ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗ «CISCO» - Σκέψεις και προβληματισμοί με αφορμή τις «αποκαλύψεις»

 


Η αποκάλυψη ότι η «Cisco» έχει τη δυνατότητα να συλλέγει και να αξιοποιεί δεδομένα χρήσης από την τηλεκπαίδευση χιλιάδων μαθητών και εκπαιδευτικών δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Από την αρχική ανακοίνωση της συμφωνίας της κυβέρνησης με τον συγκεκριμένο κολοσσό για τις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης, μια σειρά από εκπαιδευτικά σωματεία και φορείς γονέων είχαν εκφράσει προβληματισμούς σε σχέση με την παράδοση του ευαίσθητου τομέα της τηλεκπαίδευσης σε μια πολυεθνική.

Η κυβέρνηση γνώριζε πολύ καλά πού βάδιζε, και αυτό σήμερα φαίνεται καθαρά από την ίδια τη συμφωνία που ήρθε στο φως της δημοσιότητας. Την ίδια στιγμή, είναι τουλάχιστον υποκριτικά τα «δάκρυα» της αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, που μπορεί να απαιτούσε από τη ΝΔ να δώσει στη δημοσιότητα τη σύμβαση ή να «διαρρηγνύει τα ιμάτιά του» σήμερα, όμως «προδόθηκε» από την ίδια την υπουργό Ν. Κεραμέως, όταν η ίδια δήλωνε για τις άδειες χρήσης του προγράμματος τηλεδιασκέψεων «Σύζευξις ΙΙ», έργου του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης:

 «Το "Σύζευξις ΙΙ", το οποίο εξασφαλίζει άδειες τηλεδιασκέψεων για το Δημόσιο, περιλαμβάνει και προϊόντα "Cisco" και το αξιοποιούμε σήμερα, ξέρετε από ποιον και πότε υπεγράφη; Από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τρεις μέρες πριν τις εκλογές... Ως κυβέρνηση αγοράζατε άδειες τηλεδιασκέψεων και προϊόντα τηλεδιασκέψεων "Cisco"!».

Από αυτά επιβεβαιώνεται ό,τι είναι ήδη γνωστό, σκανδαλώδες και «φυσιολογικό» στο πλαίσιο της ιδιοκτησίας τέτοιων εργαλείων από μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους: Πως η χρήση των υπηρεσιών τους από εκατομμύρια χρήστες προϋποθέτει - από τους όρους χρήσης κιόλας, στα «ψιλά γράμματα» - ότι διατηρούν κάθε δικαίωμα στη χρήση και επεξεργασία δεδομένων από αυτήν τη χρήση για δικούς τους επιχειρηματικούς σκοπούς.

Στη σύμβαση αναφέρεται ρητά ότι η «Cisco» «μπορεί να αποκαλύψει δεδομένα τηλεμετρίας και δεδομένα υποστήριξης σε τρίτους» και να χρησιμοποιεί αυτά τα δεδομένα «για δικούς της επιχειρηματικούς σκοπούς, χωρίς απόδοση ή αποζημίωση στον πελάτη». 

Για τον ίδιο λόγο μπορεί να κάνει χρήση και για τα «διοικητικά δεδομένα», ενώ «δεν υποχρεούται να επιστρέψει ή να καταστρέψει προστατευμένα δεδομένα που αποτελούν δεδομένα διαχείρισης». 

Τα δεδομένα αυτά η «Cisco» μπορεί να τα μεταπωλεί σε τρίτους, ακόμα και στην ίδια την ελληνική κυβέρνηση. Σύμφωνα με τη σύμβαση, υποχρεώνεται να αποπροσωποποιήσει τα δεδομένα πριν κάνει χρήση τους, δηλαδή να μην προκύπτει από αυτά η ταυτοποίηση φυσικού προσώπου, κάτι που προβλέπεται από τον Γενικό Κανονισμό Προσωπικών Δεδομένων (GDPR)*

Τα αποπροσωποποιημένα δεδομένα όμως είναι ακριβώς το ζητούμενο για κάθε εταιρεία. Σύμφωνα με τον GDPR, τα δεδομένα αυτά θεωρούνται μη προσωπικά. Μετατρέπονται έτσι σε πολύτιμα προς χρήση, με βάση τη στατιστική τους αξία για το κεφάλαιο. 

Είναι ακριβώς αυτά τα δεδομένα που αποτελούν «χρυσωρυχείο» για τις εταιρείες, για την εύκολη βελτίωση των υπηρεσιών - εμπορευμάτων τους και τη χρήση τους για εμπορικούς σκοπούς.

«Κύριε, με πέταξε έξω» και άλλες προκλήσεις

Αποτελεί πρόκληση για εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές το στοιχείο που ήρθε στη δημοσιότητα (σύμβαση 9/11/2020), ότι η δωρεάν παραχώρηση των υπηρεσιών της «Cisco» περιοριζόταν σε «16.000 ταυτόχρονες συναντήσεις με 400.000 συμμετέχοντες»! Αυτό η κυβέρνηση το γνώριζε και «έκανε την πάπια» απέναντι στον αγώνα χιλιάδων εκπαιδευτικών και των οικογενειών τους να αντεπεξέλθουν στις καθημερινές δυσκολίες «του συστήματος». Μαζί βέβαια με τις τεράστιες ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή τις οποίες ακόμα η κυβέρνηση «καλύπτει»...

Πρόκληση αποτελεί και η διαφήμιση περί «δωρεάν» αξιοποίησης των υπηρεσιών, που σήμερα καταρρίπτεται, αφού αυτό που συνέβη ήταν «απλώς» μια τροποποίηση παλαιότερων συμβάσεων με την κινεζική «Huawei», που πλήρωνε το ελληνικό Δημόσιο με ένα ποσό γύρω στα 2 εκατ. ευρώ! 

Η ίδια η κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι η δωρεάν χρήση αφορούσε το διάστημα μέχρι το Γενάρη του 2021, και όχι για όσο υπάρχει η ανάγκη χρήσης των αντίστοιχων υπηρεσιών.

Η μεταστροφή αυτή δεν έχει μόνο οικονομική σημασία αλλά - κυρίως - πολιτική, στο πλαίσιο των ανταγωνισμών αμερικανικών και κινεζικών μονοπωλίων στις τηλεπικοινωνίες. 

Σχετίζεται με τους ανταγωνισμούς μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ και είναι συνέχεια του «Στρατηγικού Διαλόγου» με τις ΗΠΑ, που εγκαινίασε ο ΣΥΡΙΖΑ και αφορούσε συγκεκριμένες παρεμβάσεις και στην Εκπαίδευση, για την «άμβλυνση του αντιαμερικανισμού» στην Ελλάδα. Αποτελεί επιλογή στο φόντο των σφοδρών ανταγωνισμών ΗΠΑ - Κίνας για την ανάπτυξη της αγοράς των δικτύων 5G, που θα δώσουν προβάδισμα και ταυτόχρονα πρόσβαση σε σειρά δεδομένων σε όποιον επιχειρηματικό όμιλο και κράτος διεισδύσει στις χώρες της περιοχής.

Το μεγάλο «σκάνδαλο» έγκειται στο ότι δαπανήθηκαν εκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα του ελληνικού λαού για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση στην Ελλάδα σε συνθήκες διαχρονικής υποχρηματοδότησης της Παιδείας, ταυτόχρονα με τη δυνατότητα της «Cisco» να αξιοποιεί τα στατιστικά δεδομένα που προκύπτουν από τη χρήση των υπηρεσιών της για να κερδίζει πολλαπλά, ακόμα κι όταν δεν τα μεταπωλήσει. 

Ενάμισι εκατομμύριο χρήστες δίνουν «δωρεάν» πληροφορία, που η «Cisco» χρησιμοποιεί για να αναπτύξει, να εξελίξει και να κάνει πιο «εύχρηστες» τις εφαρμογές της, με στόχο το κέρδος!

Η υποκρισία όσων στηρίζουν την επιχειρηματική δράση στην Εκπαίδευση

Αυτά υπηρέτησαν και ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, όταν θεωρούσε «επανάσταση» την ανωνυμοποίηση δεδομένων μέσω του GDPR της ΕΕ, και η ΝΔ σήμερα. Το ίδιο κάνουν και όλα τα κόμματα που αντιμετωπίζουν την Εκπαίδευση ως ένα προνομιακό πεδίο δράσης για το κεφάλαιο.

Αυτά τα κόμματα (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ, ΜέΡΑ25) τον Αύγουστο του 2019 ψήφισαν το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τα προσωπικά δεδομένα, το οποίο καθιέρωνε γενικευμένο φακέλωμα, ενσωματώνοντας και αντίστοιχη ευρωενωσιακή Οδηγία, όπου επιτρεπόταν στον εργοδότη να υποβάλλει τα δεδομένα του εργαζόμενου σε επεξεργασία «για σκοπούς της σύμβασης εργασίας, εφόσον είναι απαραίτητο για τη σύναψη σύμβασης εργασίας ή μετά τη σύναψη εργασίας για την εκτέλεσή της ή την καταγγελία της». 

Επιτρεπόταν η παρακολούθηση των εργαζομένων από κάμερες, ορίζοντας πως τα δεδομένα που συλλέγονται «δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως αποκλειστικά (!) κριτήρια για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και της αποδοτικότητας του εργαζόμενου», ενώ τους δινόταν η δυνατότητα επεξεργασίας ακόμα και ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, όπως η φυλετική και εθνική καταγωγή, πολιτικά φρονήματα, θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, γενετικά και βιομετρικά δεδομένα, υγεία, σεξουαλική ζωή και γενετήσιος προσανατολισμός, ποινικές καταδίκες.

Τεχνολογία με γνώμονα το κέρδος ή την ικανοποίηση των σύγχρονων μορφωτικών αναγκών;

Οι διαχρονικές αντιλαϊκές πολιτικές από όλες τις κυβερνήσεις δεν πρέπει να αφήνουν κανένα περιθώριο αυταπατών ότι αυτό που μπορεί να αποτελεί «τεχνολογική ευχή», στα χέρια των εκπροσώπων της αστικής τάξης και της καπιταλιστικής αγοράς μετατρέπεται σε κατάρα για τα συμφέροντα των εκπαιδευτικών και του λαού.

Αποτελεί γενικά σπουδαία τεχνολογική δυνατότητα να μπορείς να αποτυπώνεις δεδομένα σε μεγάλο όγκο και στη συνέχεια, μέσω επεξεργασίας με εξελιγμένο λογισμικό, να παίρνεις τις βέλτιστες αποφάσεις για την πρόοδο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η τεχνολογία αυτή βρίσκει ήδη εφαρμογή σε μια σειρά από πεδία, όπως η Υγεία, η σεισμολογία κ.λπ. 

Αυτό που λείπει είναι ένας διαφορετικός τρόπος οργάνωσης της οικονομίας, της παραγωγής, της κοινωνίας, ώστε οι δυνατότητες αυτές να απαντήσουν στις εκπαιδευτικές και λαϊκές ανάγκες και όχι στις ανάγκες της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Σήμερα η αξιοποίηση αυτή μπορεί να υπηρετεί τη στοχευμένη διαφήμιση, τη βελτίωση εμπορευμάτων για την υπερπαραγωγή, που οδηγεί στις κρίσεις. Υπηρετεί τον έλεγχο, το φακέλωμα, την καταστολή του λαού.

Οι ίδιες οι εξελίξεις θέτουν μεγάλα ερωτήματα για το σήμερα και το αύριο, για την κοινωνική αναγκαιότητα οι καινοτομίες και οι νέες τεχνολογίες να γίνουν πραγματικό «φάρμακο» για την κοινωνία και όχι «φαρμάκι» στο πλαίσιο αυτής της οικονομίας. Οι ίδιες οι εξελίξεις αποκαλύπτουν την αναγκαιότητα σύγκρουσης με αυτά τα μεγάλα συμφέροντα, με τις πολιτικές και τα κόμματα που τα στηρίζουν.

Το κίνημα των εκπαιδευτικών, οι Σύλλογοι και οι ΕΛΜΕ, σε συντονισμό με τους φορείς των γονέων και τους μαθητές, χρειάζεται σήμερα να δυναμώσουν τον αγώνα, να θέσουν στο επίκεντρο της καθημερινής πάλης τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες.

Ολο αυτό το διάστημα της πανδημίας ήρθαν στην επιφάνεια τα τεράστια προβλήματα των σχολείων, προβλήματα για τα οποία ευθύνονται διαχρονικά όλα τα αστικά κόμματα, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, που ενώ ως κυβερνήσεις δημιούργησαν τα σημερινά χάλια, σήμερα κοκορομαχούν και αποπροσανατολίζουν τους εργαζόμενους, «προσωποποιώντας» τα κοινά προβλήματα της πολιτικής τους, παρουσιάζοντάς τα ως «επιλογές υπουργών» και «λάθος επιλογές».

Οι υποδομές των σχολείων, οι δημόσιες υποδομές αλλά και τα τεχνολογικά μέσα δεν ήταν επαρκή για να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες μαθητών και εκπαιδευτικών, γι' αυτό και αναζητήθηκαν λύσεις σε μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες. 

Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις δημόσιες ευχαριστίες της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας σε τρία μεγαθήρια της πληροφορικής («Microsoft», «Google», «Cisco»); 

Η διαχρονική απαξίωση των δημόσιων υποδομών, αλλά και της ανάπτυξης λογισμικού από επιστήμονες που ήδη υπάρχουν στα σχολεία και στα πανεπιστήμια (και ακόμα περισσότερους που μπορούν να προσληφθούν, αντί να δίνονται με τη σέσουλα τα εκατ. ευρώ στα μονοπώλια), έχει την υπογραφή όλων των κυβερνήσεων. 

Είναι χαρακτηριστική η κατάσταση του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου (ΠΔΣ), αλλά και στα ίδια τα σχολεία, όπου πάνω από τις μισές σχολικές αίθουσες δεν έχουν καν διαδίκτυο. Το ίδιο το ΠΣΔ είχε δυνατότητα για τηλεδιασκέψεις ανάμεσα στα μέλη του, χωρίς να εμπλέκονται ιδιωτικές εταιρείες και να παραχωρούνται προσωπικά δεδομένα, όμως αυτές περιορίζονταν σε μόλις 500 ταυτόχρονες τηλεδιασκέψεις.

Μετά τη δημοσιοποίηση της «αμαρτωλής» σύμβασης της «Cisco», αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας δεν είχαν στο μυαλό πώς θα αντιμετωπίσουν τα εκπαιδευτικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν μέσα στην πανδημία.

Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τα πολλαπλά «σκάνδαλα» αυτών των ημερών.

  • Το γεγονός ότι δεν πάρθηκαν μέτρα για την υγιεινή και την ασφάλεια στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς, στα ΜΜΕ. Οτι ακόμα και σήμερα, με χιλιάδες κρούσματα και διασωληνωμένους, η κυβέρνηση δεν «αγγίζει» τα ιδιωτικά μεγαθήρια της Υγείας.
  • Το γεγονός ότι για μήνες τα σχολεία παραμένουν κλειστά, με τους μαθητές πίσω από μία οθόνη (όσοι έχουν πρόσβαση) και τους εκπαιδευτικούς, χωρίς καμία στήριξη, να προσπαθούν να κρατήσουν ανοιχτό τον δίαυλο της παιδαγωγικής σχέσης.
  • Τα τεράστια εκπαιδευτικά, κοινωνικά και ψυχοσυναισθηματικά προβλήματα, που διογκώνονται από τον συνεχόμενο εγκλεισμό και την αναστολή λειτουργίας των σχολείων.

Τώρα είναι η ώρα να δυναμώσει ο αγώνας στον χώρο της Εκπαίδευσης. Μαζί με την απαίτηση να ανοίξουν τα σχολεία με υγιεινή και ασφάλεια, με μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, χρειάζεται να δυναμώσει η διεκδίκηση για την αναβάθμιση των τεχνολογικών και γενικότερων υποδομών, για απεμπλοκή των ιδιωτών σε αυτήν τη διαδικασία, για αξιοποίηση της τεχνολογίας ως βοηθητικού εργαλείου στην Εκπαίδευση και όχι ως αντικαταστάτη της διά ζώσης διδασκαλίας με παράλληλη μετατροπή του εκπαιδευτικού σε «επόπτη», για την προστασία της ιδιωτικότητας των χρηστών και όχι για την εκμετάλλευσή τους για εμπορικούς ή άλλους σκοπούς, που αντικειμενικά εμπλέκουν την Εκπαίδευση στις ανάγκες της αγοράς.

* Ως ανωνυμοποίηση ορίζεται η διαδικασία διαγραφής των αναγνωριστικών προσωπικού χαρακτήρα σε εγγραφές αποθηκευμένων δεδομένων, έτσι ώστε να μην είναι πλέον δυνατόν τα δεδομένα αυτά να συσχετιστούν με το υποκείμενο των δεδομένων το οποίο αφορούν. 

Αν και δεν ανήκει στην εμβέλεια αυτού του άρθρου, αναφέρουμε μόνο ότι σύμφωνα με την έρευνα στο «Nature Communications (Estimating the success of re-identifications in incomplete datasets using generative models)» του 2019, είναι σχεδόν αδύνατο να υπάρχει πραγματική ανωνυμοποίηση, ιδίως σε μεγάλες βάσεις δεδομένων, μόνο με τη διαγραφή προσωπικών στοιχείων. Επίσης, σε έρευνα του βελγικού πανεπιστημίου «Universite catholique de Louvain» και του «Imperial College» του Λονδίνου, μέσω συγκεκριμένου μοντέλου ταυτοποιήθηκαν τυχαία δεδομένα κατοίκων ενός δήμου σε ποσοστό 99,98%.


Νέστορας ΞΥΛΑΣ
Δάσκαλος Πληροφορικής, συνδικαλιστής της ΑΣΕ στον ΣΕΠΕ Χίου



ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου