ΠΕΜΠΤΗ 28-7-2016
Τους μύθους που συχνά επικρατούν στα μυαλά των φοιτητών και γενικότερα του κόσμου, περί πιο ανεπτυγμένων συστημάτων ανώτατης εκπαίδευσης στο εξωτερικό και περί καλύτερων πανεπιστημίων ή καλύτερων όρων σπουδών... έρχεται να καταρρίψει μια πιο προσεκτική ματιά στις αναδιαρθρώσεις που προωθούνται σε χώρες του εξωτερικού.
Αυτήν την περίοδο, για παράδειγμα, βρίσκεται στη διαδικασία της δεύτερης ανάγνωσης στη Βουλή του Ηνωμένου Βασιλείου, νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Ερευνα.
Με αυτό το νομοσχέδιο γίνονται μια σειρά αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης των πανεπιστημίων που θα έχουν συνέπειες τόσο για τα ιδρύματα όσο και για τους φοιτητές, ενώ αλλαγές γίνονται και στο σύστημα αξιολόγησης των ιδρυμάτων, η οποία συνδέεται με τη χρηματοδότησή τους.
Πιο
συγκεκριμένα, γίνεται ένας διαχωρισμός ανάμεσα στη διδασκαλία και την
έρευνα.
Στη θέση του υπάρχοντος «Συμβουλίου για την Χρηματοδότηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης για την Αγγλία» που λάμβανε την κρατική χρηματοδότηση και την κατένειμε στα ανώτατα ιδρύματα, τώρα ιδρύονται δύο διαφορετικά όργανα που το ένα θα αφορά τη διδασκαλία και το άλλο την έρευνα.
Το ένα θα είναι το ίδρυμα «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου», από το οποίο θα καθορίζεται η ροή της κρατικής χρηματοδότησης για την έρευνα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και το άλλο θα είναι το «Γραφείο για φοιτητές» που αναλαμβάνει τη χρηματοδότηση και γενικότερα τα θέματα αναφορικά με την εκπαίδευση στα πανεπιστήμια.
Και μόνο από αυτό το διαχωρισμό σημειώνονται ήδη αντιδράσεις και προβληματισμός στη Βρετανία καθώς θεωρείται ότι θα ευνοήσει τους λεγόμενους «εναλλακτικούς παρόχους» ανώτατης εκπαίδευσης.
Πρόκειται για ιδρύματα που παρέχουν μόνο διδασκαλία και με νόμο του 2004 στην Αγγλία και την Ουαλία (όχι σε Σκοτία και Βόρεια Ιρλανδία) τους δόθηκε η δυνατότητα να αποκτήσουν τον τίτλο «πανεπιστήμια».
Ομως, δεν νοείται ανώτατη εκπαίδευση χωρίς έρευνα, καθώς η έρευνα είναι το κύριο στοιχείο που σηματοδοτεί και διαχωρίζει την ανώτατη εκπαίδευση από όλους τους άλλους τύπους επαγγελματικής εκπαίδευσης. Κύκλοι πανεπιστημιακών, λοιπόν, διατυπώνουν σήμερα στην Αγγλία σοβαρές κριτικές για το νέο νομοσχέδιο, επισημαίνοντας ότι επί της ουσίας έρχεται να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα ακριβώς αυτών των «εναλλακτικών» παρόχων.
Ακόμα, ερωτήματα και ανησυχία δημιουργείται στα ιδρύματα από το γεγονός ότι για τη χρηματοδότηση των υποδομών που αφορούν τόσο την εκπαιδευτική, όσο και την ερευνητική λειτουργία (για παράδειγμα βιβλιοθήκες, εργαστήρια κ.τ.λ.) το νομοσχέδιο δεν κάνει κάποια σαφή μνεία, πέραν μιας γενικόλογης επίκλησης για συνεργασία μεταξύ του ιδρύματος «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου» και του «Γραφείου για φοιτητές», δηλαδή των δύο φορέων που θα διοχετεύουν τις διαφορετικές χρηματοδοτήσεις για έρευνα και εκπαίδευση.
Ο διαχωρισμός της χρηματοδότησης για την έρευνα και για τη διδασκαλία δημιουργεί γενικευμένα την αίσθηση στα πανεπιστήμια ότι αναφορικά με τον τομέα της εκπαίδευσης η χρηματοδότηση που θα λαμβάνουν θα είναι πολύ μικρή και για τη λειτουργία τους θα αναγκάζονται να στηρίζονται κατά κύριο λόγο στα ήδη πολύ υψηλά δίδακτρα που πληρώνουν οι φοιτητές.
Σημαντικές
αλλαγές φέρνει το νομοσχέδιο και στο σύστημα της αξιολόγησης,
καταργώντας το αρμόδιο όργανο για τη «διασφάλιση της ποιότητας» (κάτι
σαν την Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας που υπάρχει στη χώρα
μας), που φαίνεται ότι... ολοκλήρωσε την αποστολή του και στη θέση του
ορίζει ότι μπορεί να συσταθεί «σώμα ποιότητας» στο πλαίσιο του «Γραφείου
για φοιτητές», που όμως δεν θα αλληλεπιδρά στα ιδρύματα όπως έκανε το
προηγούμενο όργανο, θα συνεργάζεται μόνο με το «Γραφείο», ενώ τα
κριτήρια της σχετικής αξιολόγησης θα προσδιοριστούν αργότερα.
Στην πραγματικότητα, η αξιολόγηση με τον όρο της «διασφάλισης της ποιότητας» δεν θα απασχολεί τώρα πια τόσο τα ιδρύματα, καθώς δυο νέες διαδικασίες με μοχλό την έννοια της «αριστείας» ήδη προκαλούν «πονοκέφαλο» στα πανεπιστήμια.
Πρόκειται για τη διαδικασία της «Αριστείας στην Ερευνα» που θα αφορά τη σχέση των ιδρυμάτων με το ίδρυμα «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου» και τη ροή της σχετικής χρηματοδότησης και αντίστοιχα, την «Αριστεία στη Διδασκαλία» που θα αφορά τη σχέση των ιδρυμάτων με το «Γραφείο των φοιτητών».
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η επίτευξη των στόχων της «Αριστείας στη Διδασκαλία», συνδέεται βάσει αξιολογήσεων με τη δυνατότητα αύξησης διδάκτρων κατ' αντιστοιχία με τον πληθωρισμό.
Τα ιδρύματα που θα πιάνουν τους στόχους θα μπορούν να αυξάνουν για τους φοιτητές τους τα δίδακτρα, ενώ για εκείνα τα ιδρύματα που αποτυγχάνουν να πιάσουν τους στόχους, θεσπίζεται ανώτατο όριο διδάκτρων 9.000 λίρες το χρόνο.
Οπως άλλωστε ρητά ομολογείται από τις επίσημες ανακοινώσεις «το νομοσχέδιο προβλέπεται να αποφέρει καθαρά οικονομικά οφέλη στους παρόχους ανώτατης εκπαίδευσης της τάξης του 1,1 δισ. λιρών το χρόνο.
Αυτό οφείλεται κυρίως στα υψηλότερα δίδακτρα με τα οποία θα μπορούν να χρεώνουν τους φοιτητές οι πάροχοι με επιτυχή αποτελέσματα στην "Αριστεία στη Διδασκαλία"».
Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει στην ακόμα μεγαλύτερη διαφοροποίηση και κατηγοριοποίηση των ιδρυμάτων και των αποφοίτων τους, και φυσικά, σε ακόμα υψηλότερους ταξικούς φραγμούς.
Μάλιστα, φαίνεται ότι η διαφοροποίηση ομολογείται ως στόχος (και δεν έχει πάτο), αφού ακόμα και οι «συμβιβαστικές» προτάσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας να δοθεί δυνατότητα αύξησης των διδάκτρων με βάση τη βαθμολογία των ιδρυμάτων (!) στη διαδικασία Διασφάλισης της Ποιότητας που υπήρχε μέχρι τώρα και τη διεκπεραίωνε το σχετικό «πρακτορείο», απορρίφθηκαν από το νομοθέτη με το σκεπτικό ότι «ενώ η Διασφάλιση Ποιότητας είναι μια καλή αφετηρία, το να επαφίεται κανείς μόνο σε αυτή και σε μακροπρόθεσμη βάση δεν θα επιτρέψει σημαντική διαφοροποίηση στην ποιότητα της διδασκαλίας, ώστε να συμβάλλει στην πληροφόρηση των φοιτητών προτού λάβουν αποφάσεις για το μέλλον τους και να ενθαρρύνει τα ιδρύματα να βελτιώσουν την ποιότητα της διδασκαλίας τους».
Επίσης, στο νομοσχέδιο ορίζεται με ρητό τρόπο ότι η λειτουργία των ιδρυμάτων και ως προς τις δυο βασικές πτυχές της (την ερευνητική τους δραστηριότητα και τη διδακτική διαδικασία) θα πρέπει να παράγει συγκεκριμένα οικονομικά αποτελέσματα και για τα ίδια τα ιδρύματα.
Αυτός είναι ο λόγος που συνδέεται με συγκεκριμένο τρόπο με τα δίδακτρα, τα αποτελέσματα της «Αριστείας στη Διδασκαλία» κατ' αντιστοιχία με τις οικονομικές προβλέψεις του πλαισίου για την «Αριστεία στην Ερευνα», μέσω του οποίου κατανέμονται 1,5 δισ. λίρες το χρόνο στα ιδρύματα, στη βάση των αντίστοιχων αξιολογήσεων.
Βέβαια, η λογική της εμπορευματοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης στη Βρετανία δεν είναι καινούργια, είναι βαθιά εμπεδωμένη, σε σημείο μάλιστα που σε συνοδευτική έκθεση του νομοσχεδίου που δημοσιεύτηκε τον Ιούνη και αφορούσε τις επιπτώσεις του
νομοσχεδίου, ο τομέας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης περιγραφόταν ως «επιχείρηση»!
Ακόμα, οι παραπάνω αναδιαρθρώσεις ανοίγουν το δρόμο και για άλλες επιχειρηματικές δράσεις.
Για παράδειγμα, ήδη έχει ανοίξει γραφείο συμβούλων που διαφημίζει προς τα ιδρύματα τη σημασία του να είναι έτοιμα για την «Αριστεία στη Διδασκαλία».
Τα
παραπάνω είναι μεν ενδεικτικά για το σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης της
Βρετανίας, έχουν σημασία όμως και για τις αναδιαρθρώσεις που ακολουθούν
και στη χώρα μας.
Για παράδειγμα, η συζήτηση για τη σύνδεση της κρατικής χρηματοδότησης των ανώτατων ιδρυμάτων με τα αποτελέσματα που φέρνουν στην αξιολόγηση δεν είναι καινούργια και στην Ελλάδα, ενώ είχε ανοίξει έντονα και στο παρελθόν όπου μάλιστα άλλοι τάσσονταν να λειτουργεί ως «επιβράβευση», δηλαδή μεγαλύτερη χρηματοδότηση στα καλύτερα αξιολογούμενα ιδρύματα κι άλλοι έλεγαν να λειτουργεί «ενισχυτικά» (μεγαλύτερη χρηματοδοτική ενίσχυση στα ιδρύματα με χαμηλότερα αποτελέσματα στην αξιολόγηση).
Ακόμα, το ίδρυμα «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου» για την κατανομή της χρηματοδότησης για την έρευνα, παρουσιάζει ομοιότητες με το «Ελληνικό Ιδρυμα για την Ερευνα και την Καινοτομία» που ιδρύει τώρα η κυβέρνηση με νομοσχέδιο του οποίου ολοκληρώθηκε η ηλεκτρονική διαβούλευση.
Οσο για το πώς θα αξιοποιηθεί ο όρος της «αριστείας» στην ανώτατη εκπαίδευση, αν και έχει γίνει πολλή συζήτηση για την έννοια της αριστείας στη χώρα μας, η οποία μάλιστα ξεκίνησε ως συζήτηση για την αριστεία στην ανώτατη εκπαίδευση, ωστόσο δεν έχει υπάρξει μέχρι στιγμής νομοθετικό πλαίσιο, ώστε ο όρος αυτός να οδηγεί σε κάποιο αντίκρισμα και άρα η συζήτηση παραμένει ανοικτή...
Σε κάθε περίπτωση, η μελέτη των αναδιαρθρώσεων τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, είναι ένα ακόμα χρήσιμο εργαλείο για να βγαίνουν συμπεράσματα για τη στρατηγική του κεφαλαίου και για την ανώτατη εκπαίδευση.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τους μύθους που συχνά επικρατούν στα μυαλά των φοιτητών και γενικότερα του κόσμου, περί πιο ανεπτυγμένων συστημάτων ανώτατης εκπαίδευσης στο εξωτερικό και περί καλύτερων πανεπιστημίων ή καλύτερων όρων σπουδών... έρχεται να καταρρίψει μια πιο προσεκτική ματιά στις αναδιαρθρώσεις που προωθούνται σε χώρες του εξωτερικού.
Αυτήν την περίοδο, για παράδειγμα, βρίσκεται στη διαδικασία της δεύτερης ανάγνωσης στη Βουλή του Ηνωμένου Βασιλείου, νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Ερευνα.
Με αυτό το νομοσχέδιο γίνονται μια σειρά αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης των πανεπιστημίων που θα έχουν συνέπειες τόσο για τα ιδρύματα όσο και για τους φοιτητές, ενώ αλλαγές γίνονται και στο σύστημα αξιολόγησης των ιδρυμάτων, η οποία συνδέεται με τη χρηματοδότησή τους.
Διαχωρισμός χρηματοδότησης διδασκαλίας και έρευνας
Στη θέση του υπάρχοντος «Συμβουλίου για την Χρηματοδότηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης για την Αγγλία» που λάμβανε την κρατική χρηματοδότηση και την κατένειμε στα ανώτατα ιδρύματα, τώρα ιδρύονται δύο διαφορετικά όργανα που το ένα θα αφορά τη διδασκαλία και το άλλο την έρευνα.
Το ένα θα είναι το ίδρυμα «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου», από το οποίο θα καθορίζεται η ροή της κρατικής χρηματοδότησης για την έρευνα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και το άλλο θα είναι το «Γραφείο για φοιτητές» που αναλαμβάνει τη χρηματοδότηση και γενικότερα τα θέματα αναφορικά με την εκπαίδευση στα πανεπιστήμια.
Και μόνο από αυτό το διαχωρισμό σημειώνονται ήδη αντιδράσεις και προβληματισμός στη Βρετανία καθώς θεωρείται ότι θα ευνοήσει τους λεγόμενους «εναλλακτικούς παρόχους» ανώτατης εκπαίδευσης.
Πρόκειται για ιδρύματα που παρέχουν μόνο διδασκαλία και με νόμο του 2004 στην Αγγλία και την Ουαλία (όχι σε Σκοτία και Βόρεια Ιρλανδία) τους δόθηκε η δυνατότητα να αποκτήσουν τον τίτλο «πανεπιστήμια».
Ομως, δεν νοείται ανώτατη εκπαίδευση χωρίς έρευνα, καθώς η έρευνα είναι το κύριο στοιχείο που σηματοδοτεί και διαχωρίζει την ανώτατη εκπαίδευση από όλους τους άλλους τύπους επαγγελματικής εκπαίδευσης. Κύκλοι πανεπιστημιακών, λοιπόν, διατυπώνουν σήμερα στην Αγγλία σοβαρές κριτικές για το νέο νομοσχέδιο, επισημαίνοντας ότι επί της ουσίας έρχεται να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα ακριβώς αυτών των «εναλλακτικών» παρόχων.
Ακόμα, ερωτήματα και ανησυχία δημιουργείται στα ιδρύματα από το γεγονός ότι για τη χρηματοδότηση των υποδομών που αφορούν τόσο την εκπαιδευτική, όσο και την ερευνητική λειτουργία (για παράδειγμα βιβλιοθήκες, εργαστήρια κ.τ.λ.) το νομοσχέδιο δεν κάνει κάποια σαφή μνεία, πέραν μιας γενικόλογης επίκλησης για συνεργασία μεταξύ του ιδρύματος «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου» και του «Γραφείου για φοιτητές», δηλαδή των δύο φορέων που θα διοχετεύουν τις διαφορετικές χρηματοδοτήσεις για έρευνα και εκπαίδευση.
Ο διαχωρισμός της χρηματοδότησης για την έρευνα και για τη διδασκαλία δημιουργεί γενικευμένα την αίσθηση στα πανεπιστήμια ότι αναφορικά με τον τομέα της εκπαίδευσης η χρηματοδότηση που θα λαμβάνουν θα είναι πολύ μικρή και για τη λειτουργία τους θα αναγκάζονται να στηρίζονται κατά κύριο λόγο στα ήδη πολύ υψηλά δίδακτρα που πληρώνουν οι φοιτητές.
Με μοχλό την έννοια της «αριστείας»...
Στην πραγματικότητα, η αξιολόγηση με τον όρο της «διασφάλισης της ποιότητας» δεν θα απασχολεί τώρα πια τόσο τα ιδρύματα, καθώς δυο νέες διαδικασίες με μοχλό την έννοια της «αριστείας» ήδη προκαλούν «πονοκέφαλο» στα πανεπιστήμια.
Πρόκειται για τη διαδικασία της «Αριστείας στην Ερευνα» που θα αφορά τη σχέση των ιδρυμάτων με το ίδρυμα «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου» και τη ροή της σχετικής χρηματοδότησης και αντίστοιχα, την «Αριστεία στη Διδασκαλία» που θα αφορά τη σχέση των ιδρυμάτων με το «Γραφείο των φοιτητών».
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, η επίτευξη των στόχων της «Αριστείας στη Διδασκαλία», συνδέεται βάσει αξιολογήσεων με τη δυνατότητα αύξησης διδάκτρων κατ' αντιστοιχία με τον πληθωρισμό.
Τα ιδρύματα που θα πιάνουν τους στόχους θα μπορούν να αυξάνουν για τους φοιτητές τους τα δίδακτρα, ενώ για εκείνα τα ιδρύματα που αποτυγχάνουν να πιάσουν τους στόχους, θεσπίζεται ανώτατο όριο διδάκτρων 9.000 λίρες το χρόνο.
Οπως άλλωστε ρητά ομολογείται από τις επίσημες ανακοινώσεις «το νομοσχέδιο προβλέπεται να αποφέρει καθαρά οικονομικά οφέλη στους παρόχους ανώτατης εκπαίδευσης της τάξης του 1,1 δισ. λιρών το χρόνο.
Αυτό οφείλεται κυρίως στα υψηλότερα δίδακτρα με τα οποία θα μπορούν να χρεώνουν τους φοιτητές οι πάροχοι με επιτυχή αποτελέσματα στην "Αριστεία στη Διδασκαλία"».
Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει στην ακόμα μεγαλύτερη διαφοροποίηση και κατηγοριοποίηση των ιδρυμάτων και των αποφοίτων τους, και φυσικά, σε ακόμα υψηλότερους ταξικούς φραγμούς.
Μάλιστα, φαίνεται ότι η διαφοροποίηση ομολογείται ως στόχος (και δεν έχει πάτο), αφού ακόμα και οι «συμβιβαστικές» προτάσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας να δοθεί δυνατότητα αύξησης των διδάκτρων με βάση τη βαθμολογία των ιδρυμάτων (!) στη διαδικασία Διασφάλισης της Ποιότητας που υπήρχε μέχρι τώρα και τη διεκπεραίωνε το σχετικό «πρακτορείο», απορρίφθηκαν από το νομοθέτη με το σκεπτικό ότι «ενώ η Διασφάλιση Ποιότητας είναι μια καλή αφετηρία, το να επαφίεται κανείς μόνο σε αυτή και σε μακροπρόθεσμη βάση δεν θα επιτρέψει σημαντική διαφοροποίηση στην ποιότητα της διδασκαλίας, ώστε να συμβάλλει στην πληροφόρηση των φοιτητών προτού λάβουν αποφάσεις για το μέλλον τους και να ενθαρρύνει τα ιδρύματα να βελτιώσουν την ποιότητα της διδασκαλίας τους».
Επίσης, στο νομοσχέδιο ορίζεται με ρητό τρόπο ότι η λειτουργία των ιδρυμάτων και ως προς τις δυο βασικές πτυχές της (την ερευνητική τους δραστηριότητα και τη διδακτική διαδικασία) θα πρέπει να παράγει συγκεκριμένα οικονομικά αποτελέσματα και για τα ίδια τα ιδρύματα.
Αυτός είναι ο λόγος που συνδέεται με συγκεκριμένο τρόπο με τα δίδακτρα, τα αποτελέσματα της «Αριστείας στη Διδασκαλία» κατ' αντιστοιχία με τις οικονομικές προβλέψεις του πλαισίου για την «Αριστεία στην Ερευνα», μέσω του οποίου κατανέμονται 1,5 δισ. λίρες το χρόνο στα ιδρύματα, στη βάση των αντίστοιχων αξιολογήσεων.
Βέβαια, η λογική της εμπορευματοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης στη Βρετανία δεν είναι καινούργια, είναι βαθιά εμπεδωμένη, σε σημείο μάλιστα που σε συνοδευτική έκθεση του νομοσχεδίου που δημοσιεύτηκε τον Ιούνη και αφορούσε τις επιπτώσεις του
νομοσχεδίου, ο τομέας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης περιγραφόταν ως «επιχείρηση»!
Ακόμα, οι παραπάνω αναδιαρθρώσεις ανοίγουν το δρόμο και για άλλες επιχειρηματικές δράσεις.
Για παράδειγμα, ήδη έχει ανοίξει γραφείο συμβούλων που διαφημίζει προς τα ιδρύματα τη σημασία του να είναι έτοιμα για την «Αριστεία στη Διδασκαλία».
Χρήσιμο εργαλείο η μελέτη των αναδιαρθρώσεων
Για παράδειγμα, η συζήτηση για τη σύνδεση της κρατικής χρηματοδότησης των ανώτατων ιδρυμάτων με τα αποτελέσματα που φέρνουν στην αξιολόγηση δεν είναι καινούργια και στην Ελλάδα, ενώ είχε ανοίξει έντονα και στο παρελθόν όπου μάλιστα άλλοι τάσσονταν να λειτουργεί ως «επιβράβευση», δηλαδή μεγαλύτερη χρηματοδότηση στα καλύτερα αξιολογούμενα ιδρύματα κι άλλοι έλεγαν να λειτουργεί «ενισχυτικά» (μεγαλύτερη χρηματοδοτική ενίσχυση στα ιδρύματα με χαμηλότερα αποτελέσματα στην αξιολόγηση).
Ακόμα, το ίδρυμα «Ερευνας και Καινοτομίας Ηνωμένου Βασιλείου» για την κατανομή της χρηματοδότησης για την έρευνα, παρουσιάζει ομοιότητες με το «Ελληνικό Ιδρυμα για την Ερευνα και την Καινοτομία» που ιδρύει τώρα η κυβέρνηση με νομοσχέδιο του οποίου ολοκληρώθηκε η ηλεκτρονική διαβούλευση.
Οσο για το πώς θα αξιοποιηθεί ο όρος της «αριστείας» στην ανώτατη εκπαίδευση, αν και έχει γίνει πολλή συζήτηση για την έννοια της αριστείας στη χώρα μας, η οποία μάλιστα ξεκίνησε ως συζήτηση για την αριστεία στην ανώτατη εκπαίδευση, ωστόσο δεν έχει υπάρξει μέχρι στιγμής νομοθετικό πλαίσιο, ώστε ο όρος αυτός να οδηγεί σε κάποιο αντίκρισμα και άρα η συζήτηση παραμένει ανοικτή...
Σε κάθε περίπτωση, η μελέτη των αναδιαρθρώσεων τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, είναι ένα ακόμα χρήσιμο εργαλείο για να βγαίνουν συμπεράσματα για τη στρατηγική του κεφαλαίου και για την ανώτατη εκπαίδευση.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου