Τέλος της Ανοιξης του 1944, αρχές του Ιούνη. Ξεκινάει η περίοδος της συγκομιδής της αγροτικής παραγωγής. Οι κατοχικές δυνάμεις και η κυβέρνηση των δωσίλογων του Ράλλη, με τη βοήθεια των ελληνικών προδοτικών οργανώσεων και των Ταγμάτων Ασφαλείας επιχειρούν να αρπάξουν την παραγωγή των αγροτών από τα χωράφια, με σκοπό
α) να εξασφαλίσουν την τροφοδοσία των στρατευμάτων κατοχής και
β) να στερήσουν τους αντάρτες του ΕΛΑΣ από τρόφιμα και εφόδια.
Την 1η Ιούνη δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο νόμος 1469/44 (ΦΕΚ Α’ 118), με τον οποίο τροποποιείται το Ε΄ Κεφάλαιο του Ν. 231/1943 «Περί φορολογίας της γεωργικής παραγωγής». Ο νέος νόμος επιβάλλει στους αγρότες να παραδίδουν, ως πληρωμή του φόρου, ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής τους.
Παράλληλα τους υποχρέωνε, ανάλογα με την παραγωγή, να παραδίνουν ένα σημαντικό ποσοστό υποχρεωτικής εναποθήκευσης.
Για ποσότητα από 2.001 έως 5.000 οκάδες η υποχρεωτική εναποθήκευση αφορούσε το 10% της παραγωγής, από 5.001 έως 10.000 οκάδες το 20% και από 10.001 οκάδες και πάνω το 30%.
Ακόμα τα αλωνιστικά δικαιώματα, κι αυτά σε ποσοστά μέρους της παραγωγής, καθορίστηκαν:
Περιφέρεια της Μακεδονίας: σιτάρι, σίκαλη και σιμιγδάλι, ποσοστό 10%, κριθάρι και βρώμη 11%.
Περιφέρεια της Θεσσαλίας: σιτάρι, σίκαλη και σιμιγδάλι, ποσοστό 9%, κριθάρι και βρώμη 10%.
Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, Ηπείρου, Ευβοίας και Πελοποννήσου: σιτάρι, σίκαλη και σιμιγδάλι, ποσοστό 8%, κριθάρι και βρώμη 9%.
Οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους ετοιμάστηκαν να καταστρέψουν ότι δεν μπορούσαν να αρπάξουν, έτσι ώστε να στερήσουν από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ τις πολύτιμες και απαραίτητες προμήθειες σε τρόφιμα, χωρίς να υπολογίζουν την καταστροφή των εισοδημάτων και την καταδίκη σε πείνα των αγροτικών πληθυσμών.
«Ούτε σπυρί στάρι στους καταχτητές»
Η αντίδραση του ΕΛΑΣ ήταν άμεση. Στο θεσσαλικό κάμπο πέφτει το σύνθημα, που σε λίγο αγκαλιάζει ολόκληρη την Ελλάδα: «Ούτε σπυρί στάρι στον καταχτητή και τους προδότες». Η Μάχη της Σοδειάς είχε αρχίσει.
Το ΕΑΜ πρωτοστατεί στη σύγκληση Πανθεσσαλικού Συνεδρίου Γεωπόνων όπου σχεδιάζεται και οργανώνεται σχέδιο δράσης.
Το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ εκδίδει «Ειδική Διαταγή Επιχειρήσεων», με την υπογραφή του υποστράτηγου Στέφανου Σαράφη:
«Πρόθεσις
του Γενικού Στρατηγείου είναι να εμποδίσει την επιτυχία της ανωτέρω
επιδιώξεως των κατακτητών δι’ όλων των εις διάθεσίν των μέσων και εν
ανάγκη διά μεγάλων θυσιών εις αίμα, αφ’ ενός διά της εξασφαλίσεως της
παραγωγής των αγροτών των πεδινών περιοχών της χώρας και αφ’ ετέρου διά
της μεταφοράς και εναποθηκεύσεως εις τα καταφύγια (ασφαλή, πολλαπλά,
κλιμακωμένα εις μέγα βάθος και πλάτος της ορεινής ελευθέρας περιοχής)
του μέρους της παραγωγής ταύτης, του κατ’ ελάχιστον αναγκαιούντος διά
την μέχρι της επομένης εσοδείας διατροφήν των ορεινών πληθυσμών και των
τμημάτων του ΕΛΑΣ.
Προς τον σκοπόν αυτόν διατάσσει ρητώς και
κατηγορηματικώς την προώθησιν προς τας πεδινάς και τας πλουσίας εις
γεωργικήν παραγωγήν περιοχάς, μέρους της όλης δυνάμεως του ΕΛΑΣ,
εξικνουμένου μέχρι του τρίτου ή τετάρτου ταύτης. Και επιπλέον κατά τας
εκάστοτε παρουσιασθησομένας ειδικάς τακτικάς περιπτώσεις κατά περιοχάς
και έτερον μέρος της όλης δυνάμεως των τμημάτων του».
Ο Στέφανος Σαράφης, στο βιβλίο του «Ο ΕΛΑΣ», σελ. 308 – 309, καταγράφει:
«…το
Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ έπρεπε να ματαιώσει το σχέδιο των Γερμανών,
να μην γίνει η συγκέντρωση της παραγωγής να μείνουν όλα τα τρόφιμα και
άλλα είδη διατροφής στους παραγωγούς να τα διαθέσουν σύμφωνα με τις
ανάγκες τους και να μεταφερθεί στις ορεινές περιοχές τόσο το ποσοστό της
εισφοράς όσο και κείνο που ήθελαν οι χωριάτες να ασφαλίσουν.
Για το
σκοπόν αυτόν έβγαλε μια διαταγή για τη μάχη της σοδειάς που σε γενικές γραμμές όριζε τα παρακάτω:
1) Για
την πεδιάδα Θεσσαλίας, ζώνες ενέργειας:
α) νότια του Πηνειού και δυτικά
της σιδηροδρομικής γραμμής Λαμία – Λάρισα, η Ι μεραρχία με δυο
τουλάχιστο τάγματα και μια ύλη ιππικού,
β) νότια του Πηνειού και
ανατολικά της σιδηροδρομικής γραμμής Λαμία – Λάρισα η XVI
ταξιαρχία με δυο τάγματα πεζικού και σε συνεργασία με ολόκληρη την
ταξιαρχία ιππικού,
γ) βόρεια του Πηνειού η Χ μεραρχία τουλάχιστο με ένα
τάγμα και μια ίλη ιππικού.
2) Για τις άλλες περιοχές οι μεραρχίες θα κανόνιζαν ανάλογα μέσα στους τομείς τους.
3) Τα
τμήματα θα κατέβαιναν με μικρές ομάδες στην πεδιάδα και θα χτυπούσαν
κάθε τμήμα γερμανικό ή ελληνικό που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, που
θα επιχειρούσε να βγει από τις πόλεις και να προστατεύσει τα
συγκροτήματα των αλωνιστικών μηχανών. Κατά την ενέργεια αυτή θα
χρησιμοποιούνταν και ο εφεδρικός ΕΛΑΣ των χωριών για ενίσχυση του
μόνιμου ΕΛΑΣ.
4) Θα
χτυπούσαν τα συγκροτήματα αλωνιστικών μηχανών και θα κατάστρεφαν τις
μηχανές ή αν ήταν δυνατό θα έπαιρναν τις μηχανές και θα τις
χρησιμοποιούσαν για να διευκολύνουν τους χωριάτες στο αλώνισμα υπό την
προστασία του ΕΛΑΣ.
Σύμφωνα
με τις γενικές αυτές οδηγίες άρχισε πραγματικά μια γενική επίθεση του
ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών που επιχειρούσαν να κυκλοφορήσουν στους
κάμπους».
Δεκάδες ήταν οι συγκρούσεις, οι μάχες και οι συμπλοκές των τμημάτων του ΕΛΑΣ σε όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα να ματαιωθούν τα αρπαχτικά σχέδια των κατακτητών και των συνεργατών τους και να σωθεί η σοδειά.
Στην πεδιάδα Φαρσάλων – Λάρισας τη μάχη της σοδειάς την έδωσε και την κέρδισε, με τη βοήθεια της αγροτιάς, η Ταξιαρχία Ιππικού του ΕΛΑΣ. Σκληρές μάχες έγιναν στις 4 Ιούνη στο χωριό Κοσκινά Καρδίτσας.
Η πιο σημαντική μάχη του ΕΛΑΣ για τη διάσωση της σοδειάς, ήταν η μάχη της Στυμφαλίας.
Στο τέλος του Ιούνη, μια γερμανική μεραρχία, με δύναμη 1000 ανδρών, έφτασε από την Κόρινθο στον κάμπο της Στυμφαλίας με εντολή μα κάψει τα σπαρτά, Το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ κύκλωσε του Γερμανούς και μετά από σκληρή μάχη τριών ημερών (1 – 3 Ιούλη 1944) υποχρέωσε του Γερμανούς σε άτακτη υποχώρηση.
Οι ναζί υπέστησαν βαριές απώλειες: 120 σκοτωμένοι και 300 πνίγηκαν στους βάλτους της περιοχής, ενώ 58 αιχμαλωτίστηκαν. Οι ταγματασφαλίτες είχαν 15 νεκρούς, 5 τραυματίες και άφησαν 5 αιχμαλώτους.
Μεγάλες μάχες έγιναν στο χωριό Ελευθερές (Χατζηχαλάρ) στο θεσσαλικό κάμπο (19 Ιούλη), στη Μεγάλη Πουλιάνα Τρικάλων (26 Ιούλη).
Στην περιοχή της Βέροιας από 20 Ιούνη μέχρι τα τέλη του Ιούλη δόθηκαν 6 σοβαρές μάχες, με μεγαλύτερη εκείνη στα χωριά Παλατίτσα, Βιργίνα και Μετόχι. Πολυάριθμες μάχες έδωσε ο ΕΛΑΣ στη Δυτική Στερεά (Ναυπακτία – Αγρίνιο), Ανατολική Στερεά (Κωπαΐδα) Πελοπόννησο (Κορινθία) και αλλού.
Η μάχη έξω από το Κοπανάκι
Μια, όχι και τόσο γνωστή, μάχη για τη σοδειά, δεκαπέντε χιλιόμετρα έξω από το Κοπανάκι, διασώζει στις αναμνήσεις του που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Εθνική Αντίσταση – συλλογή 23 – Απρίλης – Μάης – Ιούνης 1980, ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ, Στέλιος Καραχάλιος.
«Τελευταίο
δεκαήμερο του Μάη 1944, είχαμε κατέβει, από την ορεινή Τριφυλία, στο
πεδινό, κοντά στα χωριά Σιδηρόκαστρο, Κακαβά και Καμάρι, με αποστολή να
βοηθήσουμε, φρουρώντας την περιοχή από τους Γερμανοτσολιάδες, τον
θερισμό της νέας σοδειάς του σταριού.
Οι Γερμανοτσολιάδες είχαν τη βάση
τους στο Κοπανάκι, που απέχει δεκαπέντε χιλιόμετρα περίπου από κει, και
κάθε μέρα, μαζί με τις οικογένειές τους με αυτοκίνητα και εργαλεία
κατέβαιναν για θερισμό σ’ όλη την περιοχή του κάμπου, που δεν μπορούσαμε
εμείς να φτάσουμε, επειδή ήταν ακάλυπτο το έδαφος και οι Γερμανοί, με
ειδικά εξοπλισμένα αυτοκίνητα περιπολούσαν προστατεύοντάς τους. Ετσι
θέριζαν ανενόχλητοι οι τσολιάδες.
Είμασταν εκνευρισμένοι και
αγαναχτισμένοι γιατί τους αγναντεύαμε από μακριά και δεν μπορούσαμε να
επέμβουμε. Κάτι όμως έπρεπε να κάνουμε.
Είμασταν
ένας λόχος. Βγάλαμε ένα τμήμα γύρω στους σαράντα αντάρτες με
καθοδηγητές τους καπεταναίους Ναπολέοντα και Επαμεινώντα και με
δοκιμασμένους μαχητές σαν τους Καραμπεσίνη, Κυναλή-Καραχάλιο,
Δρακόπουλο, Ψύχα, Δαρσακλή, Τζάκα και πολλούς άλλους.
Μελετήσαμε
την επιχείρηση, χωρίσαμε σε τρεις ομάδες την δύναμη και ξεκινήσαμε.
Βαρειά όπλα δεν είχαμε, τρία οπλοπολυβόλα ιταλικά και τα άλλα
λιανοντούφεκα με είκοσι φυσίγγια το καθένα.
Η έλλειψη
πυρομαχικών δεν μας εμπόδιζε γιατί όλες τις μάχες του αντάρτικου τις
δίναμε πάντα με λειψά πυρομαχικά, πιστεύοντας στην νίκη που πάντα
πετυχαίναμε και παίρναμε τα όπλα και τα πυρομαχικά μας από τους Ιταλούς
και τους Γερμανοτσολιάδες.
Ξεκινάμε
για τις θέσεις πούχαμε καθορίσει από την προηγούμενη. Κάναμε ανίχνευση
και με το γλυκοχάραμα βρισκόμασταν ταμπουρωμένοι στα ριζά των τελευταίων
υψωμάτων του κάμπου.
Ο ήλιος
είχε ανέβει στο ύψος του αγροτικού κολατσιού και ο κάμπος ήταν ήσυχος –
ήσυχος όπως τον χάιδευε το δροσερό το αεράκι έτοιμα για τον θερισμό.
Η βοήθειά μας για να εξασφαλίσουν
τη σοδειά που τους έπαιρναν οι κατακτητές
τη σοδειά που τους έπαιρναν οι κατακτητές
Ησυχία
παντού, μόνο οι κορυδαλλοί μας είχαν αντιληφθεί και ξαφτούριζαν
περνώντας πάνω από τυα κεφάλια μας στις θέσεις μας. Αξαφνα ακούσαμε το
συνηθισμένο θόρυβο των αυτοκινήτων. Τους περιμέναμε και ήρθαν. Με
προσοχή παρακολουθήσαμε τις κινήσεις τους.
Τοποθέτησαν και αυτοί τα
φυλάκιά τους στα δυο άκρα των θεριστάδων, που άρχισαν να θερίζουν
βιαστικά. Σε συνέχεια γέμιζαν τα πέντε αυτοκίνητα που είχαν έρθει.
Τους
αφήσαμε λίγο για να ξεθαρρέψουν πως είναι μόνοι τους. Ξεγελάστηκαν και
έπεσαν όλοι για θερισμό. Είμασταν μακριά από αυτούς γύρω στα πεντακόσια
μέτρα. Ξεκινάμε δυο ομάδες για να πλησιάσουμε τις σκοπιές και να τους
πλαγιοβάλλουμε. Πήρα την μια ομάδα και ανέλαβα την ανατολική πλευρά και ο
άτυχος ο Ψύχας την Δυτική. Στο μέσον ήταν οι δυο άλλες ομάδες με τον
καπετάνιο του λόχου, τον συναγωνιστή Επαμεινώντα.
Ερποντας σαν φίδια
μέσα στους θάμνους για να πετύχουμε τον αιφνιδιασμό, φτάσαμε, χωρίς να
μας αντιληφθούν, στα διακόσια μέτρα. Βάλαμε αιφνιδιαστικά με τα δυο
οπλοπολυβόλα και τα ντουκέφια και σαν αστραπή σηκωθήκαμε ορθοί και τους
βάλαμε στο κυνήγι.
Ο αιφνιδιασμός είχε πετύχει. Είχαμε κτυπήσει τους
σκοπούς τσολιάδες και Γερμανούς (δυο νεκρούς και πέντε τραυματίες).
Οι
υπόλοιποι και οι θεριστάδες τόβαλαν στα πόδια αφήνοντας όλα τα πράγματά
τους και όσο στάρι δεν είχαν προφθάσει να το φορτώσουν στα αυτοκίνητα.
Σε συνέχεια τους πήραμε στο κυνηγητό. Ενας από τους Γερμανούς αν και
ήταν τραυματισμένος στα πόδια και στην δεξιά πλάτη δεν είχε πετάξει το
όπλο του, έριξε και τραυμάτισε τον ομαδάρχη της δυτικής ομάδας, το
συναγωνιστή Ψύχα, με διαμπερές τραύμα στο στήθος.
Παρόλες
τις βοήθειες δεν μπορέσαμε μα τον σώσουμε από την ακατάσχετη αιμορραγία.
Ο λαός που περίμενε τα αποτελέσματα της μάχης, όταν είδε πως τους
πήραμε φαλάγγι έπεσαν όλοι, μικροί – μεγάλοι, στο θερισμό και μάζεψαν
την περισσότερη σοδειά που ήταν στο μακρινό μέρος του κάμπου και τις
άλλες δυο μέρες που τους φρουρούσαμε μάζεψαν και την υπόλοιπη σοδειά
τους.
Οι
Γερμανοτσολιάδες τις δυο κατοπινές μέρες αντέδρασαν από πέντε χιλιόμετρα
μακριά, με δυο κανόνια πεδινού πυροβολικού, χτυπώντας αδιάκριτα τα δυο
κοντινά χωριά και τα γύρω δάση για να μας εκδικηθούν.
Λάφυρα από
την μάχη της σοδειάς είχαμε εφτά όπλα μάουζερ γερμανικά, δυο κιβώτια
σφαίρες μυδράλιου και ένα κιβώτιο χειροβομβίδες (και όλη τη σοδειά του
κάμπου).
Θάψαμε με τιμές τον συναγωνιστή μας Νίκο Ψύχα στο χωριό Καμάρια και φύγαμε για την βάση μας στην Ορεινή Τριφυλία.
Ζητώ να με
συγχωρέσουν οι υπόλοιποι συναγωνιστές που δεν τους αναφέρω. Πέρασαν από
τότε τριάντα πέντε χρόνια και είναι αδύνατο να θυμηθώ τα ονόματά τους».
Η επίθεση του ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών που επιχειρούσαν να κυκλοφορήσουν στους κάμπους ήταν γενική.
Ο Στέφανος Σαράφης σημειώνει στο βιβλίο του «Ο ΕΛΑΣ»:
«Εγιναν
πολλές συμπλοκές και μικρές μάχες. Ο εφεδρικός ΕΛΑΣ απόκτησε
μαχητικότητα, συναγωνίζονταν το μόνιμο ΕΛΑΣ και έφτασε σε σημείο να
δίνει μάχες και μόνος του, μάχες προς τους Γερμανούς που χτυπούσαν τα
χωριά. Τέτοια ήταν η μαχητικότητα και επιθετικότητα που ανάπτυξαν οι
ελασίτες, ώστε οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να κλειστούν στις πόλεις και στα
φυλάκιά τους.
Ετσι οι αγρότες έμειναν ανενόχλητοι να συγκεντρώσουν την
παραγωγή τους. Στην πεδιάδα Λάρισα – Φάρσαλα, που οι αποστάσεις από τα
βουνά ήταν μεγάλες και κατά συνέπεια τα τμήματα πεζικού ήταν δύσκολο να
δράσουν εύκολα και μακριά από τις βάσεις τους, η μάχη της σοδειάς
ανατέθηκε στην ταξιαρχία ιππικού. Οι χωριάτες πήραν θάρρος και
πολεμούσαν και οι ίδιοι όταν ήταν ανάγκη.
Το ηθικό τους ήταν υπέροχο.
Όταν οι Γερμανοί ήταν οπωσδήποτε μακριά και δεν παρουσιάζονταν άμεσος
κίνδυνος μάχης, οι ελασίτες, αφού έπαιρναν τα απαραίτητα μέτρα
ασφάλειας, βοηθούσαν τους χωριάτες στο θέρισμα και αλώνισμα. Αναπτύχθηκε
ένα εξαιρετικό αίσθημα αλληλεγγύ6ηυς και άμιλλας ώστε η μάχη αυτή
πέτυχε σε όλη τη γραμμή.
Οι χωριάτες ήταν ενθουσιασμένοι. Όχι μονάχα
ανάκτησαν το ηθικό τους, όχι μονάχα είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στον ΕΛΑΣ
για την ασφάλεια ζωής, τιμής και περιουσίας τους, όχι μονάχα ανέλαβαν
εθελοντικά τη διατροφή των ανταρτών που τους προστάτευαν, αλλά πρόσφεραν
με μεγάλη προθυμία την κανονική εισφορά που είχε ορίσει η ΠΕΕΑ και
μεγαλύτερες ακόμη ποσότητες και επί πλέον δήλωσαν πως είναι έτοιμοι να
κρατήσουν ό,τι τους χρειάζεται άμεσα και το πλεόνασμα να το παραδώσουν
στην ΕΤΑ (Επιμελητεία του Αντάρτη) να μεταφερθεί στα βουνά για ασφάλεια
και από κει να μπορούν να παίρνουν ανάλογα με τις ανάγκες τους. Τέτοια
ήταν η εμπιστοσύνη, αυτό το αίσθημα είχε αναπτυχθεί.
Παράλληλα
χρησιμοποιούνταν όλα τα μέσα (αυτοκίνητα, κάρα, ζώα) για τη μεταφορά και
εξασφάλιση ενός μεγάλου μέρους της σοδειάς στις ορεινές περιοχές.
Τέτοια ήταν η επιτυχία ώστε, καίτοι οι σύμμαχοι από το Σεπτέμβρη είχαν
πάψει πια και τη μικρή ενίσχυση που έδιναν σε τρόφιμα και οποιοδήποτε
άλλο υλικό, ο ΕΛΑΣ, όχι μονάχα διατράφηκε ως την αποστράτευσή του (1
Μάρτη 1945) αλλά και έδωσε στους αντάρτες που απολύθηκαν ένα μήνα τροφή,
έδωσε αρκετές ποσότητες για σπόρο στα χωριά που είχαν ανάγκη, έστειλε
μεγάλες ποσότητες στην Ηπειρο για τον πληθυσμό, μοίρασε μεγάλες
ποσότητες στους απόρους των περιοχών, συντήρησε όλο αυτό το διάστημα
τους καταδιωκόμενους που είχαν φύγει στα βουνά και τέλος κατά τη διάλυσή
του παρέδωσε αρκετές ποσότητες στην εθνοφυλακή».
ΠΗΓΗ. imerodromos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου