ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΣΣΗΝΗ - Από τις σημαντικές σε μέγεθος, μορφή και διατήρηση πόλεις της αρχαιότητας

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10-2-2017




 Κείμενα. Κώστας Χριστοφιλόπουλος
Φωτογραφία. Βασίλης Λάππας



Η Μεσσήνη είναι μια από τις σημαντικές σε μέγεθος, μορφή και διατήρηση πόλεις της αρχαιότητας, που έχει ακόμη πολλά να προσφέρει. 

Δεν διαθέτει μόνον ιερά και δημόσια οικοδομήματα, αλλά και οχυρώσεις επιβλητικές και κατοικίες και ταφικά μνημεία. Διαθέτει, εκτός των άλλων, το σπάνιο προνόμιο να μην έχει καταστραφεί ή καλυφθεί από νεότερους οικισμούς και να βρίσκεται σε ένα κατ’ εξοχήν μεσογειακό αλώβητο φυσικό περιβάλλον. 

Το φυσικό αυτό περιβάλλον συνδυάζει την ορεινή μεγαλοπρέπεια των Δελφών και τη χαμηλή παραποτάμια γαλήνη της Ολυμπίας, με τον δεσπόζοντα γυμνό ασβεστολιθικό όγκο της Ιθώμης, όπου η ακρόπολη, και την χαμηλή εύφορη κοιλάδα γύρω από την αρχαία πόλη.

Η Αρχαιολογική Εταιρεία άρχισε συστηματικές ανασκαφικές έρευνες στην αρχαία Μεσσήνη το 1895 με τον Σάμιο αρχαιολόγο και μετέπειτα πολιτικό Θεμιστοκλή Σοφούλη. 

Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν το 1909 και το 1925 από τον Γεώργιο Οικονόμο. Ακολούθησαν οι πολυετείς έρευνες και ανασκαφές του Σουηδού αρχαιολόγου Ν. Valmin στη Μεσσηνία, καρπός των οποίων υπήρξαν δύο βασικά συγγράμματά του, ένα για τις επιγραφές της Μεσσηνίας (1929) και ένα δεύτερο για τις τοπογραφικές του έρευνες στην Μεσσηνία (1930).



Το 1957 ανέλαβε τις ανασκαφές στην αρχαία Μεσσήνη ο τότε γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ακαδημαϊκός Αναστάσιος Ορλάνδος, που εργάστηκε ως το 1974. Με τις ανασκαφές του ίδιου και των προκατόχων του ήλθε στο φώς το μεγαλύτερο μέρος του οικοδομικού συγκροτήματος του Ασκληπιείου.

 
Το 1986 το Συμβούλιο της Αρχαιολογικής Εταιρείας ανέθεσε στον καθηγητή Πέτρο Θέμελη τη διεύθυνση των ανασκαφών της αρχαίας Μεσσήνης. 

Οι ανασκαφικές έρευνες με παράλληλες εργασίες στερέωσης και αναστήλωσης των μνημείων συνεχίζονται από το 1987 ως σήμερα με ταχύτερους προοδευτικά ρυθμούς.




 Έχουν φέρει στο φως όλα τα δημόσια και ιερά οικοδομήματα της πόλης που είδε και περιέγραψε ο Παυσανίας στη Μεσσήνη, όταν την επισκέφθηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου του Ευσεβούς (155-160 μ.X).


Η Ιθώμη ήταν το ισχυρότερο φυσικό και τεχνητό οχυρό της Μεσσηνίας που ήλεγχε τις κοιλάδες της Στενυκλάρου προς Βορράν και της Μακαρίας προς Νότον. Από τα σωζόμενα ίχνη του προσδιορίζεται με ακρίβεια η πορεία που ακολουθεί σε μήκος 9,5 χλμ.

Χρησιμοποιήθηκαν μεγάλοι ορθογώνιοι ασβεστόλιθοι λατομημένοι επί τόπου πάνω στον βραχώδη όγκο της Ιθώμης όπου σώζονται πολλές θέσεις με ίχνη εξόρυξης. 
Οχυρωμένη ήταν και η κορυφή της Ιθώμης όπου βρισκόταν η ακρόπολη και το ιερό του Διός Ιθωμάτα. 

Οι πύργοι είναι κατά κανόνα τετράγωνοι με εξαίρεση έναν πεταλόσχημο και έναν κυκλικό πύργο. Η ανατολική Λακωνική Πύλη δεν σώζεται. Καταστράφηκε κατά τη διάνοιξη προς τη νέα μονή Βουλκάνο ήδη τον 18ο αιώνα. 

Στην εσωτερική ΝΑ γωνία του περιβόλου της νέας μονής βρίσκονται εντοιχισμένα ένα ανάγλυφο Αρτέμιδος και τα άκρα πόδια μαρμάρινου ανδρικού αγάλματος. 


 Η Αρκαδική Πύλη σώζεται αρκετά  καλά και αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πόλης από την εποχή των πρώτων περιηγητών που την απεικόνισαν επανειλημμένα στις χαλκογραφίες τους. 

Αποτελεί κατασκευή μνημειακών διαστάσεων χτισμένη με ασβεστολιθικές ορθογώνιες πέτρες τεραστίων διαστάσεων, που προκαλούν δέος στον επισκέπτη. 

Είναι κυκλική και φέρει δυο εισόδους, μια διπλή εσωτερική και μιαν εξωτερική. Δυο τετράγωνοι πύργοι προστάτευαν από δεξιά και αριστερά την εξωτερική είσοδο. Στον εσωτερικό κυκλικό χώρο υπάρχει ανά μία κόγχη δεξιά και αριστερά της εισόδου, όπου ήταν στημένες ερμαϊκές στήλες. 

Ο θεός Ερμής εκτός των άλλων είχε και την ιδιότητα του Προπυλαίου, του προστάτη δηλαδή των πυλών. Πάνω από την βόρεια κόγχη του Ερμή η επιγραφή: Κόϊντος Πλώτιος Ευφημίων επεσκεύασεν.


Το πρώτο μνημείο που συναντά κανείς κατηφορίζοντας από το Μουσείο προς τον αρχαιολογικό χώρο είναι το θέατρο. 

Χρησιμοποιόταν και για μαζικές συγκεντρώσεις πολιτικού χαρακτήρα. Μέσα στο θέατρο έλαβε χώρα η συνάντηση του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Ε’ και του Αράτου του Σικυώνιου το 214 π.Χ. 

Σύμφωνα επίσης με μαρτυρία του Λιβίου (39.49.6-12), πολλοί κάτοικοι της Μεσσήνης συγκεντρώθηκαν στο θέατρο της πόλης, απαιτώντας να μεταφερθεί εκεί σε κοινή θέα ο περίφημος στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας Φιλοποίμην ο Μεγαλοπολίτης, που είχε αιχμαλωτιστεί από τους Μεσσήνιους το 183 π.Χ. 

Το κοίλο εδράζεται σε τεχνητή επίχωση συγκροτούμενη από ισχυρό ημικυκλικό ανάλημμα. Την εντύπωση της φρουριακής δόμησης ενισχύουν οι υψηλές οξυκόρυφες πυλίδες με τα κλιμακοστάσια ανόδου. 

Αυτά τα στοιχεία, καθώς και το γεγονός ότι το ανάλημμα του κοίλου ήταν στο σύνολο του ορατό και προσιτό από έξω, καθιστούν το θέατρο της Μεσσήνης ιδιάζουσα περίσωση που προοιωνίζει τα κολοσσιαία θέατρα και αμφιθέατρα της ρωμαϊκής περιόδου. 

Σώζεται μεγάλο μέρος του δυτικού αναλήμματος του κοίλου, το οποίο φέρει οξυκόρυφες πυλίδες σε κανονικές μεταξύ τους αποστάσεις (ανά 20 μ. περίπου), οι οποίες οδηγούσαν με κλιμακοστάσια προς το άνω διάζωμα. 

Από εκεί ξεκινούσαν κλιμακοστάσια καθόδου που κατέληγαν στην ορχήστρα και όριζαν ταυτόχρονα και τις κερκίδες. Η εξωτερική όψη του αναλήμματος είναι κτισμένη όπως ακριβώς οι πύργοι και ο οχυρωματικός περίβολος της πόλης. 

Ο επιβλητικός τοίχος της ανατολικής παρόδου είναι κτισμένος με ιδιαίτερη επίσης επιμέλεια και σώζεται σε άριστη κατάσταση σε ύψος πέντε μέτρων, αποτελούμενος από δέκα σειρές ορθογώνιων αγκωναριών. 

Δεν λειτουργούσε απλώς ως τοίχος αντιστήριξης του κοίλου, αλλά αποτελούσε ταυτόχρονα τον βόρειο τοίχο ενός μεγάλου ορθογώνιου οικοδομήματος, μιας σκηνοθήκης διαστάσεων 31,46 X 8,07μ. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα παρόμοιας σκηνοθήκης υπήρχαν και στο θέατρο της Αρκαδικής Μεγαλόπολης. 

Στο επίπεδο της ευθυντηρίας της σκηνοθήκης του Θεάτρου της Μεσσήνης ήλθαν στο φως τρεις παράλληλες αύλακες, με κοίλη συνεχή εγκοπή για την υποδοχή των τροχών μιας κινητής σκηνής των ελληνιστικών χρόνων. 


 Η ύπαρξη κινητής σκηνής στα αρχαία ελληνικά θέατρα, η οποία αποκαλείται “πήγμα” (πρβλ. τη λέξη παρά-πηγμα), είναι γεγονός και για το θέατρο της Σπάρτης. 

Πίσω ακριβώς από τον βόρειο τοίχο της σκηνοθήκης της Μεσσήνης υπάρχει μια πλακοστρωμένη άνοδος που οδηγεί στο μεσαίο διάζωμα του κοίλου. Προστίθεται και αυτή στις αρχιτεκτονικές πρωτοτυπίες του Θεάτρου της Μεσσήνης. νάμεσα στο Θέατρο και την Αγορά αποκαλύφθηκε μεγάλη Κρήνη. 

Ο περιηγητής Παυσανίας (4. 31.6) μας πληροφορεί ότι η Κρήνη της αγοράς είχε το όνομα της Αρσινόης, κόρης του μυθικού βασιλιά της Μεσσηνίας Λεύκιππου και μητέρας του Ασκληπιού, και ότι δεχόταν νερό από την πηγή Κλεψύδρα. 

Η Κρήνη περιλαμβάνει μακρόστενη δεξαμενή μήκους 40μ. περίπου, η οποία βρίσκεται σε μικρή απόσταση μπροστά από αναλημματικό τοίχο. Μεταξύ δεξαμενής και αναλήμματος υπήρχε αβαθής στοά από ιωνικούς ημικίονες. 

Ημικυκλικό βάθρο (εξέδρα) στο μέσον ακριβώς της δεξαμενής έφερε σύνταγμα χάλκινων ανδριάντων. Δύο ακόμη δεξαμενές βρίσκονται σε ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο από την πρώτη, συμμετρικά τοποθετημένες εκατέρωθεν πλακόστρωτου αίθριου. 

Η πρόσοψη της πρώτης οικοδομικής φάσης της κρήνης (τέλη 3ου αι. π.Χ.) έκλεινε με δωρική κιονοστοιχία, που καταργήθηκε στη δεύτερη φάση του 1ου αιώνα. Στην τρίτη και τελευταία φάση επισκευών και μετατροπών της Κρήνης, εντάσσεται η προσθήκη τετράγωνων προβόλων που προεξέχουν συμμετρικά στα άκρα της πρόσθιας πλευράς στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). 

Η Κρήνη ακολούθησε την τύχη των υπόλοιπων δημόσιων και ιερών οικοδομημάτων της πόλης, τα οποία εγκαταλείφτηκαν περί το 360-370 μ.Χ. Το ανατολικό τμήμα της Κρήνης παρέμεινε όρθιο και χρησιμοποιήθηκε κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο, όπως δείχνουν οι κατασκευές στην άνω δεξαμενή και ο υδρόμυλος που κτίσθηκε μπροστά από την Κρήνη στο πρώτο μισό του 6ου αιώνα μ.Χ.


Με την Αγορά και συγκεκριμένα με τον ναό του Διός Σωτήρος, το άγαλμα του οποίου μνημονεύει ο Παυσανίας (4.31. 6), πρέπει να σχετίζονται θραύσματα θωρακίου από ντόπιο ψαμμιτικό επιχρισμένο πωρόλιθο, που φέρουν μέσα σε ρομβοειδές πλαίσιο τον φτερωτό κεραυνό του Διός. 

Από τον ναό του Ποσειδώνος, που επίσης μνημονεύει ο Παυσανίας, προέρχονται διάσπαρτα πώρινα δωρικά μέλη και ανάγλυφες μετόπες, μια από τις οποίες, του 3ου αιώνα π.Χ., εικονίζει τη δεμένη σε βράχο Ανδρομέδα και τον δράκοντα φύλακα της. Μια άλλη παριστάνει σε ανάγλυφο, επίσης του 3ου αιώνα π.Χ., θαλάσσιο ίππο με κολοσσιαία στριφογυριστή ψαροουρά που φέρει στη ράχη του Τρίτωνα ή Νηρηίδα. 

Στην αγορά υπήρχαν επίσης ο ναός της Αφροδίτης και της Μητέρας των Θεών (Κυβέλης). Έχει έλθει στο φως ο δωρικός περίπτερος ναός της θεοποιημένης πρώτης βασίλισσας της χώρας Μεσσήνης. 



 Ο Παυσανίας περιγράφει το χρυσόλιθο λατρευτικό άγαλμα της θεάς και την τοιχογραφία του Ομφαλίωνα στο βάθος του σηκού. Κατά μήκος της νότιας πλευράς του ναού υπάρχει σειρά ενεπίγραφων βάθρων για την ανίδρυση χάλκινων ανδριάντων Ρωμαίων αυτοκρατόρων (Κλαυδίου, Γερμανικού, Αδριανού, Μάρκου Αυρηλίου, Φαυστίνας της νεότερης, Γαλερίου κ.ά.). 

Κατά μήκος της βόρειας πλευράς του ίδιου ναού βρέθηκαν επτά στήλες με ψηφίσματα σχετικά με την κατανομή γης. Αμέσως βόρεια από τον ναό της θεάς Μεσσήνης σώζονται τα ερείπια του Βουλείου. Μπροστά στη νότια πρόσοψή του βρέθηκαν στήλες με ψηφίσματα προς τιμή Μεσσήνιων δικαστών.

Στο ΝΔ πέρας της Αγοράς, κοντά στο Ασκληπιείο αποκαλύφθηκε οικοδόμημα, διαστάσεων 24×24 μ. Η ανασκαφή στο εσωτερικό του έφερε στο φως τα θεμέλια λατρευτικού κτίσματος του 4ου-3ου αιώνα π.Χ., περιβαλλόμενου από προσκτίσματα. 

Κάτω από τα δάπεδα των χώρων του κεντρικού κτίσματος αποκαλύφθηκε τεράστιος αριθμός πήλινων αναθηματικών πλακιδίων και ειδωλίων, των οποίων το θεματολόγιο παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία. 

Τα πλακίδια είχαν απορριφθεί μαζί με τα θραύσματα αγγείων και οστά ζώων μέσα σε κοιλότητες του φυσικού πετρώματος. Είναι βέβαιο ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο στη λατρεία Ήρωος αρχικά και γυναικείας χθόνιας θεότητας-της Δήμητρας- σε συνέχεια. 

Ο Παυσανίας (4.31.10) αναφέρει «ιερόν Δήμητρας άγιον» και αγάλματα Διόσκουρων στη Μεσσήνη, το οποίο, σύμφωνα με τη σειρά που ακολουθεί στην περιγραφή των μνημείων, πρέπει να βρισκόταν στα νότια της Αγοράς κοντά στο Ασκληπιείο, όπου βρίσκεται το ιερό που περιγράφουμε. Στην οικοδομική επιγραφή των χρόνων του Αυγούστου-Τιβερίου από το Σεβάστειο αναφέρεται και επισκευή του ιερού της Δήμητρας.


 Ο Παυσανίας παρουσιάζει το Ασκληπιείο ως μουσείο έργων τέχνης, κυρίως αγαλμάτων και όχι ως συνηθισμένο τέμενος θεραπείας ασθενών. 

Ήταν ο επιφανέστερος χώρος της Μεσσήνης, κέντρο της δημόσιας ζωής της πόλης, που λειτουργούσε παράλληλα με την παρακείμενη αγορά. 

Περισσότερα από 140 βάθρα για χάλκινους ανδριάντες πολιτικών κυρίως προσώπων και πέντε εξέδρες περιβάλλουν το δωρικό ναό και το βωμό, ενώ πολλά είναι τοποθετημένα και κατά μήκος των στοών. 

Ένας σχεδόν τετράγωνος υπαίθριος χώρος (71,91X66,67μ.) πλαισιώνεται εσωτερικά από τέσσερις στοές, ανοιχτές προς τον κεντρικό υπαίθριο χώρο. Κάθε στοά της βόρειας και νότιας πλευράς είχε στην πρόσοψη 23 κίονες κορινθιακούς που στήριζαν θριγκό, αποτελούμενο από ιωνικό επιστύλιο και από ζωφόρο με ανάγλυφα βουκράνια στολισμένα εναλλάξ με ανθοπλοκάμους και ρόδακες. 

Όμοιες ήταν και οι στοές της ανατολικής και δυτικής πλευράς, αλλά με 21 κίονες η καθεμία. Σε κάθε στοά υπήρχε δεύτερη εσωτερική κιονοστοιχία με 14 κίονες στην βόρεια και τη νότια πλευρές και 13 στην ανατολική και δυτική.

Στην ανατολική πτέρυγα της περίστυλης αυλής βρίσκεται συγκρότημα τριών οικοδομημάτων: το μικρό στεγασμένο θεατροειδές Εκκλησιαστήριο, το Πρόπυλο, το Συνέδριον ή Βουλευτήριο και η αίθουσα Αρχείου του Γραμματέως των Συνέδρων. 

Κατά μήκος της δυτικής πτέρυγας βρίσκεται σειρά δωματίων-Οίκων που σύμφωνα με την περιγραφή του Παυσανία περιείχαν αγάλματα των εξής θεοτήτων κατά σειρά από Νότο προς Βορρά: Απόλλωνος και Μουσών , Ηρακλή-Θήβας-Επαμεινώνδα (Οίκος Ν), Τύχης (Οίκος Μ), Αρτέμιδος Φωσφόρου (Οίκος Κ).

Η ανασκαφή κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του Ασκληπιείου αποκάλυψε σε μήκος 80 μ. περίπου ευρεία οδό κατεύθυνσης ΒΝ. 

Η οδός, πλάτους 12 μ., που φέρει κτιστό αποχετευτικό αγωγό καλυπτόμενο από ογκώδεις ασβεστολιθικές πλάκες, ορίζεται ανατολικά από το Ασκληπιείο, ενώ δυτικά από νέο οικοδομικό τετράγωνο που δεν έχει ακόμη ανασκαφεί. 

Στη διασταύρωση της με την οδό Α-Δ κατεύθυνσης, που βαίνει μεταξύ της βόρειας πλευράς του Ασκληπιείου και της νότιας πλευράς της Αγοράς, αποκαλύφθηκε κατά χώραν, σε απόσταση 6,50 μ. από τη βορειοανατολική γωνία του Εκκλησιαστηρίου, ορθογώνια ασβεστολιθική βάση με κυκλική στο μέσον της άνω πλευράς εγκοπή για την ένθεση κίονα που βρέθηκε παραπλεύρως και στήθηκε στη βάση του. 

Έχει ύψος 1,358, κάτω διάμετρο 0,48 μ. και φέρει στο άνω μέρος την εξής τετράστιχη επιγραφή:

Άρτέμιτι

Διονύσιος

Δωρίας

Διονυσόδωρος.






Το Στάδιο και το Γυμνάσιο ανήκουν στα πλέον εντυπωσιακά, από άποψη διατήρησης οικοδομικά συγκροτήματα. 

Το βόρειο πεταλόσχημο τμήμα του Σταδίου περιλαμβάνει 18 κερκίδες με 18 σειρές εδωλίων, που διαχωρίζονται από κλιμακοστάσια. Περιβάλλεται από δωρικές στοές, των οποίων οι κίονες στέκονται κατά το πλείστον στη θέση τους. 

Η βόρεια στοά είναι διπλή, η ανατολική και η δυτική είναι απλές. Οι στοές ανήκουν στο Γυμνάσιο, που αποτελούσε ενιαίο αρχιτεκτονικό σύνολο με το Στάδιο. Η δυτική στοά δεν φαίνεται να συνεχίζεται ως το πέρας του στίβου, και διακόπτεται σε μήκος 110 μ. περίπου από το βόρειο άκρο της. 

Συνδέεται με περίστυλο αίθριο δωρικού ρυθμού, πλευράς 30 μέτρων περίπου, το οποίο μπορεί να αναγνωριστεί ως παλαίστρα. 

Ενεπίγραφα βάθρα μεταξύ των κιόνων της δυτικής στοάς έφεραν ανδριάντες Γυμνασιαρχών, ενώ πολλοί κατάλογοι εφήβων βρέθηκαν γύρω. 



Στην ελληνιστική εποχή τα γυμνάσια γίνονται πολυσύχναστα κέντρα της δημόσιας ζωής της πόλης και χώροι έκθεσης σημαντικών έργων τέχνης όπως μαρτυρούν τα πρόσφατα ευρήματα του Γυμνασίου.

Αναπόσπαστο στοιχείο του Σταδίου αποτελεί το Ηρώο, που είχε τη μορφή πρόστυλου τετρακιόνιου δωρικού ναού. 

Βρίσκεται στη νότια πλευρά του σταδίου κτισμένος πάνω σε ορθογώνιο πόδιο, που προεξέχει από το τείχος σαν προμαχώνας. 

Το ναόσχημο κτίσμα ήταν ταφικό, αποτελεί ένα είδος ηρώου-μαυσωλείου, που εντάσσεται στην παράδοση των μικρασιατικών μαυσωλείων. Σε ορισμένα στοιχεία του σχετίζεται και με το Ηρώο της Καλυδώνος. 

Προσωπικότητα με πλούτη και επιρροή, στην οποία απένεμαν οι Μεσσήνιοι κατά την πληροφορία του Παυσανία (4. 32,2) τιμές ήρωος, ήταν ο Μεσσήνιος ισόβιος αρχιερέας και ελλαδάρχης Σαιθίδας. Είναι επομένως βέβαιο ότι το ηρώο-μαυσωλείο του Σταδίου ανήκε στην οικογένεια των Σαιθιδών. 

Σε αυτό ενταφιάζονταν και δέχονταν ηρωικές τιμές τα επιφανή μέλη της οικογένειας, από της ίδρυσης του Ηρώου τον 1ο αι μ.X. ως τα χρόνια τουλάχιστον της επίσκεψης του Παυσανία (155-160 μ.X).




 











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου