Του Ελευθέριου Γ. Σκιαδά
Ένα από τα πιο γνωστά και πολυσύχναστα μέρη των Αθηνών είναι και η πλατεία Μοναστηρακίου, όπως απέμεινε να αποκαλείται η περιοχή του Μεγάλου Μοναστηρίου, που έχασε την αίγλη του με το πέρασμα των χρόνων. Στην πλατεία δεσπόζουν η Παντάνασσα, το Τζαμί του Τζισταράκη και το κτίριο του σιδηροδρομικού σταθμού.
Για τα δύο πρώτα μνημειώδη κτίρια αρκετά έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα, αλλά ελάχιστα για τον σιδηροδρομικό σταθμό που επηρέασε με την παρουσία του τη λειτουργία και τη μορφή της πλατείας.
Επίσης, ελάχιστα γράφτηκαν και για τον σημαντικό αρχιτέκτονα που σχεδίασε το κτίριο του σταθμού και δεν ήταν άλλος από τον Νικόλαο Μπαλάνο, ο οποίος γεννήθηκε το 1860 στην Αθήνα. Ακόμη και ως ημερομηνία θανάτου του αναγράφεται λανθασμένα το 1937, ενώ πέθανε καταμεσής της Κατοχής (Σεπτέμβριος του 1942).
Η υπόθεση της πλατείας Μοναστηρακίου απασχολούσε τις Αρχές από τη δεκαετία του 1840. Αποζημιώνοντας κατά καιρούς διάφορους ιδιοκτήτες (Ψύχας, Πούλος, Κοτζάνης κ.ά.), έκανε τη διαπλάτυνση στη συμβολή των οδών Ερμού και Αθηνάς και άνοιξε το χώρο ανάμεσα στην Παντάνασσα και τους υφιστάμενους ακόμη Στρατώνες Πεζικού.
Η δημιουργία του σιδηροδρομικού σταθμού Μοναστηρακίου έδωσε την ευκαιρία για ταχύτερο ξεκαθάρισμα της περιοχής, αφού η εταιρεία είχε τη δυνατότητα να προβαίνει σε απευθείας συνεννοήσεις με τους ιδιοκτήτες και να τους αποζημιώνει με ιδιωτικά κριτήρια.
Έτσι, το 1891 και ενόσω βρίσκονται σε εξέλιξη τα έργα για τη διάνοιξη της σιδηροδρομικής γραμμής Μοναστηρακίου –οδού Αθηνάς θα δει για πρώτη φορά τη δημοσιότητα και το πρώτο σχέδιο του Σταθμού.
Ο Νικόλαος Μπαλάνος υπήρξε ένας από τους τεχνικούς που σχεδίασαν τη σήραγγα του σιδηροδρόμου, η οποία ανοίχθηκε από τη βορειοανατολική πλευρά του δημαρχιακού μεγάρου και κατέληγε στο Μοναστηράκι.
Ήταν από τα μεγάλα έργα της εποχής, αρχές δεκαετίας 1890, με αρχικό προϋπολογισμό 3.000.000 δραχμές. Οι αποζημιώσεις εκ μέρους της εταιρείας που είχε αναλάβει το έργο ήταν υπέρογκες, αφού ο κάθε ιδιοκτήτης, όπως ήταν φυσικό, προσπαθούσε να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία.
Το έργο είχε αναλάβει ο εργολάβος Ι. Χατζηδημητρίου, υπό την επίβλεψη του Ν. Μπαλάνου, ο οποίος είχε κοντά του δύο Βέλγους μηχανικούς (Σκίπερ και Βιαλέ). Ο σταθμός σχεδιάστηκε να αναπτυχθεί σε μεγάλο σιδερένιο κατάστρωμα, το οποίο παραγγέλθηκε στο εξωτερικό και κόστισε περίπου 100.000 δραχμές.
Συντήρησε και τα μνημεία της Ακρόπολης!
Πάνω σ’ αυτό κτίστηκε ο σταθμός και για την υποστύλωσή του ανεγέρθηκαν τοίχοι και στήθηκαν στη μέση σιδερένιοι στύλοι. Το έργο που ανέλαβε ο Ν. Μπαλάνος, θεωρήθηκε πρωτοποριακό για την εποχή του αφού δεν υπήρχε στην Ελλάδα ανάλογη τεχνογνωσία.
Γενικότερα ο Ν. Μπαλάνος συνέδεσε το όνομά του με σημαντικές παρεμβάσεις στην πόλη των Αθηνών, μηδέ εξαιρουμένης και αυτής της Ακρόπολης, αφού υπήρξε από τους πρώτους διευθυντές αναστήλωσης των μνημείων της, με την οποία ασχολήθηκε επί ολόκληρη τεσσαρακονταετία.
Ο Ν. Μπαλάνος σπούδασε στο Παρίσι και επιστρέφοντας εισήλθε στη δημόσια υπηρεσία διατελώντας επιθεωρητής δημοσίων έργων και διευθυντής του αρχιτεκτονικού τμήματος του υπουργείου Παιδείας.
Νομομηχανικός από το 1895, ανέλαβε τη διεύθυνση συντήρησης των μνημείων της Ακρόπολης που έγιναν εκεί ως το 1937 περίπου (Προπύλαια, Ερέχθειο, Πύργο Αθηνάς Νίκης, Παρθενώνα). Μεταγενέστεροι κατέκριναν τη χρήση εκ μέρους του, στηριγμάτων και δοκών από σίδερο.
Ο Ν. Μπαλάνος επέζησε μόνον δύο ημέρες μετά τον θάνατο της αγαπημένης του συζύγου Σοφίας, το γένος Ευ. Μπαλτατζή, με την οποία έζησε 55 ολόκληρα χρόνια. Κηδεύθηκε με δημόσια δαπάνη, έχοντας απολαύσει δεκάδες τιμητικές διακρίσεις.
ΠΗΓΗ. taathinaika.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου