ΤΕΤΑΡΤΗ 13-7-2016
Στις μέρες μας, η καλλιέργεια της ντοματιάς παγκοσμίως βρίσκεται, βάσει των προτιμήσεων του καταναλωτικού κοινού, στην τρίτη θέση μετά την πατάτα και τη γλυκοπατάτα και στην Ελλάδα έρχεται δεύτερη μετά την πατάτα.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι καρποί της καταναλώνονται τόσο ως νωποί όσο και ως επεξεργασμένο συστατικό σε διάφορα φαγητά, με ένα πολύ μεγάλο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής τομάτας να υφίσταται επεξεργασία.
Διεθνής και εγχώρια παραγωγή
Σήμερα, φυτεύονται διάφορες ποικιλίες ντομάτας, για νωπή κατανάλωση ή βιομηχανική επεξεργασία, μικρόκαρπες ή μεγαλόκαρπες, που παράγουν καρπό κόκκινο, ρόδινο ή κιτρινωπό, σε πολλές χώρες ανά την υφήλιο και κυρίως στην Κίνα, τις ΗΠΑ, την Ινδία, την Ιταλία κ.ά.
Καλλιεργούνται είτε υπαίθρια σε χωράφια είτε υπό κάλυψη σε θερμοκήπια (στο έδαφος ή σε υδροπονικό σύστημα μέσα σε θρεπτικό διάλυμα και όχι στο χώμα) για παραγωγή καρπών, ακόμα και εκτός εποχής.
Στη χώρα μας, λόγω του ευνοϊκού κλίματος, οι ντοματιές φυτεύονται συνήθως στο λαχανόκηπο κάθε σπιτιού στα χωριά, αλλά και σε αρκετές μονοκατοικίες με κήπο εντός των μικρών ή μεγάλων πόλεων.
Η γεωργική όμως παραγωγή της χώρας συγκεντρώνεται σε διάφορες περιοχές της Κρήτης, της Πελοποννήσου, της Μακεδονίας, στην Πρέβεζα, τη Λάρισα, τα Τρίκαλα, τη Σαντορίνη κ.ά.
Πολυετές φυτό
Η ντοματιά στον τόπο καταγωγής της ή όταν καλλιεργείται σε θερμό περιβάλλον, όπως π.χ. σε θερμαινόμενο θερμοκήπιο ή υπαίθρια στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές, είναι πολυετές φυτό.
Ωστόσο, σε όλες τις περιοχές της γης καλλιεργείται συνήθως σαν ετήσιο φυτό (διάρκεια καλλιέργειας 5-7 μήνες), διότι το φυτό αφενός δεν αντέχει το κρύο (όχι κάτω από τους 12°C περίπου) στις εύκρατες περιοχές, αφετέρου μειώνεται η παραγωγικότητά του και προσβάλλεται εύκολα από ασθένειες.
Τα φυτά καλλιεργούνται στον αγρό και το θερμοκήπιο για την παραγωγή καρπών νωπής κατανάλωσης ή αποκλειστικά στον αγρό, σε μεγαλύτερες όμως εκτάσεις, για τη μαζική παραγωγή ντομάτας βιομηχανικής επεξεργασίας.
Διαφορά μεταξύ των ποικιλιών
Είναι μία από τις πιο σημαντικές καλλιέργειες παγκοσμίως και ανάλογα με τη χρήση του καρπού καλλιεργούνται ποικιλίες διαφορετικού τύπου.
Η ντομάτα νωπής κατανάλωσης, με μέτριο ή μεγάλο μέγεθος, ανάλογα την ποικιλία, συγκομίζεται σταδιακά με το χέρι από αναρριχώμενα φυτά σε υποστύλωση, σε αντίθεση με την ντομάτα βιομηχανικής επεξεργασίας, η οποία είναι μικρόκαρπη, οι καρποί της έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρα (Brix), επιθυμητή οξύτητα, ζωηρό κόκκινο χρώμα, στερούνται πτυχώσεων (ομαλή-λεία επιφάνεια) και συλλέγονται από φυτά χωρίς υποστύλωση (νάνα / έρποντα).
Η συγκομιδή των τελευταίων πραγματοποιείται είτε σταδιακά με το χέρι είτε μαζικά με μηχανικά μέσα, διότι έχει παχύτερο φλοιό (φλούδα) και είναι ανθεκτικότερη στις συγκρούσεις και στην πίεση που δέχεται από το βάρος των άλλων συγκομιζόμενων καρπών.
Στη μηχανική συγκομιδή, απαραίτητο είναι η καλλιεργούμενη ποικιλία να ωριμάζει κατά το δυνατόν ταυτόχρονα τους καρπούς της, ώστε η συγκομιδή να ολοκληρώνεται όταν αυτοί είναι κόκκινοι, με μια μόνο «επίσκεψη» στον αγρό και κατ’ επέκταση το κόστος συγκομιδής ή και παραγωγής γενικότερα να είναι μικρότερο (μείωση εργατικών).
Βασικά επιθυμητά χαρακτηριστικά, τέλος, για τους καρπούς των βιομηχανικών πάντα ποικιλιών, είναι η εύκολη απόσπαση του καρπού από τον ποδίσκο (το κοτσάνι), ο μικρός αριθμός σπερμάτων (σπόρων), ευνόητα δε η παραγωγικότητα (τόνοι/στρ.) και η αντοχή σε μυκητολογικές ασθένειες.
Πρακτικές καλλιέργειας
Τόσο στο χωράφι όσο και στο θερμοκήπιο, για την εγκατάσταση της καλλιέργειας μεταφυτεύονται νεαρά φυτά (όταν έχουν αποκτήσει λίγα φύλλα), η σπορά και αρχική ανάπτυξη των οποίων έχει γίνει νωρίτερα σε σποροθήκες, γλαστράκια μίας χρήσης ή σακουλάκια κ.λπ., συνήθως σε θερμοκήπια φυτωρίων ή και από τον ίδιο τον παραγωγό.
Εννοείται ότι πριν τη μεταφύτευση των νεαρών φυτών έχουν προηγηθεί:
α) Φρεζάρισμα του χωραφιού ή του θερμοκηπίου τόσο για την καταστροφή των ζιζανίων όσο και για τη δημιουργία αφράτου και ευκολοδούλευτου εδάφους, κατάλληλου από άποψη υγρασίας και αερισμού των ριζών για την μετέπειτα απρόσκοπτη ανάπτυξη των φυτών.
β) Η βασική λίπανση (άζωτο, φώσφορος, κάλιο) με διασπορά και ενσωμάτωση κοκκώδους λιπάσματος ή και κοπριάς για μικρότερες εκτάσεις εάν είναι δυνατή βέβαια η εξασφάλιση της απαιτούμενης ποσότητας.
γ) Η τοποθέτηση των σωλήνων του συστήματος στάγδην άρδευσης (άρδευση με σταγόνες).
Υποστήριξη φυτών
Οι ντοματιές, κατά την ανάπτυξή τους, δένονται και υποστηρίζονται σε ένα αρκετά μακρύ καλάμι ή ξύλο ή πρακτικά σε λαχανόκηπους και σε χοντρό κλαδί, π.χ. σε ταχυφυείς βλαστούς ροδακινιάς που έχουν κοπεί με το κλάδεμα τον προηγούμενο χειμώνα.
Αυτό γίνεται διότι, αναλόγως την ποικιλία και το διάστημα καλλιέργειάς υπό κάλυψη ή όχι, οι ντοματιές μπορεί να φτάνουν σε πλήρη ανάπτυξη ως και τα 2-3 μέτρα.
Στο θερμοκήπιο η υποστήριξη και περιέλιξη (τύλιγμα) των αυξανόμενων φυτών μπορεί να γίνεται και σε κατακόρυφο λεπτό σχοινί / σπάγκο, δεμένο από τη μία άκρη στη βάση του κεντρικού βλαστού και από την άλλη σε οριζόντιο σύρμα κοντά στην οροφή του θερμοκηπίου.
Υπάρχουν όμως και ποικιλίες αυτοκλαδευόμενες, οι οποίες δεν χρειάζονται υποστύλωση και ονομάζονται έτσι διότι η κορυφή του κεντρικού τους βλαστού κάποια στιγμή παύει να αυξάνεται καθ’ ύψος.
Λίπανση και πότισμα
Στη διάρκεια βλαστικής ανάπτυξης χορηγείται σε μία δόση επιφανειακό λίπασμα υπό μορφή κόκκων ή σε περισσότερες δόσεις με υδρολίπανση κατά το πότισμα με σταγόνες.
Σίγουρα, για την αποφυγή ανθόπτωσης ή καρπόπτωσης πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγουμε τη λίπανση λίγο πριν την άνθηση, κατά τη διάρκεια αυτής και λίγο μετά την καρπόδεση, όταν δηλαδή οι καρποί είναι σαν μικρές σφαίρες/μπίλιες.
Για την παραγωγή μεγάλων καρπών και την αύξηση της απόδοσης ανά στρέμμα, αναλόγως θερμοκρασιών, απαιτείται χρονική σταθερότητα στις αρδεύσεις της εβδομάδας, συχνό και καλό πότισμα χωρίς υπερβολές (τα ίδια ισχύουν και για τον οικιακό λαχανόκηπο).
Με άλλα λόγια, ανάλογα με το μέγεθος των φυτών μας και το πρακτικά (προσεγγιστικά) εκτιμώμενο βάθος των ριζών, τις δυνατότητες του αρδευτικού δικτύου και τη ρυθμιζόμενη παροχή του νερού από τους σταλακτήρες, η άρδευση πρέπει να διαρκεί τόσα λεπτά ή ώρες ώστε το νερό σταδιακά να φτάνει σε βάθος που να διαβρέχει την περιοχή γύρω από το ριζικό σύστημα αλλά όχι αρκετά πιο κάτω, διότι αυτό αποτελεί πλεονασμό και σπατάλη πολύτιμου στις μέρες μας νερού.
Από την άλλη, συχνό και υπερβολικό πότισμα μπορεί να προκαλέσει:
α) Έκπλυση των θρεπτικών στοιχείων (ξέπλυμα του λιπάσματος σε βαθύτερα από τις ρίζες εδαφικά στρώματα.
β) Προβλήματα στην παραγωγή.
γ) Να ευνοήσει την ανάπτυξη μυκητολογικών ασθενειών και την εμφάνιση σηψηρριζιών (σάπισμα ριζών).
Συγκομιδή
Οι καρποί των ποικιλιών που προορίζονται για νωπή κατανάλωση συγκομίζονται συνήθως πρασινοκόκκινοι, ώστε μέχρι αυτοί να κοκκινίσουν, να ωριμάσουν και να μαλακώσουν, να είναι δυνατή η μεταφορά σε μακρινές αποστάσεις και η εμπορία τους.
Σε οικιακούς λαχανόκηπους καλό είναι να κόβονται όταν ωριμάσουν αρκετά, πάρουν βαθύ κόκκινο χρώμα και πριν μαλακώσουν, διότι στη φάση αυτή είναι ποιοτικότεροι, νοστιμότεροι, αρωματικοί και πιο υγιεινοί.
Αυτό προτείνεται διότι, μιας και δεν τίθεται θέμα εξασφάλισης χρόνου για μεταφορά και εμπορία, επιτρέπουμε στις ντομάτες να παραμείνουν περισσότερες ημέρες πάνω στο φυτό και να απορροφήσουν ή να συνθέσουν τη μέγιστη δυνατή ποσότητα θρεπτικών, χρωστικών και αρωματικών ουσιών και ως εκ τούτου να αποκτήσουν καλύτερη γεύση και άρωμα.
Η εποχή για παραγωγή της νοστιμότερης ντομάτας, ανάλογα πάντα με την περιοχή και την ποικιλία, δεν είναι παρά στα μέσα Σεπτεμβρίου με μέσα Οκτωβρίου, περίοδος που αφενός το φυτό όντας πλήρως ανεπτυγμένο φωτοσυνθέτει επαρκώς κατά τη διάρκεια των ηλιόλουστων ακόμα και αρκετά θερμών ημερών (ήλιος = παραγωγή σακχάρων, χρωστικών, βιταμινών, πρωτεϊνών και λοιπών θρεπτικών ουσιών), αφετέρου αναπνέει με χαμηλούς ρυθμούς κατά τη διάρκεια των αρκετά δροσερών νυχτερινών ωρών (δροσιά = χαμηλή αναπνοή = λιγότερες καύσεις = μικρές απώλειες σακχάρων και λοιπών θρεπτικών ουσιών).
Πάνω στην αρχή αυτή μπορεί να εξηγηθεί και η νοστιμιά της ντομάτας που παράγεται σε οικιακούς λαχανόκηπους ορεινών-δροσερών χωριών (βουνίσια ντομάτα), πόσο μάλλον όταν τα φυτά προέρχονται από σπόρο ντόπιας ποικιλίας, παραδοσιακά καλλιεργούμενης στην εκάστοτε περιοχή και προσαρμοσμένης στις αυτές εδαφοκλιματικές συνθήκες.
Θρεπτική αξία
Αξιοσημείωτο είναι πως τα τελευταία χρόνια έρχονται στο φως της δημοσιότητας επιστημονικές εργασίες στις οποίες η ντομάτα και κυρίως τα προϊόντα που προκύπτουν από την επεξεργασία της, θεωρούνται ως τροφές που θωρακίζουν την υγεία μας.
Ο πολτός τομάτας είναι το προϊόν με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αφού μπορεί να μετατρέπεται σε πολλά άλλα προϊόντα.
Η περιεκτικότητα των φυσικών χημικών συστατικών (π.χ. οξέα, σάκχαρα, βιταμίνες, χρωστικές ουσίες) που καθορίζουν την θρεπτική αξία, την ποιότητα και τη γεύση της ντομάτας, διαφέρει όχι μόνο μεταξύ των διαφόρων ποικιλιών (λόγω διαφορών δηλαδή στο γενότυπο), αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τις καιρικές συνθήκες, δηλαδή η γεύση των καρπών μιας ποικιλίας μπορεί να διαφέρει από περιοχή σε περιοχή.
Η ντομάτα είναι μια άριστη πηγή θρεπτικών συστατικών αλλά και λυκοπινίου (ή λυκοπενίου), β-καροτινίου και άλλων καροτινοειδών, φολικού οξέος, βιταμίνης-C, α-τοκοφερόλης.
Είναι πολύ πλούσια σε κάλιο και περιέχει κάποια ποσότητα βιταμίνης Α και βιταμίνης Ε.
ΠΗΓΗ. paragogi.net
Στις μέρες μας, η καλλιέργεια της ντοματιάς παγκοσμίως βρίσκεται, βάσει των προτιμήσεων του καταναλωτικού κοινού, στην τρίτη θέση μετά την πατάτα και τη γλυκοπατάτα και στην Ελλάδα έρχεται δεύτερη μετά την πατάτα.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι καρποί της καταναλώνονται τόσο ως νωποί όσο και ως επεξεργασμένο συστατικό σε διάφορα φαγητά, με ένα πολύ μεγάλο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής τομάτας να υφίσταται επεξεργασία.
Διεθνής και εγχώρια παραγωγή
Σήμερα, φυτεύονται διάφορες ποικιλίες ντομάτας, για νωπή κατανάλωση ή βιομηχανική επεξεργασία, μικρόκαρπες ή μεγαλόκαρπες, που παράγουν καρπό κόκκινο, ρόδινο ή κιτρινωπό, σε πολλές χώρες ανά την υφήλιο και κυρίως στην Κίνα, τις ΗΠΑ, την Ινδία, την Ιταλία κ.ά.
Καλλιεργούνται είτε υπαίθρια σε χωράφια είτε υπό κάλυψη σε θερμοκήπια (στο έδαφος ή σε υδροπονικό σύστημα μέσα σε θρεπτικό διάλυμα και όχι στο χώμα) για παραγωγή καρπών, ακόμα και εκτός εποχής.
Στη χώρα μας, λόγω του ευνοϊκού κλίματος, οι ντοματιές φυτεύονται συνήθως στο λαχανόκηπο κάθε σπιτιού στα χωριά, αλλά και σε αρκετές μονοκατοικίες με κήπο εντός των μικρών ή μεγάλων πόλεων.
Η γεωργική όμως παραγωγή της χώρας συγκεντρώνεται σε διάφορες περιοχές της Κρήτης, της Πελοποννήσου, της Μακεδονίας, στην Πρέβεζα, τη Λάρισα, τα Τρίκαλα, τη Σαντορίνη κ.ά.
Πολυετές φυτό
Η ντοματιά στον τόπο καταγωγής της ή όταν καλλιεργείται σε θερμό περιβάλλον, όπως π.χ. σε θερμαινόμενο θερμοκήπιο ή υπαίθρια στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές, είναι πολυετές φυτό.
Ωστόσο, σε όλες τις περιοχές της γης καλλιεργείται συνήθως σαν ετήσιο φυτό (διάρκεια καλλιέργειας 5-7 μήνες), διότι το φυτό αφενός δεν αντέχει το κρύο (όχι κάτω από τους 12°C περίπου) στις εύκρατες περιοχές, αφετέρου μειώνεται η παραγωγικότητά του και προσβάλλεται εύκολα από ασθένειες.
Τα φυτά καλλιεργούνται στον αγρό και το θερμοκήπιο για την παραγωγή καρπών νωπής κατανάλωσης ή αποκλειστικά στον αγρό, σε μεγαλύτερες όμως εκτάσεις, για τη μαζική παραγωγή ντομάτας βιομηχανικής επεξεργασίας.
Διαφορά μεταξύ των ποικιλιών
Είναι μία από τις πιο σημαντικές καλλιέργειες παγκοσμίως και ανάλογα με τη χρήση του καρπού καλλιεργούνται ποικιλίες διαφορετικού τύπου.
Η ντομάτα νωπής κατανάλωσης, με μέτριο ή μεγάλο μέγεθος, ανάλογα την ποικιλία, συγκομίζεται σταδιακά με το χέρι από αναρριχώμενα φυτά σε υποστύλωση, σε αντίθεση με την ντομάτα βιομηχανικής επεξεργασίας, η οποία είναι μικρόκαρπη, οι καρποί της έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρα (Brix), επιθυμητή οξύτητα, ζωηρό κόκκινο χρώμα, στερούνται πτυχώσεων (ομαλή-λεία επιφάνεια) και συλλέγονται από φυτά χωρίς υποστύλωση (νάνα / έρποντα).
Η συγκομιδή των τελευταίων πραγματοποιείται είτε σταδιακά με το χέρι είτε μαζικά με μηχανικά μέσα, διότι έχει παχύτερο φλοιό (φλούδα) και είναι ανθεκτικότερη στις συγκρούσεις και στην πίεση που δέχεται από το βάρος των άλλων συγκομιζόμενων καρπών.
Στη μηχανική συγκομιδή, απαραίτητο είναι η καλλιεργούμενη ποικιλία να ωριμάζει κατά το δυνατόν ταυτόχρονα τους καρπούς της, ώστε η συγκομιδή να ολοκληρώνεται όταν αυτοί είναι κόκκινοι, με μια μόνο «επίσκεψη» στον αγρό και κατ’ επέκταση το κόστος συγκομιδής ή και παραγωγής γενικότερα να είναι μικρότερο (μείωση εργατικών).
Βασικά επιθυμητά χαρακτηριστικά, τέλος, για τους καρπούς των βιομηχανικών πάντα ποικιλιών, είναι η εύκολη απόσπαση του καρπού από τον ποδίσκο (το κοτσάνι), ο μικρός αριθμός σπερμάτων (σπόρων), ευνόητα δε η παραγωγικότητα (τόνοι/στρ.) και η αντοχή σε μυκητολογικές ασθένειες.
Πρακτικές καλλιέργειας
Τόσο στο χωράφι όσο και στο θερμοκήπιο, για την εγκατάσταση της καλλιέργειας μεταφυτεύονται νεαρά φυτά (όταν έχουν αποκτήσει λίγα φύλλα), η σπορά και αρχική ανάπτυξη των οποίων έχει γίνει νωρίτερα σε σποροθήκες, γλαστράκια μίας χρήσης ή σακουλάκια κ.λπ., συνήθως σε θερμοκήπια φυτωρίων ή και από τον ίδιο τον παραγωγό.
Εννοείται ότι πριν τη μεταφύτευση των νεαρών φυτών έχουν προηγηθεί:
α) Φρεζάρισμα του χωραφιού ή του θερμοκηπίου τόσο για την καταστροφή των ζιζανίων όσο και για τη δημιουργία αφράτου και ευκολοδούλευτου εδάφους, κατάλληλου από άποψη υγρασίας και αερισμού των ριζών για την μετέπειτα απρόσκοπτη ανάπτυξη των φυτών.
β) Η βασική λίπανση (άζωτο, φώσφορος, κάλιο) με διασπορά και ενσωμάτωση κοκκώδους λιπάσματος ή και κοπριάς για μικρότερες εκτάσεις εάν είναι δυνατή βέβαια η εξασφάλιση της απαιτούμενης ποσότητας.
γ) Η τοποθέτηση των σωλήνων του συστήματος στάγδην άρδευσης (άρδευση με σταγόνες).
Υποστήριξη φυτών
Οι ντοματιές, κατά την ανάπτυξή τους, δένονται και υποστηρίζονται σε ένα αρκετά μακρύ καλάμι ή ξύλο ή πρακτικά σε λαχανόκηπους και σε χοντρό κλαδί, π.χ. σε ταχυφυείς βλαστούς ροδακινιάς που έχουν κοπεί με το κλάδεμα τον προηγούμενο χειμώνα.
Αυτό γίνεται διότι, αναλόγως την ποικιλία και το διάστημα καλλιέργειάς υπό κάλυψη ή όχι, οι ντοματιές μπορεί να φτάνουν σε πλήρη ανάπτυξη ως και τα 2-3 μέτρα.
Στο θερμοκήπιο η υποστήριξη και περιέλιξη (τύλιγμα) των αυξανόμενων φυτών μπορεί να γίνεται και σε κατακόρυφο λεπτό σχοινί / σπάγκο, δεμένο από τη μία άκρη στη βάση του κεντρικού βλαστού και από την άλλη σε οριζόντιο σύρμα κοντά στην οροφή του θερμοκηπίου.
Υπάρχουν όμως και ποικιλίες αυτοκλαδευόμενες, οι οποίες δεν χρειάζονται υποστύλωση και ονομάζονται έτσι διότι η κορυφή του κεντρικού τους βλαστού κάποια στιγμή παύει να αυξάνεται καθ’ ύψος.
Λίπανση και πότισμα
Στη διάρκεια βλαστικής ανάπτυξης χορηγείται σε μία δόση επιφανειακό λίπασμα υπό μορφή κόκκων ή σε περισσότερες δόσεις με υδρολίπανση κατά το πότισμα με σταγόνες.
Σίγουρα, για την αποφυγή ανθόπτωσης ή καρπόπτωσης πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγουμε τη λίπανση λίγο πριν την άνθηση, κατά τη διάρκεια αυτής και λίγο μετά την καρπόδεση, όταν δηλαδή οι καρποί είναι σαν μικρές σφαίρες/μπίλιες.
Για την παραγωγή μεγάλων καρπών και την αύξηση της απόδοσης ανά στρέμμα, αναλόγως θερμοκρασιών, απαιτείται χρονική σταθερότητα στις αρδεύσεις της εβδομάδας, συχνό και καλό πότισμα χωρίς υπερβολές (τα ίδια ισχύουν και για τον οικιακό λαχανόκηπο).
Με άλλα λόγια, ανάλογα με το μέγεθος των φυτών μας και το πρακτικά (προσεγγιστικά) εκτιμώμενο βάθος των ριζών, τις δυνατότητες του αρδευτικού δικτύου και τη ρυθμιζόμενη παροχή του νερού από τους σταλακτήρες, η άρδευση πρέπει να διαρκεί τόσα λεπτά ή ώρες ώστε το νερό σταδιακά να φτάνει σε βάθος που να διαβρέχει την περιοχή γύρω από το ριζικό σύστημα αλλά όχι αρκετά πιο κάτω, διότι αυτό αποτελεί πλεονασμό και σπατάλη πολύτιμου στις μέρες μας νερού.
Από την άλλη, συχνό και υπερβολικό πότισμα μπορεί να προκαλέσει:
α) Έκπλυση των θρεπτικών στοιχείων (ξέπλυμα του λιπάσματος σε βαθύτερα από τις ρίζες εδαφικά στρώματα.
β) Προβλήματα στην παραγωγή.
γ) Να ευνοήσει την ανάπτυξη μυκητολογικών ασθενειών και την εμφάνιση σηψηρριζιών (σάπισμα ριζών).
Συγκομιδή
Οι καρποί των ποικιλιών που προορίζονται για νωπή κατανάλωση συγκομίζονται συνήθως πρασινοκόκκινοι, ώστε μέχρι αυτοί να κοκκινίσουν, να ωριμάσουν και να μαλακώσουν, να είναι δυνατή η μεταφορά σε μακρινές αποστάσεις και η εμπορία τους.
Σε οικιακούς λαχανόκηπους καλό είναι να κόβονται όταν ωριμάσουν αρκετά, πάρουν βαθύ κόκκινο χρώμα και πριν μαλακώσουν, διότι στη φάση αυτή είναι ποιοτικότεροι, νοστιμότεροι, αρωματικοί και πιο υγιεινοί.
Αυτό προτείνεται διότι, μιας και δεν τίθεται θέμα εξασφάλισης χρόνου για μεταφορά και εμπορία, επιτρέπουμε στις ντομάτες να παραμείνουν περισσότερες ημέρες πάνω στο φυτό και να απορροφήσουν ή να συνθέσουν τη μέγιστη δυνατή ποσότητα θρεπτικών, χρωστικών και αρωματικών ουσιών και ως εκ τούτου να αποκτήσουν καλύτερη γεύση και άρωμα.
Η εποχή για παραγωγή της νοστιμότερης ντομάτας, ανάλογα πάντα με την περιοχή και την ποικιλία, δεν είναι παρά στα μέσα Σεπτεμβρίου με μέσα Οκτωβρίου, περίοδος που αφενός το φυτό όντας πλήρως ανεπτυγμένο φωτοσυνθέτει επαρκώς κατά τη διάρκεια των ηλιόλουστων ακόμα και αρκετά θερμών ημερών (ήλιος = παραγωγή σακχάρων, χρωστικών, βιταμινών, πρωτεϊνών και λοιπών θρεπτικών ουσιών), αφετέρου αναπνέει με χαμηλούς ρυθμούς κατά τη διάρκεια των αρκετά δροσερών νυχτερινών ωρών (δροσιά = χαμηλή αναπνοή = λιγότερες καύσεις = μικρές απώλειες σακχάρων και λοιπών θρεπτικών ουσιών).
Πάνω στην αρχή αυτή μπορεί να εξηγηθεί και η νοστιμιά της ντομάτας που παράγεται σε οικιακούς λαχανόκηπους ορεινών-δροσερών χωριών (βουνίσια ντομάτα), πόσο μάλλον όταν τα φυτά προέρχονται από σπόρο ντόπιας ποικιλίας, παραδοσιακά καλλιεργούμενης στην εκάστοτε περιοχή και προσαρμοσμένης στις αυτές εδαφοκλιματικές συνθήκες.
Θρεπτική αξία
Αξιοσημείωτο είναι πως τα τελευταία χρόνια έρχονται στο φως της δημοσιότητας επιστημονικές εργασίες στις οποίες η ντομάτα και κυρίως τα προϊόντα που προκύπτουν από την επεξεργασία της, θεωρούνται ως τροφές που θωρακίζουν την υγεία μας.
Ο πολτός τομάτας είναι το προϊόν με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αφού μπορεί να μετατρέπεται σε πολλά άλλα προϊόντα.
Η περιεκτικότητα των φυσικών χημικών συστατικών (π.χ. οξέα, σάκχαρα, βιταμίνες, χρωστικές ουσίες) που καθορίζουν την θρεπτική αξία, την ποιότητα και τη γεύση της ντομάτας, διαφέρει όχι μόνο μεταξύ των διαφόρων ποικιλιών (λόγω διαφορών δηλαδή στο γενότυπο), αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τις καιρικές συνθήκες, δηλαδή η γεύση των καρπών μιας ποικιλίας μπορεί να διαφέρει από περιοχή σε περιοχή.
Η ντομάτα είναι μια άριστη πηγή θρεπτικών συστατικών αλλά και λυκοπινίου (ή λυκοπενίου), β-καροτινίου και άλλων καροτινοειδών, φολικού οξέος, βιταμίνης-C, α-τοκοφερόλης.
Είναι πολύ πλούσια σε κάλιο και περιέχει κάποια ποσότητα βιταμίνης Α και βιταμίνης Ε.
ΠΗΓΗ. paragogi.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου