ΔΕΥΤΕΡΑ 19-10-2015
Η μεταρρυθμιστική αντίληψη για την κοινωνική αλλαγή ιστορικά εδραιώθηκε το 19ο αιώνα σε περιόδους που το καπιταλιστικό σύστημα ήταν στα «πάνω του».
Εκείνη την περίοδο διαψεύστηκαν οι ελπίδες και προσδοκίες για γρήγορη ανατροπή του καθώς και οι υπερεκτιμήσεις για τη δυνατότητα του νεαρού τότε εργατικού κινήματος.
Σε αυτές τις συνθήκες που το εργατικό κίνημα πάλευε, διεκδικούσε και κατάφερνε μια σειρά βελτιώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης, διεύρυνση των πολιτικών της δικαιωμάτων, διαμορφώθηκε η αντίληψη ότι μπορεί ο καπιταλισμός, μέσω μεταρρυθμίσεων, χωρίς σύγκρουση και ρήξη να μετασχηματιστεί βαθμιαία σε σοσιαλισμό.
Οτι, δηλαδή, η φυσιολογική ανάπτυξη του καπιταλισμού θα οδηγήσει στο σοσιαλισμό.
Στην πραγματικότητα, βεβαίως, μια τέτοια αντίληψη δεν αποτέλεσε κάποια εναλλακτική για την προσέγγιση του τελικού σοσιαλιστικού σκοπού, αλλά εγκατάλειψή του.
Ουσιαστικά, αλλοιώθηκε το περιεχόμενο του σοσιαλισμού, ταυτίστηκε με ορισμένες μεταρρυθμίσεις εντός του καπιταλισμού και ορισμένες κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομική διαχείριση του συστήματος.
Τα στρατηγικά ζητήματα του σοσιαλισμού η εργατική εξουσία, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής που προϋποθέτουν την ανατροπή της παλιάς εξουσίας, το γκρέμισμα της παλιάς οργάνωσης της κοινωνίας διαστρεβλώθηκαν. Με αυτόν τον τρόπο πραγματοποιήθηκε η εισαγωγή της αστικής πολιτικής στο εργατικό κίνημα.
Από τότε, βεβαίως, έχει κυλίσει πολύ νερό στο αυλάκι, η αντίληψη αυτή πήρε μορφή συνολικής πολιτικής γραμμής και τελικά αναδείχθηκε σε καθαρόαιμη αστική πολιτική διαχείρισης του συστήματος, ενισχύθηκε, υπέστη διάφορες μεταμορφώσεις.
Κατάφερε να επιδράσει ακόμα και σε πολιτικές δυνάμεις που, σε προηγούμενη ιστορική φάση, είχαν διαχωριστεί πολιτικά - οργανωτικά από το ρεφορμισμό και οπορτουνισμό, είχαν συγκροτήσει το Κομμουνιστικό Κίνημα, διακηρύσσοντας την επαναστατική ανατροπή του συστήματος αξιοποιώντας και τις θεωρητικές επεξεργασίες του Λένιν, βγάζοντας από τη διαστρέβλωση τις θεωρητικές βάσεις του μαρξισμού, ακολουθώντας τη στρατηγική των μπολσεβίκων, την πείρα της Οχτωβριανής Επανάστασης.
Μέσα από τους κόλπους των Κομμουνιστικών Κομμάτων στο τελευταίο μισό του 20ού αιώνα διαμορφώθηκε η δυνατότητα ανάπτυξης μιας νέας σοσιαλδημοκρατίας που έχει τις ρίζες της στο Κομμουνιστικό Κίνημα.
Αυτή η νέα σοσιαλδημοκρατία, παρ' όλο που δεν μπόρεσε παντού να αναδειχθεί σε αντικαταστάτρια της παλιάς, ως δύναμη αστικής κυβερνητικής εναλλαγής, στήριξε με τον ένα ή άλλον τρόπο την προσπάθεια συγκρότησης των κεντροαριστερών, νεοκεϋνσιανών και αντινεοφιλελεύθερων μετώπων ενσωμάτωσης των εργαζομένων στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής.
Στην Ιταλία, η σημερινή σοσιαλδημοκρατία βασικά προέκυψε από την πλήρη μετάλλαξη του Ιταλικού ΚΚ από ευρωκομμουνιστικό κόμμα σε κόμμα αστικής διαχείρισης.
Το ίδιο συνέβη αρκετά χρόνια αργότερα και στην Ελλάδα, όπου δυνάμεις αποσπασμένες από το ΚΚΕ σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους συγκρότησαν από κοινού τον ΣΥΝ και στη συνέχεια τον ΣΥΡΙΖΑ - οπορτουνιστικό κόμμα με ιστορική αναφορά στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα.
Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, που ουσιαστικά οδήγησε στη διάλυση του παλιού ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού ΠΑΣΟΚ, αναδείχθηκε σε νέο φορέα της σοσιαλδημοκρατίας με πιο «αριστερό προφίλ».
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση υπηρετεί με σταθερότητα
στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου ωστε η καπιταλιστική οικονομία να
περάσει σε φάση ανάπτυξης, που σημαίνει διεύρυνση των κερδών του και
αναβάθμιση του ρόλου και της θέσης τους στις περιφερειακές και διεθνείς
αγορές.
Αυτοί όμως οι στόχοι προϋποθέτουν νέες εργατικές - λαϊκές θυσίες, ενώ είναι σίγουρο ότι η περιβόητη ανάπτυξη, εφόσον έρθει και σταθεροποιηθεί δεν θα συνδυαστεί με ανάκαμψη δικαιωμάτων, επαναφορά κατακτήσεων, κάλυψη απωλειών, σημαντική αύξηση του εισοδήματος.
Απλώς θα δώσει τη δυνατότητα στο σύστημα να διαχειριστεί χωρίς αντιδράσεις- και όχι να αντιμετωπίσει-την αυξημένη φτώχεια και ανεργία.
Ετσι, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί σήμερα στα λόγια να μιλάει για σοσιαλισμό, να επιδίδεται σε εκδηλώσεις και κινήσεις καπηλείας της Ιστορίας του κομμουνιστικού και εργατικού - λαϊκού κινήματος της χώρας, κινήσεις που πάνε παράλληλα με την ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης, μπορεί προς το παρόν να εμφανίζεται συγκαταβατικός απέναντι στο εργατικό κίνημα, την ίδια στιγμή που με σταθερότητα και αποφασιστικότητα προωθεί μια βαθιά αντιλαϊκή επίθεση στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.
Αυτό που
πρέπει να συνειδητοποιηθεί από το λαό και τους εργαζόμενους είναι ότι ο
αρνητικός συσχετισμός δύναμης δεν θα αλλάξει από κάποιους άλλους, αλλά
από εμάς τους ίδιους.
Θα αλλάξει μέσα από τον αγώνα στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, την ανασύνταξή του σε ταξική κατεύθυνση, τη συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας, την ωρίμανση του αντικαπιταλιστικού - αντιμονοπωλιακού προσανατολισμού της πάλης.
Μέσα από την πάλη για την απόκρουση της σημερινής αντιλαϊκής επίθεσης, για τη διεκδίκηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών.
Μέσα από τη συνειδητοποίηση της ανάγκης σύγκρουσης με το κεφάλαιο και την εξουσία του, την ανάγκη αλλαγής των οικονομικών σχέσεων, της κοινωνικής οργάνωσης, την ανάγκη της πάλης για την λαϊκή εξουσία, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, την αποδέσμευση από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Μέσα από τη χειραφέτηση από τις διάφορες εκδοχές της αστικής πολιτικής, τον απεγκλωβισμό από ψευδαισθήσεις και αυταπάτες ότι εντός του σημερινού αντιλαϊκού πλαισίου του καπιταλισμού μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος.
Μέσα από τη δυνατότητά μας να αποκτήσουμε την αυτοπεποίθηση, την πίστη στη δύναμή μας ότι μπορούμε να φέρουμε τα πάνω κάτω.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η μεταρρυθμιστική αντίληψη για την κοινωνική αλλαγή ιστορικά εδραιώθηκε το 19ο αιώνα σε περιόδους που το καπιταλιστικό σύστημα ήταν στα «πάνω του».
Εκείνη την περίοδο διαψεύστηκαν οι ελπίδες και προσδοκίες για γρήγορη ανατροπή του καθώς και οι υπερεκτιμήσεις για τη δυνατότητα του νεαρού τότε εργατικού κινήματος.
Σε αυτές τις συνθήκες που το εργατικό κίνημα πάλευε, διεκδικούσε και κατάφερνε μια σειρά βελτιώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης, διεύρυνση των πολιτικών της δικαιωμάτων, διαμορφώθηκε η αντίληψη ότι μπορεί ο καπιταλισμός, μέσω μεταρρυθμίσεων, χωρίς σύγκρουση και ρήξη να μετασχηματιστεί βαθμιαία σε σοσιαλισμό.
Οτι, δηλαδή, η φυσιολογική ανάπτυξη του καπιταλισμού θα οδηγήσει στο σοσιαλισμό.
Στην πραγματικότητα, βεβαίως, μια τέτοια αντίληψη δεν αποτέλεσε κάποια εναλλακτική για την προσέγγιση του τελικού σοσιαλιστικού σκοπού, αλλά εγκατάλειψή του.
Ουσιαστικά, αλλοιώθηκε το περιεχόμενο του σοσιαλισμού, ταυτίστηκε με ορισμένες μεταρρυθμίσεις εντός του καπιταλισμού και ορισμένες κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομική διαχείριση του συστήματος.
Τα στρατηγικά ζητήματα του σοσιαλισμού η εργατική εξουσία, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής που προϋποθέτουν την ανατροπή της παλιάς εξουσίας, το γκρέμισμα της παλιάς οργάνωσης της κοινωνίας διαστρεβλώθηκαν. Με αυτόν τον τρόπο πραγματοποιήθηκε η εισαγωγή της αστικής πολιτικής στο εργατικό κίνημα.
Από τότε, βεβαίως, έχει κυλίσει πολύ νερό στο αυλάκι, η αντίληψη αυτή πήρε μορφή συνολικής πολιτικής γραμμής και τελικά αναδείχθηκε σε καθαρόαιμη αστική πολιτική διαχείρισης του συστήματος, ενισχύθηκε, υπέστη διάφορες μεταμορφώσεις.
Κατάφερε να επιδράσει ακόμα και σε πολιτικές δυνάμεις που, σε προηγούμενη ιστορική φάση, είχαν διαχωριστεί πολιτικά - οργανωτικά από το ρεφορμισμό και οπορτουνισμό, είχαν συγκροτήσει το Κομμουνιστικό Κίνημα, διακηρύσσοντας την επαναστατική ανατροπή του συστήματος αξιοποιώντας και τις θεωρητικές επεξεργασίες του Λένιν, βγάζοντας από τη διαστρέβλωση τις θεωρητικές βάσεις του μαρξισμού, ακολουθώντας τη στρατηγική των μπολσεβίκων, την πείρα της Οχτωβριανής Επανάστασης.
Μέσα από τους κόλπους των Κομμουνιστικών Κομμάτων στο τελευταίο μισό του 20ού αιώνα διαμορφώθηκε η δυνατότητα ανάπτυξης μιας νέας σοσιαλδημοκρατίας που έχει τις ρίζες της στο Κομμουνιστικό Κίνημα.
Αυτή η νέα σοσιαλδημοκρατία, παρ' όλο που δεν μπόρεσε παντού να αναδειχθεί σε αντικαταστάτρια της παλιάς, ως δύναμη αστικής κυβερνητικής εναλλαγής, στήριξε με τον ένα ή άλλον τρόπο την προσπάθεια συγκρότησης των κεντροαριστερών, νεοκεϋνσιανών και αντινεοφιλελεύθερων μετώπων ενσωμάτωσης των εργαζομένων στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής.
Στην Ιταλία, η σημερινή σοσιαλδημοκρατία βασικά προέκυψε από την πλήρη μετάλλαξη του Ιταλικού ΚΚ από ευρωκομμουνιστικό κόμμα σε κόμμα αστικής διαχείρισης.
Το ίδιο συνέβη αρκετά χρόνια αργότερα και στην Ελλάδα, όπου δυνάμεις αποσπασμένες από το ΚΚΕ σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους συγκρότησαν από κοινού τον ΣΥΝ και στη συνέχεια τον ΣΥΡΙΖΑ - οπορτουνιστικό κόμμα με ιστορική αναφορά στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα.
Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, που ουσιαστικά οδήγησε στη διάλυση του παλιού ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού ΠΑΣΟΚ, αναδείχθηκε σε νέο φορέα της σοσιαλδημοκρατίας με πιο «αριστερό προφίλ».
Στις
σημερινές συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η υποτιθέμενη
φιλολαϊκή μετεξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος - στο φόντο μάλιστα
των αντεπαναστατικών γεγονότων της δεκαετίας του 1980 και του 1990, της
υποχώρησης του κομμουνιστικού και συνολικά εργατικού κινήματος - δεν
τεκμηριώνεται ως δυνατότητα ένα άθροισμα θετικών για τους εργαζόμενους
μεταρρυθμίσεων να οδηγήσει στην αλλαγή της φύσης του συστήματος, του
συσχετισμού υπέρ των εργαζομένων.
Σήμερα, δεν είμαστε ούτε στο τέλος του
19ου αιώνα, ούτε στην περίοδο της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης μετά το
1945. Τότε ήταν δυνατόν, κάτω από την επίδραση της ταξικής πάλης
διεθνώς, κάτω και από τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης και
στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης, να υπάρξει ένα πλαίσιο λιγότερο ή
περισσότερο εκτεταμένων παροχών προς τους εργαζόμενους, θετικών
μεταρρυθμίσεων.
Αυτή η περίοδος έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Σήμερα
κυριαρχεί για το σύστημα η ανάγκη καπιταλιστικών - αντιλαϊκών
αναδιαρθρώσεων. Σήμερα, λοιπόν, από τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας
(παλιάς και νέας) αξιοποιείται ο αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων διεθνώς
τόσο για να περιορίζονται οι απαιτήσεις, οι προσδοκίες των εργαζομένων
στο ελάχιστο, αλλά και για να εμφανίζεται η εφαρμογή μιας αστικής
πολιτικής διαχείρισης της αντιλαϊκής επίθεσης, συνοδευόμενη από
υποσχέσεις για δίχτυ προστασίας των πλέον αδυνάτων ως ο δρόμος για την
κοινωνική αλλαγή.
Ετσι π.χ. η νέα συμφωνία, το μνημόνιο 3 της
συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, εμφανίζεται ως ο δρόμος για το τέλος των
μνημονίων και ένα νέο παραγωγικό μοντέλο προς το συμφέρον του λαού!
Οσο
και αν αυτά φαίνονται εξωφρενικά δεν πρέπει να υποτιμηθούν.
Το κύριο
στοιχείο αυτής της λογικής είναι ο συμβιβασμός των εργαζομένων και των
φτωχών λαϊκών στρωμάτων με το σημερινό αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, η
αποδοχή του ως κάτι αναλλοίωτου ή η αναζήτηση της αλλαγής του στα
διπλωματικά τραπέζια των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της ΕΕ και των
άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών, ο φόβος μπροστά στο ενδεχόμενο της
ρήξης και της σύγκρουσης με αυτό το πλαίσιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δούλεψε όλο αυτό
το διάστημα, ειδικά το τελευταίο 7μηνο, συστηματικά σε αυτήν την
κατεύθυνση, έτσι ώστε να μπορεί σήμερα να κοκορεύεται ότι η τελευταία
λαϊκή ετυμηγορία σημαίνει πρακτικά και λευκή επιταγή για την υλοποίηση
της νέας αντιλαϊκής συμφωνίας, αφού ο λαός πρώτη φορά είχε μπροστά του
ανοιχτά χαρτιά μιας νέας συμφωνίας πριν τις εκλογές, όπως είπε ο Αλ.
Τσίπρας.
Αυτοί όμως οι στόχοι προϋποθέτουν νέες εργατικές - λαϊκές θυσίες, ενώ είναι σίγουρο ότι η περιβόητη ανάπτυξη, εφόσον έρθει και σταθεροποιηθεί δεν θα συνδυαστεί με ανάκαμψη δικαιωμάτων, επαναφορά κατακτήσεων, κάλυψη απωλειών, σημαντική αύξηση του εισοδήματος.
Απλώς θα δώσει τη δυνατότητα στο σύστημα να διαχειριστεί χωρίς αντιδράσεις- και όχι να αντιμετωπίσει-την αυξημένη φτώχεια και ανεργία.
Ετσι, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί σήμερα στα λόγια να μιλάει για σοσιαλισμό, να επιδίδεται σε εκδηλώσεις και κινήσεις καπηλείας της Ιστορίας του κομμουνιστικού και εργατικού - λαϊκού κινήματος της χώρας, κινήσεις που πάνε παράλληλα με την ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης, μπορεί προς το παρόν να εμφανίζεται συγκαταβατικός απέναντι στο εργατικό κίνημα, την ίδια στιγμή που με σταθερότητα και αποφασιστικότητα προωθεί μια βαθιά αντιλαϊκή επίθεση στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα.
Είναι
φανερό από τα παραπάνω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνησή του δεν βρίσκονται
απέναντι απ' το λεγόμενο αρνητικό συσχετισμό δύναμης για το λαό και τα
εργατικά - λαϊκά στρώματα, αλλά στην ουσία αποτελούν μέρος αυτού του
αρνητικού συσχετισμού, μέρος δηλαδή της προσπάθειας οι εργαζόμενοι να
χάσουν ακόμα περισσότερες θέσεις, δικαιώματα, δυνατότητες διεκδίκησης
και πάλης.
Κάνοντας το μαύρο - άσπρο, προσπαθώντας ουσιαστικά να
εμφανίσουν όλη αυτήν την αντιλαϊκή πορεία ως το δρόμο για την κοινωνική
αλλαγή, συμβάλλουν στην περαιτέρω καθήλωση του εργατικού - λαϊκού
κινήματος, στον εγκλωβισμό του σε μια γραμμή που τελικά οδηγεί στη
στήριξη των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
Αυτό άλλωστε είναι και η μεγάλη
προσφορά του στο σύστημα και η αιτία που επιλέχθηκε κατά προτεραιότητα
από το κεφάλαιο και τους διεθνείς του συμμάχους.
Θα αλλάξει μέσα από τον αγώνα στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, την ανασύνταξή του σε ταξική κατεύθυνση, τη συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας, την ωρίμανση του αντικαπιταλιστικού - αντιμονοπωλιακού προσανατολισμού της πάλης.
Μέσα από την πάλη για την απόκρουση της σημερινής αντιλαϊκής επίθεσης, για τη διεκδίκηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών.
Μέσα από τη συνειδητοποίηση της ανάγκης σύγκρουσης με το κεφάλαιο και την εξουσία του, την ανάγκη αλλαγής των οικονομικών σχέσεων, της κοινωνικής οργάνωσης, την ανάγκη της πάλης για την λαϊκή εξουσία, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, την αποδέσμευση από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Μέσα από τη χειραφέτηση από τις διάφορες εκδοχές της αστικής πολιτικής, τον απεγκλωβισμό από ψευδαισθήσεις και αυταπάτες ότι εντός του σημερινού αντιλαϊκού πλαισίου του καπιταλισμού μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος.
Μέσα από τη δυνατότητά μας να αποκτήσουμε την αυτοπεποίθηση, την πίστη στη δύναμή μας ότι μπορούμε να φέρουμε τα πάνω κάτω.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου