ΣΑΒΒΑΤΟ 26-4-2014
Θυμίζουμε
ότι το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων αποτελεί μια κλίμακα οχτώ επιπέδων στα
οποία κατατάσσονται όλοι οι τίτλοι σπουδών που διανέμουν τα εκπαιδευτικά
ιδρύματα της χώρας.
Στο επίπεδο 1 κατατάσσονται τα απολυτήρια Δημοτικού, στο επίπεδο 2 τα απολυτήρια Γυμνασίου κ.ο.κ. μέχρι το επίπεδο 8 όπου κατατάσσονται τα διδακτορικά διπλώματα.
Κάποια από τα επίπεδα, όμως, λειτουργούν ως ένα τσουβάλι για σχολές και πτυχία διαφορετικών ταχυτήτων.
Για παράδειγμα, στο Επίπεδο 5 μπαίνει όλη η λεγόμενη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και μαζί οι ανώτερες σχολές.
Δηλαδή στο ίδιο επίπεδο βρίσκονται ο ένας χρόνος μαθητείας των ΕΠΑΛ, τα διετή ΙΕΚ αλλά και οι τριετείς Ανώτερες Σχολές, στις οποίες η εισαγωγή γίνεται μέσω πανελλαδικών εξετάσεων.
Αντίστοιχα, στο Επίπεδο 6 κατατάσσονται όλα τα πτυχία πανεπιστημίων και ΤΕΙ που χορηγούνται στο τέλος του προπτυχιακού κύκλου ανεξαρτήτως του χρόνου σπουδών αυτού του κύκλου (σχολές 10, 8 ή και 7,5 εξαμήνων), ενώ στο επίπεδο 7 κατατάσσονται τα Μεταπτυχιακά Διπλώματα Ειδίκευσης (master).
Πτυχία πολλών ταχυτήτων σε κάθε ΑΕΙ
Στους
υπό κατάρτιση αυτή την περίοδο Οργανισμούς των ιδρυμάτων ανώτατης
εκπαίδευσης θα καταγράφονται όλες οι λειτουργίες των ιδρυμάτων, τα
προγράμματα σπουδών που αναπτύσσουν τα ιδρύματα, οι όροι σπουδών και
χορήγησης πτυχίων κ.ο.κ.
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας αναζωπυρώνεται μια συζήτηση που κρατάει από παλιά, για την ισοτίμηση των πτυχίων των πενταετών σχολών με master.
Ετσι, στο σχέδιο Οργανισμού του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου αναφέρεται ότι:
«Οι Προπτυχιακές Σπουδές του Ιδρύματος, οργανώνονται σε ενιαία, αδιάσπαστα πενταετή προγράμματα σπουδών και οδηγούν στην απόκτηση διπλώματος, το οποίο είναι ισοδύναμο με MASTER στην ειδικότητα της Σχολής και κατατάσσεται στο 7ο επίπεδο του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων βάσει της 8/βάθμιας κλίμακας του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων».
Το αν αυτή η κατάταξη όμως θα γίνει αποδεκτή για το ελληνικό Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων δεν είναι ακόμα σίγουρο.
Αντίστροφα, στο σχέδιο Οργανισμού του Πανεπιστημίου Πατρών διαβάζουμε ότι οι σπουδές στο ίδρυμα χωρίζονται σε τρεις κύκλους σπουδών και:
«Ο πρώτος κύκλος σπουδών συνίσταται στην παρακολούθηση ενός προγράμματος σπουδών, περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ' ελάχιστο σε 180 πιστωτικές μονάδες (ECTS) και ολοκληρώνεται με την απονομή τίτλου σπουδών.
Κάθε ακαδημαϊκό έτος περιλαμβάνει εκπαιδευτικές δραστηριότητες που αντιστοιχούν σε 60 πιστωτικές μονάδες».
Δηλαδή, η ελάχιστη διάρκεια σπουδών είναι τα τρία έτη! Παρόλο που δεν υπάρχουν τριετείς σχολές ή Τμήματα σήμερα στο Πανεπιστήμιο Πατρών είναι φανερή η πρόθεση να κατοχυρωθεί κάτι τέτοιο στον Οργανισμό του ιδρύματος, προκειμένου να μπορούν να δημιουργηθούν στο μέλλον.
Επίσης, στο ίδιο σχέδιο Οργανισμού διαβάζουμε: «Το Ιδρυμα μπορεί, επίσης, να οργανώνει προγράμματα σύντομου κύκλου σπουδών και προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης, και με μεθόδους εξ' αποστάσεως εκπαίδευσης», δηλαδή κοινά προγράμματα κατάρτισης.
Γενικά μπορούμε να πούμε ότι παράλληλα με την προσπάθεια των ιδρυμάτων να κατατάξουν τα πτυχία τους σε όσο το δυνατό πιο υψηλό επίπεδο, συνυπάρχουν και τάσεις υποβάθμισης του επιπέδου σπουδών και χορηγούμενων τίτλων, που συχνά δικαιολογούνται ως προσπάθειες να φτιαχτούν προγράμματα πιο ευέλικτα, πιο ελκυστικά και πιο κοντά στις απαιτήσεις της αγοράς.
Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται από τις αναδιαρθρώσεις στην ανώτατη εκπαίδευση δημιουργεί δυο αντίρροπες τάσεις, τόσο αυτή του ελιτισμού (ή της «αριστείας» όπως εμφανίζεται στην ευρωενωσιακή διάλεκτο) όσο και αυτή της υποβάθμισης.
Αυτό φαίνεται από την ευρωπαϊκή εμπειρία, εκεί όπου οι αναδιαρθρώσεις προηγήθηκαν, αλλά και από την εμπειρία στη χώρα μας κυρίως την τελευταία δεκαετία, όπου η παγίωση των κύκλων σπουδών με τη γενίκευση των μεταπτυχιακών και η διεύρυνση της ανώτατης εκπαίδευσης με τον πολλαπλασιασμό των ΤΕΙ, έθρεψαν κατά περίπτωση και τις δυο τάσεις.
Μάλιστα οι δυο αυτές τάσεις μπορεί να συναντώνται ταυτόχρονα στο ίδιο ίδρυμα ή και στην ίδια σχολή. Για παράδειγμα, μια σχολή μπορεί να προσπαθεί να διατηρήσει υψηλό το επίπεδο των προπτυχιακών σπουδών της ή να αναπτύσσει φιλόδοξα ερευνητικά προγράμματα και την ίδια στιγμή να δημιουργεί προγράμματα κατάρτισης και δια βίου εκπαίδευσης που να χορηγούν τίτλους σπουδών «μιας χρήσης», ανάλογα με τις πρόσκαιρες απαιτήσεις της καπιταλιστικής αγοράς.
Τα
προγράμματα κατάρτισης που αναπτύσσονται από πανεπιστήμια και ΤΕΙ έχουν
πληθύνει τα τελευταία χρόνια.
Ατυπα λειτουργούσαν τέτοια προγράμματα από την προηγούμενη δεκαετία, αλλά μετά την κατοχύρωσή τους και μέσα στο νόμο - πλαίσιο ο οποίος επιτρέπει μάλιστα στα ιδρύματα να βάζουν και δίδακτρα σ' αυτού του είδους τα προγράμματα, τα ΑΕΙ άρχισαν να ιδρύουν περισσότερα, βλέποντάς τα και ως οικονομικό πόρο.
Για παράδειγμα, το Πανεπιστήμιο Αθήνας διαθέτει εκατοντάδες σεμιναριακού τύπου προγράμματα εξ' αποστάσεως εκπαίδευσης (e-learning) ποικίλης διάρκειας και κόστους, άλλα 3 - 4 μηνών με δίδακτρα 700 κι 900 ευρώ κι άλλα 6 και 8 μηνών με δίδακτρα 1.100 και 1.300 ευρώ.
Πρακτικά, τα ιδρύματα πουλούν προγράμματα κατάρτισης αξιοποιώντας το κύρος τους ως ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης έναντι των άλλων σχολών κατάρτισης, ενώ απευθύνουν αυτά τα προγράμματα ακόμα στους δικούς τους αποφοίτους, σε πτυχιούχους ΑΕΙ δηλαδή, ενισχύοντας έμμεσα τη λογική ότι τα πτυχία των ΑΕΙ δεν φτάνουν από μόνα τους για δουλειά με δικαιώματα, ακόμα κι αν είσαι επιστήμονας θα πρέπει διαρκώς (με δικό σου κόστος) να αγοράζεις πιστοποιητικά και καταρτίσεις!
Παρά τη θεσμοθέτησή τους όμως στο νόμο - πλαίσιο, τα προγράμματα δια βίου κατάρτισης των ΑΕΙ δεν είναι πλήρως κατοχυρωμένα ή δεν είναι όσο κατοχυρωμένα θα ήθελαν τα ιδρύματα. Για παράδειγμα στην κατάταξη τίτλων σπουδών που γίνεται στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, αυτά τα προγράμματα δεν αναφέρονται καν.
Για τέτοιου είδους προγράμματα θα λειτουργούσε ως «μαγική λέξη» η ...πιστοποίηση.
Δεν
είναι τυχαίο λοιπόν, που το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε επίσης αυτό
το μήνα ότι αφού ολοκληρώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση σε
όλα τα Τμήματα πανεπιστημίων και ΤΕΙ, το επόμενο βήμα για την ανώτατη
εκπαίδευση θα είναι η πιστοποίηση προγραμμάτων σπουδών, που θα ξεκινήσει
μάλιστα από τον Ιούνη και θα ολοκληρωθεί σε μια τριετία.
Ενα από τα ζητούμενα της πιστοποίησης όπως περιγράφονται από το υπουργείο Παιδείας είναι:
«Προγράμματα σπουδών βασισμένα σε Μαθησιακά Αποτελέσματα και συμβατά με το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων Ανώτατης Εκπαίδευσης». Μια πλευρά λοιπόν της πιστοποίησης μπορεί να είναι η κατοχύρωση της πανσπερμίας των τίτλων που πουλούν πλέον τα ΑΕΙ και η ένταξή τους στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων.
Μια τέτοια εξέλιξη θα ενισχύσει τους τίτλους κατάρτισης των ΑΕΙ καθιστώντας τους «εξαργυρώσιμους» και σε άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ. Εξάλλου η ενίσχυση των δομών πρόσκαιρης κατάρτισης ανάλογης με τις εκάστοτε απαιτήσεις της αγοράς, είναι βασική κατεύθυνση της ΕΕ στην εκπαίδευση.
Παράλληλα όμως η πιστοποίηση θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις και στα παραδοσιακά προγράμματα σπουδών των ΑΕΙ, προπτυχιακά και μεταπτυχιακά.
Σύμφωνα με τα όσα έχει πει μέχρι τώρα το υπουργείο Παιδείας, η πιστοποίηση θα «καταλήγει σε συγκεκριμένη τεκμηριωμένη και πλήρως αιτιολογημένη βαθμολογία», δηλαδή θα διαφοροποιήσει τα προγράμματα σπουδών (κατ' επέκταση και τα πτυχία τους) σε καλά, μέτρια, κακά κ.ο.κ.
Η πιστοποίηση μπορεί να οδηγεί σε «απόφαση έγκρισης» ή σε «μη έγκριση», δηλαδή δεν είναι απίθανο με την ολοκλήρωση της διαδικασίας κάποια Τμήματα πανεπιστημίων ή ΤΕΙ να μην πάρουν έγκριση κι εφόσον δεν πιστοποιηθούν ακαδημαϊκά, να κλείσουν.
Με τα παραπάνω πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι η πιστοποίηση που θα λαμβάνουν «δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 8 έτη» και μετά θα εξετάζονται εκ νέου προκειμένου να ξαναπάρουν πιστοποίηση.
Γίνεται έτσι φανερό ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να φτιάξει το θεσμικό πλαίσιο ώστε να εξετάζει διαρκώς το χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης και να ανοιγοκλείνει Τμήματα και προγράμματα ανάλογα με τη ...βιωσιμότητά τους, δηλαδή τις απαιτήσεις της αγοράς, μακρυά από τις ανάγκες του λαού και της χώρας για επιστήμονες και για τομείς που πρέπει να αναπτυχθούν επιστημονικά.
Θυμίζουμε ότι για τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών υπάρχει ήδη το θεσμικό πλαίσιο για έγκρισή τους ανά 8ετία. Αντίστοιχο πλαίσιο δημιουργείται τώρα και για τα προπτυχιακά, δηλαδή για τα ίδια τα Τμήματα.
Ετσι, κάθε οχτώ ή και λιγότερα χρόνια θα έχουμε νέους ακαδημαϊκούς χάρτες, δηλαδή νέα σχέδια τύπου «Αθηνά», με ανάλογες συνέπειες στο επιστημονικό δυναμικό και τα ιδρύματα.
Η ανακοίνωση στις αρχές του μήνα από το υπουργείο
Παιδείας του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, συνέπεσε με την εσωτερική
συζήτηση που διεξάγεται αυτή την περίοδο σε πολλά ιδρύματα ανώτατης
εκπαίδευσης για τη δημιουργία των Οργανισμών των ιδρυμάτων και
επιβεβαιώνει ότι κάτω από την «ομπρέλα» του Πλαισίου Προσόντων θα
αναπτύσσονται μια σειρά τίτλοι σπουδών πολλαπλών ταχυτήτων και επιπέδων.
Η πανσπερμία των τίτλων σπουδών με τσακισμένα έτσι κι αλλιώς τα
εργασιακά δικαιώματα, οδηγεί ολοταχώς σε ένα μοντέλο όπου την αξία του
κάθε πτυχίου άρα και του ιδρύματος που το παρέχει θα την κρίνει η αγορά,
με γνώμονα φυσικά το ποιοι κλάδοι και τομείς είναι κερδοφόροι κάθε φορά
κι όχι με βάση τις ανάγκες του λαού για επιστήμονες, μαστόρους κ.λπ.
Στο επίπεδο 1 κατατάσσονται τα απολυτήρια Δημοτικού, στο επίπεδο 2 τα απολυτήρια Γυμνασίου κ.ο.κ. μέχρι το επίπεδο 8 όπου κατατάσσονται τα διδακτορικά διπλώματα.
Κάποια από τα επίπεδα, όμως, λειτουργούν ως ένα τσουβάλι για σχολές και πτυχία διαφορετικών ταχυτήτων.
Για παράδειγμα, στο Επίπεδο 5 μπαίνει όλη η λεγόμενη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και μαζί οι ανώτερες σχολές.
Δηλαδή στο ίδιο επίπεδο βρίσκονται ο ένας χρόνος μαθητείας των ΕΠΑΛ, τα διετή ΙΕΚ αλλά και οι τριετείς Ανώτερες Σχολές, στις οποίες η εισαγωγή γίνεται μέσω πανελλαδικών εξετάσεων.
Αντίστοιχα, στο Επίπεδο 6 κατατάσσονται όλα τα πτυχία πανεπιστημίων και ΤΕΙ που χορηγούνται στο τέλος του προπτυχιακού κύκλου ανεξαρτήτως του χρόνου σπουδών αυτού του κύκλου (σχολές 10, 8 ή και 7,5 εξαμήνων), ενώ στο επίπεδο 7 κατατάσσονται τα Μεταπτυχιακά Διπλώματα Ειδίκευσης (master).
Πτυχία πολλών ταχυτήτων σε κάθε ΑΕΙ
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας αναζωπυρώνεται μια συζήτηση που κρατάει από παλιά, για την ισοτίμηση των πτυχίων των πενταετών σχολών με master.
Ετσι, στο σχέδιο Οργανισμού του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου αναφέρεται ότι:
«Οι Προπτυχιακές Σπουδές του Ιδρύματος, οργανώνονται σε ενιαία, αδιάσπαστα πενταετή προγράμματα σπουδών και οδηγούν στην απόκτηση διπλώματος, το οποίο είναι ισοδύναμο με MASTER στην ειδικότητα της Σχολής και κατατάσσεται στο 7ο επίπεδο του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων βάσει της 8/βάθμιας κλίμακας του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων».
Το αν αυτή η κατάταξη όμως θα γίνει αποδεκτή για το ελληνικό Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων δεν είναι ακόμα σίγουρο.
Αντίστροφα, στο σχέδιο Οργανισμού του Πανεπιστημίου Πατρών διαβάζουμε ότι οι σπουδές στο ίδρυμα χωρίζονται σε τρεις κύκλους σπουδών και:
«Ο πρώτος κύκλος σπουδών συνίσταται στην παρακολούθηση ενός προγράμματος σπουδών, περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ' ελάχιστο σε 180 πιστωτικές μονάδες (ECTS) και ολοκληρώνεται με την απονομή τίτλου σπουδών.
Κάθε ακαδημαϊκό έτος περιλαμβάνει εκπαιδευτικές δραστηριότητες που αντιστοιχούν σε 60 πιστωτικές μονάδες».
Δηλαδή, η ελάχιστη διάρκεια σπουδών είναι τα τρία έτη! Παρόλο που δεν υπάρχουν τριετείς σχολές ή Τμήματα σήμερα στο Πανεπιστήμιο Πατρών είναι φανερή η πρόθεση να κατοχυρωθεί κάτι τέτοιο στον Οργανισμό του ιδρύματος, προκειμένου να μπορούν να δημιουργηθούν στο μέλλον.
Επίσης, στο ίδιο σχέδιο Οργανισμού διαβάζουμε: «Το Ιδρυμα μπορεί, επίσης, να οργανώνει προγράμματα σύντομου κύκλου σπουδών και προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης, και με μεθόδους εξ' αποστάσεως εκπαίδευσης», δηλαδή κοινά προγράμματα κατάρτισης.
Γενικά μπορούμε να πούμε ότι παράλληλα με την προσπάθεια των ιδρυμάτων να κατατάξουν τα πτυχία τους σε όσο το δυνατό πιο υψηλό επίπεδο, συνυπάρχουν και τάσεις υποβάθμισης του επιπέδου σπουδών και χορηγούμενων τίτλων, που συχνά δικαιολογούνται ως προσπάθειες να φτιαχτούν προγράμματα πιο ευέλικτα, πιο ελκυστικά και πιο κοντά στις απαιτήσεις της αγοράς.
Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται από τις αναδιαρθρώσεις στην ανώτατη εκπαίδευση δημιουργεί δυο αντίρροπες τάσεις, τόσο αυτή του ελιτισμού (ή της «αριστείας» όπως εμφανίζεται στην ευρωενωσιακή διάλεκτο) όσο και αυτή της υποβάθμισης.
Αυτό φαίνεται από την ευρωπαϊκή εμπειρία, εκεί όπου οι αναδιαρθρώσεις προηγήθηκαν, αλλά και από την εμπειρία στη χώρα μας κυρίως την τελευταία δεκαετία, όπου η παγίωση των κύκλων σπουδών με τη γενίκευση των μεταπτυχιακών και η διεύρυνση της ανώτατης εκπαίδευσης με τον πολλαπλασιασμό των ΤΕΙ, έθρεψαν κατά περίπτωση και τις δυο τάσεις.
Μάλιστα οι δυο αυτές τάσεις μπορεί να συναντώνται ταυτόχρονα στο ίδιο ίδρυμα ή και στην ίδια σχολή. Για παράδειγμα, μια σχολή μπορεί να προσπαθεί να διατηρήσει υψηλό το επίπεδο των προπτυχιακών σπουδών της ή να αναπτύσσει φιλόδοξα ερευνητικά προγράμματα και την ίδια στιγμή να δημιουργεί προγράμματα κατάρτισης και δια βίου εκπαίδευσης που να χορηγούν τίτλους σπουδών «μιας χρήσης», ανάλογα με τις πρόσκαιρες απαιτήσεις της καπιταλιστικής αγοράς.
Τα ΑΕΙ πουλούν και κατάρτιση
Ατυπα λειτουργούσαν τέτοια προγράμματα από την προηγούμενη δεκαετία, αλλά μετά την κατοχύρωσή τους και μέσα στο νόμο - πλαίσιο ο οποίος επιτρέπει μάλιστα στα ιδρύματα να βάζουν και δίδακτρα σ' αυτού του είδους τα προγράμματα, τα ΑΕΙ άρχισαν να ιδρύουν περισσότερα, βλέποντάς τα και ως οικονομικό πόρο.
Για παράδειγμα, το Πανεπιστήμιο Αθήνας διαθέτει εκατοντάδες σεμιναριακού τύπου προγράμματα εξ' αποστάσεως εκπαίδευσης (e-learning) ποικίλης διάρκειας και κόστους, άλλα 3 - 4 μηνών με δίδακτρα 700 κι 900 ευρώ κι άλλα 6 και 8 μηνών με δίδακτρα 1.100 και 1.300 ευρώ.
Πρακτικά, τα ιδρύματα πουλούν προγράμματα κατάρτισης αξιοποιώντας το κύρος τους ως ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης έναντι των άλλων σχολών κατάρτισης, ενώ απευθύνουν αυτά τα προγράμματα ακόμα στους δικούς τους αποφοίτους, σε πτυχιούχους ΑΕΙ δηλαδή, ενισχύοντας έμμεσα τη λογική ότι τα πτυχία των ΑΕΙ δεν φτάνουν από μόνα τους για δουλειά με δικαιώματα, ακόμα κι αν είσαι επιστήμονας θα πρέπει διαρκώς (με δικό σου κόστος) να αγοράζεις πιστοποιητικά και καταρτίσεις!
Παρά τη θεσμοθέτησή τους όμως στο νόμο - πλαίσιο, τα προγράμματα δια βίου κατάρτισης των ΑΕΙ δεν είναι πλήρως κατοχυρωμένα ή δεν είναι όσο κατοχυρωμένα θα ήθελαν τα ιδρύματα. Για παράδειγμα στην κατάταξη τίτλων σπουδών που γίνεται στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, αυτά τα προγράμματα δεν αναφέρονται καν.
Για τέτοιου είδους προγράμματα θα λειτουργούσε ως «μαγική λέξη» η ...πιστοποίηση.
Τι θα φέρει η πιστοποίηση που ανακοινώθηκε
Ενα από τα ζητούμενα της πιστοποίησης όπως περιγράφονται από το υπουργείο Παιδείας είναι:
«Προγράμματα σπουδών βασισμένα σε Μαθησιακά Αποτελέσματα και συμβατά με το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων Ανώτατης Εκπαίδευσης». Μια πλευρά λοιπόν της πιστοποίησης μπορεί να είναι η κατοχύρωση της πανσπερμίας των τίτλων που πουλούν πλέον τα ΑΕΙ και η ένταξή τους στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων.
Μια τέτοια εξέλιξη θα ενισχύσει τους τίτλους κατάρτισης των ΑΕΙ καθιστώντας τους «εξαργυρώσιμους» και σε άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ. Εξάλλου η ενίσχυση των δομών πρόσκαιρης κατάρτισης ανάλογης με τις εκάστοτε απαιτήσεις της αγοράς, είναι βασική κατεύθυνση της ΕΕ στην εκπαίδευση.
Παράλληλα όμως η πιστοποίηση θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις και στα παραδοσιακά προγράμματα σπουδών των ΑΕΙ, προπτυχιακά και μεταπτυχιακά.
Σύμφωνα με τα όσα έχει πει μέχρι τώρα το υπουργείο Παιδείας, η πιστοποίηση θα «καταλήγει σε συγκεκριμένη τεκμηριωμένη και πλήρως αιτιολογημένη βαθμολογία», δηλαδή θα διαφοροποιήσει τα προγράμματα σπουδών (κατ' επέκταση και τα πτυχία τους) σε καλά, μέτρια, κακά κ.ο.κ.
Η πιστοποίηση μπορεί να οδηγεί σε «απόφαση έγκρισης» ή σε «μη έγκριση», δηλαδή δεν είναι απίθανο με την ολοκλήρωση της διαδικασίας κάποια Τμήματα πανεπιστημίων ή ΤΕΙ να μην πάρουν έγκριση κι εφόσον δεν πιστοποιηθούν ακαδημαϊκά, να κλείσουν.
Με τα παραπάνω πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι η πιστοποίηση που θα λαμβάνουν «δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 8 έτη» και μετά θα εξετάζονται εκ νέου προκειμένου να ξαναπάρουν πιστοποίηση.
Γίνεται έτσι φανερό ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να φτιάξει το θεσμικό πλαίσιο ώστε να εξετάζει διαρκώς το χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης και να ανοιγοκλείνει Τμήματα και προγράμματα ανάλογα με τη ...βιωσιμότητά τους, δηλαδή τις απαιτήσεις της αγοράς, μακρυά από τις ανάγκες του λαού και της χώρας για επιστήμονες και για τομείς που πρέπει να αναπτυχθούν επιστημονικά.
Θυμίζουμε ότι για τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών υπάρχει ήδη το θεσμικό πλαίσιο για έγκρισή τους ανά 8ετία. Αντίστοιχο πλαίσιο δημιουργείται τώρα και για τα προπτυχιακά, δηλαδή για τα ίδια τα Τμήματα.
Ετσι, κάθε οχτώ ή και λιγότερα χρόνια θα έχουμε νέους ακαδημαϊκούς χάρτες, δηλαδή νέα σχέδια τύπου «Αθηνά», με ανάλογες συνέπειες στο επιστημονικό δυναμικό και τα ιδρύματα.
Γ.Σ.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου