Το κλειδί για να κατανοήσει κανείς τις εσωτερικές πολιτικές
εξελίξεις και τη φυσιογνωμία του καθεστώτος στην Τουρκία είναι οι κουρδικές
πολιτικές των εκάστοτε κυβερνήσεων και των κρατικών αρχών, όπως εξελίχθηκαν
κατά τη διάρκεια του 20ου και στις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα. Οι
εθνικιστικές οθωμανικές κυβερνήσεις των αρχών του 20ου αιώνα είχαν ως
προτεραιότητα τη δημιουργία ενός ενωμένου, ομοιογενούς εθνικού τουρκικού
κράτους στα εναπομείναντα εδάφη της Μικράς Ασίας.
Ο κληρονόμος και συνεχιστής των νεοτουρκικών μιλιταριστικών και
γενοκτονικών πολιτικών, Μουσταφά Κεμάλ, δημιούργησε μια ιδεολογία στην
οποία δεν είχαν καμιά θέση οι μη τουρκικές εθνοτικές ομάδες και
μειονότητες. Έτσι, έθεσε σε εφαρμογή μια πολιτική σκληρού εκτουρκισμού
των πολλών διαφορετικών θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων.
Αυτές οι
πολιτικές συνεχίστηκαν ακόμα και μετά τον θάνατό του, έχοντας ως
θεματοφύλακα τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η γενοκτονία των
χριστιανικών πληθυσμών (Αρμένιοι, Έλληνες και Ασσύριοι) της Μικράς Ασίας
διευκόλυνε τις πολιτικές εκτουρκισμού των υπολοίπων ομάδων.
Αυτή η ιδιότυπη κοινωνική μηχανική που εφάρμοσε το τουρκικό
κράτος για δεκαετίες είχε ως στόχο να αφομοιώσει πλήρως και να
εκτουρκίσει όλους τους πληθυσμούς που διαβιούσαν εντός των συνόρων του
νεοϊδρυθέντος κράτους. Το κεντρικό δόγμα ασφαλείας που διαμορφώθηκε από
τις Ένοπλες Δυνάμεις και τις υπηρεσίες πληροφοριών και συνεχίζει να
εφαρμόζεται μέχρι σήμερα, αναπτύχθηκε γύρω από δύο κεντρικές πολιτικές
επιδιώξεις:
- Πρώτον, την αποτροπή απόκτησης πολιτικής δύναμης και επιρροής στις υποθέσεις του κράτους και της δημόσιας ζωής από οποιαδήποτε μη τουρκική εθνοτική ομάδα.
- Δεύτερον, τη διαρκή και πλήρη άρνηση της απόδοσης μειονοτικών δικαιωμάτων πέραν αυτών που αναγνωρίζει η Συνθήκη της Λωζάνης προς τους ελάχιστους εναπομείναντες χριστιανούς.
Στη βάση αυτού του κεντρικού δόγματος ασφαλείας, απαγορεύτηκε στους
Κούρδους, Άραβες, Τσερκέζους και σε πολλές άλλες μη τουρκικές εθνοτικές
ομάδες να μιλούν δημόσια τη γλώσσα τους και να αναπτύσσουν τον πολιτισμό
τους (μουσική, λογοτεχνία, ιστορία, φολκλόρ κλπ). Ως σουνίτες
μουσουλμάνοι θεωρήθηκαν αυτόματα και Τούρκοι.
ΡΚΚ και βαθύ κράτος
Η δημιουργία και άνοδος του κουρδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος
(ΡΚΚ), στις αρχές τις δεκαετίας του 1980, κατέστησε το κρατικό δόγμα
ασφαλείας ακόμα πιο επιτακτικό. Στην πολυετή σύγκρουση μεταξύ Κούρδων
του ΡΚΚ και του τουρκικού στρατού, έχασαν τη ζωή τους δεκάδες χιλιάδες
άνθρωποι.
Σε αυτό το κλίμα βίας, ο στρατός ενίσχυσε τη θέση του στους
μηχανισμούς σχεδιασμού και λήψης κρατικών αποφάσεων, γεγονός που οδήγησε
στην περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της δημόσιας ζωής και της πολιτικής
ατζέντας.
Η δημιουργία και άνοδος του κουρδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος
(ΡΚΚ), στις αρχές τις δεκαετίας του 1980, κατέστησε το κρατικό δόγμα
ασφαλείας ακόμα πιο επιτακτικό.
Στην πολυετή σύγκρουση μεταξύ Κούρδων
του ΡΚΚ και του τουρκικού στρατού, έχασαν τη ζωή τους δεκάδες χιλιάδες
άνθρωποι. Σε αυτό το κλίμα βίας, ο στρατός ενίσχυσε τη θέση του στους
μηχανισμούς σχεδιασμού και λήψης κρατικών αποφάσεων, γεγονός που οδήγησε
στην περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της δημόσιας ζωής και της πολιτικής
ατζέντας.
Το αποσχιστικό κουρδικό κίνημα θεωρήθηκε η μεγαλύτερη απειλή για την
ασφάλεια του κράτους και την ενότητα της χώρας και όλες οι πολιτικές του
κράτους σχεδιάστηκαν με βάση αυτή την αντίληψη απειλής.
Το λεγόμενο
βαθύ κράτος, δηλαδή ένα δίκτυο αποτελούμενο από στελέχη των τουρκικών
υπηρεσιών ασφαλείας και διαφόρων τμημάτων της κρατικής γραφειοκρατίας,
με επικεφαλής το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, κατάφερε να ελέγξει και να
κατευθύνει τους μηχανισμούς σχεδιασμού πολιτικής και λήψης αποφάσεων σε
όλους τους κρίσιμους τομείς της δημόσιας πολιτικής. Κατάφερε να υποτάξει
ακόμα και τους μηχανισμούς των κομμάτων και πολλούς πολιτικούς, τους
οποίους ήλεγχε με διάφορες μεθοδεύσεις.
Η «παρακρατική» αυτή δομή κατάφερνε να νομιμοποιεί τις παρεμβάσεις
και τον ρόλο της, λόγω της διαρκούς επίκλησης του κουρδικού αποσχιστικού
κινδύνου. Επίσης, κατάφερε μέχρι σήμερα να αποτρέψει οποιεσδήποτε
προσπάθειες εκδημοκρατισμού της χώρας και επίλυσης του κουρδικού
προβλήματος με ειρηνικά μέσα.
Το βαθύ κράτος στιγμάτισε και
ποινικοποίησε ακόμα και τα ειρηνικά κουρδικά κινήματα, φυλακίζοντας τους
ηγέτες τους και απονομιμοποιώντας τη δημόσια παρουσία και δράση τους.
Ελέγχοντας σε μεγάλο βαθμό τους μηχανισμούς κρατικής προπαγάνδας,
αυτό το δίκτυο κατάφερε να ελέγξει και να διαμορφώσει την τουρκική κοινή
γνώμη με βάση τις δικές του ιδεολογικές προτιμήσεις και πολιτικές
στοχεύσεις.
Με λίγα λόγια, κατάφερε να νομιμοποιήσει την άσκηση ωμής
βίας έναντι των Κούρδων αλλά και έναντι κάθε αντιπολιτευόμενης φωνής.
ΠΗΓΗ. slpress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου