ΤΡΙΤΗ 4-4-2017
Περισσότερες από 2.000 υγειονομικές και περιβαλλοντικές «βόμβες» σε όλη τη χώρα καταγράφει νέα πολυετής έρευνα που έγινε για λογαριασμό του υπουργείου Περιβάλλοντος.
Περισσότερες από 2.000 υγειονομικές και περιβαλλοντικές «βόμβες» σε όλη τη χώρα καταγράφει νέα πολυετής έρευνα που έγινε για λογαριασμό του υπουργείου Περιβάλλοντος.
Πρόκειται για τους ρυπασμένους από
επικίνδυνα ή μη βιομηχανικά απόβλητα χώρους, σημαντικός αριθμός των
οποίων είναι ανεξέλεγκτος. Οι περισσότεροι, σχεδόν οι μισοί,
εντοπίστηκαν στην Αττική, αναδεικνύοντας τις σοβαρές συνέπειες της
άναρχης βιομηχανικής ανάπτυξης των προηγουμένων δεκαετιών.
Μέχρι σήμερα, η εικόνα της πολιτείας για
τις περιοχές που έχουν πληγεί από την κακή διαχείριση βιομηχανικών
αποβλήτων είναι αποσπασματική. Αιτία, η έλλειψη επικοινωνίας των
διαφόρων αρμόδιων υπηρεσιών με το κεντρικό κράτος, η απουσία βάσεων
δεδομένων κ.λπ.
Τα προβλήματα, άλλωστε, έρχονται συνήθως στο φως ύστερα
από κάποια καταγγελία ή έναν έλεγχο και όχι με τη συστηματική καταγραφή
της κατάστασης σε μια περιοχή.
Το 2013 το υπουργείο Περιβάλλοντος
ανέθεσε (με χρηματοδότηση από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Περιβάλλον και
Αειφόρος Ανάπτυξη») την καταγραφή και αξιολόγηση της
επικινδυνότητας χώρων που είναι ρυπασμένοι από βιομηχανικά και
επικίνδυνα απόβλητα σε 10 περιοχές: Αττική, Θεσσαλονίκη, Βοιωτία,
Εύβοια, Κοζάνη, Αχαΐα, Ηράκλειο, Μαγνησία, Καβάλα και Χαλκιδική.
Η
έρευνα (που έφερε εις πέρας η κοινοπραξία εταιρειών Enviroplan A.E.,
ΕΠΕΜ Α.Ε., Enveco A.E.) παραδόθηκε πριν από λίγες ημέρες στο υπουργείο
Περιβάλλοντος και πλέον βρίσκεται σε επεξεργασία.
Τα ευρήματα
Ποια είναι τα πρώτα ευρήματα; Στο
πλαίσιο του έργου έγινε καταγραφή 2.062 χώρων που είναι ρυπασμένοι με
βιομηχανικά απόβλητα (επικίνδυνα ή μη).
Το 70% των χώρων αυτών είναι
ελεγχόμενο, δηλαδή είναι χώροι παραγωγικών μονάδων και χώροι
αποθήκευσης/επεξεργασίας αποβλήτων, ενώ το 30% είναι ανεξέλεγκτο (δηλαδή
τυχαίοι χώροι όπου έχει γίνει παράνομη διάθεση αποβλήτων).
Από τους 2.062 χώρους που εξετάστηκαν,
περισσότεροι από τους μισούς (1.376) θεωρήθηκαν δυνάμει ρυπασμένοι από
επικίνδυνα απόβλητα.
Στην πλειονότητά τους είναι βιομηχανικές
εγκαταστάσεις (69%) και χώροι αποθήκευσης/επεξεργασίας (6%), ενώ
σημαντικό είναι το ποσοστό των ανεξέλεγκτων χώρων (25%), είτε πρόκειται
για ανοικτά οικόπεδα είτε για εγκαταλειμμένες βιομηχανικές
εγκαταστάσεις.
Το πρόβλημα είναι πολύ έντονο στην
Αττική.
Εκεί εντοπίζεται το 41,4% των ρυπασμένων χώρων (855/2.062) και
το 43,6% όσων έχουν ρυπανθεί με επικίνδυνα απόβλητα (601/1.376).
Ειδικά
για τα επικίνδυνα απόβλητα, που είναι και το ζητούμενο, ακολουθεί η
Θεσσαλονίκη, με 17% των ρυπασμένων με επικίνδυνα απόβλητα χώρους
(236/1.376), η Βοιωτία με 14,6% (202), η Εύβοια με 7,7% (106), η Μαγνησία με 7% (97), η Καβάλα με 1,8% (25), το Ηράκλειο με 1,4% (20), η Χαλκιδική με 1,2% (17) και η Κοζάνη με 0,9% (και 13 χώρους με επικίνδυνα απόβλητα).
Μετά την καταγραφή τους, οι χώροι
αξιολογήθηκαν ανάλογα με τη δυναμικότητα της εγκατάστασης, το είδος των
αποβλήτων και την πιθανή επίπτωση στην υγεία και το περιβάλλον.
Ως
υψηλής προτεραιότητας, στους οποίους η πολιτεία πρέπει άμεσα να επέμβει,
χαρακτηρίστηκαν 61 ελεγχόμενοι χώροι και 115 ανεξέλεγκτοι.
Ειδικά για
τους 300 πιο ρυπασμένους χώρους (165 ανεξέλεγκτους και 135
ελεγχόμενους), οι μελετητές πραγματοποίησαν έρευνα πεδίου και
δειγματοληψίες (έδαφος, επιφανειακά και υπόγεια ύδατα), συνεκτιμώντας
τυχόν νεότερα στοιχεία.
Στην κατάταξη, λοιπόν, με τους πιο επικίνδυνους
χώρους η Αττική κυριαρχεί και πάλι, έχοντας 59 από τους 135 ελεγχόμενους
και 76 από τους 165 ανεξέλεγκτους χώρους. Ακολουθεί η Εύβοια με 27
ανεξέλεγκτους και 21 ελεγχόμενους ρυπασμένους χώρους.
Οι αιτίες
Από τι είδους δραστηριότητα προέρχεται η
ρύπανση; Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 20,7% προέρχεται από
κατεργασία μετάλλων και χαλυβουργία, το 16,3% από εξόρυξη μεταλλευμάτων
και λατομικές δραστηριότητες, το 14,8% των χώρων έχουν ρυπανθεί από
εργασίες ανάκτησης μετάλλων από απόβλητα, το 14% από χημικές
βιομηχανίες, το 7,4% από ναυπηγεία και 7,4% από βιομηχανίες
πετρελαιοειδών.
Τέλος, ένα 5,9% της ρύπανσης προέρχεται από σταθμούς
παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και ακόμα ένα 5,9% από
τσιμεντοβιομηχανίες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρώτη επιλογή
(των 2.062 χώρων) έγινε μέσω της υπόδειξής τους από υπηρεσίες του
Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα (δήμοι, περιφέρειες,
αποκεντρωμένες διοικήσεις, υπουργεία, ΑΕΙ/ΤΕΙ κ.λπ.), καθώς και από
φορείς που σχετίζονται με την προστασία του περιβάλλοντος (φορείς
διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, περιβαλλοντικές οργανώσεις κ.λπ.).
Η μελέτη έρχεται σε συνέχεια παλαιότερης έρευνας που πραγματοποίησε το
2009 για λογαριασμό του ΥΠΕΝ το Πολυτεχνείο Κρήτης.
Πού αποθηκεύονται και με ποιο τρόπο
Σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο
Διαχείρισης Επικίνδυνων Αποβλήτων που ολοκλήρωσε και ενέκρινε το
υπουργείο Περιβάλλοντος πριν από τρεις μήνες, στη χώρα μας σήμερα
παράγονται περίπου 200.000 τόνοι επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων
ετησίως.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτών (33% ή 66.600 τόνοι ετησίως)
υπόκειται σε εργασίες ανάκτησης. Νόμιμες διαδικασίες διάθεσης (λ.χ. σε
ΧΥΤΥ επικινδύνων) ακολουθούνται για το 22% (44.600 τόνοι), ενώ σε
αποθήκευση οδηγείται περίπου το ένα τέταρτο (24% ή 48.400 τόνοι).
«Η
αποθήκευση (συσσώρευση) εντός των εγκαταστάσεων παραγωγής τους
καταδεικνύει τη δυσκολία των επιχειρήσεων να διαχειριστούν με ορθό τρόπο
τα απόβλητά τους, εξαιτίας της ανεπάρκειας των εγχώριων υποδομών, της
μη εξεύρεσης τρόπου διαχείρισης, καθώς και του υψηλού κόστους της
αποστολής σε αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις στο εξωτερικό», αναφέρει το
Εθνικό Σχέδιο.
Οσον αφορά στο 21% των επικίνδυνων αποβλήτων που
παράγονται κάθε χρόνο (ή 41.700 τόνοι ετησίως), δεν υπάρχουν στοιχεία.
Οι μισές ποσότητες (περίπου 107.000
τόνοι ετησίως) προέρχονται από τη μεταλλουργία και την κατασκευή
μεταλλικών προϊόντων.
Σημαντικές ποσότητες επικίνδυνων αποβλήτων
προκύπτουν και από τις μονάδες συλλογής και επεξεργασίας απορριμμάτων
προς ανάκτηση υλικών (35.700 τόνοι ετησίως) αλλά και τις εγκαταστάσεις
συντήρησης και επισκευής οχημάτων (22.200 τόνοι ετησίως).
Περί τους
8.000 τόνους επικίνδυνων αποβλήτων ετησίως παράγουν τα εργοστάσια
παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και βιομηχανίες που παράγουν εξοπλισμό
μεταφορών.
Ολες οι υπόλοιπες βιομηχανικές δραστηριότητες παράγουν
λιγότερους από 5.000 τόνους ετησίως.
ΠΗΓΗ. seleo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου