ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2023

Φραντς Σούμπερτ - Franz Schubert (31 Ιανουαρίου 1797 - 19 Νοεμβρίου 1828) - Ένας από τους μεγαλύτερους μουσουργούς όλων των εποχών

 

O Φραντς Πέτερ Σούμπερτ γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1797 στο Λίχτενταλ (Liechtental, προάστιο της Βιέννης), όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως δάσκαλος. 

 

‘Ηταν 12ο από 14 παιδιά στην οικογένεια και τα παιδικά χρόνια πέρασαν αντίστοιχα μέσα σε ένα περιβάλλον δουλειάς, αρκετά αυστηρής πειθαρχίας, αλλά και μουσικής παιδείας. 

 

Ο πατέρας του και τα αδέλφια του μικρού Σούμπερτ έπαιζαν όλοι από ένα όργανο και εκτελούσαν συχνά σε ομάδες μουσική δωματίου. Σ’ αυτό το περιβάλλον καλλιεργήθηκε η μουσική ιδιοφυΐα του μετέπειτα μεγάλου συνθέτη..

 

Ειδικότερα, ο Φράντς πήρε από τον πατέρα του μαθήματα βιολιού και από τον αδερφό του Ιγνάτιο μαθήματα πιάνου, ενώ κατόπιν συνέχισε μουσικές σπουδές στην εκκλησία της ενορίας του, όπου μελέτησε τραγούδι, εκκλησιαστικό όργανο με τον αρχιμουσικό Μ. Χόλτσερ. 

Το 1808 έγινε μέλος της αυτοκρατορικής χορωδίας και σπουδαστής στο προσαρτημένο μοναστήρι. 

Τα πρώτα τραγούδια (Lieder), που συνέθεσε γύρω στο 1811, κίνησαν το ενδιαφέρον του αρχιμουσικού της Αυλής Α. Σαλιέρι, o οποίος το 1812 τον περιέλαβε στους μαθητές του και προσπάθησε αργότερα, αν και χωρίς επιτυχία, να τον βοηθήσει να καταλάβει διάφορες θέσεις.

Το 1813 βγήκε από το μοναστήρι και διορίστηκε δημοδιδάσκαλος. ‘Ετσι μπόρεσε να αφοσιωθεί σχεδόν αποκλειστικά στη σύνθεση. 

Το 1814 εκτελέστηκε δημόσια η Λειτουργία του (Messe), ενώ στο επόμενο έτος ανήκει το γνωστό τραγούδι (Lied) Η Μαργαρίτα στο Ροδάνι (Gretchen am Spinnrade) σε στίχους του, που θεωρείται ένα από τα πρώτα αριστουργήματα του Σούμπερτ. Αυτό το τραγούδι το έγραψε ο Σούμπερτ σε ηλικία 17 ετών και θεωρείται αρχέτυπο του είδους του.

Ο Σούμπερτ έγραφε μουσικά έργα με μεγάλη ευκολία και εντυπωσιακή ταχύτητα. 

Το 1815, σε ηλικία 18 χρονών, όταν του έφεραν το ποίημα του Βασιλιά των Σκλήθρων το διάβασε και ύστερα το απήγγειλε μεγαλόφωνα σε μερικούς φίλους του. Αμέσως μετά κάθισε στο τραπέζι της δουλειάς του και έγραψε μονομιάς την υπέροχη μουσική του μετάφραση. 

Το ίδιο βράδυ, οι συμμαθητές του, παίρνοντας το χειρόγραφο που είχε γράψει ο ίδιος, δίχως να χρησιμοποιήσει κανένα όργανο, τον έβαλαν να ακούσει στο πιάνο την συναρπαστική αυτή σελίδα που μάγεψε τον κόσμο. 

Τον ίδιο χρόνο έγραψε το Κουιντέτο της πέστροφας και άλλα έργα για μικρά σύνολα.

Ο Σούμπερτ ήταν πολύ κοινωνικός και είχε ανάγκη, για να αισθάνεται άνετα, να περιστοιχίζεται από χαρούμενους φίλους. 

Μη τρέφοντας καμιά φιλοδοξία, αγαπούσε την απλή και εγκάρδια ζωή στις ταβέρνες και στα πανδοχεία των προαστίων της Βιέννη, στα οινοπωλεία (Weinstuben) και στις μπυραρίες, όπου οι φίλοι του τον περιέβαλαν με την στοργή τους και όπου έγραφε τα τραγούδια του στην γωνιά ενός τραπεζιού, μέσα στους καπνούς των πούρων, με περισσότερη ευφορία παρότι μέσα στην σιγή της άχαρης και σκυθρωπής του κάμαρας.

Το 1818 ανέλαβε την μουσική εκπαίδευση των δύο γιων του κόμη Εστερχάζυ, γεγονός που του εξασφάλισε κάποια οικονομική άνεση, επιτρέποντάς του να περνά τον χειμώνα στην Βιέννη και το καλοκαίρι στην ουγγρική εξοχή. 

Αυτή ήταν η πιο άνετη και γονιμότερη, από μουσική άποψη, περίοδος της ζωής του νεαρού συνθέτη, που οι φίλοι και θαυμαστές του προσπαθούσαν να παρουσιάσουν στο κοινό, επιδιώκοντας όμως ταυτόχρονα -σύμφωνα με τις προτιμήσεις της εποχής- να προβάλλουν το μελοδραματικό του έργο, είδος που αντιπροσωπεύει λιγότερο την τέχνη του. 

‘Eτσι παρουσιάστηκε στο κοινό η οπερέτα Οι Δίδυμοι (Die Zwillingsbrueder), το 1818-19 και το μελόδραμα Η Μαγική ‘Aρπα (Die Zauberharfe) το 1820, από την οποία έμεινε μόνο η εισαγωγή με τίτλο Ροζαμούνδη (Rosamunde). 

Αντίθετα ο Σούμπερτ σημείωνε διαρκώς μεγαλύτερες επιτυχίες με τα τραγούδια (Lieder) του, πολλά από τα οποία εκδόθηκαν με προεγγραφές συνδρομητών.

Ο Σούμπερτ ήταν ειλικρινής θαυμαστής του Μπετόβεν, δεν τον γνώρισε όμως προσωπικά, αφενός επειδή ο Μπετόβεν ήταν δύστροπος και δεν πλησιαζόταν εύκολα, αφετέρου, επειδή ο Σούμπερτ θεωρούσε τον εαυτό του μηδαμινό μπροστά στη μουσική ιδιοφυΐα του κορυφαίου συνθέτη. 

Ο θάνατος του Μπετόβεν σε ηλικία 57 ετών, τον Μάρτιο του 1827, συγκλόνισε βαθύτατα τον Σούμπερτ, ο οποίος συνόδευσε το φέρετρο κρατώντας ένα αναμένο δαυλό, όπως πολλοί άλλοι Βιενέζοι.

Το έτος 1822 διαπιστώθηκε ότι πάσχει ο Σούμπερτ από σύφιλη, ανίατη και θανατηφόρα ασθένεια εκείνη την εποχή. 

Αυτό το γεγονός δημιούργησε στο μεγάλο συνθέτη μία κατάσταση κατάθλιψης και επηρέασε σημαντικά τη συμπεριφορά του μέχρι το θάνατό του. 

‘Eπειτα από μια περίοδο αναπαύσεως, καταπιάστηκε και πάλι με συνθέσεις που κρίθηκαν αργότερα ως αριστουργήματα, όπως ο κύκλος των τραγουδιών Χειμερινό Ταξίδι (Winterreise) που μόνος του θα ήταν αρκετός για να αποδείξει την μεγαλοφυΐα του. 

Πέθανε στις 19 Νοεμβρίου 1828 σε ηλικία 31 ετών από τύφο και θάφτηκε με φροντίδα των πολλών φίλων του, αν και μάλλον άγνωστος στο ευρύ κοινό, δίπλα στον Μπετόβεν. 

Στα αρχεία του βρέθηκαν πολλά κοσμικά και εκκλησιαστικά έργα που δεν είχαν εκτελεστεί, ανάμεσά τους και συμφωνίες, μία δε ημιτελής.

 

ΠΗΓΗ. astrosparalio

ΒΙΝΤΕΟ. 


 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου