ΣΑΒΒΑΤΟ 23-11-2013
Όταν ο σοβιετικός ανιχνευτής «Luna 3» έστειλε στη Γη τις πρώτες εικόνες της σκοτεινής πλευράς της σελήνης, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι αυτή η πλευρά της Σελήνης είχε πολύ περισσότερους κρατήρες από το κομμάτι που βρίσκεται πιο κοντά στον πλανήτη μας, το οποίο είχε μεγαλύτερες μεν, αλλά πιο ρηχές λεκάνες.
Πενήντα χρόνια μετά, ερευνητές δημοσίευσαν μία μελέτη στο επιστημονικό περιοδικό «Science», εξηγώντας αυτές τις παρατηρήσεις.
Παλαιότερες θεωρίες υποστηρίζουν πως οι μεγάλες λεκάνες στην κοντινή στη Γη πλευρά της Σελήνης δημιουργήθηκαν από συγκρούσεις με αστεροειδείς μεγαλύτερους από αυτούς που δημιούργησαν τους κρατήρες στη σκοτεινή πλευρά.
Ωστόσο, η τελευταία έρευνα υποστηρίζει ότι οι λεκάνες δεν αντανακλούν με ακρίβεια το μέγεθος των αρχικών συγκρούσεων, καθώς, όταν οι αστεροειδείς προσέκρουαν στην επιφάνεια της Σελήνης κατά την πρώιμη ιστορία του ηλιακού μας συστήματος, ο φλοιός της Σελήνης ήταν θερμότερος και πιο μαλακός, και ως εκ τούτου, έλιωνε, παράγοντας παράλληλα γιγάντια ρυάκια λάβας, τα οποία γέμιζαν τους κρατήρες και τους μετέτρεπαν σε αβαθείς λεκάνες.
Προκειμένου να βελτιώσουν τις εκτιμήσεις τους σχετικά με το μέγεθος και τη διανομή των λεκανών, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν υλικό που έχουν συλλέξει δορυφόροι της NASA, οι οποίοι βρίσκονται σε τροχιά ήδη από το 2011 χαρτογραφώντας τις ανεπαίσθητες διαφοροποιήσεις του πεδίου βαρύτητας της Σελήνης.
Έτσι, εντόπισαν ότι οι λεκάνες έχουν λεπτότερο φλοιό.
Επίσης παρατήρησαν πως αν και ο συνολικός αριθμός των κρατήρων ήταν ίδιος και στις δύο πλευρές της Σελήνης, η κοντινότερη στη Γη πλευρά είχε 8 λεκάνες με διάμετρο πάνω από 320 χλμ., ενώ η άλλη πλευρά είχε μόνο μία.
Η επιστήμονας του Ινστιτούτου Φυσικής της Γης στο Παρίσι Katarina Miljković υπογραμμίζει πως ο βομβαρδισμός των αστεροειδών χτύπησε εξίσου και τις δύο πλευρές.
Η ασυμμετρία λεκανών στις δύο πλευρές πιθανόν να οφείλεται στο χτύπημα μικρών αντικειμένων που επηρέασαν ευκολότερα την κοντινή στη Γη πλευρά.
Προσομοιώσεις έδειξαν ότι εάν η μεγαλύτερη σκοτεινή περιοχή στην κοντινή στη Γη πλευρά, μια πεδιάδα καλυμμένη με ηφαιστειακό πέτρωμα, γνωστή ως «Oceanus Procellarum», ήταν εκατοντάδες βαθμούς θερμότερη σε σύγκριση με την επιφάνεια της μακρινής πλευράς, οι συγκρούσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα το σχηματισμό λεκανών με διπλάσιο μέγεθος από τις λεκάνες που θα προέκυπταν από σύγκρουση παρόμοιου μεγέθους αντικειμένου στη μακρινή στη Γη περιοχή της Σελήνης.
Και πράγματι, περίπου 4 δισεκατομμύρια χρόνια πριν, ή 500 εκατομμύρια χρόνια μετά το σχηματισμό της Σελήνης, η κοντινή στη Γη πλευρά πρέπει να ήταν πιο ζεστή από τη μακρινή.
Επιστήμονες ερευνώντας την κοντινή στη Γη πλευρά της Σελήνης ανίχνευσαν την παρουσία ραδιενεργών ισοτόπων, η διάσπαση των οποίων θα θέρμαινε τα πετρώματα.
Τα ευρήματα ταιριάζουν με τις παρατηρήσεις, αλλά δεν υπάρχει συμφωνία σχετικά με το τι προκάλεσε την αναντιστοιχία στο περιεχόμενο των ισοτόπων μεταξύ της κοντινής και της μακρινής στη Γη περιοχής.
Μια κυρίαρχη θεωρία αναφέρει ότι υλικά πλούσια σε ραδιενεργά στοιχεία προήλθαν από ηφαιστειακή έκρηξη, η οποία δημιούργησε λεκάνη καλυμμένη με μάγμα, ενώ μια δεύτερη ότι προήλθαν όταν η Σελήνη συγκρούστηκε με έναν πλανήτη διαμέτρου 1.000 χιλιομέτρων που φαίνεται να αποτελούσε τη δεύτερη Σελήνη της Γης.
Η νέα αυτή θεωρία θα μπορούσε να οδηγήσει τους ερευνητές στο να αναθεωρήσουν το πόσο σοβαρή ήταν η επίδραση των βομβαρδισμών αστεροειδών στην ιστορία του ηλιακού μας συστήματος, όπως τονίζει ο επιστήμονας του Νοτιοδυτικού Ινστιτούτου Ερευνών στο Μπούλντερ του Κολοράντο William Bottke.
Ο ίδιος, δε, προσθέτει ότι «όλα αυτά θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να προσδιορίσουμε τη μορφή των μικρόσωμων πληθυσμών 4 δισ. χρόνια πριν».
ΠΗΓΗ. 902
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου