20 και πλέον χρόνια μετά τις πρώτες Οδηγίες της ΕΕ και κατόπιν εφαρμογής τους από όλες τις κυβερνήσεις, ο λαός πληρώνει πανάκριβα το ρεύμα και η ενεργειακή φτώχεια εξαπλώνεται ραγδαία
Οι ανακοινώσεις των τελευταίων ημερών για το νέο σύστημα τιμολόγησης του ρεύματος στα λαϊκά σπίτια είναι ένα ακόμα επεισόδιο στο έργο που ζει ο λαός εδώ και πάνω από 20 χρόνια. Από τότε δηλαδή που με τις Οδηγίες της ΕΕ ξεκίνησε η διαδικασία της «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας, κάτι που όλες οι κυβερνήσεις παρουσίαζαν - ανάμεσα σε άλλα - ως τον δρόμο που οδηγεί σε φτηνότερο ρεύμα.
Στη μακρά αυτή πορεία η «απελευθέρωση» μετέτρεψε την Ενέργεια - εμπόρευμα σε χρηματιστηριακό προϊόν, ανεξάρτητα αν οι μετοχικές εταιρείες παραγωγής και διανομής Ενέργειας ανήκουν κατά πλειοψηφία στο κράτος ή σε άλλους ιδιώτες.
Οπως αποδείχθηκε γρήγορα, στη χώρα μας και σε όλη την ΕΕ η στρατηγική της «απελευθέρωσης» εκτόξευσε τα κέρδη των ομίλων της Ενέργειας, καταδικάζοντας εκατομμύρια νοικοκυριά να ζουν σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας ή να κόβουν από άλλες άμεσες ανάγκες για να πληρώσουν τους υπέρογκους λογαριασμούς.
Διαμόρφωσε ταυτόχρονα το έδαφος πάνω στο οποίο ξετυλίγεται σήμερα ο σχεδιασμός της «πράσινης μετάβασης», προσθέτοντας νέα χαράτσια και κόστη για τα λαϊκά στρώματα και εκθέτοντας την ενεργειακή αυτάρκεια στους κινδύνους των γεωπολιτικών ανταγωνισμών.
Σε αυτήν την πορεία, την οποία υπηρέτησαν και υπηρετούν με συνέπεια όλα τα κόμματα και οι κυβερνήσεις, μηχανισμοί όπως το Χρηματιστήριο Ενέργειας - που στη χώρα μας το θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ - λειτουργούν ως εργαλεία που εκτοξεύουν το κόστος για τα νοικοκυριά και ταυτόχρονα τα κέρδη για τους ενεργειακούς ομίλους.
Ετσι, η πραγματικότητα της τελευταίας 20ετίας αποκαλύπτει τις εγκληματικές ευθύνες της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ), που προώθησαν βήμα - βήμα τη λεγόμενη «απελευθέρωση» του τομέα της Ενέργειας, στο όνομα της ενίσχυσης του «ανταγωνισμού», που υποτίθεται ότι θα οδηγούσε στη μείωση των τιμών και στην προσφορά «καλύτερων υπηρεσιών» προς τους καταναλωτές.
Μόνο τα τελευταία 3 χρόνια η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος έχει πραγματικά εκτοξευτεί. Αν ανατρέξουμε στις τιμές του 2021 και τις συγκρίνουμε με όσα συνέβησαν από τότε μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσουμε ότι σύμφωνα με επίσημα στοιχεία:
- Από τον Μάρτη 2021 έως τον Ιούλη 2022 η τιμή της κιλοβατώρας κυμαινόταν μεταξύ 0,068 και 0,102 ευρώ, με μέσο όρο τα 0,085 ευρώ.
- Τον Αύγουστο 2022 οι τιμές έφτασαν μεταξύ 0,486 και 0,68 ευρώ, με μέσο όρο τα 0,583 ευρώ.
- Τον Σεπτέμβρη 2022 έχουμε νέες αυξήσεις, με τιμές μεταξύ 0,788 και 1,0864 ευρώ και μέσο όρο για την κιλοβατώρα τα 0,9372 ευρώ.
Δηλαδή, από τις αρχές του 2022 μέχρι τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς η αύξηση στη μέση τιμή της κιλοβατώρας έφτασε το 350,8%, αν αφαιρέσουμε τις όποιες κρατικές επιδοτήσεις δόθηκαν τότε για να μην πληγεί η εισπραξιμότητα των παρόχων!
Τέτοιες «εκρήξεις» στις τιμές, που επιχειρείται να αποδοθούν στη συγκυρία, στην πραγματικότητα φανερώνουν την τάση που έχει η διαμόρφωση των τιμών στην «απελευθερωμένη αγορά» και σίγουρα ανεβάζουν το εύρος της ταλάντωσης ακόμα πιο πάνω.
Μπορεί δηλαδή σήμερα οι τιμές να καταγράφουν μια αποκλιμάκωση σε σχέση με τον Σεπτέμβρη του 2022, τα τιμολόγια όμως είναι πολύ ακριβότερα σε σχέση με τον Μάρτη του 2021. Με άλλα λόγια, οι αυξήσεις ήρθαν για να μείνουν και εκεί ακριβώς οδηγεί το κυνήγι του μεγαλύτερου κέρδους από τα μονοπώλια στην «απελευθερωμένη αγορά».
Το ίδιο ισχύει βέβαια και για προηγούμενες φάσεις της «απελευθέρωσης», όταν το μονοπώλιο της ΔΕΗ ΑΕ διατηρούσε δεσπόζουσα θέση στην αγορά. Για παράδειγμα, τη δεκαετία 2005 - 2016 οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά είχαν αυξηθεί κατά περίπου 150%, φτάνοντας το 2016 τα 0,17 ευρώ η κιλοβατώρα, από 0,07 ευρώ/KWh το 2005, σύμφωνα με το οικονομικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας εκείνη την εποχή.
Πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκαν οι νέες χρεώσεις για τον Γενάρη του 2014. Οι ανακοινώσεις συνοδεύτηκαν μάλιστα από θριαμβολογίες για τη ...δύναμη της «απελευθερωμένης αγοράς» και της «ανταγωνιστικότητας», που ρίχνει τάχα τις τιμές.
Για να δούμε όμως λίγο πιο προσεκτικά τα στοιχεία.
Η ΔΕΗ ΑΕ, που παρέχει οικιακό ρεύμα σε 6 στα 10 νοικοκυριά, αύξησε το τιμολόγιο του Νοέμβρη του 2023 κατά περίπου 10%, δηλαδή στα 0,17 ευρώ την κιλοβατώρα, από 0,15 ευρώ που ήταν τον Οκτώβρη, όταν και πάλι είχε αυξηθεί σε σχέση με τον Σεπτέμβρη... Ετσι, εμφανίζεται να έχει τιμές από 0,126 ευρώ έως 0,171 ευρώ, ανάλογα με την ποσότητα της κατανάλωσης, που ουσιαστικά σημαίνει ίδιες και χειρότερες τιμές.
Μόνο που αν δούμε τα στοιχεία που παραθέσαμε, τον Μάρτη του 2021, δηλαδή μόλις 3 χρόνια πριν, η μέση τιμή της κιλοβατώρας ήταν στα 0,085. Τον Γενάρη του 2024 η μέση τιμή έχει εκτοξευτεί στα 0,15 ευρώ. Δηλαδή μέσα σε 3 χρόνια η αύξηση πλησιάζει το 80%!
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι εδώ και μήνες η κυβέρνηση σπρώχνει το ένα πακέτο μετά το άλλο στους επιχειρηματικούς ομίλους της Ενέργειας, και το παρουσιάζει αυτό ως «κοινωνική πολιτική» στήριξης των νοικοκυριών... Δηλαδή οι εργαζόμενοι πληρώνουν σχεδόν τα διπλά στους ομίλους: Και για την κατανάλωση ρεύματος και για τις επιδοτήσεις, αφού από τα χρήματα των φορολογούμενων προέρχονται και τα πακέτα των επιδοτήσεων...
Αυτό που τώρα η κυβέρνηση παρουσιάζει ως «συμφέρουσα για τον καταναλωτή» πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο από νέα αύξηση στην τιμή του ρεύματος, που - χωρίς υπερβολή - είναι άγνωστο το πού θα φτάσει τελικά, ανάλογα με το ποιο τιμολόγιο θα επιλέξει ένα νοικοκυριό. Για παράδειγμα, ένα νοικοκυριό με μηνιαία κατανάλωση 350 KWh θα πληρώσει τον Γενάρη στο «πράσινο» τιμολόγιο 60 ευρώ μόνο την αξία του ρεύματος, από 54 ευρώ τον Οκτώβρη του 2023.
Στην πραγματικότητα, κυβέρνηση και όμιλοι ζητάνε από τον λαό να τους πει και «ευχαριστώ» επειδή οι τιμές του ρεύματος δεν ανέβηκαν κι άλλο (ούτε αυτό δεν ισχύει βέβαια), θεωρώντας «κανονικότητα» πλέον να πληρώνουμε πανάκριβο το ρεύμα - εμπόρευμα και να ...πανηγυρίζουμε αν η τιμή του πέσει μερικές υποδιαιρέσεις του ευρώ πιο κάτω!
Εννοείται βέβαια ότι οι αλγόριθμοι που συνοδεύουν τον υπολογισμό της τιμής από μήνα σε μήνα είναι άμεσα συνδεδεμένοι με το κόστος του καυσίμου που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή και με τις τιμές χονδρικής που διαμορφώνονται στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, με αποτέλεσμα το πού θα φτάσει κάθε φορά η τιμή να είναι μια - κατά κανόνα δυσάρεστη - έκπληξη κάθε μήνα για τα νοικοκυριά.
Και, ασφαλώς, εκτός από τις χρεώσεις υπάρχουν κι άλλα αδιαμφισβήτητα δεδομένα που δείχνουν ότι «απελευθέρωση» και «ανταγωνιστικότητα» σημαίνουν ένταση της ενεργειακής φτώχειας για τον λαό.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία υπάρχει «έκρηξη» ανεξόφλητων λογαριασμών, καθώς το 50% των καταναλωτών έχουν πλέον ληξιπρόθεσμες οφειλές. Τον Μάη του 2023, μάλιστα, υπολογιζόταν ότι τα χρέη στην αγορά προμήθειας έφταναν στο 1 δισ. ευρώ, λόγω της αδυναμίας των νοικοκυριών να πληρώσουν.
Θυμίζουμε ακόμα ότι από 1η Μάη ισχύει αυξημένο πάγιο, που έχει φτάσει στα 38 ευρώ τον χρόνο (από 4,5) για μονοφασικό ρολόι και στα 118 ευρώ (από 14) για τριφασικό. Επιπλέον, το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση στέλνει και τον «λογαριασμό» για τις επιδοτήσεις - κοροϊδία στο ρεύμα, με αυξημένα τέλη για τις λεγόμενες Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) στους λογαριασμούς, ενώ έχουν ξεκινήσει συζητήσεις και για αύξηση του τέλους για την ΕΡΤ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου