Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2021

Πίσω από το κινηματογραφικό σκηνικό - Πλευρές των εξελίξεων στην οπτικοακουστική παραγωγή

 

Τα τελευταία χρόνια εντατικοποιείται η προσπάθεια της ΕΕ και των κυβερνήσεων να αξιοποιηθεί πιο αποδοτικά ο πολιτιστικός τομέας για την ενίσχυση της κερδοφορίας του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, προκειμένου η ΕΕ να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό της με τα άλλα κέντρα του καπιταλισμού. 

Ο οπτικοακουστικός τομέας (Ο/Α) ως ο πολιτιστικός κλάδος με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση κεφαλαίου, που έχει ταυτόχρονα τη δυνατότητα σπουδαίας συνεισφοράς στην ενίσχυση άλλων, διασυνδεόμενων με αυτόν, τομέων της οικονομίας όπως ο Τουρισμός, η αποκαλούμενη «ψηφιακή οικονομία», οι Τηλεπικοινωνίες, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κ.λπ., βρίσκεται στην προμετωπίδα αυτού του αγώνα δρόμου.

Παράλληλα με τον οικονομικό ρόλο της οπτικοακουστικής παραγωγής, ενδυναμώνεται και η ιδεολογική αποστολή της στη διασφάλιση της αστικής κυριαρχίας, με τον ασφυκτικό έλεγχο στο περιεχόμενο του οπτικοακουστικού έργου που προβάλλεται στο διαδίκτυο, ένας έλεγχος που φτάνει έως την επιβολή των προβλεπόμενων στον «τρομονόμο» μέτρων καταστολής και ποινικής δίωξης, αν κριθεί ότι μέσα από αυτό υποκινείται η βία, όπως συνηθίζεται να αποκαλείται στα κείμενα της Ευρωπαϊκής Ενωσης η κοινωνική διαμαρτυρία, η ταξική πάλη γενικότερα.

Κάτω απ' αυτό το πρίσμα χρειάζεται να εξεταστούν οι εξελίξεις στον Ο/Α τομέα, που μεταξύ άλλων επικεντρώνονται στη διείσδυση επιχειρηματικών ομίλων στον κινηματογράφο με έξωση των δημιουργών - παραγωγών του έργου τους και την προσέλκυση διεθνών επενδύσεων με τη μετατόπιση λιμναζόντων κεφαλαίων από άλλους τομείς της οικονομίας.

Σκυταλοδρομία των κυβερνήσεων για την ολοσχερή εμπορευματοποίηση

Συγκεκριμένα, τα τελευταία δέκα χρόνια πραγματοποιήθηκαν οι παρακάτω αλλαγές στο κινηματογραφικό τοπίο, που εκφράζουν μεταξύ άλλων και τη συνέχεια της φιλομονοπωλιακής πολιτικής από τις διαδοχικές κυβερνήσεις:

  • Η κατάργηση τον κρατικών Βραβείων Κινηματογράφου επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ το 2010, που έπληξε τον ποιοτικό ελληνικό κινηματογράφο μετά τη μεταπολιτευτική άνθησή του.
  • Οι νομοθετικές ρυθμίσεις από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ που μείωσαν στο μισό τον ειδικό φόρο του 1,5% επί του τζίρου των τηλεοπτικών σταθμών υπέρ του κινηματογράφου και η χαριστική για τα ψηφιακά συνδρομητικά κανάλια (π.χ. COSMOTE, NOVA κ.λπ.) τροποποίηση του νόμου 3905/2010 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία - ειδικά γι' αυτά - ο φόρος του 1,5% θα υπολογίζεται επί των εσόδων από τις διαφημίσεις, οι οποίες, όπως είναι γνωστό, στα συνδρομητικά κανάλια είναι ανύπαρκτες!
  • Η κατάργηση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ του ειδικού φόρου επί των εισιτηρίων για την ενίσχυση του κινηματογράφου με τους εφαρμοστικούς νόμους του τρίτου μνημονίου, που στέρησε από τη μικρή ανεξάρτητη παραγωγή των σκηνοθετών - παραγωγών από 1,5 έως 2,5 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
  • Η κατάργηση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ της υπουργικής απόφασης Β'1483/27-10-2005, η οποία αναφερόταν στη σύνθεση του κινηματογραφικού συνεργείου και στο αντικείμενο των ειδικοτήτων που τη συγκροτούν, με σκοπό τη μείωση του «εργατικού κόστους».
  • Η ίδρυση το 2017 από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ του Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων (ΕΚΟΜΕ) στο πλαίσιο του ταυτόχρονα ιδρυθέντος υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, με βασικό στόχο την προσέλκυση - μέσα από πλήθος προνομίων και φοροαπαλλαγών - κεφαλαίων από το εξωτερικό για μεγάλες Ο/Α παραγωγές, σε βάρος των σκηνοθετών - παραγωγών του έργου τους, καθώς και την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού στον Ο/Α τομέα σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο, στις τηλεπικοινωνίες και γενικότερα στην ψηφιακή οικονομία. 

Το ΕΚΟΜΕ με τα αποκλειστικά οικονομικά και απαγορευτικά για την ατομική κινηματογραφική παραγωγή κριτήρια επιλογής των προς ενίσχυση έργων, μαζί με τον αποδεκατισμό των αυτοαπασχολούμενων σκηνοθετών - παραγωγών, επιφέρει καίριο πλήγμα στην έννοια του «ανεξάρτητου» καλλιτεχνικού κινηματογράφου, ελαχιστοποιώντας την πιθανότητα παραγωγής και διανομής έργου με προοδευτικό - ριζοσπαστικό περιεχόμενο. 

Ταυτόχρονα, ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για να καταργηθούν εργασιακά, μισθολογικά και πνευματικά δικαιώματα των μισθωτών, ηθοποιών και τεχνικών και των δημιουργών (πίεση για μείωση του «εργατικού κόστους» με καθιέρωση δελτίου παροχής υπηρεσιών σε ηθοποιούς και τεχνικούς, εξίσωση μισθών με αυτούς των γειτονικών κρατών των Βαλκανίων, μαζική εξειδίκευση φτηνού και ευέλικτου τεχνικού δυναμικού με σεμινάρια στη Βουλγαρία).  

Είναι χαρακτηριστική η υποβάθμιση των όρων εργασίας καλλιτεχνών και τεχνικών στα σίριαλ, που χρηματοδοτούνται με εκατομμύρια ευρώ από το ΕΚΟΜΕ και έχουν αυξήσει τα κέρδη τους ακόμη και σε σύγκριση με το προ κρίσης επίπεδο.


 

 

 

 

 

 

 

 

 

Από την ίδρυση του ΕΚΟΜΕ μέχρι σήμερα έχουν γίνει πάμπολλες τροπολογίες, που όλο και περισσότερο βαθαίνουν τη γενική κατεύθυνση του φορέα και την ενδυνάμωσή του ως ενός υπερ-οργανισμού. Ανάμεσα σ' αυτές ξεχωρίζουν:

  • Οι πρόσφατες ρυθμίσεις της κυβέρνησης της ΝΔ στον νόμο για την αναδιοργάνωση του ΤΑΠΑ, με στόχο να καταστήσει πιο ελκυστικό το πλαίσιο προσέλκυσης κεφαλαίων από το ΕΚΟΜΕ με αποδοχή μεγαλύτερου ποσοστού τιμολογίων από το εξωτερικό, και διεύρυνση των επιλέξιμων δαπανών και των προθεσμιών κατάθεσης φακέλου για χρηματοδότηση.
  • Το πρόσφατο σχέδιο νόμου (γνωστό ως νομοσχέδιο Πέτσα) για την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της τροποποιημένης Οδηγίας 2010/13 της ΕΕ, το οποίο προβλέπει: 

α) Τη μεταφορά της διαχείρισης και των εσόδων του ειδικού φόρου 1,5% από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στο ΕΚΟΜΕ, στερώντας την «ανεξάρτητη» κινηματογραφική παραγωγή των αυτοαπασχολούμενων σκηνοθετών από έναν σημαντικό πόρο. 

β) Τον ασφυκτικό έλεγχο του περιεχομένου του Ο/Α και την απαγόρευση στην ουσία του προοδευτικού - ριζοσπαστικού Ο/Α έργου με πρόσχημα την καταπολέμηση της βίας, της τρομοκρατίας, του ριζοσπαστισμού, καθώς στην πραγματικότητα στρέφεται κατά των αγώνων του λαϊκού κινήματος, οι οποίοι ταυτίζονται με την τρομοκρατία και τη βία, που χρησιμοποιούνται εναντίον τους. 

Η διάταξη δεν αφορά μόνο τους δημιουργούς και παραγωγούς, αλλά και τους χρήστες στις πλατφόρμες διαμοιρασμού βίντεο («facebook», «youtube», «vimeo» κ.λπ.) παραπέμποντας στις προβλεπόμενες από τον «τρομονόμο» ποινές.

Παραγωγή για ποιον και για ποιον σκοπό;

Οι κυβερνήσεις, και μέσω του EKOME, προσπάθησαν να καλλιεργήσουν στους δημιουργούς του κινηματογράφου και τους φορείς του, καθώς και στο σύνολο των εργαζομένων σε αυτόν τον τομέα, την ψευδαίσθηση ότι οι μεγάλες επενδύσεις στον τομέα του Ο\Α τομέα, η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων θα εξασφαλίσουν δυνατότητες για την ανάπτυξη του εγχώριου κινηματογράφου, της μικρής «ανεξάρτητης» παραγωγής, θα ανοίξουν θέσεις εργασίας. Στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

 Οπου ο πολιτισμός αντιμετωπίζεται ως πεδίο επενδύσεων εκεί τα δημιουργικά και εργασιακά δικαιώματα χάνονται. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελούν τα κράτη των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, στην κινηματογραφική παραγωγή των οποίων επήλθε δραματική συρρίκνωση μετά την εφαρμογή αντίστοιχων ρυθμίσεων. 

Στη Βουλγαρία, πραγματοποιούνται μόνο 9 - 10 εγχώριες παραγωγές τον χρόνο, στη Σλοβενία οι εγχώριες παραγωγές λαμβάνουν μόλις 3% - 5% της χρηματοδότησης, αφού το υπόλοιπο 95% - 97% κατευθύνεται σε δράσεις για την προσέλκυση διεθνών παραγωγών. 

Παρόμοιες καταστάσεις υπάρχουν στη Ρουμανία, στη Λιθουανία, στην Εσθονία. Το τεχνικό δυναμικό των χωρών αυτών γίνεται θύμα σκληρής εκμετάλλευσης από μεγαθήρια της κινηματογραφικής παραγωγής, όπως η «Warner».

Είναι φανερό πως τα μονοπώλια του οπτικοακουστικού τομέα αναζητούν για την παραγωγή των ταινιών τους χώρες που εξασφαλίζουν την ύπαρξη φθηνού, αλλά εξειδικευμένου, τεχνικού δυναμικού, καθώς και οικονομικές και νομοθετικές διευκολύνσεις (φοροαπαλλαγές, γρήγορες αδειοδοτήσεις, επιστροφή κεφαλαίων κ.λπ.).

Τώρα που έχει συγκεντρωθεί μια αρχική πείρα από την εφαρμογή αυτής της πολιτικής, τροφοδοτώντας με προβληματισμό τον χώρο των δημιουργών και με ανησυχία τον χώρο των εργαζομένων, χρειάζεται μια πιο αποφασιστική αντιπαράθεση στην προσπάθεια πολιτικών δυνάμεων να αναπαράγουν παλιές και να δημιουργούν νέες αυταπάτες. 

Για παράδειγμα, δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ που δρουν στον χώρο αφήνουν έξω από κάθε κριτική τους ιδρυτικούς στόχους και τον χαρακτήρα του ΕΚΟΜΕ, μιλώντας για μια κυβέρνηση ανίκανη ακόμη και να συντονίσει τα υπουργεία της. 

Ταυτόχρονα, από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων που παρεμβαίνουν στον χώρο και από υποστηρικτές της κυβέρνησης της ΝΔ γίνεται προσπάθεια το πρόβλημα να εντοπιστεί στον «αντιαναπτυξιακό» χαρακτήρα της τελευταίας τροπολογίας που εντάσσει στο κίνητρο της επιστροφής χρημάτων (cash rebate) αυξημένο ποσοστό τιμολογίων που κόβονται στο εξωτερικό. 

Ετσι, οι τελευταίες εξελίξεις διαμορφώνονται ως ένα ακόμα πεδίο πολιτικής συναίνεσης, αφού όλοι μαζί ζητάνε την εφαρμογή της ευρωενωσιακής πολιτικής καθώς και την ανάπτυξη μιας εθνικής στρατηγικής για τον χώρο του κινηματογράφου, στην οποία θα ηγηθεί το υπουργείο Πολιτισμού.

Η λογική αυτή είναι αποπροσανατολιστική για την πάλη των δημιουργών και των εργαζομένων στον χώρο του κινηματογράφου, γιατί οδηγεί τη συζήτηση στην εθνικότητα του κεφαλαίου και όχι στο ότι η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και η προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να στηρίξουν την ανεξάρτητη ελληνική κινηματογραφική παραγωγή, προσφέρουν γην και ύδωρ στο κεφάλαιο για να επενδύσει στην οπτικοακουστική παραγωγή.

Εξιδανικεύει, ταυτόχρονα, την ευρωενωσιακή στρατηγική για τον οπτικοακουστικό τομέα, όπως συμπυκνώνεται στο Πρόγραμμα για τη Δημιουργική Ευρώπη και ειδικότερα στο πρόγραμμα Media, που προϋποθέτει τη μετατροπή των σκηνοθετών και των άλλων συντελεστών του κινηματογραφικού έργου σε υπαλλήλους των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, σε εξαρτήματα της καπιταλιστικής πολιτιστικής μηχανής. 

Η μόνη ελευθερία που τους επιτρέπεται είναι να επιλέγουν τη μορφή με την οποία θα ανακαινίζουν το παλιό, αμετάβλητο κι ανώδυνο για το σύστημα περιεχόμενο των ταινιών, για να το κάνουν εύπεπτο και ευχάριστο σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό.

Προβάλλει έτσι η ανάγκη για να αναδειχτεί μέσα στη δράση ότι η «ανάπτυξη» της αγοράς, η ενίσχυση δηλαδή της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων, όχι μόνο δεν μπορεί να συγκεραστεί με τις δημιουργικές ανάγκες των σκηνοθετών, με τις υλικές και πνευματικές ανάγκες της πλειονότητας του λαού γενικότερα, αντίθετα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σε βάρος τους. 

Η ολοένα και βαθύτερη εμπορευματοποίηση του Ο/Α, η κυριαρχία της λογικής τού «στηρίζουμε ό,τι πουλάει» μαζικά σε διεθνές κοινό, δύσκολα μπορεί να συμβιβαστεί με τη δημιουργία προοδευτικού και με υψηλή αισθητική αξία έργου που να ακουμπά μάλιστα στα ιδιαίτερα βιώματα και να απευθύνεται στα συναισθήματα του ελληνικού λαού.

Μπροστά σ' αυτές τις εξελίξεις, το ζητούμενο από τα καλλιτεχνικά σωματεία και τους μαζικούς φορείς των εργαζομένων του χώρου δεν είναι να πείσουν την κυβέρνηση για να χαράξει «εθνική στρατηγική», προστατεύοντας την εντόπια κινηματογραφική παραγωγή και τις εγχώριες καλλιτεχνικές αξίες. Για την αστική τάξη «εθνικό» είναι ό,τι υπηρετεί τα συμφέροντά της. 

Ετσι, για την αστική τάξη της χώρας ο κινηματογράφος έχει αξία στο βαθμό που συνδυάζεται με τον Τουρισμό και άλλους κλάδους της οικονομίας, στο βαθμό που προβάλλει στο εξωτερικό τα χιλιόμετρα των υπέροχων ακτογραμμών, τα σκηνικά των πανάρχαιων μνημείων, το πλούσιο και εναλλασσόμενο φυσικό ανάγλυφο και την πρόσφορη για εκμετάλλευση εγχώρια εργασιακή «αγορά»

Ολα αυτά δηλαδή που διαφημίζουν τα γραφεία προσέλκυσης και υποστήριξης οπτικοακουστικών παραγωγών, τα περίφημα Film offices, που έχουν σπαρθεί σε κάθε Περιφέρεια και στους δήμους Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Για την αστική τάξη, ο κινηματογράφος έχει με λίγα λόγια σημασία στο βαθμό που προασπίζει την οικονομική εξουσία της και την πολιτική και ιδεολογική κυριαρχία της. Ετσι η αντίθεση δεν βρίσκεται ανάμεσα στο «εθνικό» και το «διεθνές», αλλά ανάμεσα στους μονοπωλιακούς ομίλους και τους αυτοαπασχολούμενους σκηνοθέτες και άλλους εργαζόμενους - συντελεστές της κινηματογραφικής παραγωγής.

Αγώνας για τα δημιουργικά και εργασιακά δικαιώματα στον χώρο των οπτικοακουστικών παραγωγών

Σ' αυτό το περίγραμμα για τους σκηνοθέτες και τους τεχνικούς του κινηματογράφου προέχει αυτήν τη στιγμή να ενισχυθεί ο αγώνας τους για την υπεράσπιση των δημιουργικών και εργασιακών δικαιωμάτων τους απαιτώντας:

Ενίσχυση της «ανεξάρτητης» κινηματογραφικής δημιουργίας και των δημιουργών με:

  • Αύξηση - τουλάχιστον τριπλασιασμό - της κρατικής χρηματοδότησης προς το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ).
  • Υποχρεωτική απόδοση στο ΕΚΚ από όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς του ειδικού φόρου 1,5% επί του τζίρου τους, απόσυρση κάθε πρότασης για μεταφορά της διαχείρισης και των εσόδων του ειδικού φόρου 1,5% από το ΕΚΚ στο ΕΚΟΜΕ.
  • Φορολόγηση των ψηφιακών καναλιών (π.χ. NETFLIX) με 1,5% επί του τζίρου τους στην Ελλάδα για στήριξη της Ο/Α παραγωγής μέσω του ΕΚΚ.
  • Eπέκταση του φόρου άγραφης κασέτας στις διαδικτυακές πλατφόρμες διαμοιρασμού για τη στήριξη των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης.
  • Απόδοση πνευματικών (και συγγενικών) δικαιωμάτων στους συντελεστές οπτικοακουστικών έργων (κινηματογραφικά έργα, τηλεοπτικές σειρές κ.λπ.) σε κάθε επαναπροβολή τους.
  • Απόσυρση της πρότασης για υπαγωγή του οπτικοακουστικού έργου στις διατάξεις του «τρομονόμου» περί υποκίνησης σε βία.
  • Εκπροσώπηση στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΚΚ όλων των σχετικών με τον κινηματογράφο φορέων και σωματείων.

Μέτρα στήριξης των σκηνοθετών - παραγωγών του έργου τους, για να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας με:

  • Απαλλαγή τους από την καταβολή εισφορών για την ατομική τους ασφάλιση τον επόμενο χρόνο χωρίς απώλεια των συνταξιοδοτικών τους δικαιωμάτων.
  • Καθιέρωση αφορολόγητου ορίου 15.000 ευρώ και μη καταβολή του τέλους επιτηδεύματος.
  • Διαγραφή τόκων, προστίμων και μέρους του κεφαλαίου για χρέη σε εφορία, τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία.
  • Αμεση άρση κάθε μέτρου αναγκαστικής είσπραξης, δεσμευμένων λογαριασμών, κατασχέσεων κ.λπ. σε βάρος τους.

Διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων των μισθωτών στις οπτικοακουστικές παραγωγές:

  • Υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας ανάμεσα στους αντίστοιχους φορείς εργαζομένων και εργοδοτών και υποχρεωτική τήρησή τους από τον εκάστοτε παραγωγό Ο/Α έργου για όλους τους εργαζόμενους ως προϋπόθεση για χρηματοδότησή του από το ΕΚΟΜΕ.
  • Επέκταση της Συλλογικής Σύμβασης των σκηνοθετών με την ΕΡΤ και στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς.
  • Οκτάωρη απασχόληση και δύο ώρες ανώτερο όριο υπερωριών για ηθοποιούς και τεχνικούς και υποχρεωτική ασφάλισή τους στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ (πλέον ΕΦΚΑ μισθωτών).
  • Υποχρεωτική εφαρμογή ίδιων εργασιακών και μισθολογικών όρων για τους αλλοδαπούς ηθοποιούς και τεχνικούς σε οπτικοακουστικές παραγωγές που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα.

Η διεκδίκηση των παραπάνω στόχων θα γίνεται όμως πιο αποτελεσματική, θα μπορεί να προκαλεί ρήγματα στην κυρίαρχη πολιτική, όσο θα δυναμώνει η πεποίθηση ότι για να μπορεί ο δημιουργός να είναι πραγματικός ιδιοκτήτης της Τέχνης του, για να μπορεί ο εργαζόμενος στον κλάδο να ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες του για εργασία και ζωή με δικαιώματα, για να μπορεί η κινηματογραφική τέχνη να πλουτίζει τον πνευματικό κόσμο των ανθρώπων, αντί ευχάριστα να τους αποκοιμίζει και να τους χειραγωγεί, χρειάζεται μια άλλη ανάπτυξη. 

Μια ανάπτυξη που μέτρο της προόδου της δεν θα έχει το κέρδος, αλλά την καθολική ευημερία και την εξέλιξη του ανθρώπου σε ολόπλευρο άνθρωπο. Και αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με μια νέα οργάνωση της κοινωνίας, όπου όλα τα κοινωνικά αγαθά, τέτοια όπως η Τέχνη, θα πάψουν να είναι εμπόρευμα και θα περάσουν στον κοινωνικό προγραμματισμό και έλεγχο από τους ίδιους τους δημιουργούς τους.


Κ. Σ.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου