα, η Επιτροπή των «ειδικών», με το πόρισμά της, διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις ώστε το κεφάλαιο να αντλήσει ακόμα φτηνότερη εργατική δύναμη, όχι μόνο από την κατηγορία των 25άρηδων και κάτω, αλλά από την πολύ μεγαλύτερη «δεξαμενή» των καταχωρημένων ως «μη εχόντων εργασιακή εμπειρία», ανεξάρτητα από την ηλικία τους.

Οι εργαζόμενοι να μην πέσουν στην παγίδα
 
Το γεγονός ότι το πόρισμα της «Επιτροπής Κουκιάδη» είναι «καρμπόν» με τις συστάσεις του ΟΟΣΑ, δείχνει ακριβώς το παιχνίδι που παίζει η κυβέρνηση στις πλάτες των εργαζομένων, όταν υπόσχεται αποκατάσταση των κλαδικών συμβάσεων μετά το τέλος του προγράμματος, από τις 20 Αυγούστου 2018, την ώρα που στο παρασκήνιο εξελίσσεται ένα άγριο παζάρι για τα κριτήρια και το εύρος των εξαιρέσεων από την επεκτασιμότητα και την «αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης», σε βαθμό που τις καθιστούν αδειανό πουκάμισο για τους εργαζόμενους.

Το ίδιο ισχύει και με τον κατώτερο και «υποκατώτερο» μισθό, όπου οι όποιες αυξήσεις είναι δεδομένο ότι θα ενσωματώνουν τους δείκτες της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, ενώ είναι βέβαιο πως με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα διατηρηθεί ένα είδος «υποκατώτερου» μισθού με διακρίσεις σε βάρος μιας μεγάλης μερίδας των εργαζομένων.




ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου