Ζωντανά χωριά απλώνονται σαν δίχτυ πάνω στο πλούσιο ανάγλυφο της οροσειράς της Ροδόπης, εδώ στο ακρινό της Θράκης.
Ανθρωποι αυθεντικοί τα κατοικούν, ακούραστοι ξωμάχοι που παλεύουν εδώ και αιώνες την τραχιά αλλά όμορφη γη τους. Καλώς ήλθατε στα Πομακοχώρια
Για μεγάλο χρονικό διάστημα και με το πρόσχημα της μουσουλμανικής θρησκείας, οι Πομάκοι αντιμετωπίστηκαν από την επίσημη πολιτεία ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας και περιορίσθηκαν σιγά σιγά στα χωριά τους, δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για κάθε λογής εθνικιστική προπαγάνδα.
Ομως ας βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά.
Τα πομάκικα χωριά απαντώνται σε ολόκληρο το μήκος των συνόρων της Θράκης με τη Βουλγαρία, όμως χωρίς καμία αμφιβολία η περιοχή του Εχίνου, που διοικητικά υπάγεται στον Νομό Ξάνθης, συμπεριλαμβάνει τα περισσότερα (περίπου 20 τον αριθμό) κι αυτά με τους περισσότερους κατοίκους.
Ετυμολογικά η ονομασία Πομάκος πιθανόν να προέρχεται από τη βουλγάρικη λέξη «πομάκ» που σημαίνει βοηθώ.
Κατά μια άλλη εκδοχή ωστόσο, παρουσιάστηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Οι σημερινοί Πομάκοι ζουν και παλεύουν με αυτόν τον όμορφο, αλλά τραχύ τόπο, εδώ και χιλιάδες χρόνια.
Από πολλούς μελετητές θεωρούνται γηγενής πληθυσμός και γνήσιο θρακιώτικο φύλο, απόγονοι των αρχαίων Αγριάνων (οι Τούρκοι σε παλαιότερες αναφορές τους αποκαλούσαν Akrians και οι Βυζαντινοί Αχριάνες).
Οι Πομάκοι είναι περήφανος λαός, εγκάρδιοι και ζεστοί άνθρωποι, ακάματοι δουλευτές της άγονης γης. Εύκολα τους πλησιάζεις και νιώθεις την ανάγκη τους για απλή, φιλική και ανθρώπινη επικοινωνία.
Δυστυχώς στα χωριά τους δεν υπάρχει ακόμη αξιόλογη τουριστική υποδομή, αν και διαθέτουν όλα τα προσόντα για να αναπτύξουν τον οικολογικό, θρησκευτικό, πολιτισμικό και ιαματικό τουρισμό.
Πρέπει με πρωτοβουλία του κράτους και τη συνεργασία ντόπιων παραγόντων να δημιουργηθούν μικροί παραδοσιακοί ξενώνες, ώστε να δοθεί το έναυσμα σε περισσότερους ταξιδιώτες να επισκεφτούν τούτο τον ιδιαίτερο τόπο.
Τα Πομακοχώρια του Νομού Ξάνθης προσεγγίζονται εύκολα από τον δρόμο που συνδέει την Ξάνθη με τη Σταυρούπολη.
Αφήνουμε λοιπόν πίσω την πρωτεύουσα του νομού και ακολουθώντας πορεία παράλληλη με την κοίτη του ποταμού Κόσυνθου για περίπου 8 χιλιόμετρα, βγαίνουμε στο κομβικό σημείο όπου ο δρόμος δεξιά μας οδηγεί στον Εχίνο.
Στην πορεία μας ένα πλήθος μικρών και μεγαλύτερων χωριών βρίσκονται διάσπαρτα ανάμεσα σε δάση, ρεματιές και μικρές μα εύφορες ορεινές κοιλάδες.
Η γη ολόγυρα καθώς φαίνεται δουλεμένη από τον ανθρώπινο μόχθο, προσφέρει τα λίγα, αλλά εκλεκτά αγαθά της, κηπευτικά, μα κυρίως καπνά, εξαιρετικής ποιότητας (της αρωματικής ποικιλίας «μπασμά»).
Τα χωριά Σμίνθη (παλιά Σμίτσια) και Μύκη βρίσκονται πάνω στον δρόμο και μας χαρίζουν το πρώτο καλωσόρισμα.
Συνεχίζουμε για Εχίνο, το μεγάλο και πολυάνθρωπο κεφαλοχώρι με τους 3.000 χιλιάδες κατοίκους που απέχει 26 χιλιόμετρα από την Ξάνθη.
Η οικιστική δραστηριότητα που απλώνεται γύρω από τις πλαγιές ενός σχετικά χαμηλού λόφου, δίνει την εντύπωση από μακριά μιας ολάκερης πολιτείας.
Ο ναός του Αϊ- Γιώργη -άγιος που τιμάται κι από τους μουσουλμάνους Πομάκους-, τρία μεγάλα τζαμιά και το Ιεροσπουδαστήριο (μουσουλμανικό σχολείο) είναι αυτά που ξεχωρίζουν ανάμεσα στα πολυάριθμα κτίρια.
Λίγο έξω από το χωριό βρίσκεται το Οχυρό Εχίνου, ένα από τα θρυλικά οχυρά που σχημάτιζαν τη λεγόμενη «Γραμμή Μεταξά».
Οι μάχες που έγιναν εδώ τον Απρίλη του 1941 ήταν επικές.
Σήμερα μια μαρμάρινη πλάκα θυμίζει τους 23 ηρωικούς νεκρούς μας, ανάμεσά τους και τρεις Πομάκοι.
Το χωριό Κύκνος με τις φροντισμένες πεζούλες του όπου καλλιεργούνται καπνά
Ιστορικές αναδρομέςΟι Πομάκοι, μειονότητα καθώς ήταν από τα πανάρχαια χρόνια, υποτάχθηκαν κατά καιρούς στους διάφορους ισχυρούς.
Από τον 7ο π.Χ. αιώνα και μετά, όταν άρχισαν να δημιουργούνται οι πρώτες ελληνικές αποικίες στα θρακικά παράλια, οι Αγριάνες (πιθανοί πρόγονοι των Πομάκων) δέχθηκαν τις επιρροές του ελληνικού πολιτισμού.
Αργότερα επάνδρωσαν επάξια με εκλεκτούς στρατιώτες τις μακεδονικές φάλαγγες του στρατού του Αλέξανδρου.
Μάλιστα στον Αλέξανδρο αποδίδεται η ρήση «απέναντι στους μαλθακούς Πέρσες θα αντιτάξω τους ηρωικούς μου Αγριάνες».
Οταν οι Ρωμαίοι κατέλαβαν τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο, οι σκληροτράχηλοι πολεμιστές ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία, αφού η περιοχή τους διέθετε πλούσια βοσκοτόπια.
Αργότερα στα χρόνια του Βυζαντίου εκχριστιανίστηκαν και έζησαν ειρηνικά για μεγάλο χρονικό διάστημα στους κόλπους της πολυπολιτισμικής Aνατολικής Αυτοκρατορίας.
Οταν τα βουλγάρικα φύλα εγκαταστάθηκαν στη χερσόνησο του Αίμου, οι Αγριάνες βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα.
Εκείνη την εποχή η γλώσσα τους -που ας σημειώσουμε ακόμη και σήμερα δεν έχει παράδοση γραφής- δέχθηκε επιρροές και από τη βουλγάρικη διάλεκτο.
Οταν οι οθωμανικές στρατιές πλημμύρισαν τη Θράκη, οι Αγριάνες αντέταξαν σθεναρά την ορθόδοξη πίστη τους στις προσπάθειες εκτουρκισμού τους.
Τελικά ασπάσθηκαν τον ισλαμισμό ομαδικά -μεταξύ 1656 και 1660-, έπειτα από ομόφωνη αποδοχή του πληθυσμού, προκειμένου να γλιτώσουν τα χειρότερα.
Ιδιαίτερες διαδρομές
Λίγο έξω από τον οικισμό ο δρόμος διακλαδίζεται. Αν στρίψουμε δεξιά θα κατευθυνθούμε προς τις Θέρμες με τις τρεις γειτονιές και θα καταλήξουμε στην παραποτάμια Μέδουσα.
Η διαδρομή αυτή δεν είναι πάνω από 16 χιλιόμετρα. Αν συνεχίσουμε ευθεία θα περάσουμε από το χωριό Μελίβοια και θα κατευθυνθούμε προς το παραμεθόριο Δημάρι.
Ακολουθώντας τη διαδρομή προς Μέδουσα θα περάσουμε πρώτα από Θέρμες. Το χωριό είναι κτισμένο στις όχθες του Ξεροπόταμου, διατηρεί αρκετά παραδοσιακά σπίτια και χωρίζεται σε Ανω, Κάτω και Μέσες Θέρμες.
Λίγο έξω από τις Κάτω Θέρμες βρέθηκε ένας βράχος ύψους περίπου 7 μέτρων με χαραγμένο λιθανάγλυφο στο οποίο απεικονίζεται ανθρώπινη φιγούρα -πιθανόν του θεού Μίθρα (ο περσικός θεός ήλιος)- να θυσιάζει ταύρο.
Παρόλο που υπάρχουν πινακίδες και το μονοπάτι που οδηγεί εδώ είναι σύντομο, πιθανόν να μη δείτε τον βράχο καθώς η περιοχή κυριολεκτικά πνίγεται στην άγρια βλάστηση.
Στον δρόμο για Μέδουσα συναντάμε τα Λουτρά Θερμών. Εδώ πλάι στο κτίριο των παλιών λουτρών έχει κτισθεί το καινούργιο, όπου βρίσκεται η μεγάλη πισίνα με το ιαματικό νερό.
Επόμενη στάση το χωριό Μέδουσα (22 χλμ. από Εχίνο εκ των οποίων 4 χλμ. σε βατό χωματόδρομο), ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πομάκικα χωριά με άφθονα καλοδιατηρημένα σπίτια και μικρά καπνοχώραφα που μοιάζουν σαν να έχουν σκορπιστεί με επιμέλεια γύρω από την κοίτη του Ξεροπόταμου.
Το καλοστεκούμενο μονότοξο γεφύρι δρασκελίζει το ποτάμι και ενώνει μαζί με το νεότευκτο τσιμεντένιο τις δυο αντικριστές γειτονιές.
Στα σύνορα:
Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η άλλη διαδρομή που φεύγει δυτικά από τον Εχίνο με προορισμό τα ορεινά χωριά Κοτύλη (12 χλμ. από Εχίνο.) και Δημάρι (18 χλμ. απο Εχίνο).
Ο δρόμος ελίσσεται μέσα από υπέροχα δάση, ποτάμια, μικρά καταπράσινα χωράφια.
Στην πορεία μας θα διασχίσουμε το χωριό Μελίβοια όπου βρίσκεται ένα από τα παλιότερα τζαμιά της περιοχής (19ος αιώνας), αλλά και παλαιοχριστιανικοί τάφοι και θα βρούμε τη διασταύρωση που οδηγεί στην όμορφη Κοτύλη, ένα χωριό με καταπράσινα κηπάρια.
Το Δημάρι απέχει 45 χιλιόμετρα από την πόλη της Ξάνθης κι είναι ένα από τα πλέον απόμακρα, ορεινά χωριά του νομού.
Ομως η πρόσβαση λόγω του ασφάλτινου δρόμου είναι εύκολη και πραγματικά αξίζει τον κόπο να έρθει κανείς μέχρι εδώ.
Με περισσότερους από 600 μόνιμους κατοίκους, το χωριό βρίσκεται σκαρφαλωμένο σε ύψος 850 μέτρων στις παρυφές του όρους Γυφτόκαστρο (1.827 μ.), εκεί όπου αρχίζει η δασική ζώνη της μαύρης πεύκης και της οξιάς.
Μόλις λίγα χιλιόμετρα βορειότερα βρίσκονται τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Νότια και δυτικά από το Δημάρι θα συναντήσουμε μια ακόμη συστάδα όμορφων πομάκικων χωριών που προσεγγίζονται τόσο από τον Εχίνο όσο και απ' την Κοτύλη, αλλά και τη Σμίνθη που βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο Ξάνθης - Εχίνου.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζουμε τα χωριά Πάχνη, Γλαύκη, Κένταυρος, Κύκνος, Ρεύμα και Ωραίο.
Κοντά στο χωριό Θέρμες υπάρχει κι ο τεκές (ισλαμικό θρησκευτικό κέντρο) του Μπουνταλά Χότζα που εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες της μουσουλμανικής αίρεσης των Μπεκτασήδων - σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Πομάκους που είναι σουνίτες μουσουλμάνοι.
Οι Πομάκοι ακόμα και σήμερα διατηρούν αρκετά χριστιανικά έθιμα στις λατρευτικές -μουσουλμανικές- συνήθειές τους.
Ετσι ακόμη σταυρώνουν το ψωμί πριν το κόψουν, γιορτάζουν τις εορτές των Αγ. Γεωργίου, Δημητρίου, Βασιλείου, αναφέρονται με ευλάβεια στην Τεοτόκα (Παναγία), ενώ στις 15 Αυγούστου αναβιώνουν το πανάρχαιο θρακικό έθιμο της πάλης.
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΟΖΑΝΗΣ
Το 1923 τα Πομακοχώρια μοιράζονται οριστικά ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Ταυτόχρονα αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των ελληνικών (Κων/πολη, Ιμβρος Τένεδος) και μουσουλμανικών μειονοτήτων που αφορούν τους Πομάκους, τους τουρκογενείς μουσουλμάνους και τους Ρομά (αθίγγανους).
Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑ
«Παπάς κιοπρουσού» ονομάζουν οι Πομάκοι το όμορφο γεφύρι που βρίσκεται στον ποταμό Κόσυνθο, ανάμεσα στους οικισμούς Ωραίο και Ρεύμα και σε υψόμετρο 415 μ.
Θεωρείται βυζαντινής κατασκευής και ηλικίας περίπου 600 ετών (παρατηρήστε τη χάραξη σταυρού που υπάρχει στο κλειδί της καμάρας του μεγάλου τόξου).
Σε μικρή απόσταση βρίσκεται ο εν ενεργεία νερόμυλος του Χαλίλ. Παλιό και εξίσου ενδιαφέρον είναι το πέτρινο τοξωτό γεφύρι κοντά στο χωριό Σταμάτη.
Κείμενο-Φωτογραφίες: Θοδωρής Αθανασιάδης
Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑ
ΚΟΤΤΑΝΗ
ΠΟΜΑΚΟΧΩΡΙΑ
ΤΖΑΜΙ ΣΤΟΝ ΕΧΙΝΟ
ΠΗΓΗ. 1. ethnos
2. google
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου