Η στιγμή που το βέλος του ναού καταρρέει τυλιγμένο στις φλόγες
Οποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα της επίσημης έρευνας, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η τεράστια καταστροφή της Παναγίας των Παρισίων («Notre Dame» - «Νοτρ Νταμ») από πυρκαγιά στις 15 Απρίλη δεν θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.
Στη σημερινή εποχή, που η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος έχει δώσει επιτεύγματα ασύλληπτα για τα δεδομένα προηγούμενων δεκαετιών, τα μέσα για την πρόληψη και την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι και οι καταστροφές, είναι πλέον διαθέσιμα, ειδικά όταν μιλάμε για μνημεία τέτοιου μεγέθους, που ανήκουν στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.
Ως ένα τέτοιο μνημείο, φτιαγμένο πριν από οκτώμισι αιώνες και γεμάτο με εκατοντάδες ανεκτίμητα έργα γλυπτικής, ζωγραφικής κ.τ.λ., η «Νοτρ Νταμ» απαιτούσε συγκεκριμένα έργα συντήρησης και υποστήριξης.
Εργα ανάλογα των αναγκών που δημιουργούσαν οι μεγάλες φθορές από το χρόνο, τα καιρικά φαινόμενα, αλλά και ο μεγάλος όγκος επισκεπτών (υπολογίζονται σε 14 εκατομμύρια το χρόνο), όπως επίσης και έργα, ανάλογα των αναγκών που γεννά η προστασία τέτοιων ιστορικών μνημείων, η αξιοποίησή τους στη μελέτη της ανθρώπινης ιστορίας και κοινωνικής εξέλιξης.
Προειδοποιήσεις για αυτές τις μεγάλες ανάγκες υπήρχαν πολλές.
Οπως για παράδειγμα η επιστολή της Αρχιεπισκοπής του Παρισιού (τουλάχιστον από το 2017) που σημείωνε καθαρά ότι «η κατάσταση του καθεδρικού ναού της Παναγίας των Παρισίων έχει φτάσει σήμερα σε ένα στάδιο στο οποίο οι δομές του δεν θα μπορούν πια να διαδραματίσουν το ρόλο τους και θα απειλήσουν την ίδια τη σταθερότητα του μνημείου, χωρίς να μιλήσουμε για τον κίνδυνο οριστικής απώλειας του σκαλιστού διακόσμου».
Επίσης, μια σειρά από ειδικευμένοι επιστήμονες κατήγγειλαν μετά την πυρκαγιά ότι «θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει την καταστροφή», ότι «οι προδιαγραφές για τις εργασίες συντήρησης σε ιστορικά μνημεία ήταν ανεπαρκείς», ότι έχει τεθεί κατά καιρούς η ανάγκη να ψηφιστούν νόμοι για την ολοκληρωμένη προστασία τους, χωρίς να έχουν προχωρήσει.
Είναι ενδεικτικό ότι η τελευταία φορά που έγιναν εργασίες στήριξης στο βέλος (τη μεταλλική άκρη στον οβελίσκο του ναού) - που φτιάχτηκε από ξύλο και μολύβι στη διάρκεια εργασιών ανακαίνισης τον 19ο αιώνα και τη Δευτέρα κατέρρευσε - ήταν τη δεκαετία του 1930.
Συνειδητή υποχρηματοδότηση
Αν και οι εκτιμήσεις για τις ανάγκες ανακαίνισης του ναού ξεκινούσαν - σύμφωνα με σχετικά γαλλικά ρεπορτάζ - από τα 100 εκατομμύρια ευρώ, το γαλλικό κράτος διέθετε μόλις 2 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο.
Σημειωτέον ότι μιλάμε για το ίδιο κράτος που πριν από κάποιους μήνες ανακοίνωσε περήφανο ότι θα φτάσει τις ετήσιες στρατιωτικές δαπάνες στα 35,9 δισεκατομμύρια ευρώ, αυξημένες κατά 20%...
Εξίσου χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι ακόμα και οι εργασίες ανακαίνισης, που βρίσκονταν σε εξέλιξη, εξαρτιόνταν ουσιαστικά από το ύψος δωρεών ιδιωτών, δηλαδή δεν υπήρχε ολοκληρωμένο σχέδιο για την κατάρτιση και ολοκλήρωση των απαραίτητων έργων.
Η σχετική συμφωνία που είχε υπογραφεί το Μάη του 2017 προέβλεπε τη συμμετοχή του κράτους με τα ποσά που ήδη διέθετε (2 εκατ. ευρώ ετησίως), που για να αυξηθεί έστω και 1 ευρώ (!) θα έπρεπε να έχει καταβληθεί πρώτα η χορηγία 1 ευρώ από ιδιώτη.
Δηλαδή, όχι απλά η κρατική χρηματοδότηση ήταν πολύ κατώτερη των περιστάσεων, αλλά και η όποια ενδεχόμενη αύξησή της εξαρτιόταν από τη μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα!
Αλλωστε, αυτή είναι η κατεύθυνση που δίνει ρητά η ΕΕ, όπως αποτυπώνεται σε μια σειρά από κείμενα, αποφάσεις, οδηγίες της, για την «ολοκληρωμένη προσέγγιση της πολιτιστικής κληρονομιάς», όπου ουσιαστικά δίνεται το σύνθημα για την πλήρη παράδοσή της στα σχέδια του μεγάλου κεφαλαίου.
Σε ένα από αυτά τα κείμενα, το 2014, ουσιαστικά ξεκαθαριζόταν ότι τα κρατικά ταμεία πρέπει να έχουν άλλες προτεραιότητες, αλλά και ότι τα πολιτιστικά μνημεία πρέπει ακόμα πιο γοργά να γίνουν βορά στην αύξηση του επιχειρηματικού κέρδους:
«Οι δημόσιοι προϋπολογισμοί μειώνονται και ταυτόχρονα οι υψηλές τουριστικές εισροές έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.
Αυξάνουν τα έσοδα, αλλά και τις περιβαλλοντικές και φυσικές πιέσεις», αναφερόταν μεταξύ άλλων και συστηνόταν ότι «η συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω».
Για να καταλήξει ότι «το καλύτερο προσαρμοσμένο μοντέλο στη σύγχρονη Ευρώπη είναι η μεγαλύτερη συμμετοχή ιδιωτικού τομέα και κοινωνίας των πολιτών».
«Σχέδιο ανοικοδόμησης»
Οσο για τις προσφορές ύψους 1 δισ. που ανακοινώθηκαν ότι θα δοθούν από Γάλλους και άλλους μεγιστάνες για την ανοικοδόμηση του καθολικού ναού, γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι ακόμα κι αυτές θα συνοδεύονται από γενναίες φοροαπαλλαγές, που θα φτάνουν το 66% για ποσά πάνω από 1.000 ευρώ.
Ενώ, ο πρωθυπουργός Εντουάρντ Φιλίπ διευκρίνισε ότι όποιες εταιρείες προσφέρουν χρήματα θα έχουν τις προβλεπόμενες από τον νόμο φορολογικές ελαφρύνσεις για τις χορηγίες.
Οπως και να 'χει, η «συνταγή» που οδήγησε στην καταστροφή του μνημείου, η πολιτική δηλαδή που παραδίδει και την πολιτιστική κληρονομιά βορά στα κέρδη του κεφαλαίου, είτε μειώνοντας τις κρατικές δαπάνες συντήρησης, ανάδειξης και προστασίας, είτε μπάζοντας τους ιδιώτες σε όλους αυτούς τους τομείς με το αζημίωτο, επαναλαμβάνεται τώρα για την αναστήλωση και την αποκατάσταση του μνημείου. Μέχρι την επόμενη καταστροφή...
Α. Μ.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου