Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής εκτελούν, 12/12/1943, από το στρατόπεδο Χαϊδαρίου 10 κρατουμένους, 6 εκ των οποίων Ακροναυπλιώτες. Ανάμεσά τους και ο Βασίλης Βερβέρης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, τέως βουλευτής του Κόμματος και Γραμματέας της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας.
Ο Βασίλης Βερβέρης, ήταν καπνεργάτης από τη Θράκη. Γεννήθηκε το 1891. Δραστήριο συνδικαλιστικό στέλεχος της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας, αναδείχτηκε σε γραμματέα της. Εκλέχτηκε βουλευτής Ροδόπης στις εκλογές του 1932 και του 1936 με το συνδυασμό “Ενιαίο Μέτωπο Εργατών Αγροτών” και “Παλλαϊκό Μέτωπο” αντίστοιχα.
Το Γενάρη του 1934 στην 6η Ολομέλεια έγινε μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, στην οποία εκλέχτηκε στο 5ο Συνέδριο το 1934 και στο 60 το 1935.
Ο Βερβέρης φοίτησε στην κομματική σχολή ΚΟΥΤΒ (Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργαζόμενων της Ανατολής) στη Μόσχα.
Το 1933 ο Βασίλης Βερβέρης, ως εξόριστος στον Άι Στράτη ήταν Γραμματέας της Ομάδας Συμβίωσης. Η συνεξόριστή του Αύρα Βλάση (Παρτσαλίδου) τον θυμάται με τα πειράγματα και τα χοντρά ανέκδοτα που συνήθιζαν οι καπνεργάτες.
Ταυτόχρονα ο Βασίλης ήταν “… πολύ αυστηρός στα ζητήματα τάξης και καθαριότητας, κι όταν δεν του άρεσε η δουλειά μας σήκωνε τα μανίκια και την έκανε μόνος του”.
Η Αύρα θυμάται πως, όταν η ίδια με έναν άλλο νεολαίο ήταν βάρδια στο πλυσταριό για να πλύνουν το καζάνι και τα πιάτα που είχαν φάει 50 εξόριστοι, παρά τη φιλότιμη προσπάθειά τους δεν είχαν καταφέρει να βγάλουν το λίπος.
Ο Βασίλης Βερβέρης
πέρασε όταν τέλειωναν το πλύσιμο τη νύχτα για να δει αν όλα ήταν εντάξει… “Μας
κοίταξε αμίλητος. Πήγε στα πιάτα, τα πέρασε με το δάχτυλό του. Λίγδα! Πάει στο
καζάνι. Το ίδιο. ‘Βάλτε το καζάνι με το νερό στη φωτιά και πηγαίνετε να
κοιμηθείτε”, μας λέει κοφτά κι ανασηκώνει τα μανίκια του. Αυτό ήταν το
χειρότερο που μπορούσαμε να πάθουμε. Μουδιασμένοι πήραμε τον κατήφορο για ύπνο
κι από μακριά μέσα στη νύχτα ακούγαμε το Βέρβερη να στοιβάζει τα πιάτα για
πλύσιμο. Η αλήθεια είναι πως μας λυπήθηκε, γι’ αυτό μας έδιωξε, όμως εμείς πού
να το καταλάβουμε.”
Με την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά πιάστηκε τις πρώτες μέρες και φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία. Παραδόθηκε μαζί με άλλους κρατούμενους στους Γερμανούς. Μεταφέρθηκε αρχικά σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Λάρισα και στη συνέχεια στο Στρατόπεδο Χαϊδαρίου.
Το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου ιδρύθηκε το Σεπτέμβρη του 1943 και ήταν ένα από τα πιο σκληρά στρατόπεδα - από τα 36 συνολικά - που λειτουργούσαν στην Ελλάδα.
Πάνω από τους 3.000 έφτασε ο αριθμός των κρατουμένων, που ανανεωνόταν συνεχώς. Ανδρες, γυναίκες, ακόμη και παιδιά με τις μανάδες τους, πέρασαν μέρες, μήνες και χρόνια, σε κείνο το κολαστήρι.
Νους και καρδιά της αντίστασης της οργάνωσης, της αγωνιστικής ανάτασης και καθοδηγητικός πυρήνας στο κολαστήριο του Χαϊδαρίου, ήταν οι Ακροναυπλιώτες κομμουνιστές που παραδόθηκαν από το αστικό κράτος στα κατοχικά στρατεύματα.
Πώς ιδρύθηκε όμως το στρατόπεδο; Το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου ήταν έρημο μέχρι τις αρχές Σεπτέμβρη του 1943, όταν έφτασαν από τη Λάρισα οι πρώτοι κρατούμενοι. Εκείνοι την περίοδο, η ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση, είχε φουντώσει για τα καλά. Το ΕΑΜ, με κύριο αιμοδότη και τροφοδότη του το ΚΚΕ, είχε ήδη εξελιχθεί στην κύρια πολιτική δύναμη, κύριο εκφραστή του αγώνα του λαού, για την απαλλαγή από τη χιτλερική, φασιστική κατοχή. Την ίδια περίοδο, ο ΕΛΑΣ, ο Λαϊκός Στρατός, είχε ήδη απελευθερώσει μια σειρά από περιοχές στη χώρα.
Παρατηρώντας την ένταση και τη δύναμη του ΕΑΜικού κινήματος, οι ιταλικές φασιστικές δυνάμεις, οι οποίες και έλεγχαν τις φυλακές - στρατόπεδα στη Νότια Ελλάδα, αποφάσισαν να διαλύσουν εκείνα που βρίσκονταν σε επισφαλείς θέσεις. Ετσι, οι κρατούμενοι της Ακροναυπλίας και των Τρικάλων μεταφέρονται στη Λάρισα το Μάη του 1943.
Παρ' όλα αυτά, ακόμη κι εκεί, οι ιταλικές δυνάμεις, δεν μπορούν να είναι σίγουρες, οπότε, στις 29 Αυγούστου 1943, οι Ιταλοί διοικητές των φυλακών της Λάρισας, επέλεξαν πάνω από 600 κρατούμενους και τους απέστειλαν σιδηροδρομικώς στην Αθήνα.
Μεταξύ αυτών ήταν οι 243 κομμουνιστές Ακροναυπλιώτες, από την εποχή του Μεταξά, και 20 Αναφιώτες. Επίσης, υπήρχαν και 327 ήρωες του Αλβανικού Μετώπου, αλλά και όσοι είχαν κατά καιρούς συλληφθεί στα μπλόκα. Στις 3 Σεπτέμβρη, οι κρατούμενοι μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και άρχισε η λειτουργία ενός ακόμη κολαστηρίου.
Πώς αντίκρισαν οι κρατούμενοι για πρώτη φορά το στρατόπεδο
Τούτο το κολαστήρι, έδινε το στίγμα του, από την πρώτη στιγμή που το έβλεπε κανείς.
Να πώς το περιγράφει ο Αλ. Ζήσης, κρατούμενος από το Δεκέμβρη του '43 ως το Μάη του '44: «Τριπλή σειρά από συρματοπλέγματα, κι ένας ψηλός τοίχος περικλείνουν το στοιχειωμένο Χαϊδάρι, το στρατόπεδο και φυλακές των Ες-Ες, τη Βαστίλλη του 20ού αιώνα. Στρατιώτες με αυτόματα φρουρούν επάνω στα βαριά οπλισμένα Blokhaus, απειλώντας με άμεσο θάνατο εκείνον που θ' αποτολμούσε κάθε προσέγγιση. Και μόνο ένας δρόμος, που βρίσκεται κάτω από τα πυρά κατάλληλα τοποθετημένων μυδραλιοβόλων, καταλήγει στη μοναδική είσοδο του στρατοπέδου, τη στολισμένη με τον αγκυλωτό σταυρό και τα σήματα των Ες-Ες... Διπλές βαριές σιδερένιες πόρτες ανοίγουν, για να επιτρέψουν την είσοδο στην κολασμένη πολιτεία».
Να και πώς περιέγραψε ο Θέμος Κορνάρος το στρατόπεδο, όταν το πρωταντίκρισε μέσα από το παράθυρο του θαλάμου του: «Πρωταντικρίζω το τοπίο. Ενα πέταλο, κλειστό από τα δυτικά και το βοριά. Γυμνά βουνά υψώνονται απότομα. (...) Στην ανατολή και το νοτιά η Αττική, τα Φάληρα και τα μαβιά νησάκια του Σαρωνικού. Τίποτα δε σου κάνει την εντύπωση πως εδώ μέσα υπάρχει τόση αγωνία. Ξεχνιέσαι μπρος στην ημερότητα του τοπίου.
Η Αθήνα απλώνεται απέραντη μπρος στα μάτια σου, κι είναι σαν στράφηκε ξεπίτηδες, ολόσωμη προς το μέρος του Χαϊδαριού, για να μπορεί ο κατάδικος να ξεχωρίζει κάθε γειτονιά και δρόμο. Πολλοί σου δείχνουνε το σπίτι τους. Τα παραθύρια τους! Κι όμως ποτέ δε βρέθηκαν πιο μακριά από... την Αθήνα μας...».
Το στρατόπεδο είχε ορθογώνιο σχήμα και περιβαλλόταν από ψηλό μαντρότοιχο, τριπλή σειρά συρματοπλέγματος στην εξωτερική πλευρά και πυκνότατο συρματόπλεγμα στην εσωτερική πλευρά του περιβόλου. Κάθε 200 μέτρα υπήρχαν ισχυρά οχυρωμένα φυλάκια για σκοπιές. Η είσοδος βρισκόταν στη δυτική πλευρά και ήταν διπλή, ενώ εκατέρωθεν της πύλης υπήρχαν φυλάκια για την προστασία της εισόδου. Το εσωτερικό, είχε αποψιλωθεί, δεν υπήρχε ούτε ένα δέντρο. Πολλαπλά κτιριακά συγκροτήματα (Μπλοκ) υψώνονταν στο δυτικό τομέα του στρατοπέδου.
Θέλαν να το κάνουν «φόβητρο» για το λαό
Το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου ήταν στρατηγικής σημασίας για τους «Ες-Ες», οι οποίοι και τέθηκαν σχεδόν αμέσως επικεφαλής του. Και αυτό, διότι δεν ήταν απλώς ένας χώρος όπου κρατούνταν, βασανίζονταν και εκτελούνταν τα παιδιά του λαού.
Οι διαδόσεις σχετικά με τα βασανιστήρια και τα εγκλήματα που γίνονταν στο Χαϊδάρι αποτελούσαν ένα από τα βασικότερα μέσα τρομοκρατίας του λαού για την προσπάθεια καταστολής εξεγέρσεων και της αντιστασιακής δράσης. Στόχος των χιτλερικών, ήταν το στρατόπεδο να μετατραπεί σε ένα είδους «φόβητρο» για τον ίδιο το λαό.
Να τι γράφει ο Θέμος Κορνάρος: «Η διαμονή στο Χαϊδάρι έπρεπε να έχει κάτι το αβέβαιο, το αόριστο, το διαρκώς επικίνδυνο. Να γίνει ο μπαμπούλας, φόβητρο, συνώνυμο με το Χάρο και να παραδοθεί έτσι στη φαντασία του ευαίσθητου Λαού μας, που με τη δύναμη και τη γονιμότητά της το συμπλήρωνε, το τελειοποιούσε, και αυτόματα η δύναμη αυτή έμπαινε στην υπηρεσία του εχθρού. Το Χαϊδάρι ιδρύθηκε περισσότερο για τους έξω και λιγότερο για τους ίδιους τους κρατούμενους».
ΠΗΓΗ. gkagkarin
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου