Η “νεκρή πολιτεία”, όπως καλείται από πολλούς, είναι ένας από τους χαρακτηρισμούς που αποδίδονται στην βυζαντινή καστροπολιτεία του Μυστρά.
Ο λόγος, εξαιτίας του οποίου προέκυψε η συγκεκριμένη ονομασία, αφορά στο γεγονός ότι από τον 19ο αιώνα και εξής ο Μυστράς εγκαταλείφθηκε και εξ ολοκλήρου ερημώθηκε.
Τοποθετημένος στον νομό Λακωνίας, στην οροσειρά του Ταϋγέτου, ο Μυστράς έχει γίνει ευρέως γνωστός και με την ονομασία Μυζηθράς, η οποία συναντάται στο Χρονικόν του Μορέως.
Το σύνολο των βυζαντινών εκκλησιών που διατηρούνται στην περιοχή, τα ψηλά και επιβλητικά τείχη και η ιστορία που εξακολουθεί εδώ και τόσους αιώνες να σηκώνει αυτός ο τόπος, είναι μερικά κίνητρα που ωθούν τους επισκέπτες από ολόκληρο τον κόσμο, να θέλουν να επισκεφθούν και να εξερευνήσουν αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο τόπο, του οποίου η ιστορική αναδρομή ακολουθεί στη συνέχεια.
Η ιστορία του Μυστρά
Ο Μυστράς δημιουργείται κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα, όταν ο βασιλιάς των Φράγκων, Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος, κατά τη διάρκεια της φραγκικής κυριαρχίας, αποφασίζει τη δημιουργία ενός κάστρου στις πλαγιές του Ταϋγέτου.
Το 1259 όμως, μετά την ήττα των Φράγκων, ο έλεγχος του κάστρου του Μυστρά περνάει σε βυζαντινά χέρια, και πιο συγκεκριμένα στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο.
Η χρονική αυτή στιγμή θεωρείται και η κυρίως έναρξη της ιστορίας της βυζαντινής καστροπολιτείας καθώς τότε ξεκινάει το χτίσιμο οικιών γύρω από το κάστρο, όπως και η οικοδόμηση τειχών με σκοπό την ασφάλεια των κατοίκων.
Η σημασία της περιόδου αυτής εντοπίζεται και στο γεγονός της δημιουργίας μονών, της Μητρόπολης αλλά και σε μια διάχυτη πνευματική άνθιση, που γνωρίζει η περιοχή.
Κατά τους επόμενους αιώνες, ο Μυστράς κλυδωνίζεται από συνεχείς εντάσεις κυρίως λόγο της επιθυμίας του εκάστοτε αυτοκράτορα να ασκήσει τη διακυβέρνηση του στην περιοχή.
Η δημιουργία νέων δεσποτάτων στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου, και οι οθωμανικές και αλβανικές επιδρομές, που αποκορύφωμα τους είχαν την παράδοση του Μυστρά στου Οθωμανούς, δεν εμπόδιζαν την γενικότερη ανάπτυξη-πολιτική, πνευματική, διοικητική.
Η πολύχρονη οθωμανική κατοχή άρχισε να κλονίζει το απτόητο πνεύμα των κατοίκων του Μυστρά και έτσι σταδιακά επήλθε μια παρακμή σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας. Ο πληθυσμός βέβαια της περιοχής αυξανόταν με ραγδαίους ρυθμούς- έφτασε να προσεγγίζει τους 9.000 κατοίκους κατά τον 17ο αιώνα.
Λίγα χρόνια μετά, κατά τη διάρκεια του ενετοτουρκικού πολέμου, ο Μυστράς, για μικρό χρονικό διάστημα περιέρχεται στα χέρια των Ενετών, όπως και ολόκληρη η Πελοπόννησος, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα τη μεταφορά της πρωτεύουσας της επαρχίας της Λακωνίας στην Μονεμβασία και την τεράστια ακμή της σηροτροφίας στον Μυστρά.
Παρ’ όλα αυτά, κατά τα επόμενα χρόνια, ακολούθησε και πάλι οθωμανική κατάκτηση, η οποία όμως διακόπηκε για μερικούς μόνο μήνες από μια απέλπιδα προσπάθεια της ελληνικής πλευράς να ελευθερώσει τον Μυστρά.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως κατά την περίοδο της ελληνικής κυριαρχίας, ο Μυστράς αφού καταλήφθηκε από Μανιάτες και Ρώσους, αποτέλεσε τόπο σφαγής καθώς οι οθωμανικές οικογένειες που διέμεναν στην περιοχή, δεχόμενες να παραδοθούν με μοναδικό όρο να απομακρυνθούν ελεύθερες από την καστροπολιτεία, υπέστησαν τον θυμό της ελληνορωσικής πλευράς.
Ο Μυστράς κατά την Ελληνική Επανάσταση
Λίγο πριν το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης του 1821, ο Μυστράς αριθμούσε περίπου 18.000 κατοίκους. Παρ’ όλο που η επανάσταση ήταν προ των πυλών, η ανάπτυξη που γνώρισε ο Μυστράς ήταν πρωτοφανής αφού το εμπόριο μεταξιού κατείχε σημαντικότατη θέση και προσέφερε υψηλότατα κέρδη σε αυτούς που το παρήγαγαν.
Η επανάσταση όμως ξεσπάει και η συμμετοχή των κατοίκων του Μυστρά είναι μεγάλη. Επιπλέον, δεν ήταν λίγοι και εκείνοι που μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρία και προσέφεραν τα μέγιστα στον Αγώνα.
Ο Μυστράς λεηλατήθηκε και ρημάχτηκε από τον Ιμπραήμ, το 1825.
Μετά το γεγονός αυτό και ως τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, η καστροπολιτεία του Μυστρά γνώρισε τεράστια ύφεση, που οδήγησε στην ερήμωση της περιοχής από τους κατοίκους της, οι οποίοι επέλεξαν να εγκατασταθούν στα γύρω χωριά ή σε μεγαλύτερες πόλεις.
Ενδεικτικό αυτής τη κατάστασης, είναι το παρακάτω δίστιχο:
«Παρόρι με τα κρύα νερά κι’ Άι Γιάννη με τ’ άνθη.
κι’ εσύ, καημένε μου Μυστρά, που σ’ έφαγεν η Σπάρτη.»
Ο Μυστράς εξακολουθούσε να φιλοξενεί ορισμένους κατοίκους, μέχρι το 1952 οπότε και εγκαταλείφτηκε τελείως και έκτοτε θεωρείται αρχαιολογικός χώρος.
Ο Μυστράς σήμερα
Πλέον ο Μυστράς αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους και καλύτερα διατηρημένους αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα. Ο μεγάλος αριθμός βυζαντινών ναών όπως είναι αυτός του Αγίου Δημητρίου, της Ευαγγελίστριας, της Αγίας Σοφίας, της Περίβλεπτου, της Παντάνασσας κ.ά., μεταφέρουν τον επισκέπτη στην εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γεγονός στο οποίο συμβάλλουν και οι εξαιρετικές αγιογραφίες που διατηρούνται μέχρι και σήμερα εκεί.
Οι εκκλησίες του Μυστρά χρησιμοποιούνται και ως χώροι διδασκαλίας βυζαντινής μουσικής, αγιογραφίας και αρχιτεκτονικής. Δύο σημαντικότατες εκδηλώσεις λαμβάνουν χώρα ετησίως στον Μυστρά και αποτελούν αφορμή για τους επισκέπτες ώστε να δώσουν το παρόν.
Η μια εκ των δύο, είναι τα Παλαιολόγεια, και αποτελούν μια λαμπρότατη διοργάνωση αφιερωμένη στον τελευταίο αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνο Παλαιολόγο καθώς και στη βυζαντινή εποχή γενικότερα.
Η δεύτερη εκδήλωση είναι μια εμποροπανήγυρη, που διοργανώνεται κάθε χρόνο στις 26 Αυγούστου-2 Σεπτεμβρίου και αποτελεί γεγονός μεγάλης σημασίας για ολόκληρη την περιοχή.
Αν και ο Μυστράς αποτελεί μια <<νεκρή>> καστροπολιτεία, οι εκδηλώσεις αυτές, σε συνδυασμό με των τεράστιο αριθμό επισκεπτών του αρχαιολογικού χώρου, δίνουν ζωή στον τόπο και διευκολύνουν στην αναβίωση των γεγονότων, που λίγους μόλις αιώνες πριν, συντελέστηκαν στον ιστορικό Μυστρά.
ΠΗΓΗ. exfacto.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου