Η σταδιοδρομία του ως διευθυντής ορχήστρας
ξεκινά στην Αθήνα όπου διηύθυνε διαδοχικά την Συμφωνική Ορχήστρα του
Ελληνικού Ωδείου (1924-25), τη Συμφωνική του Συλλόγου Συναυλιών
(1925-27) και τη Συμφωνική του Ωδείου Αθηνών (1927-1937).
Το 1930 πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση στο εξωτερικό με την τριπλή ιδιότητα του μαέστρου, πιανίστα (διηύθυνε το Τρίτο Κοντσέρτο του Σεργέι Προκόφιεφ) και συνθέτη, προσκεκλημένος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου.
Ακολούθησαν εμφανίσεις του με τη Γαλλική Ορχήστρα του Παρισιού, τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ακαδημίας της Σάντα Τσετσίλια, την Κρατική Φιλαρμονική της Μόσχας, την Κρατική Φιλαρμονική του Λένινγκραντ, την Ορχήστρα του Θεάτρου της Σκάλας του Μιλάνου, την Ορχήστρα των Συναυλιών Λαμουρέ, κ.α.
Το 1936 πήγε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ όπου διηύθυνε τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστόνης, προσκεκλημένος του μόνιμου διευθυντή της Sergei Kussevitzki.
Επανήλθε τον επόμενο χρόνο για να διευθύνει την ίδια ορχήστρα, καθώς και τη Minneapolis Symphony Orchestra, της οποίας διετέλεσε μόνιμος αρχιμουσικός από το 1938 έως το 1949.
Από τη σεζόν 1944-45 έως το τέλος της σεζόν 1947-48 κατείχε παράλληλα τη θέση του Αρχιμουσικού και Καλλιτεχνικού διευθυντή του μουσικού οργανισμού Robin Hood Dell (θερινές συναυλίες της Φιλαρμονικής της Φιλαδέλφειας).
Το 1949 ανέλαβε ως συνδιευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης και από το 1951 η Φιλαρμονική του ανέθεσε τα καθήκοντα του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή (θα τα ασκήσει ως το 1957). Το 1951 η Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης πραγματοποίησε την πρώτη της μεταπολεμική εμφάνιση στην Ευρώπη με επικεφαλής τον Δημήτρη Μητρόπουλο και τον Bruno Walter.
Διηύθυνε τη Φιλαρμονική σε τέσσερις ακόμη περιοδείες της.
Το 1930 πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση στο εξωτερικό με την τριπλή ιδιότητα του μαέστρου, πιανίστα (διηύθυνε το Τρίτο Κοντσέρτο του Σεργέι Προκόφιεφ) και συνθέτη, προσκεκλημένος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου.
Ακολούθησαν εμφανίσεις του με τη Γαλλική Ορχήστρα του Παρισιού, τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ακαδημίας της Σάντα Τσετσίλια, την Κρατική Φιλαρμονική της Μόσχας, την Κρατική Φιλαρμονική του Λένινγκραντ, την Ορχήστρα του Θεάτρου της Σκάλας του Μιλάνου, την Ορχήστρα των Συναυλιών Λαμουρέ, κ.α.
Το 1936 πήγε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ όπου διηύθυνε τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστόνης, προσκεκλημένος του μόνιμου διευθυντή της Sergei Kussevitzki.
Επανήλθε τον επόμενο χρόνο για να διευθύνει την ίδια ορχήστρα, καθώς και τη Minneapolis Symphony Orchestra, της οποίας διετέλεσε μόνιμος αρχιμουσικός από το 1938 έως το 1949.
Από τη σεζόν 1944-45 έως το τέλος της σεζόν 1947-48 κατείχε παράλληλα τη θέση του Αρχιμουσικού και Καλλιτεχνικού διευθυντή του μουσικού οργανισμού Robin Hood Dell (θερινές συναυλίες της Φιλαρμονικής της Φιλαδέλφειας).
Το 1949 ανέλαβε ως συνδιευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης και από το 1951 η Φιλαρμονική του ανέθεσε τα καθήκοντα του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή (θα τα ασκήσει ως το 1957). Το 1951 η Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης πραγματοποίησε την πρώτη της μεταπολεμική εμφάνιση στην Ευρώπη με επικεφαλής τον Δημήτρη Μητρόπουλο και τον Bruno Walter.
Διηύθυνε τη Φιλαρμονική σε τέσσερις ακόμη περιοδείες της.
Ο Μητρόπουλος έκανε το ντεμπούτο του ως
μαέστρος όπερας θεατρικής παράστασης το 1950, στο πλαίσιο του 13ου
Μουσικού Μαϊού της Φλωρεντίας , όπου διηύθυνε την “Ηλέκτρα” του Ρ.
Στράους. Τον Ιούνιο του 1952 εμφανίστηκε πρώτη φορά στο Θέατρο της
Σκάλας του Μιλάνου όπου διηύθυνε την πρώτη -για το θέατρο αυτό- της
όπερας “Wozzeck” του Alban Berg. Από τη σεζόν 1953-54 εγκαινίασε τις
εμφανίσεις του στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης.
Μετά το τέλος της σεζόν 1957-58 μετείχε στη θερινή περιοδεία της σε πόλεις των ΗΠΑ. Για τη σεζόν 1957-58, η θέση του αρχιμουσικού μοιράστηκε ανάμεσα στον Μητρόπουλο και τον Leonard Bernstein. Από τη σεζόν 1958-59 ο Bernstein ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή. Ως το 1960 θα διευθύνει πλέον τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης ως προσκεκλημένος μαέστρος.
Από το 1950, και κάθε χρόνο, ταξιδεύει στην Ευρώπη και μετέχει, επικεφαλής της ορχήστρας του ή ως προσκεκλημένος μαέστρος, στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Σάλτσμπουργκ, του Φεστιβάλ Αθηνών, του Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής της Βενετίας, του Μουσικού Μαΐου της Φλωρεντίας, των Διεθνών Μουσικών Εβδομάδων της Λουκέρνης, κ.α. Διευθύνει παραστάσεις όπερας στη Μετροπόλιταν, στη Σκάλα του Μιλάνου, στην Κρατική Όπερα της Βιέννης και σε άλλα λυρικά θέατρα. Δίνει συμφωνικές συναυλίες με ορχήστρες, όπως η Ορχήστρα του Θεάτρου της Σκάλας, η Φιλαρμονική της Βιέννης, η Φιλαρμονική του Βερολίνου, κ.α.
Τέλος του 1952 και αρχές του 1959 υπέστη δύο καρδιακά επεισόδια. Στις 2 Νοεμβρίου του 1960 ήρθε η μοιραία καρδιακή προσβολή πάνω στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, στη διάρκεια της Τρίτης Συμφωνίας του Γκούσταβ Μάλερ.
Η σορός του -σύμφωνα με γραπτά εκφρασμένη επιθυμία του- αποτεφρώθηκε. Στις 6 Νοεμβρίου η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Οι αρχές του τόπου και ο λαός αποχαιρέτησαν τον μεγάλο μαέστρο σε μια πένθιμη τελετή που έγινε το απόγευμα στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού.
Μετά το τέλος της σεζόν 1957-58 μετείχε στη θερινή περιοδεία της σε πόλεις των ΗΠΑ. Για τη σεζόν 1957-58, η θέση του αρχιμουσικού μοιράστηκε ανάμεσα στον Μητρόπουλο και τον Leonard Bernstein. Από τη σεζόν 1958-59 ο Bernstein ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχιμουσικού και καλλιτεχνικού διευθυντή. Ως το 1960 θα διευθύνει πλέον τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης ως προσκεκλημένος μαέστρος.
Από το 1950, και κάθε χρόνο, ταξιδεύει στην Ευρώπη και μετέχει, επικεφαλής της ορχήστρας του ή ως προσκεκλημένος μαέστρος, στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Σάλτσμπουργκ, του Φεστιβάλ Αθηνών, του Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής της Βενετίας, του Μουσικού Μαΐου της Φλωρεντίας, των Διεθνών Μουσικών Εβδομάδων της Λουκέρνης, κ.α. Διευθύνει παραστάσεις όπερας στη Μετροπόλιταν, στη Σκάλα του Μιλάνου, στην Κρατική Όπερα της Βιέννης και σε άλλα λυρικά θέατρα. Δίνει συμφωνικές συναυλίες με ορχήστρες, όπως η Ορχήστρα του Θεάτρου της Σκάλας, η Φιλαρμονική της Βιέννης, η Φιλαρμονική του Βερολίνου, κ.α.
Τέλος του 1952 και αρχές του 1959 υπέστη δύο καρδιακά επεισόδια. Στις 2 Νοεμβρίου του 1960 ήρθε η μοιραία καρδιακή προσβολή πάνω στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, στη διάρκεια της Τρίτης Συμφωνίας του Γκούσταβ Μάλερ.
Η σορός του -σύμφωνα με γραπτά εκφρασμένη επιθυμία του- αποτεφρώθηκε. Στις 6 Νοεμβρίου η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Οι αρχές του τόπου και ο λαός αποχαιρέτησαν τον μεγάλο μαέστρο σε μια πένθιμη τελετή που έγινε το απόγευμα στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού.
Ο Δημήτρης Μητρόπουλος, η προσωπικότητα, η
οπτική του γύρω από την τέχνη (του), η κοσμοθεωρία του, διακρίνονται
καθαρά στα κείμενα του. Το 1951, στις 10 Ιουνίου, ο Κίμων Λώλος,
δημοσίευσε στην εφημερίδα “Ελευθερία” διάλεξη που πραγματοποίησε ο
έλληνας μαέστρος στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα.
Παραθέτουμε απόσπασμα του διατηρώντας την ορθογραφία του.
“Ο δημιουργός, ο συνθέτης, είναι τραγική μορφή. Το έργο του δεν είναι ζωντανό αν δεν παιχτεί, αν δεν ερμηνευτή. Η επιτυχία του κρέμεται από την διανοητικότητα, από την αισθαντικότητα του εκτελεστή ή του μαέστρου. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να σκέπτονται και να ενεργούν την ίδια στιγμή. Ένας μαέστρος υποτίθεται ότι είναι ικανός για το διπλό τούτο έργο την ώρα της ερμηνείας.
Απ' όση πείρα έχω, μπορώ να πω ότι ο συνθέτης δεν είναι πάντοτε ο κατάλληλος ερμηνευτής του έργου του. Ο συνθέτης είναι τόσο κοντά στο έργο του, τόσο ταυτισμένος μ' αυτό, ώστε να μη μπορεί να γίνει ένας αντικειμενικός εκτελεστής. Πολλές φορές προδίδει το ίδιο του το έργο.
Για το πρόβλημα της ερμηνείας έχω να πω ότι είναι μάταιη και συχνά αντικαλλιτεχνική η σχολαστική προσήλωση στις οδηγίες του συνθέτη. Ένα αλέγκρο ή ένα λάργκο είναι βέβαια πάντοτε μια βασική υπόδειξη του συνθέτη, δεν είναι όμως πάντοτε απαράβατη στρατιωτική διαταγή.
Πολλές φορές ή υφή, το ύφος, το καθολικότερο μήνυμα του έργου επιβάλλουν μια κάποια δημιουργική παρέκκλιση. Ο μαέστρος που θέλει να υπηρετήσει και να προβάλει τον πυρήνα πιότερο παρά τα δευτερεύοντα στοιχεία του έργου, κάνει συνειδητά αυτές τις παρεκκλίσεις για χατίρι μιας ολοκληρωμένης και συνθετικής ερμηνείας. Υποτάσσει την ανάλυση στη σύνθεση.
Τα χρονικά της μουσικής είναι γεμάτα από παραδείγματα τέτοιων παρεκκλίσεων ακόμη και από τους ίδιους τους συνθέτες. Θυμάμαι τα λόγια του Ρούμπινσταϊν, ότι ο Μπετόβεν συχνά δεν τηρούσε κατά γράμμα τις ίδιες του τις οδηγίες. Ο Μπραμς αυτοσχεδίαζε. Μου έτυχε να παρατηρήσω τον Ραχμάνινωφ ότι δεν σεβάστηκε τις οδηγίες του σε μια σύνθεση του. Α... μου αποκρίθηκε. Η διάθεση μου μού ζητάει να ξεχάσω τις επί μέρους οδηγίες μου.
Η επιθυμία μιας δημιουργικής ερμηνείας κρέμεται από την προσωπικότητα του μαέστρου και από τη φιλοσοφία του, δηλαδή από τη στάση του απέναντι στη ζωή και στα προβλήματα της.
Ο πρωταρχικός σκοπός σε μια συναυλία δεν είναι η τελειότητα στην εκτέλεση αλλά η επικοινωνία.
Η μετάδοση της ψυχής, του πάθους, του νοήματος κλπ του έργου στο ακροατήριο.
Ο μαέστρος δεν είναι μόνος.
Είναι διπλά πλαισιωμένος, από την ορχήστρα και από τους ακροατές. Για να δονήσει τους ακροατές με τους κραδασμούς του έργου του, πρέπει πρώτα να δονήσει τα άτομα της ορχήστρας και την ορχήστρα σαν σύνολο. Και δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει αλλιώς παρά μόνο αν κατέβει από το βάθρο του, αν κάνει τους μουσικούς να νοιώσουν ότι δεν είναι δικτάτορας, αλλά απόστολος.
Η ερμηνεία είναι έργο ομαδικό, είναι σύμπνοια, δεν είναι έργο σκλάβων στην μπαγκέτα του μαέστρου. [...] Στην ιστορία της μουσικής είχαμε πάντοτε δύο είδη μαέστρων: Το μαέστρο-δικτάτορα και τον μαέστρο-σύντροφο.
Προσωπικά προτίμησα πάντοτε να ανήκω στη δεύτερη κατηγορία. Πάσχισα να νιώσω ακόμη και τα σωματικά βάσανα του μουσικού της ορχήστρας”.
ΑΠΛA ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ
Το ερώτημα γιατί είναι σπουδαίος ο Δημήτρης Μητρόπουλος έρχεται αβίαστα. Άκοπα.
Η απάντηση του δεν θα είναι ποτέ μία και εύκολη. Εξάλλου, ο ίδιος ό,τι έκανε, το έκανε με πάθος και πολλή δουλειά, αφοσίωση στη μουσική που ήταν και η ζωή του.
Τα χαρακτηριστικά δεν είναι μοναδικά, ούτε τα συναντάμε μόνο σε αυτόν. Όχι. Εντούτοις, η προσωπικότητα και η συμπεριφορά του τα έκαναν να φαίνονται μόνο δικά του. Η πίστη του στην τέχνη του δεν χωρούσε κανέναν συμβιβασμό. Άγγιζε τον ασκητισμό. Άοκνος και συγκεντρωμένος σε αυτό που έπρεπε να δώσει στο κοινό: τη γλώσσα της μουσικής, αυτής που εξηγεί τη λειτουργία του κόσμου μας.
Ο Μητρόπουλος είχε αποστολή και απέναντι στο έργο που είχε να επιτελέσει ήταν ταπεινός, αλύγιστος, αγκιστρωμένος στην ομορφιά και το μεγαλείο του αγνώστου, στη γοητεία του μυστηρίου της μελωδίας.
Η διεύθυνση ορχήστρας δεν ήταν μόνο ο έλεγχος ενός συνόλου και η παραγωγή σχεδόν αψεγάδιαστης μουσικής, αλλά και η προσπάθεια τα πολλά πρόσωπα, όργανα, σώματα, να γίνουν ένα. Τα γυμνά χέρια ήταν προέκταση αυτού του σώματος που έπιαναν τις μουσικές φράσεις και τις έσερναν από το σύμφωνο ως το τελευταίο φωνήεν.
ΠΗΓΗ. gazzetta.gr
ΒΙΝΤΕΟ.
Παραθέτουμε απόσπασμα του διατηρώντας την ορθογραφία του.
“Ο δημιουργός, ο συνθέτης, είναι τραγική μορφή. Το έργο του δεν είναι ζωντανό αν δεν παιχτεί, αν δεν ερμηνευτή. Η επιτυχία του κρέμεται από την διανοητικότητα, από την αισθαντικότητα του εκτελεστή ή του μαέστρου. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να σκέπτονται και να ενεργούν την ίδια στιγμή. Ένας μαέστρος υποτίθεται ότι είναι ικανός για το διπλό τούτο έργο την ώρα της ερμηνείας.
Απ' όση πείρα έχω, μπορώ να πω ότι ο συνθέτης δεν είναι πάντοτε ο κατάλληλος ερμηνευτής του έργου του. Ο συνθέτης είναι τόσο κοντά στο έργο του, τόσο ταυτισμένος μ' αυτό, ώστε να μη μπορεί να γίνει ένας αντικειμενικός εκτελεστής. Πολλές φορές προδίδει το ίδιο του το έργο.
Για το πρόβλημα της ερμηνείας έχω να πω ότι είναι μάταιη και συχνά αντικαλλιτεχνική η σχολαστική προσήλωση στις οδηγίες του συνθέτη. Ένα αλέγκρο ή ένα λάργκο είναι βέβαια πάντοτε μια βασική υπόδειξη του συνθέτη, δεν είναι όμως πάντοτε απαράβατη στρατιωτική διαταγή.
Πολλές φορές ή υφή, το ύφος, το καθολικότερο μήνυμα του έργου επιβάλλουν μια κάποια δημιουργική παρέκκλιση. Ο μαέστρος που θέλει να υπηρετήσει και να προβάλει τον πυρήνα πιότερο παρά τα δευτερεύοντα στοιχεία του έργου, κάνει συνειδητά αυτές τις παρεκκλίσεις για χατίρι μιας ολοκληρωμένης και συνθετικής ερμηνείας. Υποτάσσει την ανάλυση στη σύνθεση.
Τα χρονικά της μουσικής είναι γεμάτα από παραδείγματα τέτοιων παρεκκλίσεων ακόμη και από τους ίδιους τους συνθέτες. Θυμάμαι τα λόγια του Ρούμπινσταϊν, ότι ο Μπετόβεν συχνά δεν τηρούσε κατά γράμμα τις ίδιες του τις οδηγίες. Ο Μπραμς αυτοσχεδίαζε. Μου έτυχε να παρατηρήσω τον Ραχμάνινωφ ότι δεν σεβάστηκε τις οδηγίες του σε μια σύνθεση του. Α... μου αποκρίθηκε. Η διάθεση μου μού ζητάει να ξεχάσω τις επί μέρους οδηγίες μου.
Η επιθυμία μιας δημιουργικής ερμηνείας κρέμεται από την προσωπικότητα του μαέστρου και από τη φιλοσοφία του, δηλαδή από τη στάση του απέναντι στη ζωή και στα προβλήματα της.
Ο πρωταρχικός σκοπός σε μια συναυλία δεν είναι η τελειότητα στην εκτέλεση αλλά η επικοινωνία.
Η μετάδοση της ψυχής, του πάθους, του νοήματος κλπ του έργου στο ακροατήριο.
Ο μαέστρος δεν είναι μόνος.
Είναι διπλά πλαισιωμένος, από την ορχήστρα και από τους ακροατές. Για να δονήσει τους ακροατές με τους κραδασμούς του έργου του, πρέπει πρώτα να δονήσει τα άτομα της ορχήστρας και την ορχήστρα σαν σύνολο. Και δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει αλλιώς παρά μόνο αν κατέβει από το βάθρο του, αν κάνει τους μουσικούς να νοιώσουν ότι δεν είναι δικτάτορας, αλλά απόστολος.
Η ερμηνεία είναι έργο ομαδικό, είναι σύμπνοια, δεν είναι έργο σκλάβων στην μπαγκέτα του μαέστρου. [...] Στην ιστορία της μουσικής είχαμε πάντοτε δύο είδη μαέστρων: Το μαέστρο-δικτάτορα και τον μαέστρο-σύντροφο.
Προσωπικά προτίμησα πάντοτε να ανήκω στη δεύτερη κατηγορία. Πάσχισα να νιώσω ακόμη και τα σωματικά βάσανα του μουσικού της ορχήστρας”.
ΑΠΛA ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ
Το ερώτημα γιατί είναι σπουδαίος ο Δημήτρης Μητρόπουλος έρχεται αβίαστα. Άκοπα.
Η απάντηση του δεν θα είναι ποτέ μία και εύκολη. Εξάλλου, ο ίδιος ό,τι έκανε, το έκανε με πάθος και πολλή δουλειά, αφοσίωση στη μουσική που ήταν και η ζωή του.
Τα χαρακτηριστικά δεν είναι μοναδικά, ούτε τα συναντάμε μόνο σε αυτόν. Όχι. Εντούτοις, η προσωπικότητα και η συμπεριφορά του τα έκαναν να φαίνονται μόνο δικά του. Η πίστη του στην τέχνη του δεν χωρούσε κανέναν συμβιβασμό. Άγγιζε τον ασκητισμό. Άοκνος και συγκεντρωμένος σε αυτό που έπρεπε να δώσει στο κοινό: τη γλώσσα της μουσικής, αυτής που εξηγεί τη λειτουργία του κόσμου μας.
Ο Μητρόπουλος είχε αποστολή και απέναντι στο έργο που είχε να επιτελέσει ήταν ταπεινός, αλύγιστος, αγκιστρωμένος στην ομορφιά και το μεγαλείο του αγνώστου, στη γοητεία του μυστηρίου της μελωδίας.
Η διεύθυνση ορχήστρας δεν ήταν μόνο ο έλεγχος ενός συνόλου και η παραγωγή σχεδόν αψεγάδιαστης μουσικής, αλλά και η προσπάθεια τα πολλά πρόσωπα, όργανα, σώματα, να γίνουν ένα. Τα γυμνά χέρια ήταν προέκταση αυτού του σώματος που έπιαναν τις μουσικές φράσεις και τις έσερναν από το σύμφωνο ως το τελευταίο φωνήεν.
ΠΗΓΗ. gazzetta.gr
ΒΙΝΤΕΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου