Βαθιά ελληνικός και ταυτόχρονα παγκόσμιος, ο Πικιώνης άφησε έργο και ταυτόχρονα παρότρυνε στην δημιουργία έργου πλήρους ιστορικής μνήμης.
Σαν σήμερα, 28 Αυγούστου, συμπληρώνονται πενήντα τρία χρόνια από το θάνατο του μεγάλου αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη.
Ο Πικιώνης μας άφησε ως παρακαταθήκη όχι μόνο τα έργα αλλά και τα κείμενά του, καθώς σε όλο του το έργο η αγωνία του ήταν πρώτα-πρώτα ο λαός να μην είναι «απαίδευτος» και με τον όρο αυτό δεν εννοούσε το «αμόρφωτος», αλλά εννοούσε εκείνους από τους οποίους έλειπε ένα στοιχείο, απροσδιόριστο πολλές φορές, αστάθμητο, που στην ελληνική γλώσσα λέγεται «αρχοντιά», ένα στοιχείο που πολλές φορές ανταμώνουμε στους πιο ταπεινούς, στους «αγράμματους».
Όταν ο Πικιώνης έλεγε να μην «μιμούμαστε τα ξένα», δεν εννοούσε να κλειστούμε στο καβούκι μας, αλλά να συνθέτουμε δημιουργικά και με το δικό μας πνεύμα, όλα όσα έρχονται ως εδώ, καθώς σε τούτο το σταυροδρόμι της γης πάντα οι λαοί αντάλλασσαν μεταξύ τους στοιχεία.
Με αυτό το πνεύμα, ως δάσκαλος, πάντα προέτρεπε τους σύγχρονούς του να διδάσκονται πριν απ' όλα από τον τρόπο με τον οποίο ο απλός λαός, εναρμόνιζε τις δικές του ανάγκες με το φυσικό του περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα αυτή του η προτροπή και η πίστη δεν ήταν απλώς μια «τεχνική» ματιά πάνω στην αρχιτεκτονική αλλά καρπός βαθιάς μελέτης της ελληνικής ιστορίας και φιλοσοφίας.
Με μοναδικό δάσκαλο τη φύση
Αν κοιτάξεις, θα δεις πως η φύση είναι εκείνη που έβαλε τις βάσεις και ρύθμισε την ζωή του. Το αναγκαίο, το χρήσιμο, τη γεμίζουν τόσο όσο που να μην περισσεύει χώρος για το αυθαίρετο και το περιττό.
Ας δούμε αίφνης πως χτίζει το σπίτι του ο χωρικός. Τον φυσικό δρόμο που ακολουθεί γι' αυτό».
Ο Δημήτρης Πικιώνης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1887 και όπως σημειώνει ο ίδιος στα αυτοβιογραφικά του σημειώματα, ο πατέρας του είχε κλίση στην ζωγραφική. Η μητέρα του, το γένος Συριώτη ήταν αδελφή με την μητέρα του ποιητή Λάμπρου Πορφύρα.
Ο Δημήτρης Πικιώνης εκδήλωσε από νωρίς την κλίση του στην ζωγραφική, το 1903 τελείωσε το Γυμνάσιο και το 1904 μπήκε στο Πολυτεχνείο, από όπου αποφοίτησε το 1908 ως Πολιτικός Μηχανικός.
Το 1906 γνωρίστηκε με τον ζωγράφο Κωνσταντίνο Παρθένη ενώ είχε συνδεθεί φιλικά με τους Αναστάσιο Ορλάνδο, Ιωσήφ Πεσταρίνη, Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Δημήτρη Καμπούρογλου και Περικλή Γιαννόπουλο.
Το 1908 πήγε στο Μόναχο συνοδευόμενος από τον πατέρα του να σπουδάσει ζωγραφική κατόπιν προτροπής του Κωνσταντίνου Παρθένη και του Περικλή Γιαννόπουλου.
Ζώντας στο Μόναχο ο Πικιώνης διψούσε για μάθηση, ενώ αναπολούσε την Ελλάδα διαβάζοντας Αισχύλο που έκανε τα μάτια του να δακρύζουν.
Το 1909, θα βρεθεί στο Παρίσι, με αφορμή κάποια έργα του Πωλ Σεζάν στα οποία απέδωσε την τρίτη διάσταση στον πίνακα, μόνο με χρώμα. Ο Πικιώνης έμεινε στο Παρίσι ως το 1912, ωστόσο «ο δρόμος που ακολουθούσα, το 'νιωθα, ήταν μακρύς, μακρύτερος απ' τις συνθήκες μου τις οικονομικές.
Τα χρέη που θα είχα ν' αντιμετωπίσω στο γυρισμό μου ήταν σκληρά… Στενεμένος από την αδήριτη τούτη ανάγκη, επήρα την σκληρήν απόφαση ν' αφιερώσω το υπόλοιπο του χρόνου στη μελέτη της Αρχιτεκτονικής».
Έχτισε το πρώτο του σπίτι στις Τζιτζιφιές το 1923 και το δεύτερο το 1925 στην οδό Ηρακλείου 1 στα Πατήσια.
Το Σχολείο του Λυκαβηττού χτίστηκε το 1933 και δεν τον ικανοποίησε. «Είναι τότε που στοχάστηκα πως το οικουμενικό πνεύμα πρέπει να συντεθεί με το πνεύμα της εθνότητας, είναι από τις σκέψεις τούτες που βγήκαν: Το Πειραματικό Σχολείο της Θεσσαλονίκης 1935, η πολυκατοικία Χέϋδεν 1938, το σπίτι της γλύπτριας Φρόσως Ευθυμιάδη το 1949, η έπαυλη Άνω Φιλοθέης 1954, ο Ξενώνας των Δελφών 1955, όμοια και τα προσχέδια του Συνοικισμού Αιξωνής στην Γλυφάδα και το Αναπαυτήριο του Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη το 1957».
Το έργο που πραγματοποίησε ο Δημήτρης Πικιώνης στην Ακρόπολη ήταν ένα από τα σημαντικότερα και αποκαλυπτικότερα των αντιλήψεών του.
Βήμα το βήμα ο Δημήτρης Πικιώνης είχε διαμορφώσει την αντίληψη ότι η γήινη καταγωγή του ανθρώπου είναι εξίσου αληθινή στην ασιατική, την λατινοαμερικανική ή την ελληνική παράδοση.
Συνεπώς η γη κουβαλά μέσα της μνήμες, και δεν μπορεί να είναι ένα «ουδέτερο» έδαφος πάνω στο οποίο οικοδομείται μια πόλη.
Σε ότι αφορά την διαμόρφωση του χώρου γύρω από την Ακρόπολη που είναι δύο σπειροειδείς διαδρομές εκ των οποίων η μία προσπελάζει τον αρχαιολογικό χώρο του ιερού της Αθηνάς και η άλλη στον λόφο του Φιλοπάππου απομακρύνεται από τον ιερό βράχο για να καταλήξει συστρεφόμενη σε ένα πλάτωμα, το Άνδηρο, από όπου ο περιπατητής θεάται τον βράχο της Ακρόπολης, ενώ στην διαδρομή αυτή παρεμβάλλεται και μια αυλή γύρω από την οποία βρίσκεται το ανακατασκευασμένο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη, στις διαδρομές αυτές λοιπόν, ο Πικιώνης διαμόρφωσε τον χώρο χρησιμοποιώντας θραύσματα πέτρας.
Γιατί;
Γιατί το ίδιο το θέμα βρισκόταν εκεί στα χώματα και τις πέτρες του περιβάλλοντος χώρου, στα ίδια τα θραύσματα της ιστορίας γύρω από τον ιερό βράχο. Συνεπώς στον χώρο αυτό, το θέμα δεν μπορούσε να εισαχθεί, έπρεπε να αναδειχθεί από τα ίδια του τα υλικά.
Το ίδιο το ιστορικό τοπίο, "έδειχνε" τον τρόπο της αρχιτεκτονικής διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του.
Το τραγικό και πικρό στοιχείο αυτής της ιστορίας είναι το γεγονός ότι η διαμόρφωση αυτού του χώρου από τον Δημήτρη Πικιώνη, διαμόρφωση που οπωσδήποτε σημάδεψε την ταυτότητα μας ως λαού στο πολύ πρόσφατο παρελθόν, πραγματοποιήθηκε την ίδια ακριβώς εποχή που το μυθικό αττικό τοπίο, οι μνήμες χιλιάδων χρόνων ιστορίας θαβόταν κάτω από τόνους τσιμέντου, καθώς η ίδια η πόλη καταβροχθιζόταν από το τέρας της αντιπαροχής και τα αδηφάγα σαγόνια του "εργολάβου".
Για σύνθεση του οικουμενικού πνεύματος με εκείνου της εθνότητας μιλά ο Πικιώνης, και αυτή ακριβώς η αντίληψη είναι που κάνει το έργο του διαχρονικό.
Από τις αρχές της δεκαετίας του '20 και για τα επόμενα περίπου 40 χρόνια εξαπλώθηκε το ρεύμα της Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής σε παγκόσμια κλίμακα.
Ο Πικιώνης με το έργο του αμφισβήτησε αυτό το ρεύμα και συνδέθηκε με τον τόπο μας, όχι τόσο στην ιστορική ή εθνική του διάσταση η οποία χαρακτηρίζει την Ελλάδα στην ολότητά της αλλά περισσότερο πολιτισμικά, καθώς ιδιαίτερα το πολιτιστικό στοιχείο είναι εκείνο που «γεννά μορφές».
Για τον Πικιώνη η Ελλάδα με την πολιτισμική διάσταση, δεν ήταν «τόπος», αλλά «τόποι» από τους οποίους αντλούσε έμπνευση για το έργο του. Διαφορετικά έχτιζαν στον Βορρά από ότι στο Νότο, διαφορετικά έχτιζαν στην Στεριά από ότι στα νησιά.
Το ενδιαφέρον του για την λαϊκή τέχνη ήταν αδιάπτωτο. Αλλά έχει σημασία να τονίσουμε ότι το ενδιαφέρον του Πικιώνη δεν ήταν φολκλορικό. Δεν υπέτασσε την σκέψη και τον κανόνα του αρχιτέκτονα στην όποια λαϊκή τέχνη.
Υποστήριζε ότι η λαϊκή τέχνη είναι στην αρχή ενός δρόμου που πρέπει να ακολουθήσει ο αρχιτέκτονας.
Το 1934 ο Δημήτρης Πικιώνης κάνει τα σχέδια για τον τάφο του ποιητή Λάμπρου Πορφύρα, το 1936 σχεδιάζει πολυκατοικία επί της οδού Χέϋδεν με κάτοψη του αρχιτέκτονα Μητσάκη, ενώ από το 1935 ως το 1937 μαζί με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα εκδίδει το περιοδικό «Τρίτο Μάτι».
Το 1943 εκλέγεται τακτικός καθηγητής του ΕΜΠ. Το 1946-47 εργάζεται στο υπουργείο Ανοικοδόμησης επικεφαλής ομάδας αρχιτεκτόνων για την εκπόνηση σχεδίων προτύπων λαϊκών πολυκατοικιών στον Πειραιά και την Λαμία.
Επίσης μεταβαίνει στην Ρόδο για μελέτη των πλαστικών προβλημάτων της Δωδεκανήσου ενόψει της μελλοντικής ανοικοδόμησης της.
Το 1948 εκδίδει με τον τίτλο «Πινακοθήκη της Τέχνης του Ελληνικού Λαού» και με εντολή του Συλλόγου «Ελληνική Λαϊκή Τέχνη» τα «Αρχοντικά της Καστοριάς» και τα «Σπίτια της Ζαγοράς» που βραβεύτηκαν από την Ακαδημία Αθηνών.
Το 1958 αποσύρεται από το ΕΜΠ μετά από 35ετή θητεία. Το 1961 εκλέγεται αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου, το 1966 εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ο Έλληνας Δημιουργός, Δημήτρης Πικιώνης "έφυγε" στις 28 Αυγούστου 1968 στην Αθήνα.
Υπερασπιζόμενος την μνήμη της πετραίας γής μας, το απόσταγμα της οποίας μας ενώνει με τους λαούς όλου του κόσμου ο Δημήτρης Πικιώνης μας δίδαξε να αναζητούμε το μέτρο και την αρμονία στην οικοδόμηση σε όσα η φύση γύρω μας επιτάσσει.
Βαθιά ελληνικός και ταυτόχρονα παγκόσμιος, ο Πικιώνης άφησε έργο και ταυτόχρονα παρότρυνε στην δημιουργία έργου πλήρους ιστορικής μνήμης, έργου που δεν αποξενώνει τους ανθρώπους.
ΠΗΓΗ. thetoc.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου