Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

ΜΑΥΡΙΛΟ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ - Το εργαστήρι της φωτιάς των κλεφαταρματολών




"Στην δυτική άκρη της Φθιώτιδας, εκεί όπου κυριαρχεί ο υψικόρυφος Τυμφρηστός και κάτω από την κορυφή που έχει το όνομα : Μαυριλιώτικο Βελούχι ή Κουμπί  ή Φιλόσοφος, είναι χτισμένο το πανέμορφο Μαυρίλο, μικρό χωριουδάκι σήμερα, προικισμένο όμως από την φύση και τιμημένο από την ιστορία. 

Γιατί το Μαυρίλο στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, κεφαλοχώρι τότε, βρέθηκε στο επίκεντρο της προετοιμασίας του απελευθερωτικού αγώνα και κατόπιν της επαναστατικής έκρηξης. 


Σε τούτο το απόμερο χωριό του Τυμφρηστού, μοναδικό σ' όλη του Ρούμελη, την Θεσσαλία  κι ως την Ήπειρο, δουλευόταν η μπαρούτη, η πρώτη ύλη των ντουφεκιών της κλεφτουριάς. 


Στις ποταμιές του Μαυρίλου γύριζαν οι μπαρουτόμυλοι, αυτά τα αυτοσχέδια εργαστήρια της φωτιάς του αγώνα γιά την αποτίναξη της μαύρης τούρκικης σκλαβιάς.



Απέχει 65 περίπου χιλιόμετρα από την Λαμία και 25 περίπου πρίν από το Καρπενήσι. 

Τα γραφικά , σχεδόν όλα ανανεωμένα ή καινούργια σπίτια του χωριού, σκεπασμένα με κεραμίδι προβάλλουν ζωηρά σε μιά ομαλή κατηφοριά, ανάμεσα σε καταπράσινα περιβόλια, όπου θάλλουν πελώριες καρυδιές, καστανιές, μηλιές, κερασιές, βυσινιές και απλώνονται καλλιέργειες με φασολιές, κολοκυθιές κι άλλα κηπευτικά. 

Στον πάτο του χωριού απλώνεται η μεγάλη πλατεία με την παλαιά εκκλησία του 
Αη-Δημήτρη, στην άκρη, με τα δύο θεόρατα υπεραιωνόβια πλατάνια και την όμορφη βρύση από άσπρη πελεκητή πέτρα, με τις τρεις "κούπες" που χύνουν αέναα τα πλούσια κατακάθαρα κρουσταλιένια νερά από την πηγή της Γκούρας της πιο απόμακρης πηγής του Σπερχειού. 
Επιστέγασμα, κορώνα του χωριού το παλιό εκκλησάκι του Αη-Θανάση."

"Το Μαυρίλο είναι ένα μεταβυζαντινό χωριό, δημιούργημα των ιστορικών συνθηκών της τουρκοκρατίας. Τότε που πολλοί άνθρωποι των κάμπων  άφιναν το βιός τους - σπίτι, χωράφια κλπ κι έπαιρναν τα βουνά, που δεν μπορούσε να ελέγξει εύκολα ο κατακτητής. Αναζητούσαν εκεί κάποιες στοιχειώδεις ελευθερίες, έστω κια αν τα ορεινά μέρη ήταν άγονα και φτωχά." 

"Η προϊστορία ομιλεί γιά τους Μιρμιδόνες που οδηγήθηκαν στην Φθία από τον Πηλέα, τον Βασιλιά της Αίγινας. 



Από τον Πηλέα και την Θέτιδα γεννιέται ο Αχιλλέας. 
Οι νεότεροι συγγραφείς όπως ο Δημήτριος Αινιάν και ο Ι. Βορτσέλας, πιστεύουν ότι η έδρα του κράτους του Πηλέα βρισκόταν στις πηγές του Σπερχειού, κάτω από τον Τυμφρηστό, συγκεκριμένα στον τόπο του Μαυρίλου, σύμφωνα και με όσα μαρτυρεί ο Όμηρος".




"Το Μαυρίλο γνώρισε μεγάλη ακμή από τα μέσα περίπου του 17ου αιώνα (1650). Ήταν η προεπαναστατική περίοδος όταν η εθνική συνείδηση των υπόδουλων στους Τούρκους Ρωμιών άρχισε να δυναμώνει και να παίρνει συγκεκριμένη μορφή. Εποχή του Ελληνικού Διαφωτισμού."


Το Μαυρίλο "Εργαστήρι της φωτιάς"

"Εκείνο όμως που ανέδειξε το Μαυρίλο σε μοναδικό χωριό σε όλη την Ρούμελη και την Θεσσαλία αλλά κι ως την Ήπειρο ήταν οι Μπαρουτόμυλοι, που λειτουργούσαν 200 περίπου χρόνια, αυτά που σκεπάζουν την εποχή που άρχισε να ξυπνάει ο πόθος των Ελλήνων γιά λευτεριά κι ανεξαρτησία, όλα τα χρόνια της Επανάστασης και ως τις αρχές του 20ου αιώνα. 

Το Μαυρίλο ήταν όλον αυτόν τον καιρό, ένα εργαστήρι πολεμικού υλικού, στρατιωτικής πρώτης ύλης, ήταν ένα εργαστήρι του πολέμου, εργαστήρι της φωτιάς των τουφεκιών των κλεφαταρματολών." 


"Προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση στον ερευνητή των μπαρουτόμυλων του Μαυρίλου η σιωπή της επίσησημης ιστορίας. 

Σε κανένα βιβλίο χρονικογράφου, ιστορικού, ερευνητή, περιηγητή, από αυτούς που κατέγραφαν στοιχεία από κάθε είδος οικονομίας και τεχνολογίας των 17ου, 18ου και 19ου αιώνων δεν αναφέρεται ούτε μία λέξη γι' αυτήν, την στρατηγικής σημασίας βιοτεχνία".


Σε τούτο το απόμερο μέρος δουλευόταν η μπαρούτη, η πρώτη ύλη των ντουφεκιών της κλεφτουριάς. 
Στις ποταμιές του Μαυρίλου γύριζαν οι μπαρουτόμυλοι, αυτά τα αυτοσχέδια εργαστήρια της φωτιάς .




Το κτίριο του μπαρουτόμυλου ήταν λιθόκτιστο, σε κατηφορικό έδαφος πλάι στο ρέμα για να εκμεταλλεύονται την υψομετρική διαφορά της πτώσης του νερού. 
Δίπλα σε μερικούς μπαρουτόμυλους λειτουργούσε αλευρόμυλος ή μαντάνι.




 
Ο μπαρουτόμυλος λειτουργούσε όπως και ο νερόμυλος, διέφερε όμως στο ότι η φτερωτή του δε γύριζε τη μυλόπετρα, αλλά το αδράχτι, ένα τετράγωνο μακρύ ξύλο, τοποθετημένο σε οριζόντια θέση.




Το νερό του ρέματος διοχετευόταν με αυλάκι σε μια κανάλι και έπεφτε με δύναμη στην κάδη που απέληγε σε πρόσθετο σιφούνι . Έτσι γέμιζαν τα στόματα της φτερωτής κι εκείνη περιστρεφόταν με ταχύτητα.
Ταυτόχρονα περιστρεφόταν και το αδράχτι στον άξονα του οποίου ήταν προσαρμοσμένα 5-6 έκκεντρα ξύλα (απαλαϊστρες).
Πίσω από το αδράχτι και απέναντι ακριβώς από κάθε απαλαϊστρα υψωνόταν κατακόρυφα, προσαρμοσμένο με μεταλλικούς συνδέσμους ( θηλιές) σε δοκάρι της στέγης , ένα μακρόστενο συνήθως δρύινο ξύλο που ονομαζόταν παλικάρι. 


Στο ύψος που κατέληγε η κάθε απαλαϊστρα , είχε και το παλικάρι μια όμοια, το τουμάκι. Κατά την περιστροφή του αδραχτιού χτυπούσε η απαλαϊστρα το τουμάκι από κάτω το ανέβαζε ψηλά και μετά το άφηνε να πέσει κάτω.

Ετσι τα παλικάρια ανεβοκατέβαιναν ρυθμικά. Κάτω ακριβώς από κάθε παλικάρι υπήρχε πακτωμένη στο έδαφος μια ξύλινη - κάποτε λίθινη ή μαρμάρινη κατασκευή όμοια με γουδί , η τσούμα. 
Στο εσωτερικό της τοποθετούνταν τα υλικά της μπαρούτης.
Η μαυριλιώτικη μπαρούτη περιείχε 12,5% θειάφι, 12,5% ξυλοκάρβουνο, 75% νιτρικό κάλιο (τζερβιτζιλέ) και ανάλογο νερό.



Η προετοιμασία του μείγματος απαιτούσε μεγάλη προσοχή και δεξιοτεχνία.
Λαμβάνονταν μέτρα ασφαλείας αλλά τα ατυχήματα ήταν συχνά.

Η λειτουργεία του μπαρουτόμυλου έθετε σε κίνηση το κάθε παλικάρι, που σηκώνονταν και έπεφτε με δύναμη μέσα στην τσούμα, κονιορτοποιώντας τα υλικά.

Ομως με τα αλλεπάλληλα διαδοχικά χτυπήματα η μπαρούτη ( πολτός) κολλούσε στα τοιχώματα της τσούμας. Επομένως , ο πολτός ανακατευόταν κάθε 5-6 ωρες με ένα ξύλινο εργαλείο , το ματικάπι.
Στη συνέχεια αναμίγνυαν τα μίγματα απ' όλες τις γούβες, για να μην ξεχωρίζουν μεταξύ τους.
Μετά το τελευταίο ανακάτεμα (μπιχτάρισμα), το μείγμα έπρεπε να έχει τη μορφή παχύρευστης μάζας (διαδικασία 24 ωρών). 

Τότε το έβγαζαν από την τσούμα ( ξεχαβάνισμα) και το έκοβαν σε κομμάτια με τα χέρια και το άπλωναν σε ειδικά μπαρουτόπανα να στεγνώσει. 
Μετά από δυο μέρες έτριβαν τη μπαρούτη μέσα σε ένα κόσκινο μέχρι να γίνει ψιλή σαν άμμος.

Στο τέλος αναμίγνυαν τη μπαρούτη με γραφίτη μέσα σ' ένα ξύλινο βαρέλι, που συνδεόταν με το αδράχτι και περιστρεφόταν για 3-5 ώρες μέχρι η μπαρούτη να πάρει γυαλιστερή μορφή που την προστάτευε από την υγρασία και ήταν έτοιμη για το εμπόριο.


Η ποιότητα της μπαρούτης δοκιμαζόταν ρίχνοντας μια μικρή ποσότητα πάνω σ' ένα χαρτί το οποίο πλησίαζαν σε ένα αναμμένο κάρβουνο. η καλής ποιότητας μπαρούτη έπρεπε να εκραγεί αμέσως, χωρίς να κάψει το χαρτί και χωρίς ν' αφήσει αιθάλη. 
Κατόπιν συσκεύαζαν τη μπαρούτη σε ξύλινα βαρέλια ή αδιάβροχα ( κερωμένα ) σακιά από μαλλί τράγου.







Μοναδικής αξίας οι επιστολές του Θανάση Διάκου

"Σε δημοσιευμένη επιστολή του Θανάση Διάκου γράφει ο μετέπειτα καθαγιαστής της μάχης στο γεφύρι της Αλαμάνας: 
"Ο προσκυνητής προς του άρχοντες της Λεβαδειάς. Απέκρουσα Ομέρ Βρυώνην εις Πατρατζίκι (Υπάτη), ήδη μεταβαίνω εις Λαμίαν. Αποστείλατε δυναμένους κρατήσουν όπλα και βόλια άφθονα. Μαύρην ύλην επρομηθεύθην εκ Μαυρίλου".

Σε άλλη επιστολή που σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη και απευθύνεται επίσης προς του άρχοντες της Λεβαδειάς, γραμμένη λίγες μέρες πρίν από την ιστορική μάχη της Αλαμάνας γράφει:  

"Την ευγένειάν σας προσκηνό. Σας ηδοποιώ ότι μας υποσχέθηκαν εις του μαβρίλου να μας προφτάσουν 80 οκά παρούτη και σήμερις εστήλαμεν τα άσπρα δια να μας την φέρουν. διατούτο αποαυτού τινιδιαόρα όπου λάβεται το γράμμα μου να φορτόσεται διοφορτόματα βόληα και με σίγουρον άνθροπον να μας τα στήλεται εις Πατρατζήκη και από αφτού μην αμελήται δια τζεμπχανέν, κάμεται κάθε λογίς τρόπους όπου να μήν κόβαιτε ο τζεμπχανές επητούτις βάλται σφήξιν χώρα και χωριά όπου να μας ξεκινίσετε ανθρώπους αρκετούς, ότι εδό δεν έμηναι κανένας έφηγαν πήσου. 

Τόρα άλην δουληάν δεν σας έμηναι μόνο αφτή η φροντήδα τον ανθρόπον και του τζεπχανέν. 

Εμης ξεκηνίσαμεν διαπατρατζήκη και μαι τη δίναμην του θεού άβριο τρίτη τοβαρούμεν κατά το παρόν νέο από κανένε μέρος δεν έχωμεν όπου να σας γράψω ταυταμένο στήλται μαζί με τα μολήβια και 600 κόλες χαρτί διαναδέσουμε φυσέκια στήλται μας κάμοσι μελάνι ξερί. 

Αθανάσις διάκος 821 Απρίλις 11 αλαμάνα Χάνι".







Χειρόγραφη, αυτόγραφη η επιστολή του Θανάση Διάκου (Αρχείο Εθνικής Βιβλιοθήκης)  













ΠΗΓΗ. 1.  teilam
             2. omilospoliton

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου