ΔΕΥΤΕΡΑ 14-4-2014
Του Γιάννη Κωνσταντόπουλου*
Η Κίνα έχοντας κακές σχέσεις με τους περισσότερους γείτονές της, που την αντιλαμβάνονται σαν απειλή, είναι ουσιαστικά περικυκλωμένη.
Από το Κομμουνιστικό Βιετνάμ και την Ισλαμική Ινδονησία, μέχρι τις Δυτικόστροφες Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες, Ταιβάν, Νότιο Κορέα και Ιαπωνία, συγκροτείται ένας ανασχετικός δακτύλιος υποστηριζόμενος από την Αμερική, με σκοπό την άρνηση ζωτικού χώρου και πρόσβασης του Πεκίνου σε πρώτες ύλες και υδρογονάνθρακες.
Σε αυτές τα κράτη θα πρέπει να προστεθούν η Αγγλοσαξονική Αυστραλία και η Ινδία, η οποία έχει παραδοσιακά εχθρικές σχέσεις με την Κίνα, κάτι που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν οι ΗΠΑ τελευταία, με ένα γενναιόδωρο άνοιγμα στο Νέο Δελχί.
Η Κινεζική ηγεσία, έχοντας αντιληφθεί την κατάσταση που θα κληθεί να αντιπαλεύσει στο μέλλον, μολονότι ήδη αντιμετωπίζει προβλήματα στην επαρχία της Xinjiang με την Τουρκόφωνη μειονότητα των Ουϊγούρων, θα προσπαθήσει να σπάσει το σχεδιαζόμενο φράγμα και να εξαπλωθεί σε βάθος στον Ειρηνικό, αδρανοποιώντας τα κράτη της Στεφάνης του Ειρηνικού (Pacific Rim), μέσω της επένδυσης σε στρατιωτική ισχύ και της οικονομικής διείσδυσης, εκτοπίζοντας έτσι τους Αμερικανούς από την περιοχή.
Αυτή η τακτική του Πεκίνου, φαίνεται από την πρόσφατη κρίση a la Ίμια των νησιών Senkaku/Σενκάκου, των οποίων την κυριαρχία αμφισβητεί από την Ιαπωνία.
Μοναδικά στηρίγματα σε αυτήν την προσπάθεια, η Κίνα θα μπορούσε να έχει:
την Μιανμάρ, το Πακιστάν και την Βόρεια Κορέα.
Πάντως η ισχύς του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας αυξάνεται διαρκώς, καθώς διαθέτουν ήδη ένα αεροπλανοφόρο (το παλαιό Σοβιετικό Varyag) και σκοπεύουν να ναυπηγήσουν περισσότερα, αναπτύσσουν μαχητικά 5ης γενιάς (τα stealth J-20 και J-31), κατασκευάζουν ειδικά σχεδιασμένους βαλλιστικούς πυραύλους καταστροφής αεροπλανοφόρων (DF-21D) και εξελίσσουν τεχνολογικά αντίμετρα που μπορούν να προξενήσουν ζημιά σε δορυφόρους και συστήματα επικοινωνίας.
Καθώς ο στρατός των ΗΠΑ είναι εξαρτημένος: από τα αεροπλανοφόρα (για προβολή ισχύος στους ωκεανούς του κόσμου) και από το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα δραστηριοτήτων (για ερευνά-συλλογή και διαχείριση πληροφοριών, παρεμβολή (jamming) και η υποκλοπή σημάτων, διαβιβάσεις κτλ.), γίνεται αντιληπτό ότι ο στρατιωτικός σχεδιασμός της Ουάσινγκτον στον Ειρηνικό, θα μπορούσε να ανατραπεί από τις ένοπλες δυνάμεις της Κίνας.
Ωστόσο η Αμερική είναι ακόμα στρατιωτικά και τεχνολογικά η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο, ενώ το Πεκίνο είναι ακόμα εξαρτημένο σε Ρώσικη τεχνολογία.
Την ίδια στιγμή η Ρωσική Ομοσπονδία έχει στραμμένη την προσοχή της στο εγγύς εξωτερικό της, δηλαδή στα κράτη που κάποτε αποτελούσαν την Σοβιετική Ένωση.
Μέσω του κοινού οικονομικού χώρου που η Μόσχα συγκροτεί (Ευρασιατική Οικονομική Ένωση), επιδιώκει την ανασύσταση του πρώην Σοβιετικού χώρου υπό Ρωσική ηγεμονία, ώστε να κυριαρχήσει στη Ευρασία, μειώνοντας την επιβολή της Δύσης στο πλανητικό σύστημα.
Επιπλέον ο πρώην Σοβιετικός χώρος, θα προσδώσει στην Μόσχα ένα πεδίο, στου οποίου την αγορά θα ασκεί επιβολή, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της, με στόχο την κατάληψη μιας διακριτής θέσης στην παγκόσμια οικονομία, όχι απλώς ως εξαγωγέας ακατέργαστων πρώτων υλών και ενέργειας, αλλά ως δυναμικός, και καινοτόμος παραγωγός.
Κάτι τέτοιο, μαζί με την ανάκτηση του μεγαλύτερου χώρου που συνθέτει την Ευρασία, είναι απαραίτητα για να μπορέσει το Κρεμλίνο αργότερα να ασκήσει επιρροή σε αλλά σημεία του πλανήτη, μακριά από τα Ρώσικα σύνορα.
Εφόσον η Μόσχα κατορθώσει να φέρει σε πέρας αυτόν τον γεωστρατηγικό σχεδιασμό, τότε υπάρχουν πιθανότητες ακόμα και να γίνει ξανά υπερδύναμη.
Είναι πλέον πασιφανές, ότι η καταστροφική περίοδος για την Ρωσία που ακολούθησε την διάλυση της ΕΣΣΔ, με επακόλουθα:
την κατάρρευση της οικονομίας, καθώς και την τραγική κατάσταση των ρωσικών συμβατικών ενόπλων δυνάμεων (που είχε οδηγήσει σε υπέρ-εξάρτηση της άμυνας της χώρας από το στρατηγικό της οπλοστάσιο), έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Η Ρωσία είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς πρώτων υλών και υδρογονανθράκων παγκοσμίως, με προφανείς συνέπειες στην οικονομία της χώρας, ενώ έχει ξεκινήσει εδώ και μερικά χρόνια ένα πρόγραμμα επανεξοπλισμού με υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα (νέας 5ης γενιάς μαχητικά αεροσκάφη όπως το PAK FA/T-50 και το Su-35, πυρηνικά υποβρύχια και μονάδες επιφανείας, αντιαεροπορικά συστήματα όπως τα S-400 και S-500, βαλλιστικοί πύραυλοι, κτλ.) και εκσυγχρονισμού των τεράστιων αλλά παλαιών χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων που κληρονόμησε από τον Κόκκινο Στρατό της ΕΣΣΔ.
Έτσι οι Ρώσοι δεν έχουν να φοβηθούν μια ρήξη στις σχέσεις τους με την Δύση και αναμένεται να προχωρήσουν ακάθεκτοι με την στρατηγική τους.
Βέβαια στην προοπτική επαναφοράς της Μόσχας στα επίπεδα ισχύος της ΕΣΣΔ, θα αντιδράσουν σθεναρά οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της, κάτι που φαίνεται από τα γεγονότα στην Ουκρανία.
Η πτώση της εκεί φιλορωσικής κυβέρνησης, με αφορμή την άρνηση ένταξης του Κιέβου στην ΕΕ, ήταν μια απόπειρα ανάσχεσης της Ρωσίας και επαναφοράς του μετασοβιετικού status quo στην Ευρασία.
Ένα status quo που θέλει την τεράστια αυτή περιοχή να αποτελείται από κράτη-πελάτες της Ουάσινγκτον που θα προμηθεύουν την Δύση με ενέργεια.
Η άβουλη εξαιτίας των ανίκανων ηγετών της ΕΕ, όντας σχεδόν ολοκληρωτικά εξαρτημένη στην Αμερική, θα παίξει τον ρόλο του πολιτικού πολιορκητικού κριού στον ευαίσθητο για την Μόσχα πρώην Σοβιετικό χώρο.
Να θυμίσουμε πως την αξία που δίνει η Αμερική στον Ευρασιατικό χώρο, στην προσπάθειά της να παραμείνει η μοναδική υπερδύναμη του πλανήτη, διατύπωσε πρώτος ο Zbigniew Brzezinski (παλαιός σύμβουλος του Προέδρου Κάρτερ), ο οποίος είναι σε θέση να επηρεάζει άμεσα την εξωτερική πολιτική του Προέδρου Ομπάμα.
Συνεπώς η επιθετική αντίδραση της Ρωσίας στους ανασχετικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ ήρθε φυσιολογικά.
Όμως η προσάρτηση της Κριμαίας, η σταδιακή διχοτόμηση της Ουκρανίας, η διεθνής αναγνώριση και πιθανή προσάρτηση της Υπερδνειστερίας (αποσχισθέν κομμάτι της Μολδαβίας), η πίεση στην Γεωργία (μέσω των αποσχισμένων περιοχών της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας) αλλά και στις Βαλτικές δημοκρατίες (χώρες μέλη του ΝΑΤΟ), από το Κρεμλίνο, καθώς και οι επακόλουθες της Ουκρανικής κρίσης Δυτικές κυρώσεις (αν και αρχικά αρκετά ήπιες), η ΝΑΤΟποίηση των συνόρων της Ρωσίας στην Ευρώπη (που θα έχουν συνέπεια την μείωση της απόστασης μεταξύ της Μόσχας και των συνόρων των χωρών του ΝΑΤΟ από τα 1.200 χλμ. στα 500!), αλλά και η τελεσίδικη απόφαση της ΕΕ για σταδιακή απεξάρτηση από το Ρωσικό φυσικό αέριο, δείχνει πως επιστρέφουμε σταδιακά σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Άλλωστε εκτός από ένα μέρος της Ανατολικής Ευρώπης, τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία (δηλαδή ολόκληρος ο πρώην Σοβιετικός χώρος που μαζί με το έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, συγκροτεί την λεγόμενη περιοχή Heartland/Ζώνη-Άξονας, απαραίτητη σύμφωνα με κάποιες απόψεις για τον έλεγχο της Ευρασίας), η ένταση αναμένεται να επεκταθεί και στην Αρκτική.
Ο Βόρειος Πόλος είναι ένα απίστευτης σημασίας στρατηγικό σημείο, αφού επί παραδείγματι από την επιφάνεια αυτή μπορούν να εξορμήσουν ακόμα και στρατηγικά βομβαρδιστικά, ενώ υπάρχουν μεγάλα αποθέματα σε υδρογονάνθρακες, τα οποία αναμένεται να διεκδικήσουν τα κράτη που γειτνιάζουν με τον Πόλο (Σκανδιναβικές χώρες, Ρωσία, ΗΠΑ, Καναδάς).
Συν τοις άλλοις στην Αρκτική ανοίγει ένας νέος εμπορικός δρόμος, καθώς το λιώσιμο των πάγων αναμένεται να επιτρέψει την ναυτική, εμπορική και οικονομική δραστηριότητα από τον Βορρά.
Το σημαντικό εδώ είναι πως αυτός ο νέος εμπορικός δρόμος δεν ελέγχεται από καμία Μεγάλη Δύναμη, κάτι που σημαίνει ότι θα διεκδικηθεί από την Ρωσία, αλλά και την Δύση που ελέγχει την πρόσβαση στους άλλους υδάτινους ναυτικούς εμπορικούς δρόμους του πλανήτη.
Βλέπουμε λοιπόν πως υπάρχουν πολλά μέτωπα που ανοίγουν μεταξύ Ρωσίας και Κίνας από την μια και της Δύσης από την άλλη.
Όμως η πολιτική περιορισμού (containment) των ΗΠΑ απέναντι στην Ρωσία και την Κίνα, πέρα από ένα νέο Ψυχροπολεμικό κλίμα, δημιουργεί και τις προϋποθέσεις της δημιουργίας ενός άξονα Μόσχας-Πεκίνου, κάτι αξιοπρόσεκτο καθώς μακροπρόθεσμα σε στρατηγικό επίπεδο, η Ρωσία και η Κίνα είναι ανταγωνιστικές δυνάμεις και δυνητικοί αντίπαλοι, στο σύστημα της Ευρασίας.
Μοιραία δυο Μεγάλες Δυνάμεις σε μια μεγάλη περιφέρεια-σύστημα, είναι λογικό να έρθουν κάποια στιγμή αντιμέτωπες, αλλά οι λανθασμένοι και υπερφίαλοι χειρισμοί της κυβέρνησης Ομπάμα, έχει κατορθώσει να αμβλύνει τις όποιες διαφορές οι δυο χώρες μπορεί να έχουν.
Ας μην ξεχνάμε ότι Σοβιετική Ένωση και Κίνα είχαν πολεμήσει μεταξύ τους, σε δυο μικρής έκτασης συρράξεις, το 1929 και το 1969.
Ένας άξονας Μόσχας-Πεκίνου είναι στρατηγικής σημασίας και για τους δύο.
Η Κίνα θα προσφέρει οικονομική κάλυψη για να βγει η Ρωσία αλώβητη από τυχόν νέες κυρώσεις της Δύσης, σχετικά με την προσάρτηση της Κριμαίας, αφού το πιθανότερο είναι να υπάρξει συνέχεια στο ουκρανικό ζήτημα, ενώ η Ρωσία θα προσφέρει τεχνολογία αιχμής στην Κίνα, την οποία, οι ΗΠΑ και το αμερικανικό Ναυτικό θα πρέπει να αντιμετωπίσουν στον Ειρηνικό ωκεανό.
Χρησιμοποιώντας την οικονομική της ευμάρεια, για την στρατιωτική της αναβάθμιση και εξασφαλίζοντας μέσω της Ρωσίας την ενεργειακή της αυτάρκεια, η Κίνα θα έχει εν μέρει αποδεσμευτεί από τον ανασχετικό σχεδιασμό της Ουάσινγκτον.
Ομοίως και η Ρωσία, θα αποκτήσει πρόσβαση στην αγορά του δεύτερου μεγαλύτερου καταναλωτή ενέργειας στον κόσμο, την στιγμή που θα έχει ξεκινήσει να χάνει τις αγορές της Γηραιάς Ηπείρου, ενώ θα έχει την ευκαιρία να αναμειχθεί στον αμυντικό σχεδιασμό της γειτονικής της χώρας.
Η ενωμένη ισχύς της Μόσχας και του Πεκίνου, θα τους επιτρέψει να προκαλέσουν την Αμερική σε βραχυπρόθεσμο μάλιστα χρονικό ορίζοντα, αφού η Ρωσική τεχνολογία/τεχνογνωσία, μαζί με τα γιγαντιαία αποθέματα σε φυσικούς πόρους, σε συνδυασμό με το κολοσσιαίο Κινεζικό ανθρώπινο δυναμικό και εμπορικό πλεόνασμα, μπορεί υπό προϋποθέσεις να υπερισχύσει έναντι των ακόμα πανίσχυρων ΗΠΑ, που όμως βλέπουν την δύναμή τους να μειώνεται, βρισκόμενες σε καθοδική πορεία.
Ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος από τον έντονο ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα τέτοιο περιβάλλον στις διεθνείς σχέσεις, όπου ο κόσμος δύναται να μπει σε περιπέτειες που θα απειλήσουν σοβαρά τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Από τα όσα έχουν γραφτεί ως τώρα, γίνεται κατανοητό πως στο νέο αυτό περιβάλλον του 21ου αιώνα, ο αγώνας για πλανητική κυριαρχία θα κριθεί στο νοητό γεωγραφικό τρίγωνο που σχηματίζουν:
η Ανταρκτική, σαν κορυφή του τριγώνου, και η Ανατολική Μεσόγειος και θάλασσα της Νότιας Κίνας (South China Sea), σαν τα δυο άκρα του.
Μέσα σε αυτό το τρίγωνο βρίσκεται η Ευρασία, που είναι και το μεγαλύτερο έπαθλο.
Έτσι όμως η Ελλάδα γίνεται μέρος του γεωπολιτικού ανταγωνισμού, αφού η δεσπόζουσα θέση της χώρας μας στον ανατολικό τομέα της Μεσογείου, δεν της επιτρέπει να μην πάρει μέρος στις μελλοντικές εξελίξεις. Ειδικά μετά την ανακάλυψη στον πυθμένα της Ανατολικής Μεσογείου τεραστίων αποθεμάτων φυσικού αερίου και υδρογονανθράκων, ικανά να απελευθερώσουν την Ευρώπη από την ενεργειακή εξάρτηση της από τρίτα μέρη (Ρωσία).
Θα γίνει δύσκολο λοιπόν για την Ελλάδα να ελιχθεί και να κάνει τις εναλλακτικές συμμαχίες, που η Αθήνα χρειάζεται για να αντιμετωπίσει την επέλαση της
Νεο-οθωμανικής Τουρκίας.
Εναλλακτικές συμμαχίες, όπως μια σύμπραξη με την Ρωσία ή ένα κάλεσμα στην Κίνα για επενδύσεις, πάντα στα πλαίσια του Ευρωατλαντικού προσανατολισμού της πατρίδας μας.
Γι' αυτό στον τωρινό πολυπολικό κόσμο, απαιτείται επιμελής σχεδιασμός και προσεκτικές κινήσεις από τους σχεδιαστές της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής.
* Διεθνολόγος, πολιτικός επιστήμων, συνεργάτης ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
ΠΗΓΗ. elkeda
Του Γιάννη Κωνσταντόπουλου*
Η Κίνα έχοντας κακές σχέσεις με τους περισσότερους γείτονές της, που την αντιλαμβάνονται σαν απειλή, είναι ουσιαστικά περικυκλωμένη.
Από το Κομμουνιστικό Βιετνάμ και την Ισλαμική Ινδονησία, μέχρι τις Δυτικόστροφες Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες, Ταιβάν, Νότιο Κορέα και Ιαπωνία, συγκροτείται ένας ανασχετικός δακτύλιος υποστηριζόμενος από την Αμερική, με σκοπό την άρνηση ζωτικού χώρου και πρόσβασης του Πεκίνου σε πρώτες ύλες και υδρογονάνθρακες.
Σε αυτές τα κράτη θα πρέπει να προστεθούν η Αγγλοσαξονική Αυστραλία και η Ινδία, η οποία έχει παραδοσιακά εχθρικές σχέσεις με την Κίνα, κάτι που προσπαθούν να εκμεταλλευθούν οι ΗΠΑ τελευταία, με ένα γενναιόδωρο άνοιγμα στο Νέο Δελχί.
Η Κινεζική ηγεσία, έχοντας αντιληφθεί την κατάσταση που θα κληθεί να αντιπαλεύσει στο μέλλον, μολονότι ήδη αντιμετωπίζει προβλήματα στην επαρχία της Xinjiang με την Τουρκόφωνη μειονότητα των Ουϊγούρων, θα προσπαθήσει να σπάσει το σχεδιαζόμενο φράγμα και να εξαπλωθεί σε βάθος στον Ειρηνικό, αδρανοποιώντας τα κράτη της Στεφάνης του Ειρηνικού (Pacific Rim), μέσω της επένδυσης σε στρατιωτική ισχύ και της οικονομικής διείσδυσης, εκτοπίζοντας έτσι τους Αμερικανούς από την περιοχή.
Αυτή η τακτική του Πεκίνου, φαίνεται από την πρόσφατη κρίση a la Ίμια των νησιών Senkaku/Σενκάκου, των οποίων την κυριαρχία αμφισβητεί από την Ιαπωνία.
Μοναδικά στηρίγματα σε αυτήν την προσπάθεια, η Κίνα θα μπορούσε να έχει:
την Μιανμάρ, το Πακιστάν και την Βόρεια Κορέα.
Πάντως η ισχύς του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας αυξάνεται διαρκώς, καθώς διαθέτουν ήδη ένα αεροπλανοφόρο (το παλαιό Σοβιετικό Varyag) και σκοπεύουν να ναυπηγήσουν περισσότερα, αναπτύσσουν μαχητικά 5ης γενιάς (τα stealth J-20 και J-31), κατασκευάζουν ειδικά σχεδιασμένους βαλλιστικούς πυραύλους καταστροφής αεροπλανοφόρων (DF-21D) και εξελίσσουν τεχνολογικά αντίμετρα που μπορούν να προξενήσουν ζημιά σε δορυφόρους και συστήματα επικοινωνίας.
Καθώς ο στρατός των ΗΠΑ είναι εξαρτημένος: από τα αεροπλανοφόρα (για προβολή ισχύος στους ωκεανούς του κόσμου) και από το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα δραστηριοτήτων (για ερευνά-συλλογή και διαχείριση πληροφοριών, παρεμβολή (jamming) και η υποκλοπή σημάτων, διαβιβάσεις κτλ.), γίνεται αντιληπτό ότι ο στρατιωτικός σχεδιασμός της Ουάσινγκτον στον Ειρηνικό, θα μπορούσε να ανατραπεί από τις ένοπλες δυνάμεις της Κίνας.
Ωστόσο η Αμερική είναι ακόμα στρατιωτικά και τεχνολογικά η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο, ενώ το Πεκίνο είναι ακόμα εξαρτημένο σε Ρώσικη τεχνολογία.
Την ίδια στιγμή η Ρωσική Ομοσπονδία έχει στραμμένη την προσοχή της στο εγγύς εξωτερικό της, δηλαδή στα κράτη που κάποτε αποτελούσαν την Σοβιετική Ένωση.
Μέσω του κοινού οικονομικού χώρου που η Μόσχα συγκροτεί (Ευρασιατική Οικονομική Ένωση), επιδιώκει την ανασύσταση του πρώην Σοβιετικού χώρου υπό Ρωσική ηγεμονία, ώστε να κυριαρχήσει στη Ευρασία, μειώνοντας την επιβολή της Δύσης στο πλανητικό σύστημα.
Επιπλέον ο πρώην Σοβιετικός χώρος, θα προσδώσει στην Μόσχα ένα πεδίο, στου οποίου την αγορά θα ασκεί επιβολή, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της, με στόχο την κατάληψη μιας διακριτής θέσης στην παγκόσμια οικονομία, όχι απλώς ως εξαγωγέας ακατέργαστων πρώτων υλών και ενέργειας, αλλά ως δυναμικός, και καινοτόμος παραγωγός.
Κάτι τέτοιο, μαζί με την ανάκτηση του μεγαλύτερου χώρου που συνθέτει την Ευρασία, είναι απαραίτητα για να μπορέσει το Κρεμλίνο αργότερα να ασκήσει επιρροή σε αλλά σημεία του πλανήτη, μακριά από τα Ρώσικα σύνορα.
Εφόσον η Μόσχα κατορθώσει να φέρει σε πέρας αυτόν τον γεωστρατηγικό σχεδιασμό, τότε υπάρχουν πιθανότητες ακόμα και να γίνει ξανά υπερδύναμη.
Είναι πλέον πασιφανές, ότι η καταστροφική περίοδος για την Ρωσία που ακολούθησε την διάλυση της ΕΣΣΔ, με επακόλουθα:
την κατάρρευση της οικονομίας, καθώς και την τραγική κατάσταση των ρωσικών συμβατικών ενόπλων δυνάμεων (που είχε οδηγήσει σε υπέρ-εξάρτηση της άμυνας της χώρας από το στρατηγικό της οπλοστάσιο), έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Η Ρωσία είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς πρώτων υλών και υδρογονανθράκων παγκοσμίως, με προφανείς συνέπειες στην οικονομία της χώρας, ενώ έχει ξεκινήσει εδώ και μερικά χρόνια ένα πρόγραμμα επανεξοπλισμού με υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα (νέας 5ης γενιάς μαχητικά αεροσκάφη όπως το PAK FA/T-50 και το Su-35, πυρηνικά υποβρύχια και μονάδες επιφανείας, αντιαεροπορικά συστήματα όπως τα S-400 και S-500, βαλλιστικοί πύραυλοι, κτλ.) και εκσυγχρονισμού των τεράστιων αλλά παλαιών χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων που κληρονόμησε από τον Κόκκινο Στρατό της ΕΣΣΔ.
Έτσι οι Ρώσοι δεν έχουν να φοβηθούν μια ρήξη στις σχέσεις τους με την Δύση και αναμένεται να προχωρήσουν ακάθεκτοι με την στρατηγική τους.
Βέβαια στην προοπτική επαναφοράς της Μόσχας στα επίπεδα ισχύος της ΕΣΣΔ, θα αντιδράσουν σθεναρά οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της, κάτι που φαίνεται από τα γεγονότα στην Ουκρανία.
Η πτώση της εκεί φιλορωσικής κυβέρνησης, με αφορμή την άρνηση ένταξης του Κιέβου στην ΕΕ, ήταν μια απόπειρα ανάσχεσης της Ρωσίας και επαναφοράς του μετασοβιετικού status quo στην Ευρασία.
Ένα status quo που θέλει την τεράστια αυτή περιοχή να αποτελείται από κράτη-πελάτες της Ουάσινγκτον που θα προμηθεύουν την Δύση με ενέργεια.
Η άβουλη εξαιτίας των ανίκανων ηγετών της ΕΕ, όντας σχεδόν ολοκληρωτικά εξαρτημένη στην Αμερική, θα παίξει τον ρόλο του πολιτικού πολιορκητικού κριού στον ευαίσθητο για την Μόσχα πρώην Σοβιετικό χώρο.
Να θυμίσουμε πως την αξία που δίνει η Αμερική στον Ευρασιατικό χώρο, στην προσπάθειά της να παραμείνει η μοναδική υπερδύναμη του πλανήτη, διατύπωσε πρώτος ο Zbigniew Brzezinski (παλαιός σύμβουλος του Προέδρου Κάρτερ), ο οποίος είναι σε θέση να επηρεάζει άμεσα την εξωτερική πολιτική του Προέδρου Ομπάμα.
Συνεπώς η επιθετική αντίδραση της Ρωσίας στους ανασχετικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ ήρθε φυσιολογικά.
Όμως η προσάρτηση της Κριμαίας, η σταδιακή διχοτόμηση της Ουκρανίας, η διεθνής αναγνώριση και πιθανή προσάρτηση της Υπερδνειστερίας (αποσχισθέν κομμάτι της Μολδαβίας), η πίεση στην Γεωργία (μέσω των αποσχισμένων περιοχών της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας) αλλά και στις Βαλτικές δημοκρατίες (χώρες μέλη του ΝΑΤΟ), από το Κρεμλίνο, καθώς και οι επακόλουθες της Ουκρανικής κρίσης Δυτικές κυρώσεις (αν και αρχικά αρκετά ήπιες), η ΝΑΤΟποίηση των συνόρων της Ρωσίας στην Ευρώπη (που θα έχουν συνέπεια την μείωση της απόστασης μεταξύ της Μόσχας και των συνόρων των χωρών του ΝΑΤΟ από τα 1.200 χλμ. στα 500!), αλλά και η τελεσίδικη απόφαση της ΕΕ για σταδιακή απεξάρτηση από το Ρωσικό φυσικό αέριο, δείχνει πως επιστρέφουμε σταδιακά σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Άλλωστε εκτός από ένα μέρος της Ανατολικής Ευρώπης, τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία (δηλαδή ολόκληρος ο πρώην Σοβιετικός χώρος που μαζί με το έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, συγκροτεί την λεγόμενη περιοχή Heartland/Ζώνη-Άξονας, απαραίτητη σύμφωνα με κάποιες απόψεις για τον έλεγχο της Ευρασίας), η ένταση αναμένεται να επεκταθεί και στην Αρκτική.
Ο Βόρειος Πόλος είναι ένα απίστευτης σημασίας στρατηγικό σημείο, αφού επί παραδείγματι από την επιφάνεια αυτή μπορούν να εξορμήσουν ακόμα και στρατηγικά βομβαρδιστικά, ενώ υπάρχουν μεγάλα αποθέματα σε υδρογονάνθρακες, τα οποία αναμένεται να διεκδικήσουν τα κράτη που γειτνιάζουν με τον Πόλο (Σκανδιναβικές χώρες, Ρωσία, ΗΠΑ, Καναδάς).
Συν τοις άλλοις στην Αρκτική ανοίγει ένας νέος εμπορικός δρόμος, καθώς το λιώσιμο των πάγων αναμένεται να επιτρέψει την ναυτική, εμπορική και οικονομική δραστηριότητα από τον Βορρά.
Το σημαντικό εδώ είναι πως αυτός ο νέος εμπορικός δρόμος δεν ελέγχεται από καμία Μεγάλη Δύναμη, κάτι που σημαίνει ότι θα διεκδικηθεί από την Ρωσία, αλλά και την Δύση που ελέγχει την πρόσβαση στους άλλους υδάτινους ναυτικούς εμπορικούς δρόμους του πλανήτη.
Βλέπουμε λοιπόν πως υπάρχουν πολλά μέτωπα που ανοίγουν μεταξύ Ρωσίας και Κίνας από την μια και της Δύσης από την άλλη.
Όμως η πολιτική περιορισμού (containment) των ΗΠΑ απέναντι στην Ρωσία και την Κίνα, πέρα από ένα νέο Ψυχροπολεμικό κλίμα, δημιουργεί και τις προϋποθέσεις της δημιουργίας ενός άξονα Μόσχας-Πεκίνου, κάτι αξιοπρόσεκτο καθώς μακροπρόθεσμα σε στρατηγικό επίπεδο, η Ρωσία και η Κίνα είναι ανταγωνιστικές δυνάμεις και δυνητικοί αντίπαλοι, στο σύστημα της Ευρασίας.
Μοιραία δυο Μεγάλες Δυνάμεις σε μια μεγάλη περιφέρεια-σύστημα, είναι λογικό να έρθουν κάποια στιγμή αντιμέτωπες, αλλά οι λανθασμένοι και υπερφίαλοι χειρισμοί της κυβέρνησης Ομπάμα, έχει κατορθώσει να αμβλύνει τις όποιες διαφορές οι δυο χώρες μπορεί να έχουν.
Ας μην ξεχνάμε ότι Σοβιετική Ένωση και Κίνα είχαν πολεμήσει μεταξύ τους, σε δυο μικρής έκτασης συρράξεις, το 1929 και το 1969.
Ένας άξονας Μόσχας-Πεκίνου είναι στρατηγικής σημασίας και για τους δύο.
Η Κίνα θα προσφέρει οικονομική κάλυψη για να βγει η Ρωσία αλώβητη από τυχόν νέες κυρώσεις της Δύσης, σχετικά με την προσάρτηση της Κριμαίας, αφού το πιθανότερο είναι να υπάρξει συνέχεια στο ουκρανικό ζήτημα, ενώ η Ρωσία θα προσφέρει τεχνολογία αιχμής στην Κίνα, την οποία, οι ΗΠΑ και το αμερικανικό Ναυτικό θα πρέπει να αντιμετωπίσουν στον Ειρηνικό ωκεανό.
Χρησιμοποιώντας την οικονομική της ευμάρεια, για την στρατιωτική της αναβάθμιση και εξασφαλίζοντας μέσω της Ρωσίας την ενεργειακή της αυτάρκεια, η Κίνα θα έχει εν μέρει αποδεσμευτεί από τον ανασχετικό σχεδιασμό της Ουάσινγκτον.
Ομοίως και η Ρωσία, θα αποκτήσει πρόσβαση στην αγορά του δεύτερου μεγαλύτερου καταναλωτή ενέργειας στον κόσμο, την στιγμή που θα έχει ξεκινήσει να χάνει τις αγορές της Γηραιάς Ηπείρου, ενώ θα έχει την ευκαιρία να αναμειχθεί στον αμυντικό σχεδιασμό της γειτονικής της χώρας.
Η ενωμένη ισχύς της Μόσχας και του Πεκίνου, θα τους επιτρέψει να προκαλέσουν την Αμερική σε βραχυπρόθεσμο μάλιστα χρονικό ορίζοντα, αφού η Ρωσική τεχνολογία/τεχνογνωσία, μαζί με τα γιγαντιαία αποθέματα σε φυσικούς πόρους, σε συνδυασμό με το κολοσσιαίο Κινεζικό ανθρώπινο δυναμικό και εμπορικό πλεόνασμα, μπορεί υπό προϋποθέσεις να υπερισχύσει έναντι των ακόμα πανίσχυρων ΗΠΑ, που όμως βλέπουν την δύναμή τους να μειώνεται, βρισκόμενες σε καθοδική πορεία.
Ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος από τον έντονο ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα τέτοιο περιβάλλον στις διεθνείς σχέσεις, όπου ο κόσμος δύναται να μπει σε περιπέτειες που θα απειλήσουν σοβαρά τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Από τα όσα έχουν γραφτεί ως τώρα, γίνεται κατανοητό πως στο νέο αυτό περιβάλλον του 21ου αιώνα, ο αγώνας για πλανητική κυριαρχία θα κριθεί στο νοητό γεωγραφικό τρίγωνο που σχηματίζουν:
η Ανταρκτική, σαν κορυφή του τριγώνου, και η Ανατολική Μεσόγειος και θάλασσα της Νότιας Κίνας (South China Sea), σαν τα δυο άκρα του.
Μέσα σε αυτό το τρίγωνο βρίσκεται η Ευρασία, που είναι και το μεγαλύτερο έπαθλο.
Έτσι όμως η Ελλάδα γίνεται μέρος του γεωπολιτικού ανταγωνισμού, αφού η δεσπόζουσα θέση της χώρας μας στον ανατολικό τομέα της Μεσογείου, δεν της επιτρέπει να μην πάρει μέρος στις μελλοντικές εξελίξεις. Ειδικά μετά την ανακάλυψη στον πυθμένα της Ανατολικής Μεσογείου τεραστίων αποθεμάτων φυσικού αερίου και υδρογονανθράκων, ικανά να απελευθερώσουν την Ευρώπη από την ενεργειακή εξάρτηση της από τρίτα μέρη (Ρωσία).
Θα γίνει δύσκολο λοιπόν για την Ελλάδα να ελιχθεί και να κάνει τις εναλλακτικές συμμαχίες, που η Αθήνα χρειάζεται για να αντιμετωπίσει την επέλαση της
Νεο-οθωμανικής Τουρκίας.
Εναλλακτικές συμμαχίες, όπως μια σύμπραξη με την Ρωσία ή ένα κάλεσμα στην Κίνα για επενδύσεις, πάντα στα πλαίσια του Ευρωατλαντικού προσανατολισμού της πατρίδας μας.
Γι' αυτό στον τωρινό πολυπολικό κόσμο, απαιτείται επιμελής σχεδιασμός και προσεκτικές κινήσεις από τους σχεδιαστές της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής.
* Διεθνολόγος, πολιτικός επιστήμων, συνεργάτης ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
ΠΗΓΗ. elkeda
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου