ΚΥΡΙΑΚΗ 13-12-2015
Η επαναφορά του ζητήματος για κατάργηση της 15ετίας για την κατοχύρωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης, όπως προέκυψε από τη συνάντηση του υπουργού Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλου, με τους εκπροσώπους του κουαρτέτου, αποδεικνύει για μια φορά ακόμα ότι το Ασφαλιστικό είναι ένα διαρκώς ανοιχτό ζήτημα.
Οτι ο στρατηγικός στόχος κυβερνήσεων και κεφαλαίου για γκρέμισμα της Κοινωνικής Ασφάλισης όπως προέκυψε μεταπολεμικά, η κατακρεούργηση συντάξεων και παροχών από τα ασφαλιστικά ταμεία, ο δραστικός περιορισμός της κρατικής χρηματοδότησης προς αυτά και η αντίστοιχη απαλλαγή των εργοδοτών από τις εισφορές τους προς το σύστημα, παραμένουν στον πυρήνα της πολιτικής τους.
Γι' αυτό η «μεταρρύθμιση» στο Ασφαλιστικό σε χειρότερη κατεύθυνση έρχεται και ξανάρχεται από κάθε επόμενη κυβέρνηση, παρά τις δεκάδες μελέτες και τους ακόμα περισσότερους ασφαλιστικούς νόμους. Ιδού ορισμένες από τις μελέτες που έγιναν στο πέρασμα των δεκαετιών, όπως καταγράφηκαν σε σχετική εισήγηση ημερίδας για το Ασφαλιστικό που έγινε πρόσφατα:
«...Η μελέτη του 1959, οι μελέτες της περιόδου του 1980, η μελέτη της επιτροπής Φακιολά του 1990, οι μελέτες της επιτροπής Βακαλόπουλου του υπουργείου Απασχόλησης του 1994, η μελέτη της επιτροπής Σπράου το 1997, η μελέτη Βρετανικού αναλογιστικού οίκου το 2001, οι μελέτες της ΓΣΕΕ, η επιτροπή Αναλυτή, οι εκθέσεις του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, η "Επιτροπή των σοφών" του 2010, η "Επιτροπή των σοφών" του 2015» (!)
Ακόμα περισσότεροι είναι οι σχετικοί νόμοι που ψηφίστηκαν και που τα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας.
Κάπως έτσι, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, σε συνεργασία με το κουαρτέτο, ετοιμάζει σήμερα άλλη μια «μεταρρύθμιση» που σχεδιάζει να την ψηφίσει μέσα στο Γενάρη και ενώ η ίδια ψήφισε ήδη τους προηγούμενους μήνες δύο σχετικούς νόμους.
Τι
δείχνουν όλα τα παραπάνω;
Είναι το Ασφαλιστικό, γενικά ένα άλυτο ζήτημα, που ως μια δύσκολη μαθηματική εξίσωση ζητά τις απαντήσεις του;
Είναι γενικά ένα οικονομικό και πολιτικό πρόβλημα, που τα κόμματα που κυβέρνησαν δεν «τόλμησαν» να προχωρήσουν στην αντιμετώπισή του, υπολογίζοντας δήθεν το πολιτικό κόστος, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι;
Οι απαντήσεις που δίνει η κυρίαρχη προπαγάνδα σ' αυτά τα ερωτήματα, συσκοτίζουν σκόπιμα την πραγματικότητα. Επιχειρούν να θολώσουν τα νερά, να παρουσιάσουν το Ασφαλιστικό απλά ως ένα δύσκολο «οικονομικό πρόβλημα», ως ένα δήθεν «εθνικό θέμα», για το οποίο χρειάζονται «εθνικές λύσεις» και ως εκ τούτου απαιτείται και «εθνική συναίνεση», όπως ισχυρίζεται τελευταία και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στην πραγματικότητα, ισχύει ακριβώς το αντίθετο.
Η Κοινωνική Ασφάλιση, ως στοιχείο καθοριστικό στη διαμόρφωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους» για τους καπιταλιστές, ήταν πάντα και συνεχίζει να είναι ζήτημα βαθιά ταξικό, αντικείμενο σκληρής διαπάλης ανάμεσα στο κεφάλαιο και τους εργαζόμενους, όπως ακριβώς οι μισθοί και τα μεροκάματα, τα ωράρια εργασίας, οι Συλλογικές Συμβάσεις, οι συνθήκες εργασίας στους τόπους δουλειάς κ.λπ.
Ηταν και είναι πεδίο που εμπλέκονται οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα τους, οι εργοδότες με τους φορείς τους, το αστικό κράτος που λειτουργεί για λογαριασμό τους, όπως βέβαια και τα πολιτικά κόμματα, κυβερνητικά και μη.
Στο πλαίσιο αυτό, οι παρεμβάσεις του αστικού κράτους στην Κοινωνική Ασφάλιση μόνο ταξικά ουδέτερη και «εθνική» δεν μπορούσε να είναι και δεν είναι. Απ' αυτές, κάποιοι κέρδισαν και κάποιοι άλλοι, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία του λαού, έχανε.
Γι' αυτό, με ιδιαίτερη σφοδρότητα από τη δεκαετία του 1990, σχεδιάστηκαν και επιβλήθηκαν σαρωτικές αλλαγές στην Κοινωνική Ασφάλιση, για την προσαρμογή του συστήματος στις σύγχρονες ανάγκες της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Ολες οι «μεταρρυθμίσεις», όλοι οι νόμοι που ψηφίστηκαν έκτοτε, «λύνουν» το Ασφαλιστικό σε βάρος των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων και σε όφελος των καπιταλιστών.
Και αυτό δεν αποτελεί «εθνική» πρωτοτυπία, ούτε απόκλιση από το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», όπως ισχυρίζονται οι υποστηριχτές του ευρωμονόδρομου, οι οποίοι ομνύουν στην «καλή» ΕΕ, που δήθεν όψιμα «χάνει» το δρόμο της, από την κυριαρχία τάχα της «φιλελεύθερης» πολιτικής διαχείρισης.
Σε
αντίθεση με ό,τι ισχυρίζονται κάθε φορά οι επόμενοι για τους
προηγούμενους, όλοι οι νόμοι που ψηφίστηκαν μέχρι τώρα είναι πέρα για
πέρα πετυχημένοι, αφού αυτή είναι η αποστολή τους:
Να μειώνουν τις συντάξεις, να αυξάνουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, να περικόπτουν τις παροχές, να μειώνουν την κρατική χρηματοδότηση, να απαλλάσσουν τους εργοδότες από τις εισφορές τους.
Το λεγόμενο πρόβλημα της «βιωσιμότητας» ή της γήρανσης του πληθυσμού χρησιμοποιούνται προσχηματικά για να μπορούν οι αστικές κυβερνήσεις να νομοθετούν ακόμα πιο βάρβαρα μέτρα.
Ας αναλογιστούμε: Την ώρα που τα οικονομικά των Ταμείων ήταν στο «κόκκινο», με την ανεργία στα ύψη και τη μαύρη εργασία το ίδιο, το 2012, η τότε κυβέρνηση σε συνεργασία με την τρόικα προχώρησαν σε απαλλαγή των εργοδοτών από τις εισφορές τους κατά 3,9 μονάδες.
Από αυτή και μόνο την παρέμβαση, το ΙΚΑ χάνει σε ετήσια βάση πάνω από 1 δισ. ευρώ, που όμως μένουν στα σεντούκια των επιχειρήσεων.
Για την απαλλαγή αυτή πρόβαλλαν την ανάγκη να γίνουν «ανταγωνιστικές» οι επιχειρήσεις και να δημιουργηθούν δήθεν θέσεις εργασίας.
Την ίδια, όμως, περίοδο, προχωρούσαν σε αύξηση των εισφορών σε Ταμεία αυτοαπασχολούμενων, ενώ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προχωρά σήμερα μέχρι και στον τριπλασιασμό των εισφορών των αγροτών!
Προκύπτει το ερώτημα: Για τους ελεύθερους επαγγελματίες που βάζουν το ένα λουκέτο μετά το άλλο, για τους αγρότες που εγκαταλείπουν τα χωράφια τους, δεν τίθεται θέμα «ανταγωνιστικότητας» της εκμετάλλευσής τους ή της μικρής επιχείρησής τους;
Γιατί, όταν πρόκειται για τους αγρότες και τους αυτοαπασχολούμενους, οι νομοθέτες δεν ανησυχούν για τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν, προκαλώντας παράλληλα και παραπέρα πρόβλημα στη «βιωσιμότητα» του ΟΑΕΕ, του ΕΤΑΑ ή του ΟΓΑ;
Οταν πρόκειται να στηρίξουν τη μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση, την κερδοφορία της, τότε τους πιάνει «ευαισθησία» για τις θέσεις εργασίας που τάχα θα δημιουργηθούν.
Οταν, όμως, πρόκειται για το φτωχό αγρότη, τότε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αν χιλιάδες ξωμάχοι εγκαταλείψουν τις καλλιέργειές τους και προστεθούν στις λίστες των ανέργων.
Μιλάνε για «βιωσιμότητα», αλλά για τα δεκάδες δισεκατομμύρια αποθεματικών των Ταμείων που λεηλατήθηκαν διαχρονικά από τις κυβερνήσεις για λογαριασμό του κεφαλαίου, κανένας από τους «ειδήμονες» δε βγάζει λέξη...
Η επαναφορά του ζητήματος για κατάργηση της 15ετίας για την κατοχύρωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης, όπως προέκυψε από τη συνάντηση του υπουργού Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλου, με τους εκπροσώπους του κουαρτέτου, αποδεικνύει για μια φορά ακόμα ότι το Ασφαλιστικό είναι ένα διαρκώς ανοιχτό ζήτημα.
Οτι ο στρατηγικός στόχος κυβερνήσεων και κεφαλαίου για γκρέμισμα της Κοινωνικής Ασφάλισης όπως προέκυψε μεταπολεμικά, η κατακρεούργηση συντάξεων και παροχών από τα ασφαλιστικά ταμεία, ο δραστικός περιορισμός της κρατικής χρηματοδότησης προς αυτά και η αντίστοιχη απαλλαγή των εργοδοτών από τις εισφορές τους προς το σύστημα, παραμένουν στον πυρήνα της πολιτικής τους.
Γι' αυτό η «μεταρρύθμιση» στο Ασφαλιστικό σε χειρότερη κατεύθυνση έρχεται και ξανάρχεται από κάθε επόμενη κυβέρνηση, παρά τις δεκάδες μελέτες και τους ακόμα περισσότερους ασφαλιστικούς νόμους. Ιδού ορισμένες από τις μελέτες που έγιναν στο πέρασμα των δεκαετιών, όπως καταγράφηκαν σε σχετική εισήγηση ημερίδας για το Ασφαλιστικό που έγινε πρόσφατα:
«...Η μελέτη του 1959, οι μελέτες της περιόδου του 1980, η μελέτη της επιτροπής Φακιολά του 1990, οι μελέτες της επιτροπής Βακαλόπουλου του υπουργείου Απασχόλησης του 1994, η μελέτη της επιτροπής Σπράου το 1997, η μελέτη Βρετανικού αναλογιστικού οίκου το 2001, οι μελέτες της ΓΣΕΕ, η επιτροπή Αναλυτή, οι εκθέσεις του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, η "Επιτροπή των σοφών" του 2010, η "Επιτροπή των σοφών" του 2015» (!)
Ακόμα περισσότεροι είναι οι σχετικοί νόμοι που ψηφίστηκαν και που τα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας.
Κάπως έτσι, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, σε συνεργασία με το κουαρτέτο, ετοιμάζει σήμερα άλλη μια «μεταρρύθμιση» που σχεδιάζει να την ψηφίσει μέσα στο Γενάρη και ενώ η ίδια ψήφισε ήδη τους προηγούμενους μήνες δύο σχετικούς νόμους.
Ζήτημα βαθιά ταξικό
Είναι το Ασφαλιστικό, γενικά ένα άλυτο ζήτημα, που ως μια δύσκολη μαθηματική εξίσωση ζητά τις απαντήσεις του;
Είναι γενικά ένα οικονομικό και πολιτικό πρόβλημα, που τα κόμματα που κυβέρνησαν δεν «τόλμησαν» να προχωρήσουν στην αντιμετώπισή του, υπολογίζοντας δήθεν το πολιτικό κόστος, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι;
Οι απαντήσεις που δίνει η κυρίαρχη προπαγάνδα σ' αυτά τα ερωτήματα, συσκοτίζουν σκόπιμα την πραγματικότητα. Επιχειρούν να θολώσουν τα νερά, να παρουσιάσουν το Ασφαλιστικό απλά ως ένα δύσκολο «οικονομικό πρόβλημα», ως ένα δήθεν «εθνικό θέμα», για το οποίο χρειάζονται «εθνικές λύσεις» και ως εκ τούτου απαιτείται και «εθνική συναίνεση», όπως ισχυρίζεται τελευταία και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Στην πραγματικότητα, ισχύει ακριβώς το αντίθετο.
Η Κοινωνική Ασφάλιση, ως στοιχείο καθοριστικό στη διαμόρφωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους» για τους καπιταλιστές, ήταν πάντα και συνεχίζει να είναι ζήτημα βαθιά ταξικό, αντικείμενο σκληρής διαπάλης ανάμεσα στο κεφάλαιο και τους εργαζόμενους, όπως ακριβώς οι μισθοί και τα μεροκάματα, τα ωράρια εργασίας, οι Συλλογικές Συμβάσεις, οι συνθήκες εργασίας στους τόπους δουλειάς κ.λπ.
Ηταν και είναι πεδίο που εμπλέκονται οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα τους, οι εργοδότες με τους φορείς τους, το αστικό κράτος που λειτουργεί για λογαριασμό τους, όπως βέβαια και τα πολιτικά κόμματα, κυβερνητικά και μη.
Στο πλαίσιο αυτό, οι παρεμβάσεις του αστικού κράτους στην Κοινωνική Ασφάλιση μόνο ταξικά ουδέτερη και «εθνική» δεν μπορούσε να είναι και δεν είναι. Απ' αυτές, κάποιοι κέρδισαν και κάποιοι άλλοι, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία του λαού, έχανε.
Γι' αυτό, με ιδιαίτερη σφοδρότητα από τη δεκαετία του 1990, σχεδιάστηκαν και επιβλήθηκαν σαρωτικές αλλαγές στην Κοινωνική Ασφάλιση, για την προσαρμογή του συστήματος στις σύγχρονες ανάγκες της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Ολες οι «μεταρρυθμίσεις», όλοι οι νόμοι που ψηφίστηκαν έκτοτε, «λύνουν» το Ασφαλιστικό σε βάρος των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων και σε όφελος των καπιταλιστών.
Και αυτό δεν αποτελεί «εθνική» πρωτοτυπία, ούτε απόκλιση από το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», όπως ισχυρίζονται οι υποστηριχτές του ευρωμονόδρομου, οι οποίοι ομνύουν στην «καλή» ΕΕ, που δήθεν όψιμα «χάνει» το δρόμο της, από την κυριαρχία τάχα της «φιλελεύθερης» πολιτικής διαχείρισης.
Το κάλπικο επιχείρημα της «βιωσιμότητας»
Να μειώνουν τις συντάξεις, να αυξάνουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, να περικόπτουν τις παροχές, να μειώνουν την κρατική χρηματοδότηση, να απαλλάσσουν τους εργοδότες από τις εισφορές τους.
Το λεγόμενο πρόβλημα της «βιωσιμότητας» ή της γήρανσης του πληθυσμού χρησιμοποιούνται προσχηματικά για να μπορούν οι αστικές κυβερνήσεις να νομοθετούν ακόμα πιο βάρβαρα μέτρα.
Ας αναλογιστούμε: Την ώρα που τα οικονομικά των Ταμείων ήταν στο «κόκκινο», με την ανεργία στα ύψη και τη μαύρη εργασία το ίδιο, το 2012, η τότε κυβέρνηση σε συνεργασία με την τρόικα προχώρησαν σε απαλλαγή των εργοδοτών από τις εισφορές τους κατά 3,9 μονάδες.
Από αυτή και μόνο την παρέμβαση, το ΙΚΑ χάνει σε ετήσια βάση πάνω από 1 δισ. ευρώ, που όμως μένουν στα σεντούκια των επιχειρήσεων.
Για την απαλλαγή αυτή πρόβαλλαν την ανάγκη να γίνουν «ανταγωνιστικές» οι επιχειρήσεις και να δημιουργηθούν δήθεν θέσεις εργασίας.
Την ίδια, όμως, περίοδο, προχωρούσαν σε αύξηση των εισφορών σε Ταμεία αυτοαπασχολούμενων, ενώ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προχωρά σήμερα μέχρι και στον τριπλασιασμό των εισφορών των αγροτών!
Προκύπτει το ερώτημα: Για τους ελεύθερους επαγγελματίες που βάζουν το ένα λουκέτο μετά το άλλο, για τους αγρότες που εγκαταλείπουν τα χωράφια τους, δεν τίθεται θέμα «ανταγωνιστικότητας» της εκμετάλλευσής τους ή της μικρής επιχείρησής τους;
Γιατί, όταν πρόκειται για τους αγρότες και τους αυτοαπασχολούμενους, οι νομοθέτες δεν ανησυχούν για τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν, προκαλώντας παράλληλα και παραπέρα πρόβλημα στη «βιωσιμότητα» του ΟΑΕΕ, του ΕΤΑΑ ή του ΟΓΑ;
Οταν πρόκειται να στηρίξουν τη μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση, την κερδοφορία της, τότε τους πιάνει «ευαισθησία» για τις θέσεις εργασίας που τάχα θα δημιουργηθούν.
Οταν, όμως, πρόκειται για το φτωχό αγρότη, τότε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αν χιλιάδες ξωμάχοι εγκαταλείψουν τις καλλιέργειές τους και προστεθούν στις λίστες των ανέργων.
Μιλάνε για «βιωσιμότητα», αλλά για τα δεκάδες δισεκατομμύρια αποθεματικών των Ταμείων που λεηλατήθηκαν διαχρονικά από τις κυβερνήσεις για λογαριασμό του κεφαλαίου, κανένας από τους «ειδήμονες» δε βγάζει λέξη...
Γ. ΖΑΧ.
Στο «απόσπασμα» και η 15ετία
Σε
ό,τι αφορά τις αλλαγές που ετοιμάζει η κυβέρνηση, πληροφορίες αναφέρουν
ότι στη συνάντηση του υπουργού Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλου, με τους
εκπροσώπους του κουαρτέτου την Περασμένη Πέμπτη, τέθηκε εκ νέου ζήτημα
αύξησης του ελάχιστου αριθμού ενσήμων για την κατοχύρωση του δικαιώματος
συνταξιοδότησης.
Το ζήτημα δεν είναι καινούριο. Πριν ακριβώς ένα χρόνο, η αύξηση του ελάχιστου αριθμού ενσήμων από τα 4.500 στα 6.000 για το δικαίωμα στη σύνταξη, δηλαδή η κατάργηση της 15ετίας και η αύξησή της σε 20ετία, ήταν ψηλά στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων με την προηγούμενη κυβέρνηση και την τότε τρόικα.
Μια πιθανή αύξηση των απαραίτητων ημερών ασφάλισης, από τις 4.500 που ισχύει σήμερα στις 6.000, θα οδηγούσε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους τα επόμενα χρόνια σε παραπέρα παραμονή στην εργασία μέχρι και πέντε επιπλέον έτη.
Ακόμα χειρότερα, εκατοντάδες χιλιάδες από τους σημερινούς ασφαλισμένους δε θα μπορέσουν ποτέ να φτάσουν στη σύνταξη, αφού απασχολούνται με ελαστικές μορφές και δυσκολεύονται να συμπληρώσουν ακόμα και τα 4.500 ένσημα που ισχύουν σήμερα.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου το 20% των ασφαλισμένων που συνταξιοδοτούνται τα τελευταία χρόνια, «βγαίνουν» στη σύνταξη με 15 έως 20 έτη ασφάλισης.
Αυτό σημαίνει ότι το 1/5 των σημερινών εργαζομένων και ασφαλισμένων δε θα κατορθώνουν να έχουν σύνταξη και θα οδηγούνται στην Πρόνοια.
Με τον τρόπο αυτό, κυβέρνηση και κουαρτέτο επιδιώκουν να «φρενάρουν» την έξοδο στη σύνταξη χιλιάδων επιπλέον ασφαλισμένων για τα αμέσως επόμενα χρόνια, περιορίζοντας άμεσα τη συνταξιοδοτική δαπάνη και ταυτόχρονα «ψαλιδίζουν» τις ελπίδες χιλιάδων σημερινών εργαζομένων και άνεργων για μια σύνταξη στο μέλλον.
Ακόμα και αν μια τέτοια ανατροπή δεν προωθηθεί άμεσα, το σίγουρο είναι ότι ο στόχος έχει τεθεί και είναι προς υλοποίηση οποιαδήποτε στιγμή στο μέλλον. Γι' αυτό η επίθεση δεν πρόκειται να κοπάσει ούτε μετά τη νέα «μεταρρύθμιση» που ετοιμάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Αυτό, άλλωστε, προδιαγράφεται και από τα μέχρι τώρα δεδομένα της νέας «αρχιτεκτονικής» του συστήματος, που αναμένεται να έρθει προς ψήφιση στη Βουλή μέσα στο Γενάρη.
Τα δεδομένα αυτά είναι:
Το ζήτημα δεν είναι καινούριο. Πριν ακριβώς ένα χρόνο, η αύξηση του ελάχιστου αριθμού ενσήμων από τα 4.500 στα 6.000 για το δικαίωμα στη σύνταξη, δηλαδή η κατάργηση της 15ετίας και η αύξησή της σε 20ετία, ήταν ψηλά στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων με την προηγούμενη κυβέρνηση και την τότε τρόικα.
Μια πιθανή αύξηση των απαραίτητων ημερών ασφάλισης, από τις 4.500 που ισχύει σήμερα στις 6.000, θα οδηγούσε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους τα επόμενα χρόνια σε παραπέρα παραμονή στην εργασία μέχρι και πέντε επιπλέον έτη.
Ακόμα χειρότερα, εκατοντάδες χιλιάδες από τους σημερινούς ασφαλισμένους δε θα μπορέσουν ποτέ να φτάσουν στη σύνταξη, αφού απασχολούνται με ελαστικές μορφές και δυσκολεύονται να συμπληρώσουν ακόμα και τα 4.500 ένσημα που ισχύουν σήμερα.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου το 20% των ασφαλισμένων που συνταξιοδοτούνται τα τελευταία χρόνια, «βγαίνουν» στη σύνταξη με 15 έως 20 έτη ασφάλισης.
Αυτό σημαίνει ότι το 1/5 των σημερινών εργαζομένων και ασφαλισμένων δε θα κατορθώνουν να έχουν σύνταξη και θα οδηγούνται στην Πρόνοια.
Με τον τρόπο αυτό, κυβέρνηση και κουαρτέτο επιδιώκουν να «φρενάρουν» την έξοδο στη σύνταξη χιλιάδων επιπλέον ασφαλισμένων για τα αμέσως επόμενα χρόνια, περιορίζοντας άμεσα τη συνταξιοδοτική δαπάνη και ταυτόχρονα «ψαλιδίζουν» τις ελπίδες χιλιάδων σημερινών εργαζομένων και άνεργων για μια σύνταξη στο μέλλον.
Ακόμα και αν μια τέτοια ανατροπή δεν προωθηθεί άμεσα, το σίγουρο είναι ότι ο στόχος έχει τεθεί και είναι προς υλοποίηση οποιαδήποτε στιγμή στο μέλλον. Γι' αυτό η επίθεση δεν πρόκειται να κοπάσει ούτε μετά τη νέα «μεταρρύθμιση» που ετοιμάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Αυτό, άλλωστε, προδιαγράφεται και από τα μέχρι τώρα δεδομένα της νέας «αρχιτεκτονικής» του συστήματος, που αναμένεται να έρθει προς ψήφιση στη Βουλή μέσα στο Γενάρη.
Τα δεδομένα αυτά είναι:
- Οι δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν από την κυβέρνηση με το τρίτο μνημόνιο και τον προϋπολογισμό του 2016 για νέες περικοπές της συνταξιοδοτικής δαπάνης ύψους 1,8 δισ. ευρώ μόνο για τον ερχόμενο χρόνο και για πρόσθετες περικοπές τα επόμενα χρόνια.
- Η νέα δομή του Ασφαλιστικού, που αποτελεί μια ακόμα πιο επώδυνη εκδοχή του νόμου 3863/2010 (Λοβέρδος - Κουτρουμάνης), με την οποία «σπάει» η ενιαία σύνταξη σε «αναλογική» και «εθνική», όμως η συνολική σύνταξη που θα προκύπτει, θα είναι πολύ μικρότερη ακόμα και από τις πενιχρές συντάξεις που έδινε το παλιό σύστημα και μάλιστα υπό την προϋπόθεση ακόμα περισσότερων χρόνων ασφάλισης.
- Η παραπέρα μείωση της κρατικής χρηματοδότησης για το επόμενο έτος, που οδηγεί σε αύξηση των ελλειμμάτων των Ταμείων, τα οποία με τη σειρά τους μετατρέπονται σε βάση για παραπέρα μείωση των συντάξεων, αλλά και αύξηση του χρόνου ασφάλισης.
- Η ενοποίηση των ταμείων κύριων συντάξεων σε ένα υπέρ-ταμείο και η περικοπή των παροχών τους, στο όνομα της «ισότητας».
- Η σταδιακή εξάλειψη των επικουρικών συντάξεων, μέσα από τη διαρκή μείωσή τους στο άμεσο μέλλον, περίπου 10% μεσοσταθμικά για «πρώτο πιάτο».
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου