Με πακτωλό χρημάτων - «λίπασμα» στις μπίζνες των «πράσινων» μονοπωλίων, που θα βαρύνουν ξανά την τσέπη του λαού, ετοιμάζεται η ΕΕ να «απαντήσει» στη λεγόμενη «ενεργειακή κρίση», που επιτείνεται στο φόντο του πολέμου και της αντιπαράθεσης ΝΑΤΟ - Ρωσίας.
Οι χτεσινές ανακοινώσεις της προέδρου της Κομισιόν είναι άλλη μια απόδειξη ότι η ΕΕ αξιοποιεί τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ως «ευκαιρία» για την επιτάχυνση τεράστιων επενδύσεων σε νέα, «πράσινα» πεδία κερδοφορίας για τους ομίλους, φουσκώνοντας κι άλλο τον λογαριασμό που πληρώνει ήδη ο λαός, με την πανάκριβη Ενέργεια και τη διεύρυνση της ενεργειακής φτώχειας.
Ταυτόχρονα, όσο κι αν προσπαθούν να παρουσιάσουν μια εικόνα «ομοφωνίας» και «ομοθυμίας» στην αντιμετώπιση των συνεπειών που προκύπτουν από τις κυρώσεις στη Ρωσία, οι αντιθέσεις τους όχι μόνο δεν μπορούν να κρυφτούν αλλά βγαίνουν ολοένα και περισσότερο «στον αφρό», αποκαλύπτοντας τα ανταγωνιστικά συμφέροντα που «βράζουν» από κάτω.
Τα 300 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε η ΕΕ ως «απάντηση» στην ενεργειακή κρίση είναι ένα πρόσθετο «ταμείο ανάκαμψης», το οποίο θα ξεκοκαλίσουν μέχρι δεκάρας οι μονοπωλιακοί όμιλοι που επενδύουν στο «πρασίνισμα» της Ενέργειας και συνολικά της οικονομίας, στο όνομα - τώρα - της ταχύτερης απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χτεσινές ανακοινώσεις της Κομισιόν συνοδεύτηκαν από αναπροσαρμογή των στόχων για τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της Ευρώπης (από 40% σε 45% μέχρι το 2030) και από νέες δεσμεύσεις για την επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων τέτοιων έργων, που συγκεντρώνουν τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον και στη χώρα μας.
Η στήριξη των «πράσινων» πρότζεκτ με κολοσσιαία ευρωπαϊκά και κρατικά κεφάλαια, αλλά και με τους αντιλαϊκούς νόμους όλων διαχρονικά των κυβερνήσεων, που στήνουν στον τοίχο την προστασία του περιβάλλοντος και τα εργασιακά δικαιώματα, είναι το διαπίστευμα για εγγυημένες αποδόσεις στην επένδυση συσσωρευμένων κεφαλαίων.
Ποιος θα πληρώσει όμως αυτήν την «πράσινη κοσμογονία» για τους επιχειρηματικούς ομίλους;
Η απάντηση είναι, αβίαστα, ο λαός. Το ομολόγησε άλλωστε και η πρόεδρος της Κομισιόν, λέγοντας ότι ένας από τους βασικούς άξονες της απεξάρτησης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες είναι οι «αλλαγές συνηθειών του πληθυσμού» και ο «περιορισμός της κατανάλωσης», που θα βαρύνει κυρίως τη λαϊκή κατανάλωση.
Για τέτοια μέτρα προετοιμάζονται ήδη οι κυβερνήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ, παρουσιάζοντας την ενεργειακή φτώχεια που μεγαλώνει ως την αναγκαία «θυσία» για να απαντηθεί τάχα ο ρωσικός «αναθεωρητισμός» και να μειωθεί η εξάρτηση της ευρωπαϊκής οικονομίας από το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο.
Εκτός όμως από τις ακριβότερες ΑΠΕ, το σχέδιο της ΕΕ προβλέπει και τη στροφή στο επίσης εισαγόμενο LNG, κυρίως από την αμερικανική αγορά, που το κόστος του είναι πολλαπλάσιο και θα φορτωθεί στον λαό.
Κερδισμένοι θα βγουν οι εφοπλιστές, κατασκευαστικοί και ενεργειακοί όμιλοι, που θα πάρουν τη μερίδα του λέοντος των ευρωπαϊκών και κρατικών ενισχύσεων για την ανάπτυξη υποδομών (καραβιών, σταθμών επαναεριοποίησης, αγωγών) που θα υποστηρίζουν το νέο ενεργειακό μείγμα.
Είναι μεγάλο ψέμα ότι όλα αυτά γίνονται για να πληρώνει ο λαός φτηνότερα την Ενέργεια και για να υπάρχει ενεργειακή ασφάλεια. Ακόμα κι αν στο μέλλον υπάρξει σχετική αποκλιμάκωση στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, αυτό θα συνεχίσει να είναι πολύ μεγαλύτερο απ' ό,τι τα προηγούμενα χρόνια.
Θυμίζουμε άλλωστε ότι οι ανατιμήσεις στην Ενέργεια άρχισαν να κλιμακώνονται πριν ακόμα ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οι αιτίες είναι γνωστές: Η στρατηγική της «πράσινης ανάπτυξης», η «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας, με όλα τα συμπαρομαρτούντα (Χρηματιστήριο Ενέργειας, διασυνδεσιμότητα, «πράσινοι» φόροι κ.λπ.), οι πακτωλοί χρημάτων και άλλων μέτρων στήριξης στα μονοπώλια, που απογειώθηκαν την περίοδο της προηγούμενης κρίσης και της πανδημίας.
Σε κάθε περίπτωση, κυβερνήσεις και αστικά επιτελεία εκφράζουν ισχυρές αμφιβολίες για το κατά πόσο είναι εφικτή η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο χωρίς οι επιπτώσεις να είναι καταστροφικές για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ολα αυτά επιδρούν στην όξυνση των ανταγωνισμών και κάνουν εκρηκτικό το μείγμα στο εσωτερικό της ΕΕ, σε συνδυασμό με την ανησυχία που προκαλεί η κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, στο έδαφος των συνεπειών του πολέμου και της μεγάλης ακρίβειας.
Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες αναδεικνύεται καθοριστικός ο ρόλος της λαϊκής παρέμβασης, για να μην πληρώσουν ξανά οι εργαζόμενοι και οι άλλοι βιοπαλαιστές τον πόλεμο και τους ανταγωνισμούς του κεφαλαίου, τα νέα πακέτα στήριξης της κερδοφορίας του. Ο λαός μπορεί με την πάλη του και σε συμπόρευση με το ΚΚΕ να σφραγίσει τις εξελίξεις, να διαμορφώσει προϋποθέσεις αντεπίθεσης για τη δική του πραγματική ευημερία.
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου