Στο
μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη υπάρχουν χαραγμένα ονόματα τοποθεσιών
όπου οι Ελληνες έδωσαν το αίμα τους για την πατρίδα. Εκεί όπου οι απλοί
άνθρωποι κλήθηκαν να μετατραπούν εν μία νυκτί σε μαχητές και
υπερασπιστές της ελευθερίας.
Μεταξύ των γνωστών σε όλους μας μαχών που έχουν σκαλιστεί υπάρχει και ένας αριθμός, ο «731» δίπλα στο «Καλπάκι», την «Πρεμετή» και άλλα μέρη της Βορείου Ηπείρου, όπου γράφτηκε το έπος του ΄40.
Για τους περισσότερους είναι άγνωστος, όμως πλέον το Υψωμα 731 χαρακτηρίζεται ως μία συνέχεια των Θερμοπυλών και οι ιστορικοί του προσδίδουν την αξία που του αναλογεί.
Ως το «κλειδί» για την οριστική νίκη επί των Ιταλών, την πρώτη των συμμαχικών στρατευμένων επί των δυνάμεων του Αξονα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το να το λέει κάποιος δεν είναι εθνικιστική κορώνα ή ματαιοδοξία, αλλά η ιστορία μας.
Ας γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, στον Μάρτιο του 1941, τον καιρό που ο ελληνικός στρατός κόντρα σε κάθε λογική όχι μόνο δεν είχε καταρρεύσει στην θέα του ιταλικού, αλλά τον είχε απωθήσει σε βάθος από 30 ως 80 χιλιόμετρα εντός του αλβανικού εδάφους.
Ο Μουσουλίνι αντί για έναν υγιεινό περίπατο μέχρι την Αθήνα που υπολόγιζε να κάνει, είχε εμπλακεί σε μία πολεμική αναμέτρηση που διέσυρε το κύρος του.
Λίγους μήνες πριν, τον Γενάρη του 1941, σε συνάντησή του με τον Χίτλερ τον διαβεβαίωσε πως μέχρι τον Απρίλιο θα είχε «διορθώσει» τα πράγματα στα Βαλκάνια και ο χρόνος τον πίεζε.
Βλέπετε ο τελευταίος από την πρώτη στιγμή ήταν αντίθετος στο άνοιγμα ενός μετώπου στη Νότια Ευρώπη, ο «Ντούτσε» με την εισβολή στην Ελλάδα τον είχε φέρει προ τετελεσμένου γεγονότος και πλέον τα αγγλικά βομβαρδιστικά που επιχειρούσαν από την χώρα μας,μπορούσαν να πλήξουν τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας. Κάτι που ήταν αδιανόητο ενόψει της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα».
Ετσι μετέφερε στον σύμμαχό του – επί της ουσίας πλέον υποτελή του – ότι είναι διατεθειμένος να παρέμβει, αλλά ο Μουσολίνι ήταν βέβαιος για την επιτυχία του. Αλλωστε τον Οκτώβριο του '40 διατυμπάνιζε πως «επειδή ο Χίτλερ δεν με ενημέρωσε για κάποια γερμανική στρατιωτική επιχείρηση, θα μάθει από τις εφημερίδες την κατάληψη της Ελλάδας».
Ο Τύπος της εποχής έγραφε, αλλά τα νέα ήταν... λίγο διαφορετικά από εκείνα που ήλπιζε να διαβάσει ο Χίτλερ. Ετσι όλα ήταν έτοιμα για την «Εαρινή Επίθεση», όπως ονομάστηκε η απέλπιδα προσπάθεια των Ιταλών να νικήσουν τους Ελληνες, η οποία είχε την κωδική ονομασία «Πριμαβέρα».
Τον Ιανουάριο του 1941 ο Μουσολίνι διαβεβαίωσε τον Χίτλερ πως μέχρι τον Απρίλιο θα είχε... ξεμπερδέψει με την Ελλάδα.
Οι αριθμοί... τρομάζουν, καθώς οι Ιταλοί συγκέντρωσαν 25 μεραρχίες, μια τεθωρακισμένη, 20 τάγματα μελανοχιτώνων, πέντε τάγματα Αλβανών εθελοντών, εκατοντάδες πυροβόλα, βομβαρδιστικά και τόνους πολεμικού υλικού, ώστε να διασπάσουν τις ελληνικές γραμμές που επάνδρωναν 12 μεραρχίες, με σαφώς κατώτερα μέσα. Αλλά με μία σημαντική παράμετρο.
Η κατανομή του έμψυχου δυναμικού στον ελληνικό στρατό ήταν τέτοια, ώστε όλοι όσοι κατάγονταν από την Ηπειρο, την Δυτική Μακεδονία και την Θεσσαλία είχαν καταταγεί στις εκεί μεραρχίες, όπως βέβαια και δεκάδες χιλιάδες άλλοι από Στερεά, Πελοπόννησο νησιά κτλ....
Ακόμη και το εθελοντικό σώμα των Δωδεκανήσιων – εκείνα τα χρόνια βρίσκονταν υπό ιταλική κυριαρχία – στάλθηκε στην Ηπειρο, έτσι ξέχωρα από τον δεδομένο πατριωτισμό, οι στρατιώτες πολεμούσαν για τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους.
Σε μία έμμεση απάντηση του ιταλικού ουτοπικού σχεδιασμού, ότι ο ντόπιος πληθυσμός θα τους ενισχύσει. Αυτό ισχυρίζονταν εντελώς λανθασμένα οι πράκτορές τους, λίγες ημέρες πριν την 28η Οκτωβρίου του 1940. Αλλά υπολόγιζαν... χωρίς τον τσολιά.
Ο οποίος πολέμαγε για μήνες σε ακραίες καιρικές συνθήκες με λίγη τροφή – υπάρχουν μαρτυρίες πως πολλές μονάδες στη πρώτη γραμμή έμειναν και πέντε ημέρες χωρίς ψωμί και κονσέρβες – και πίνοντας νερό σε πολλές περιπτώσεις από τους κρατήρες που άνοιγαν οι οβίδες, το οποίο και καθάριζαν οι στρατιώτες με γάζες, τόσο από τη λάσπη όσο και από τα αίματα.
Μάλιστα οι τότε μαρτυρίες αναφέρουν πως το μεγαλύτερο πρόβλημα αλλά και συνάμα «σύμμαχος» των απλών φαντάρων ήταν οι ψείρες.
Το πρώτο γιατί προκαλούσαν φαγούρα, όμως με αυτόν τον τρόπο ήταν συνεχώς σε εγρήγορση και ζεσταίνονταν, αφού οι θερμοκρασίες ήταν πολικές και το χιόνι ξεπερνούσε το 1,5 μέτρο. Οι τότε ιατρικές καταστάσεις αναφέρουν πως περίπου 25.000 Ελληνες υπέστησαν κρυοπαγήματα, μικρού ή μεγάλου βαθμού.
Οι Ελληνες στρατιώτες πολέμησαν υπό αντίξοες συνθήκες και με πενιχρά μέσα.
Αυτή λοιπόν ήταν με λίγα λόγια η κατάσταση στην περιοχή, όταν στις 2 Μαρτίου ο Μουσολίνι πιλοτάροντας ο ίδιος το αεροπλάνο του, έφτασε στη πρώτη γραμμή για να επιθεωρήσει τις ιταλικές μονάδες.
Εδινε τόση μεγάλη σημασία στην εξέλιξη της επικείμενης μάχης, που είχε στείλει προσωπική επιστολή σε όλα τα εξέχοντα μέλη του φασιστικού κόμματος, ώστε οι συγγενείς τους να επανδρώσουν μονάδες που θα λάμβαναν μέρος στην επιχείρηση, για να αναδειχθεί εκ νέου το κύρος του καθεστώτος.
Βρίσκονταν μάλιστα εντός του βεληνεκούς του ελληνικού πυροβολικού, ενώ υπήρξε πρόταση από ορισμένους αξιωματικούς να επιχειρήσουν να τον συλλάβουν, μέσω καταδρομικής επίθεσης. Η οποία όμως και απορρίφθηκε.
Η έναρξη των επιχειρήσεων ορίστηκε για τις 9 Μαρτίου και μέγιστης στρατιωτικής σημασίας για τους επιτιθέμενους, ήταν η κατάληψη του υψώματος 731που βρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα βόρεια της Κλεισούρας, στη περιοχή του Τεπελενίου. Αν καταλαμβάνονταν, τα ελληνικά στρατεύματα που βρίσκονταν στην Κλεισούρα θα κυκλώνονταν και θα άνοιγε ο δρόμος για τα Γιάννινα, καθώς θα είχε δημιουργηθεί ένα κενό στις ελληνικές γραμμές.
Το στρατηγείο στην Αθήνα αντιλαμβάνονταν τη σημασία της συγκεκριμένης θέσης και είχε ενημερώσει πως θα απορροφήσει μεγάλο μέρος των ιταλικών επιθετικών ενεργειών. Οι οποίοι σε ένα μήκος μετώπου περίπου 5 χιλιομέτρων όπου δέσποζε το «731», είχαν παρατάξει 7 μεραρχίες.
Στην ευρύτερη περιοχή του ηρωικού υψώματος ήταν άνδρες από το 5ο και το 19ο Σ.Π. της 1ης Μεραρχίας με καταγωγή από την Θεσσαλία, ενώ στην πορεία της μάχης θα ριχθούν σε αυτή και πολλοί Σερραίοι.
Τότε ανέτειλε ο άστρο του Δημήτριου Κασλά, ταγματάρχη στον βαθμό και διοικητή επί του «731» του ΙΙ/5 Τάγματος πεζικού.
Εμπειρος αξιωματικός, που μεταξύ άλλων στη Μικρασιατική Εκστρατεία είχε συλληφθεί από τους Τούρκους, διατάσσεται για άμυνα μέχρις εσχάτων. Ενημερώνει τους λοχαγούς του για τα τεκταινόμενα και τους ανακοινώνει την απόφασή του. «Οποιος οπισθοχωρήσει να εκτελείται άμεσα».
Η ημερήσια διαταγή του είναι χαρακτηριστική «Επί των κατεχομένων θέσεων θα αμυνθώμεν μέχρι εσχάτων.
Ουδείς θα κινηθή προς τα οπίσω. Εμψυχώσατε άνδρας σας και τονώσατε το ηθικόν των. Προμηνύεται λυσσώδης επίθεσις του εχθρού, η οποία όπως δήποτε θα αποκρουσθή και θα συντριβή. Τηρήσατέ με ενήμερον τακτικής καταστάσεως.
Επαναλαμβάνω, τότε μόνον θα διέλθη ο εχθρός εκ της τοποθεσίας μας, όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας». Ξημερώνει 9 Μαρτίου 1941...
.
Ο ταγματάρχης Δημήτριος Κασλάς,
που ηγήθηκε της άμυνας στο «731»
Ο τόπος φλέγεται, καθώς οι Ιταλοί ξεκινούν έναν «λυσσαλέο» βομβαρδισμό. Υπολογίζεται πως τις πρώτες 3 ώρες ρίχθηκαν στο ύψωμα περισσότερα από 100.000 βλήματα, ενώ οι Ελληνες στρατιώτες προφυλάσσονται μέσα σε λαγούμια που είχαν σκάψει τις προηγούμενες ημέρες.
Δένδρα, συρματοπλέγματα και οτιδήποτε άλλο επί του υψώματος τινάζεται στον αέρα και οι Ιταλοι εφορμούν, πιστεύοντας πως οι βολές του πυροβολικού έχουν διαλύσει κάθε αντίσταση. «Να γίνουν όλα άχνη», φώναζε ο Μουσουλίνι παρακολουθώντας τη πορεία των επιχειρήσεων με τα κιάλια του από το «Κομαρίτ», καθώς και εκείνος είχε το βλέμμα του στραμμένο στο «731».
Πάνω σε αυτό όμως, εκ των υστέρων θα αποδειχθεί πως δεν βρίσκονται απλοί άνθρωποι...Τα λόγια ενός ανθυπολοχαγού του ιταλικού στρατού, είναι χαρακτηριστικά.
«Οταν εφορμήσαμε την πρώτη φορά κατά του 731, πίστευα ότι δεν θα συναντούσαμε ούτε έναν Ελληνα ζωντανό πάνω στο ύψωμα. Τόσο σφοδροί ήταν οι βομβαρδισμοί που προηγήθηκαν. Ομως εκείνοι ήταν εκεί και μας περίμεναν», ανέφερε.
Στη θέα του ιταλικού πεζικού να προχωρά, το ελληνικό πυροβολικό άρχισε να ανταποδίδει τα πυρά, ενώ οι διοικητές του Ντούτσε είχαν κάνει ένα τεράστιο σφάλμα.
Σε μικρό χώρο είχαν τοποθετήσει μεγάλο αριθμό στρατιωτών, που ήταν εύκολος στόχος.
Μόλις οι Ιταλοί πέρασαν με βαριές απώλειες το φράγμα πυρός του πυροβολικού και άρχισαν να ανεβαίνουν στο ύψωμα, δεν αντιλήφθηκαν τους καλά καμουφλαρισμένους Ελληνες. Οι κρυψώνες των οποίων είχαν εκτός όλων των άλλων σκεπαστεί και από χώμα, απόρροια των βομβαρδισμών.
Ετσι οι πρώτες μονάδες άρχισαν να μεταδίδουν πως στο ύψωμα δεν υπήρχαν επιζώντες και στο ιταλικό αρχηγείο όλοι χαμογελούσαν. Ομως τότε τα πολυβολεία... πήραν φωτιά, εκατοντάδες χειροβομβίδες άρχισαν να εκσφενδονίζονται από το... πουθενά και οι Ιταλοί πανικόβλητοι υποχώρησαν.
Αυτή ήταν η πρώτη από τις δεκάδες επιθέσεις που θα εξαπέλυαν – ξέχωρα από τους συνεχείς βομβαρδισμούς – μέχρι τις 26 Μαρτίου, οπότε και σταμάτησαν οι εχθροπραξίες.
Χωρίς οι Ιταλοί να πετύχουν έστω έναν από τους αντικειμενικούς στόχους που είχαν θέσει και πλέον, ήταν οριστικά οι χαμένοι του πολέμου. «Συχνά οι Ελληνες μας περίμεναν όρθιοι μπροστά στα κατεστραμμένα χαρακώματά τους με τις λόγχες περασμένες στα όπλα τους. Συχνά γελούσαν δυνατά και φώναζαν. Είχαν υπερβεί τον άνθρωπο.
Δεν ήταν άνθρωποι πλέον, το πιστεύω αυτό, ήταν θηρία», γράφει μεταξύ άλλων ο ίδιος Ιταλός ανθυπολοχαγός, αποτυπώνοντας ανάγλυφα του τι έβλεπε εκείνος και οι συμπολεμιστές του, κάθε φορά που προσπαθούσαν να καταλάβουν το «731».
Χάρτης που δείχνει την διάταξη των στρατιωτικών δυνάμεων γύρω από το «731».
Το οποίο όλο αυτό το διάστημα μόνο δύο φορές κινδύνεψε ουσιαστικά να αλλάξει χέρια.
Η πρώτη όταν οι Ιταλοί επιχείρησαν να ανέλθουν σε αυτό από μία χαράδρα στη δυτική του πλευρά βοηθούμενοι και από την ομίχλη, όμως έγιναν αντιληπτοί από το ΙΙΙ/19 Τάγμα Σερρών με Διοικητή τον Λοχαγό Κουτρίδη, ο οποίος έσπευδε στη περιοχή για ενίσχυση των αμυνομένων από την ίδια πλευρά και έτσι ειδοποιήθηκαν άμεσα οι υπερασπιστές του (σε εκείνη την επίθεση οι Ιταλοί είχαν πάνω από 1.000 απώλειες).
Η δεύτερη ήταν στις 15 Μαρτίου, όταν οι επιτιθέμενοι κατέλαβαν μέρος του «731», αλλά με μία γενική αντεπίθεση οι Ελληνες τους απώθησαν.
Τις τελευταίες ημέρες των επιχειρήσεων οι αμυνόμενοι πολλές φορές χρησιμοποίησαν αυτοσχέδιες βόμβες μολότοφ για την υπεράσπιση των θέσεών τους επειδή άρχισε να παρατηρείται έλλειψη στα πυρομαχικά.
Μάλιστα μεταξύ των σωμάτων του ιταλικού στρατού που αποδεκατίστηκε ήταν και η «Αρντίτι», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Παθιασμένοι πολεμιστές» και ήταν από τις πλέον επίλεκτες μονάδες του.
Υπάρχουν δύο χαρακτηριστικά περιστατικά, που δείχνουν ξεκάθαρα πως οι Ελληνες ήταν οι κυρίαρχοι του πολεμικού πεδίου.
Οι Ιταλοί τις πρώτες ημέρες θέλοντας να ανυψώσουν το ηθικό των ανδρών τους έκαναν έφοδο φωνάζοντας «Αβάντι αέρο» και όχι την κλασική ιαχή που ανέφερε το όνομα του «Ντούτσε», μιμούμενοι έτσι τους Ελληνες.
Βέβαια μετά τις πρώτες άκαρπες επιθέσεις τους και ακούγοντας τους υπερασπιστές να φωνάζουν «αέρα», κατάλαβαν πως αυτό δεν βοηθά.
Το άλλο αφορά την ολιγόωρη πρόταση εκεχειρίας που έκαναν μετά τις πρώτες ημέρες, ώστε να θάψουν τους νεκρούς τους που κείτονταν γύρω από το ύψωμα. Αλλωστε η θέα των άταφων πτωμάτων επηρέαζε τους άνδρες τους και ψυχολογικά.
Οι Ελληνες δέχθηκαν, αλλά μόνο με τον όρο να ανακοινωθεί πως η παύση πυρός έγινε μετά από αίτημά τους, κάτι που δεν δέχθηκαν αφού θα πλήγωνε ακόμη περισσότερο το γόητρο του «Ντούτσε».
Οι Ιταλοί εφορμούν στο Υψωμα «731», αλλά ποτέ δεν θα το καταλάβουν.
Η εαρινή επίθεση και μαζί εκείνη στο «731» έληξε με το πραξικόπημα στην Γιουγκοσλαβία στις 26 Μαρτίου, όταν και «έπεσε» η φίλα προσκείμενη στον άξονα κυβέρνηση της χώρας.
Πλέον τα «νώτα» των Ιταλών δεν θα ήταν καλυμμένα και με αυτή τη πρόφαση, σταμάτησαν τις επιχειρήσεις. Ουσιαστικά όμως είχε ολοκληρωθεί δύο ημέρες πριν, όταν ο Μουσολίνι απογοητευμένος έφυγε για την Ρώμη και είπε στον έμπιστό του πτέραρχο Πίκολο.
« Αισθάνομαι αηδία για τους στρατηγούς. Με παραπλάνησαν». Εκείνη τη στιγμή αρκετές φημισμένες μεραρχίες όπως η «Μπάρι», η «Κάλιαρι» αλλά και άλλες είχαν πάψει να υφίστανται, η σύνθεση πολλών άλλων ήταν κάτω του 50% και η «Εαρινή επίθεση» είχε αποτύχει οικτρά.
Μπροστά από το ύψωμα οι ιταλικές απώλειες υπολογίζονται σε 10.500, ενώ από ελληνικής πλευράς, από όσους ήταν στο ύψωμα από την πρώτη ημέρα – περίπου 400 αξιωματικοί,υπαξιωματικοί και στρατιώτες – οι επιζήσαντες ήταν μόνο 70. Εκτός όλων των άλλων στο «731» άλλαξε και η μορφολογία του εδάφους.
Οι συγκεκριμένε τοποθεσίες παίρνουν την ονομασία τους από το ύψος τους, όμως το συγκεκριμένο στους μετέπειτα αλβανικούς χάρτες αναφέρεται τόσο ως «725», όσο και σαν «728». Προφανώς και... μίκρυνε, απόρροια των βομβαρδισμών που υπέστη.
Η εικόνα του «731» μετά τους ανηλεής ιταλικούς βομβαρδισμούς.
Αποτέλεσμα αυτής της αποτυχίας των Ιταλών και της αλλαγής στάσης της Γιουγκοσλαβίας, ήταν η γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια, με την επιχείρηση «Μαρίτα».
Ομως ούτε οι Χιτλερικοί δεν αναγνώρισαν αρχικά το δικαίωμα στους Ιταλούς να συμπεριφερθούν ως νικητές απέναντι στους Ελληνες.
Η πρώτη ανακωχή, στις 20 Απριλίου ήταν μεταξύ των δύο χωρών και μόνο όταν ο Μουσολίνι παραπονέθηκε στον Χίτλερ, υπογράφηκε στις 23 Απριλίου νέα, με την Ιταλία να συμπεριλαμβάνεται στις νικήτριες δυνάμεις.
Οσο για τον Δημήτρη Κασλά, τον ήρωα του «Υψώματος 731» που κατά γενική ομολογία είχε κρίνει σε μεγάλο βαθμό τις τύχες του πολέμου, έφυγε από την ζωή το 1966, ξεχασμένος από όλους πλην των συμπολεμιστών του στο αλβανικό μέτωπο.
Λόγω του ότι στην αντίσταση πολέμησε τόσο με τον ΕΔΕΣ όσο και με τον ΕΛΑΣ, γνώρισε διώξεις, εξορίες και υποβιβάστηκε στον βαθμό του στρατιώτη.
Και όλα αυτά χωρίς ο ίδιος να είναι πολιτικά προσκείμενος κάπου, απλά επειδή δεν θέλησε να μεταβεί στην Αίγυπτο και έμεινε στην πατρίδα και να πολεμήσει τον κατακτητή. Αλλά τα «αιώνια πάθη» των Ελλήνων και η γνώριμη διχόνοια που έχουμε ως έθνος, δεν του επέτρεψαν να έχει την αναγνώριση που του άξιζε.
Το 1986 μετά θάνατον, του απονεμήθηκε ο βαθμός του Ταξιάρχου, ενώ λόγω των σχέσεων της χώρας μας με την Αλβανία που έχουν περάσει από πολλές διακυμάνσεις, ούτε στην ευρύτερη περιοχή του «731» θυμίζει κάτι από εκείνη τη φοβερή μάχη.
Το 1999 φτιάχτηκε για πρώτη φορά ένα μικρό εκκλησάκι στη μνήμη των πεσόντων, το οποίο πολλές φορές έχει καταστραφεί και ανακατασκευάζεται συνεχώς.
Το μνημείο των πεσόντων του «731» που έχει αναγερθεί στη πόλη των Τρικάλων, από την οποία κατάγονταν οι περισσότεροι υπερασπιστές του υψώματος.
ΠΗΓΗ. gazzetta.gr
Μεταξύ των γνωστών σε όλους μας μαχών που έχουν σκαλιστεί υπάρχει και ένας αριθμός, ο «731» δίπλα στο «Καλπάκι», την «Πρεμετή» και άλλα μέρη της Βορείου Ηπείρου, όπου γράφτηκε το έπος του ΄40.
Για τους περισσότερους είναι άγνωστος, όμως πλέον το Υψωμα 731 χαρακτηρίζεται ως μία συνέχεια των Θερμοπυλών και οι ιστορικοί του προσδίδουν την αξία που του αναλογεί.
Ως το «κλειδί» για την οριστική νίκη επί των Ιταλών, την πρώτη των συμμαχικών στρατευμένων επί των δυνάμεων του Αξονα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το να το λέει κάποιος δεν είναι εθνικιστική κορώνα ή ματαιοδοξία, αλλά η ιστορία μας.
Ας γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, στον Μάρτιο του 1941, τον καιρό που ο ελληνικός στρατός κόντρα σε κάθε λογική όχι μόνο δεν είχε καταρρεύσει στην θέα του ιταλικού, αλλά τον είχε απωθήσει σε βάθος από 30 ως 80 χιλιόμετρα εντός του αλβανικού εδάφους.
Ο Μουσουλίνι αντί για έναν υγιεινό περίπατο μέχρι την Αθήνα που υπολόγιζε να κάνει, είχε εμπλακεί σε μία πολεμική αναμέτρηση που διέσυρε το κύρος του.
Λίγους μήνες πριν, τον Γενάρη του 1941, σε συνάντησή του με τον Χίτλερ τον διαβεβαίωσε πως μέχρι τον Απρίλιο θα είχε «διορθώσει» τα πράγματα στα Βαλκάνια και ο χρόνος τον πίεζε.
Βλέπετε ο τελευταίος από την πρώτη στιγμή ήταν αντίθετος στο άνοιγμα ενός μετώπου στη Νότια Ευρώπη, ο «Ντούτσε» με την εισβολή στην Ελλάδα τον είχε φέρει προ τετελεσμένου γεγονότος και πλέον τα αγγλικά βομβαρδιστικά που επιχειρούσαν από την χώρα μας,μπορούσαν να πλήξουν τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας. Κάτι που ήταν αδιανόητο ενόψει της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα».
Ετσι μετέφερε στον σύμμαχό του – επί της ουσίας πλέον υποτελή του – ότι είναι διατεθειμένος να παρέμβει, αλλά ο Μουσολίνι ήταν βέβαιος για την επιτυχία του. Αλλωστε τον Οκτώβριο του '40 διατυμπάνιζε πως «επειδή ο Χίτλερ δεν με ενημέρωσε για κάποια γερμανική στρατιωτική επιχείρηση, θα μάθει από τις εφημερίδες την κατάληψη της Ελλάδας».
Ο Τύπος της εποχής έγραφε, αλλά τα νέα ήταν... λίγο διαφορετικά από εκείνα που ήλπιζε να διαβάσει ο Χίτλερ. Ετσι όλα ήταν έτοιμα για την «Εαρινή Επίθεση», όπως ονομάστηκε η απέλπιδα προσπάθεια των Ιταλών να νικήσουν τους Ελληνες, η οποία είχε την κωδική ονομασία «Πριμαβέρα».
Τον Ιανουάριο του 1941 ο Μουσολίνι διαβεβαίωσε τον Χίτλερ πως μέχρι τον Απρίλιο θα είχε... ξεμπερδέψει με την Ελλάδα.
Οι αριθμοί... τρομάζουν, καθώς οι Ιταλοί συγκέντρωσαν 25 μεραρχίες, μια τεθωρακισμένη, 20 τάγματα μελανοχιτώνων, πέντε τάγματα Αλβανών εθελοντών, εκατοντάδες πυροβόλα, βομβαρδιστικά και τόνους πολεμικού υλικού, ώστε να διασπάσουν τις ελληνικές γραμμές που επάνδρωναν 12 μεραρχίες, με σαφώς κατώτερα μέσα. Αλλά με μία σημαντική παράμετρο.
Η κατανομή του έμψυχου δυναμικού στον ελληνικό στρατό ήταν τέτοια, ώστε όλοι όσοι κατάγονταν από την Ηπειρο, την Δυτική Μακεδονία και την Θεσσαλία είχαν καταταγεί στις εκεί μεραρχίες, όπως βέβαια και δεκάδες χιλιάδες άλλοι από Στερεά, Πελοπόννησο νησιά κτλ....
Ακόμη και το εθελοντικό σώμα των Δωδεκανήσιων – εκείνα τα χρόνια βρίσκονταν υπό ιταλική κυριαρχία – στάλθηκε στην Ηπειρο, έτσι ξέχωρα από τον δεδομένο πατριωτισμό, οι στρατιώτες πολεμούσαν για τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους.
Σε μία έμμεση απάντηση του ιταλικού ουτοπικού σχεδιασμού, ότι ο ντόπιος πληθυσμός θα τους ενισχύσει. Αυτό ισχυρίζονταν εντελώς λανθασμένα οι πράκτορές τους, λίγες ημέρες πριν την 28η Οκτωβρίου του 1940. Αλλά υπολόγιζαν... χωρίς τον τσολιά.
Ο οποίος πολέμαγε για μήνες σε ακραίες καιρικές συνθήκες με λίγη τροφή – υπάρχουν μαρτυρίες πως πολλές μονάδες στη πρώτη γραμμή έμειναν και πέντε ημέρες χωρίς ψωμί και κονσέρβες – και πίνοντας νερό σε πολλές περιπτώσεις από τους κρατήρες που άνοιγαν οι οβίδες, το οποίο και καθάριζαν οι στρατιώτες με γάζες, τόσο από τη λάσπη όσο και από τα αίματα.
Μάλιστα οι τότε μαρτυρίες αναφέρουν πως το μεγαλύτερο πρόβλημα αλλά και συνάμα «σύμμαχος» των απλών φαντάρων ήταν οι ψείρες.
Το πρώτο γιατί προκαλούσαν φαγούρα, όμως με αυτόν τον τρόπο ήταν συνεχώς σε εγρήγορση και ζεσταίνονταν, αφού οι θερμοκρασίες ήταν πολικές και το χιόνι ξεπερνούσε το 1,5 μέτρο. Οι τότε ιατρικές καταστάσεις αναφέρουν πως περίπου 25.000 Ελληνες υπέστησαν κρυοπαγήματα, μικρού ή μεγάλου βαθμού.
Οι Ελληνες στρατιώτες πολέμησαν υπό αντίξοες συνθήκες και με πενιχρά μέσα.
Αυτή λοιπόν ήταν με λίγα λόγια η κατάσταση στην περιοχή, όταν στις 2 Μαρτίου ο Μουσολίνι πιλοτάροντας ο ίδιος το αεροπλάνο του, έφτασε στη πρώτη γραμμή για να επιθεωρήσει τις ιταλικές μονάδες.
Εδινε τόση μεγάλη σημασία στην εξέλιξη της επικείμενης μάχης, που είχε στείλει προσωπική επιστολή σε όλα τα εξέχοντα μέλη του φασιστικού κόμματος, ώστε οι συγγενείς τους να επανδρώσουν μονάδες που θα λάμβαναν μέρος στην επιχείρηση, για να αναδειχθεί εκ νέου το κύρος του καθεστώτος.
Βρίσκονταν μάλιστα εντός του βεληνεκούς του ελληνικού πυροβολικού, ενώ υπήρξε πρόταση από ορισμένους αξιωματικούς να επιχειρήσουν να τον συλλάβουν, μέσω καταδρομικής επίθεσης. Η οποία όμως και απορρίφθηκε.
Η έναρξη των επιχειρήσεων ορίστηκε για τις 9 Μαρτίου και μέγιστης στρατιωτικής σημασίας για τους επιτιθέμενους, ήταν η κατάληψη του υψώματος 731που βρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα βόρεια της Κλεισούρας, στη περιοχή του Τεπελενίου. Αν καταλαμβάνονταν, τα ελληνικά στρατεύματα που βρίσκονταν στην Κλεισούρα θα κυκλώνονταν και θα άνοιγε ο δρόμος για τα Γιάννινα, καθώς θα είχε δημιουργηθεί ένα κενό στις ελληνικές γραμμές.
Το στρατηγείο στην Αθήνα αντιλαμβάνονταν τη σημασία της συγκεκριμένης θέσης και είχε ενημερώσει πως θα απορροφήσει μεγάλο μέρος των ιταλικών επιθετικών ενεργειών. Οι οποίοι σε ένα μήκος μετώπου περίπου 5 χιλιομέτρων όπου δέσποζε το «731», είχαν παρατάξει 7 μεραρχίες.
Στην ευρύτερη περιοχή του ηρωικού υψώματος ήταν άνδρες από το 5ο και το 19ο Σ.Π. της 1ης Μεραρχίας με καταγωγή από την Θεσσαλία, ενώ στην πορεία της μάχης θα ριχθούν σε αυτή και πολλοί Σερραίοι.
Τότε ανέτειλε ο άστρο του Δημήτριου Κασλά, ταγματάρχη στον βαθμό και διοικητή επί του «731» του ΙΙ/5 Τάγματος πεζικού.
Εμπειρος αξιωματικός, που μεταξύ άλλων στη Μικρασιατική Εκστρατεία είχε συλληφθεί από τους Τούρκους, διατάσσεται για άμυνα μέχρις εσχάτων. Ενημερώνει τους λοχαγούς του για τα τεκταινόμενα και τους ανακοινώνει την απόφασή του. «Οποιος οπισθοχωρήσει να εκτελείται άμεσα».
Η ημερήσια διαταγή του είναι χαρακτηριστική «Επί των κατεχομένων θέσεων θα αμυνθώμεν μέχρι εσχάτων.
Ουδείς θα κινηθή προς τα οπίσω. Εμψυχώσατε άνδρας σας και τονώσατε το ηθικόν των. Προμηνύεται λυσσώδης επίθεσις του εχθρού, η οποία όπως δήποτε θα αποκρουσθή και θα συντριβή. Τηρήσατέ με ενήμερον τακτικής καταστάσεως.
Επαναλαμβάνω, τότε μόνον θα διέλθη ο εχθρός εκ της τοποθεσίας μας, όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας». Ξημερώνει 9 Μαρτίου 1941...
.
Ο ταγματάρχης Δημήτριος Κασλάς,
που ηγήθηκε της άμυνας στο «731»
Ο τόπος φλέγεται, καθώς οι Ιταλοί ξεκινούν έναν «λυσσαλέο» βομβαρδισμό. Υπολογίζεται πως τις πρώτες 3 ώρες ρίχθηκαν στο ύψωμα περισσότερα από 100.000 βλήματα, ενώ οι Ελληνες στρατιώτες προφυλάσσονται μέσα σε λαγούμια που είχαν σκάψει τις προηγούμενες ημέρες.
Δένδρα, συρματοπλέγματα και οτιδήποτε άλλο επί του υψώματος τινάζεται στον αέρα και οι Ιταλοι εφορμούν, πιστεύοντας πως οι βολές του πυροβολικού έχουν διαλύσει κάθε αντίσταση. «Να γίνουν όλα άχνη», φώναζε ο Μουσουλίνι παρακολουθώντας τη πορεία των επιχειρήσεων με τα κιάλια του από το «Κομαρίτ», καθώς και εκείνος είχε το βλέμμα του στραμμένο στο «731».
Πάνω σε αυτό όμως, εκ των υστέρων θα αποδειχθεί πως δεν βρίσκονται απλοί άνθρωποι...Τα λόγια ενός ανθυπολοχαγού του ιταλικού στρατού, είναι χαρακτηριστικά.
«Οταν εφορμήσαμε την πρώτη φορά κατά του 731, πίστευα ότι δεν θα συναντούσαμε ούτε έναν Ελληνα ζωντανό πάνω στο ύψωμα. Τόσο σφοδροί ήταν οι βομβαρδισμοί που προηγήθηκαν. Ομως εκείνοι ήταν εκεί και μας περίμεναν», ανέφερε.
Στη θέα του ιταλικού πεζικού να προχωρά, το ελληνικό πυροβολικό άρχισε να ανταποδίδει τα πυρά, ενώ οι διοικητές του Ντούτσε είχαν κάνει ένα τεράστιο σφάλμα.
Σε μικρό χώρο είχαν τοποθετήσει μεγάλο αριθμό στρατιωτών, που ήταν εύκολος στόχος.
Μόλις οι Ιταλοί πέρασαν με βαριές απώλειες το φράγμα πυρός του πυροβολικού και άρχισαν να ανεβαίνουν στο ύψωμα, δεν αντιλήφθηκαν τους καλά καμουφλαρισμένους Ελληνες. Οι κρυψώνες των οποίων είχαν εκτός όλων των άλλων σκεπαστεί και από χώμα, απόρροια των βομβαρδισμών.
Ετσι οι πρώτες μονάδες άρχισαν να μεταδίδουν πως στο ύψωμα δεν υπήρχαν επιζώντες και στο ιταλικό αρχηγείο όλοι χαμογελούσαν. Ομως τότε τα πολυβολεία... πήραν φωτιά, εκατοντάδες χειροβομβίδες άρχισαν να εκσφενδονίζονται από το... πουθενά και οι Ιταλοί πανικόβλητοι υποχώρησαν.
Αυτή ήταν η πρώτη από τις δεκάδες επιθέσεις που θα εξαπέλυαν – ξέχωρα από τους συνεχείς βομβαρδισμούς – μέχρι τις 26 Μαρτίου, οπότε και σταμάτησαν οι εχθροπραξίες.
Χωρίς οι Ιταλοί να πετύχουν έστω έναν από τους αντικειμενικούς στόχους που είχαν θέσει και πλέον, ήταν οριστικά οι χαμένοι του πολέμου. «Συχνά οι Ελληνες μας περίμεναν όρθιοι μπροστά στα κατεστραμμένα χαρακώματά τους με τις λόγχες περασμένες στα όπλα τους. Συχνά γελούσαν δυνατά και φώναζαν. Είχαν υπερβεί τον άνθρωπο.
Δεν ήταν άνθρωποι πλέον, το πιστεύω αυτό, ήταν θηρία», γράφει μεταξύ άλλων ο ίδιος Ιταλός ανθυπολοχαγός, αποτυπώνοντας ανάγλυφα του τι έβλεπε εκείνος και οι συμπολεμιστές του, κάθε φορά που προσπαθούσαν να καταλάβουν το «731».
Χάρτης που δείχνει την διάταξη των στρατιωτικών δυνάμεων γύρω από το «731».
Το οποίο όλο αυτό το διάστημα μόνο δύο φορές κινδύνεψε ουσιαστικά να αλλάξει χέρια.
Η πρώτη όταν οι Ιταλοί επιχείρησαν να ανέλθουν σε αυτό από μία χαράδρα στη δυτική του πλευρά βοηθούμενοι και από την ομίχλη, όμως έγιναν αντιληπτοί από το ΙΙΙ/19 Τάγμα Σερρών με Διοικητή τον Λοχαγό Κουτρίδη, ο οποίος έσπευδε στη περιοχή για ενίσχυση των αμυνομένων από την ίδια πλευρά και έτσι ειδοποιήθηκαν άμεσα οι υπερασπιστές του (σε εκείνη την επίθεση οι Ιταλοί είχαν πάνω από 1.000 απώλειες).
Η δεύτερη ήταν στις 15 Μαρτίου, όταν οι επιτιθέμενοι κατέλαβαν μέρος του «731», αλλά με μία γενική αντεπίθεση οι Ελληνες τους απώθησαν.
Τις τελευταίες ημέρες των επιχειρήσεων οι αμυνόμενοι πολλές φορές χρησιμοποίησαν αυτοσχέδιες βόμβες μολότοφ για την υπεράσπιση των θέσεών τους επειδή άρχισε να παρατηρείται έλλειψη στα πυρομαχικά.
Μάλιστα μεταξύ των σωμάτων του ιταλικού στρατού που αποδεκατίστηκε ήταν και η «Αρντίτι», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Παθιασμένοι πολεμιστές» και ήταν από τις πλέον επίλεκτες μονάδες του.
Υπάρχουν δύο χαρακτηριστικά περιστατικά, που δείχνουν ξεκάθαρα πως οι Ελληνες ήταν οι κυρίαρχοι του πολεμικού πεδίου.
Οι Ιταλοί τις πρώτες ημέρες θέλοντας να ανυψώσουν το ηθικό των ανδρών τους έκαναν έφοδο φωνάζοντας «Αβάντι αέρο» και όχι την κλασική ιαχή που ανέφερε το όνομα του «Ντούτσε», μιμούμενοι έτσι τους Ελληνες.
Βέβαια μετά τις πρώτες άκαρπες επιθέσεις τους και ακούγοντας τους υπερασπιστές να φωνάζουν «αέρα», κατάλαβαν πως αυτό δεν βοηθά.
Το άλλο αφορά την ολιγόωρη πρόταση εκεχειρίας που έκαναν μετά τις πρώτες ημέρες, ώστε να θάψουν τους νεκρούς τους που κείτονταν γύρω από το ύψωμα. Αλλωστε η θέα των άταφων πτωμάτων επηρέαζε τους άνδρες τους και ψυχολογικά.
Οι Ελληνες δέχθηκαν, αλλά μόνο με τον όρο να ανακοινωθεί πως η παύση πυρός έγινε μετά από αίτημά τους, κάτι που δεν δέχθηκαν αφού θα πλήγωνε ακόμη περισσότερο το γόητρο του «Ντούτσε».
Οι Ιταλοί εφορμούν στο Υψωμα «731», αλλά ποτέ δεν θα το καταλάβουν.
Η εαρινή επίθεση και μαζί εκείνη στο «731» έληξε με το πραξικόπημα στην Γιουγκοσλαβία στις 26 Μαρτίου, όταν και «έπεσε» η φίλα προσκείμενη στον άξονα κυβέρνηση της χώρας.
Πλέον τα «νώτα» των Ιταλών δεν θα ήταν καλυμμένα και με αυτή τη πρόφαση, σταμάτησαν τις επιχειρήσεις. Ουσιαστικά όμως είχε ολοκληρωθεί δύο ημέρες πριν, όταν ο Μουσολίνι απογοητευμένος έφυγε για την Ρώμη και είπε στον έμπιστό του πτέραρχο Πίκολο.
« Αισθάνομαι αηδία για τους στρατηγούς. Με παραπλάνησαν». Εκείνη τη στιγμή αρκετές φημισμένες μεραρχίες όπως η «Μπάρι», η «Κάλιαρι» αλλά και άλλες είχαν πάψει να υφίστανται, η σύνθεση πολλών άλλων ήταν κάτω του 50% και η «Εαρινή επίθεση» είχε αποτύχει οικτρά.
Μπροστά από το ύψωμα οι ιταλικές απώλειες υπολογίζονται σε 10.500, ενώ από ελληνικής πλευράς, από όσους ήταν στο ύψωμα από την πρώτη ημέρα – περίπου 400 αξιωματικοί,υπαξιωματικοί και στρατιώτες – οι επιζήσαντες ήταν μόνο 70. Εκτός όλων των άλλων στο «731» άλλαξε και η μορφολογία του εδάφους.
Οι συγκεκριμένε τοποθεσίες παίρνουν την ονομασία τους από το ύψος τους, όμως το συγκεκριμένο στους μετέπειτα αλβανικούς χάρτες αναφέρεται τόσο ως «725», όσο και σαν «728». Προφανώς και... μίκρυνε, απόρροια των βομβαρδισμών που υπέστη.
Η εικόνα του «731» μετά τους ανηλεής ιταλικούς βομβαρδισμούς.
Αποτέλεσμα αυτής της αποτυχίας των Ιταλών και της αλλαγής στάσης της Γιουγκοσλαβίας, ήταν η γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια, με την επιχείρηση «Μαρίτα».
Ομως ούτε οι Χιτλερικοί δεν αναγνώρισαν αρχικά το δικαίωμα στους Ιταλούς να συμπεριφερθούν ως νικητές απέναντι στους Ελληνες.
Η πρώτη ανακωχή, στις 20 Απριλίου ήταν μεταξύ των δύο χωρών και μόνο όταν ο Μουσολίνι παραπονέθηκε στον Χίτλερ, υπογράφηκε στις 23 Απριλίου νέα, με την Ιταλία να συμπεριλαμβάνεται στις νικήτριες δυνάμεις.
Οσο για τον Δημήτρη Κασλά, τον ήρωα του «Υψώματος 731» που κατά γενική ομολογία είχε κρίνει σε μεγάλο βαθμό τις τύχες του πολέμου, έφυγε από την ζωή το 1966, ξεχασμένος από όλους πλην των συμπολεμιστών του στο αλβανικό μέτωπο.
Λόγω του ότι στην αντίσταση πολέμησε τόσο με τον ΕΔΕΣ όσο και με τον ΕΛΑΣ, γνώρισε διώξεις, εξορίες και υποβιβάστηκε στον βαθμό του στρατιώτη.
Και όλα αυτά χωρίς ο ίδιος να είναι πολιτικά προσκείμενος κάπου, απλά επειδή δεν θέλησε να μεταβεί στην Αίγυπτο και έμεινε στην πατρίδα και να πολεμήσει τον κατακτητή. Αλλά τα «αιώνια πάθη» των Ελλήνων και η γνώριμη διχόνοια που έχουμε ως έθνος, δεν του επέτρεψαν να έχει την αναγνώριση που του άξιζε.
Το 1986 μετά θάνατον, του απονεμήθηκε ο βαθμός του Ταξιάρχου, ενώ λόγω των σχέσεων της χώρας μας με την Αλβανία που έχουν περάσει από πολλές διακυμάνσεις, ούτε στην ευρύτερη περιοχή του «731» θυμίζει κάτι από εκείνη τη φοβερή μάχη.
Το 1999 φτιάχτηκε για πρώτη φορά ένα μικρό εκκλησάκι στη μνήμη των πεσόντων, το οποίο πολλές φορές έχει καταστραφεί και ανακατασκευάζεται συνεχώς.
Το μνημείο των πεσόντων του «731» που έχει αναγερθεί στη πόλη των Τρικάλων, από την οποία κατάγονταν οι περισσότεροι υπερασπιστές του υψώματος.
ΠΗΓΗ. gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου