«Ως γόνος μεγάλης οικογένειας που ήμουν, οι βασανιστές θέλησαν να
αλαφρύνουν το δικό μου βασανιστήριο στο Μακρονήσι. “Ζήτα μια χάρη και θα
σου την κάνουμε” μου είπαν και το μόνο που ζήτησα ήταν, να με αφήσουν
να πάω να μείνω στο βουνό χωρίς φαΐ και χωρίς νερό, ενδεχομένως, αρκεί
να μην τους βλέπω και να μη με βλέπουν.
Το δέχτηκαν!
Την πρώτη μέρα τράβηξα για το βουνό, βρήκα ένα μέρος να κάτσω και βάλθηκα να ατενίζω την απέραντη μοναξιά του τοπίου.
Ξάφνου, ένας γρήγορος, αεράτος τύπος εμφανίζεται κρατώντας κάτι πασσάλους στα χέρια του και δυο τρία κομμάτια ύφασμα.
Δεν μου μιλάει, δεν του μιλάω και σε ελάχιστα λεπτά με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις στήνει ένα αντίσκηνο!
Το δικό μου αντίσκηνο!
«Τι κάνεις;» τον ρωτάω. «Θα πεθάνεις εδώ πάνω» απάντησε σοβαρός και συνέχισε τη δουλειά.
Για όλες τις επόμενες μέρες, για όσο καιρό έζησα σαν αγρίμι, εξόριστος μεσ’ στην εξορία, ο ίδιος τύπος πηγαινοερχόταν κάθε μέρα διανύοντας μια τεράστια απόσταση από το στρατόπεδο ίσαμε το βουνό, μόνο και μόνο για να μου φέρνει φαγητό να τρώω να μην πεθάνω.
Ήταν ο Θανάσης Βέγγος, η απαρχή μιας μεγάλης φιλίας πάνω απ’ όλα.»
Στη φωτογραφία: Τάσος Κατράπας, Νίκος Κούνδουρος, Θανάσης Βέγγος. Μακρόνησος 1949
Τρία υπαίθρια θέατρα χτίστηκαν στη Μακρόνησο από το 1947 μέχρι το 1950.
Τα έχτισαν οι ίδιοι οι εξόριστοι για την «ιδεολογική αναμόρφωσή τους» με πέτρες που έσπαγαν μόνοι τους από το βραχώδες έδαφος.
Έμεινε μαζί μου όλα τα χρόνια της Μακρονήσου. Είχα χρεωθεί την κατασκευή ενός θεάτρου -ήμουν τριτοετής της αρχιτεκτονικής τότε.
Πήγα στη διοίκηση και λέω: «Αυτόν το μισότρελο φαντάρο να μου τον δώσετε». Κι έτσι βρέθηκα να φτιάχνω το θέατρο με το Θανάση βοηθό.
Στήσαμε τη σκηνή, ανεβάσαμε το πρώτο έργο, και να ο Βέγγος ηθοποιός και να ο Βέγγος πρωταγωνιστής και να ο Βέγγος αγαπημένος ολόκληρου του τάγματος, και να ο Βέγγος η ανακούφισή μας, η λύτρωση μας και το χαμόγελό μας».
Η “Μαγική Πόλη” και όλο αυτό το φτωχικό νεορεαλιστικό ντεκόρ της πάλι στον Βέγγο οφειλόταν.
Θυμάμαι όταν πρωτοπήγα σπίτι του στο Φάληρο… Τέτοια φτώχεια δεν είχα ξανασυναντήσει στη ζωή μου εγώ, ο γόνος μεγαλοαστών που μεγάλωσε στο Κολωνάκι. Γύρισα σπίτι θυμάμαι κι έπιασα τη μάνα μου.
Με είχε ταράξει η φτώχεια μαζί με την καλοσύνη του Θανάση.
Τότε, είπα: “Εγώ μ’ αυτούς τους ανθρώπους θέλω να καταπιαστώ, τον πόνο και την αξιοπρέπεια αυτών των ανθρώπων θέλω να δείξω…”. Και το έκανα, πιστεύω»!
ΠΗΓΗ. prologos.gr
Το δέχτηκαν!
Την πρώτη μέρα τράβηξα για το βουνό, βρήκα ένα μέρος να κάτσω και βάλθηκα να ατενίζω την απέραντη μοναξιά του τοπίου.
Ξάφνου, ένας γρήγορος, αεράτος τύπος εμφανίζεται κρατώντας κάτι πασσάλους στα χέρια του και δυο τρία κομμάτια ύφασμα.
Δεν μου μιλάει, δεν του μιλάω και σε ελάχιστα λεπτά με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις στήνει ένα αντίσκηνο!
Το δικό μου αντίσκηνο!
«Τι κάνεις;» τον ρωτάω. «Θα πεθάνεις εδώ πάνω» απάντησε σοβαρός και συνέχισε τη δουλειά.
Για όλες τις επόμενες μέρες, για όσο καιρό έζησα σαν αγρίμι, εξόριστος μεσ’ στην εξορία, ο ίδιος τύπος πηγαινοερχόταν κάθε μέρα διανύοντας μια τεράστια απόσταση από το στρατόπεδο ίσαμε το βουνό, μόνο και μόνο για να μου φέρνει φαγητό να τρώω να μην πεθάνω.
Ήταν ο Θανάσης Βέγγος, η απαρχή μιας μεγάλης φιλίας πάνω απ’ όλα.»
Στη φωτογραφία: Τάσος Κατράπας, Νίκος Κούνδουρος, Θανάσης Βέγγος. Μακρόνησος 1949
Τρία υπαίθρια θέατρα χτίστηκαν στη Μακρόνησο από το 1947 μέχρι το 1950.
Τα έχτισαν οι ίδιοι οι εξόριστοι για την «ιδεολογική αναμόρφωσή τους» με πέτρες που έσπαγαν μόνοι τους από το βραχώδες έδαφος.
Έμεινε μαζί μου όλα τα χρόνια της Μακρονήσου. Είχα χρεωθεί την κατασκευή ενός θεάτρου -ήμουν τριτοετής της αρχιτεκτονικής τότε.
Πήγα στη διοίκηση και λέω: «Αυτόν το μισότρελο φαντάρο να μου τον δώσετε». Κι έτσι βρέθηκα να φτιάχνω το θέατρο με το Θανάση βοηθό.
Στήσαμε τη σκηνή, ανεβάσαμε το πρώτο έργο, και να ο Βέγγος ηθοποιός και να ο Βέγγος πρωταγωνιστής και να ο Βέγγος αγαπημένος ολόκληρου του τάγματος, και να ο Βέγγος η ανακούφισή μας, η λύτρωση μας και το χαμόγελό μας».
Η “Μαγική Πόλη” και όλο αυτό το φτωχικό νεορεαλιστικό ντεκόρ της πάλι στον Βέγγο οφειλόταν.
Θυμάμαι όταν πρωτοπήγα σπίτι του στο Φάληρο… Τέτοια φτώχεια δεν είχα ξανασυναντήσει στη ζωή μου εγώ, ο γόνος μεγαλοαστών που μεγάλωσε στο Κολωνάκι. Γύρισα σπίτι θυμάμαι κι έπιασα τη μάνα μου.
Με είχε ταράξει η φτώχεια μαζί με την καλοσύνη του Θανάση.
Τότε, είπα: “Εγώ μ’ αυτούς τους ανθρώπους θέλω να καταπιαστώ, τον πόνο και την αξιοπρέπεια αυτών των ανθρώπων θέλω να δείξω…”. Και το έκανα, πιστεύω»!
- Ο Νίκος Κούνδουρος έφυγε από τη ζωή, το Φλεβάρη του 2017
- Ο Θανάσης Βέγγος έφυγε από τη ζωή το Μάη του 2011
ΠΗΓΗ. prologos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου