Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

Παθιασμένες πασιονάριες που πέρασαν στα «ψιλά» της παγκόσμιας ιστορίας






Λένε συχνά ότι πίσω από κάθε μεγάλο άντρα κρύβεται μια ακόμα μεγαλύτερη γυναίκα, αν και εδώ θα μιλήσουμε για γυναίκες που δεν περιορίστηκαν στη σκιά των αντρών. 





Κι έτσι στο παρασκήνιο κοσμοϊστορικών γεγονότων, αυτές οι γυναίκες διαδραμάτισαν σημαίνοντα ρόλο σε βίαιες εξεγέρσεις και επαναστατικά κινήματα, αποδεικνύοντας ότι σε όρους μαχητικότητας και τόλμης δεν είχαν να ζηλέψουν σε τίποτα από τους γνωστότερους άρρενες συναδέλφους τους.


Γυναίκα εξάλλου ήταν αυτή που χτυπούσε τα τύμπανα του πολέμου στα γεγονότα των Βερσαλλιών κατά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, σέρνοντας έτσι τον χορό του περίφημης δημοκρατικής διεκδίκησης.


Και βέβαια δεν ήταν ούτε η πρώτη ούτε η μόνη γυναίκα που έπιασε τα όπλα κατά της καταπίεσης, αν και στις φαλλοκρατικές κοινωνίες μας ο ρόλος τους συνήθως παραγνωριζόταν.

Ώρα λοιπόν να μνημονεύσουμε τα θηλυκά αγρίμια που έκαναν τη μεγάλη διαφορά σε όρους επαναστατικότητας… 


Nwanyeruwa: Η ηγέτιδα του γυναικείου πολέμου κατά της αποικιοκρατικής Βρετανίας



Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1920 όταν μια ηλικιωμένη γυναίκα αφρικανικής φυλής της Νιγηρίας έβαλε στο στόχαστρο τον βρετανικό ζυγό στη Δυτική Αφρική. Το μαχητικό της θάρρος πυροδότησε έναν μικρό αλλά βίαιο πόλεμο, μια βαθιά κρίση στα αποικιοκρατικά χρόνια της Βρετανικής Αυτοκρατορίας δηλαδή. 
Όλα ξεκίνησαν το 1929, όταν ο βρετανός τοποτηρητής ζήτησε από τη Nwanyeruwa να καταγράψει το βιος της: «Μέτρα τα κατσίκια, τα πρόβατα και τους ανθρώπους σου», της είπε, αν και παραδοσιακά οι γυναίκες της Δυτικής Αφρικής ούτε φόρους πλήρωναν ούτε το βιος τους ήταν επίσημα καταγραμμένο.

Η Nwanyeruwa το μυρίστηκε ότι σύντομα θα της επέβαλαν φόρο και ξεσήκωσε τις άλλες γυναίκες της φυλής κατά του λευκού αποικιοκράτη. 
Ο Γυναικείος Πόλεμος των Άμπα δεν θα έπαιρνε πολύ να εκδηλωθεί: για δύο ταραχώδεις μήνες, κάπου 25.000 γυναίκες βάλθηκαν να πείσουν τον κατακτητή ότι φόρος στην Αφρικανή δεν θα έμπαινε. 
Τραγουδούσαν και χόρευαν, καλούσαν τους ευγενείς που ήταν επιφορτισμένοι με την είσπραξη των φόρων να παραιτηθούν, πριν λεηλατήσουν τα καταστήματα των Ευρωπαίων της Νιγηρίας, ορμήσουν στις φυλακές για να απελευθερώσουν τους τροφίμους και επιτεθούν στα Αποικιακά Δικαστήρια, καίγοντας αρκετά από αυτά μέχρι θεμελίων.

Τουλάχιστον 50 γυναίκες έπεσαν νεκρές από τις σφαίρες της αποικιακής αστυνομίας και άλλες τόσες τραυματίστηκαν σοβαρά. 
Αν και η θυσία τους δεν πήγε χαμένη: από την αντίσταση των γενναίων αυτών γυναικών, οι Βρετανοί το ξανασκέφτηκαν για τη γυναικεία φορολογία και εξανάγκασαν τους φοροεισπράκτορες σε παραίτηση, την ίδια ώρα που η κοινωνική θέση της γυναίκας βελτιώθηκε καθοριστικά στην κατεχόμενη Δυτική Αφρική… 


Constance Markievicz: Η «κόκκινη» κόμισσα



Η ιρλανδο-βρετανή κόμισσα μπορεί να γεννήθηκε μέσα στην πολυτέλεια της αριστοκρατίας, ανέπτυξε ωστόσο κοινωνική συνείδηση ήδη από νεαρή ηλικία. Ήταν το 1908 όταν άρχισε να ανακατεύεται με το πατριωτικό κίνημα της Ιρλανδίας και σύντομα το έκανε δική της υπόθεση. 
Ο διαχρονικός της στόχος ήταν η μάχη για την ελευθερία, η ανεξαρτησία της Ιρλανδίας και τα δικαιώματα των γυναικών φυσικά. 
Σοσιαλίστρια, σουφραζέτα και με άσβεστο τον πόθο για ανεξάρτητη Ιρλανδία, η Constance ήταν δεύτερη τη τάξει στην Πασχαλινή Εξέγερση του 1916. 
Κατά την ένοπλη επίθεση, η κόμισσα τραυμάτισε βρετανό στρατιώτη και παραδόθηκε, παραμένοντας η μόνη γυναίκα μεταξύ των 70 συλληφθέντων που ρίχτηκαν στα μπουντρούμια. Καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά την έσωσε το φύλο της: αθωώθηκε τελικά γιατί ήταν γυναίκα! 
Αν και η ίδια είπε στον δικαστή: «Εύχομαι να είχατε την ευπρέπεια να με πυροβολήσετε».
Η μαχητικότητά της δεν θα την κρατούσε φυσικά μακριά από τις δικαστικές αίθουσες και στον Ιρλανδικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας πέρασε από στρατοδικείο, όπου παραδέχτηκε με καμάρι την ενοχή της. 
Από τη φυλακή βγήκε το 1917 και πλέον οι αγώνες της στράφηκαν από τους δρόμους στην πολιτική σκηνή: ήταν μια από τις πρώτες γυναίκες της παγκόσμιας ιστορίας που κράτησε θέση στην κυβέρνηση (ως υπουργός Εργασίας μεταξύ 1919-1922) και η πρώτη που απαρνήθηκε ποτέ μια θέση στη βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων.


Petra Herrera: Η στρατιωτίνα του Μεξικού


 

Κατά τη διάρκεια της Μεξικανικής Επανάστασης, οι γυναίκες μαχητές (οι περίφημες soldaderas) έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο τόσο στις επαναστατικές όσο και τις κυβερνητικές δυνάμεις. 
Την ώρα όμως που οι περισσότερες είχαν απλώς βοηθητικό ρόλο στο στράτευμα, κάποιες πέρασαν στις πρώτες γραμμές του πυρός και πολέμησαν πλά-πλάι με τους άντρες. Μία από αυτές, με άριστα μάλιστα στρατιωτικά χαρίσματα, ήταν η Petra Herrera, που για να κρύψει το φύλο της πολεμούσε ως Pedro Herrera και ντύθηκε τα ανδρικά ρούχα. 
Η δική της ειδίκευση ήταν η ανατίναξη γεφυρών και σύντομα έγινε ο μεγάλος εξπέρ του επαναστατικού στρατού. Όταν μάλιστα απέκτησε φήμη ως υποδειγματικός ηγέτης και όλοι τη σέβονταν, τότε μόνο αποκάλυψε την πραγματική της ταυτότητα (1914), αν και οι αντάρτες δεν το καταχάρηκαν.

Όχι ότι τους άφησε να την πτοήσουν και συνέχισε να διοικεί με πυγμή το απόσπασμά της, αναλαμβάνοντας συνεχώς νέους ρόλους. Δυστυχώς και παρά το γεγονός ότι ο Πάντσο Βίλα την προήγαγε σε διοικητή, έχοντας πλέον 200 άντρες στην κατοχή της, δεν της αναγνωρίστηκαν ποτέ τα ανδραγαθήματά της. 
Μέχρι και το όνομά της σβήστηκε από τα ιστορικά κιτάπια του μεξικανικού ξεσηκωμού, την ίδια στιγμή που ακόμα και ο Πάντσο Βίλα δίστασε να την προάγει σε στρατηγό, μιας και θυμήθηκε ότι ο περίφημος μαχητής του ήταν γυναίκα
Εξαγριωμένη, η Petra εγκατέλειψε το επαναστατικό σώμα του Πάντσο Βίλα και έφτιαξε δική της διμοιρία αποτελούμενη αποκλειστικά από γυναίκες. Στις τελευταίες μάχες του μεξικανικού αγώνα, πήρε μέρος με το τάγμα της των 400 γυναικών…


Celia Sanchez: Η «Περιστέρα» της Κουβανικής Επανάστασης


 

Πολέμησε στο πλευρό του Φιντέλ Κάστρο και του Τσε Γκεβάρα και ενορχήστρωσε μια σειρά από γεγονότα-σταθμούς στην πορεία του επαναστατικού κινήματος της Κούβας. 
Ήταν η Celia Sanchez, αν και οι αντάρτες την έλεγαν απλώς «La Paloma» («Περιστέρα»). Ατρόμητη μαχήτρια και πρόσωπο-κλειδί στη λήψη των επαναστατικών αποφάσεων, η Celia εντάχθηκε από την πρώτη στιγμή στις επαναστατικές δυνάμεις που πολεμούσαν τον δικτάτορα Μπατίστα μετά το πραξικόπημα του 1952 και σύντομα ανέβηκε τα σκαλιά της αντάρτικης ιεραρχίας. 
Παρά το γεγονός ότι και οι δυο πολεμούσαν για τον ίδιο σκοπό, Celia και Κάστρο δεν θα γνωρίζονταν πρόσωπο με πρόσωπο παρά το 1957, αν και από κείνη τη στιγμή έγιναν αχώριστοι.

Κατά τη διάρκεια μάλιστα της τελικής επίθεσης του 1959 που θα ανέτρεπε τελικά τον δικτάτορα, η Celia ήταν υπεύθυνη για τις προμήθειες και πήρε μέρος σε όλες τις εχθροπραξίες, στο πλευρό των Φιντέλ και Τσε. 
Οι φήμες για το ειδύλλιο της «Περιστέρας» και του Κάστρο έδιναν και έπαιρναν, αν και ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε κάτι τέτοιο. Παρέμεινε στο πλευρό του Κάστρο ως ο πιο έμπιστος σύμβουλός του καθ’ όλη τη διάρκεια της υπόλοιπης ζωής της και ο Φιντέλ έκλαιγε γοερά όταν την έχασε το 1980…


Nadezhda Krupskaya: Η γυναικεία φωνή των Μπολσεβίκων


 

Μεγαλωμένη στις φάμπρικες της Ρωσίας, η Krupskaya έβγαζε τα προς το ζην μαθαίνοντας γράμματα στις στρατιές των εργατών και δεν άργησε να βρει τον δρόμο της στον μαρξισμό και τα υπόγεια κυκλώματα. 
Σε μια τέτοια συνάντηση θα γνώριζε τον Λένιν το 1894, αν και την επόμενη χρονιά, κοριτσόπουλο ακόμα, συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία. 
Στην εξορία παντρεύτηκε τον Λένιν (1898) και μετά την αποφυλάκισή της, συνόδευσε τον άντρα της στις ευρωπαϊκές του περιπέτειες, όταν δεν ήταν επικεφαλής μιας σειράς από μαρξιστικές επιθεωρήσεις. 
Ήταν από την πρώτη στιγμή μέλος των Μπολσεβίκων και έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, ασταμάτητη και πολυσύνθετη καθώς ήταν ως προσωπικότητα. Και βέβαια έπιασε τα όπλα στον ρωσικό εμφύλιο, καθώς οι επαναστατικές δυνάμεις χρειάζονταν κάθε διαθέσιμη βοήθεια…


Vilma Lucila Espin: Η «Πρώτη Κυρία» της Κουβανικής Επανάστασης


 

Ψυχή του επαναστατικού στρατού που ανέτρεψε τελικά τον Μπατίστα, η Espin παραμένει ένα από τα πλέον παραγνωρισμένα πρόσωπα της παγκόσμιας ιστορίας. 
Γνωστή περισσότερο για τον ρόλο της συζύγου του Ραούλ Κάστρο παρά για την αναντίρρητη συνεισφορά της στην Επανάσταση της Κούβας, η Vilma ήταν πτυχιούχος χημικός μηχανικός, ακτιβίστρια, φεμινίστρια και αντάρτισσα φυσικά.
Όχι μόνο πολέμησε λυσσαλέα στις επαναστατικές μάχες αλλά ήταν υπεύθυνη για την οργάνωση του αντάρτικου σε πολλές περιοχές του νησιού, πριν αναλάβει ακόμα σπουδαιότερους ρόλους, όπως το να είναι η επίσημη φωνή της ηγεσίας στις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, να οργανώνει πυρήνες αντίστασης και να πολεμά δίπλα στον Φιντέλ και τον Ραούλ στις βουνοκορφές της Κούβας.

Αφού παντρεύτηκε τον Ραούλ το 1959 και του χάρισε τέσσερα παιδιά, συνέχισε τον αγώνα μετά την επιτυχημένη έκβαση της επανάστασης, μαχόμενη πια για τα δικαιώματα των γυναικών του νησιού. 
Αφού διαδραμάτισε και ρόλο στην επαναστατική κυβέρνηση, ίδρυσε τις πρώτες φεμινιστικές οργανώσεις της Κούβας και ανέβηκε μέχρι τα υψηλά αξιώματα του Κομμουνιστικού Κόμματος, φιγουράροντας πια ως «Πρώτη Κυρία» της Κουβανικής Επανάστασης. Δεν σταμάτησε να μάχεται ούτε λεπτό στη ζωή της…


Blanca Canales: Η «Κόρη της Ελευθερίας»


 

Μια από τις ελάχιστες γυναίκες του κόσμου που κήρυξαν ποτέ τον πόλεμο στις ΗΠΑ, η Canales ήταν μια φλογερή πατριώτισσα που πίστευε ακράδαντα ότι το Πουέρτο Ρίκο όφειλε να είναι ανεξάρτητο. 
Αφού προσχώρησε στο Εθνικιστικό Κόμμα του Πουέρτο Ρίκο το 1931, οργανώνοντας το γυναικείο τμήμα του, τις «Κόρες της Ελευθερίας», ήταν από τα στελέχη που οργάνωσαν την εξέγερση κατά του αμερικανικού ζυγού!

Ήταν το 1950 όταν ζώστηκε τα όπλα και έπιασε τη σημαία, οδηγώντας αγέρωχα τους επαναστάτες και γευόμενη τον αέρα της ελευθερίας: το Πουέρτο Ρίκο κήρυξε την ανεξαρτησία του και την απόλαυσε για τρεις ημέρες. 
Μετά ο πρόεδρος Τρούμαν έβαλε σε ισχύ τον στρατιωτικό νόμο και επενέβη ο στρατός, ο οποίος παρά την αντίσταση των ανταρτών, διέλυσε τους θύλακές τους και αιχμαλώτισε πολλούς από αυτούς. 
Ο Τρούμαν αποκάλεσε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του Πουέρτο Ρίκο ως «ένα γεγονός μεταξύ των Πορτορικάνων» και η Blanca Canales πέρασε τα επόμενα 17 χρόνια της ζωής της στη φυλακή. Πήρε τελικά χάρη το 1967.


Comandante Ramona: Η μινιατούρα πολεμίστρια


 

Ήταν την Πρωτοχρονιά του 1994 όταν μια μικροσκοπική γυναίκα, ντυμένη με τη φανταχτερή εθνική φορεσιά της, οδήγησε τον εθνικοαπελευθερωτικό στρατό των Ζαπατίστας στο San Cristobal de las Casas, αναλαμβάνοντας τον έλεγχο της πόλης. 

Η Comandante Ramona ήταν το μεγάλο όνομα του αντάρτικου των Ζαπατίστας που ζητούσε περισσότερα δικαιώματα και καλύτερες συνθήκες ζωής για τους αυτόχθονες Τσιάπας. 
Έπειτα από 12 μέρες βίας και 150 θύματα μετά, η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα και ο στρατός των Ζαπατίστας αποσύρθηκε στη ζούγκλα.

Τον Φεβρουάριο του 1994, η Comandante Ramona συναντήθηκε με κυβερνητικό κλιμάκιο για τη σύναψη συμφώνου ειρήνης και οι Ζαπατίστας δεν θα μπορούσαν να βρουν καλύτερο αντιπρόσωπο: ο Τύπος τη λάτρεψε, ο λαός την αγάπησε και χάρη στον φλογερό της λόγο, τόσο η κοινωνική θέση της γυναίκας όσο και τα δικαιώματα των Τσιάπας στην περιοχή αναβαθμίστηκαν άρδην… 


Η Nanny των Μαρούν: Η πολεμίστρια βασίλισσα της Τζαμάικα


 

Εθνική ηρωίδα της Τζαμάικα και μεγάλο όνομα στην αντίσταση των Τζαμαϊκανών κατά της βρετανικής κυριαρχίας κατά τον 18ο αιώνα, η ατρόμητη πολεμίστρια δεν φοβόταν τίποτα και κανέναν, γι’ αυτό και στον θρύλο απαθανατίστηκε ως αιμοδιψής μάγισσα που έπιανε τις σφαίρες με τα γυμνά της χέρια! 
Γεννημένη το 1680 στην Γκάνα, πουλήθηκε σκλάβα στην Τζαμάικα, πριν μεταμορφωθεί σε στρατιωτικό ηγέτη των Μαρούν (των πρώην σκλάβων της Δυτικής Αφρικής που σύρθηκαν σε φυτείες της Καραϊβικής δηλαδή) και οδηγήσει αγέρωχα την εξέγερση κατά του λευκού αποικιοκράτη μεταξύ 1720-1739, παραμένοντας σύμβολο ενότητας των Τζαμαϊκανών και δύναμη πυρός κατά την περίοδο της κρίσης.

Οι Μαρούν το έσκασαν από τα κολαστήρια της καταναγκαστικής δουλειάς και ίδρυσαν τις δικές τους ανεξάρτητες κοινότητες στην Τζαμάικα, αν και ο δικός της ορεινός οικισμός ήταν που θα γινόταν το κέντρο της αντίστασης (Nanny Town). 
Οι αντάρτες την έλεγαν τιμητικά «βασίλισσα», καθώς με αυτή στο τιμόνι του αγώνα, οι πρώην σκλάβοι επιτέθηκαν σε φυτείες λευκών και απελευθέρωσαν περισσότερους από 1.000 δούλους, εξαγριώνοντας τον βρετανό δυνάστη και επισύροντας τη μήνη της αποικιοκρατικής διοίκησης, η οποία κήρυξε τον πόλεμο στους ελεύθερους σκλάβους. 
Ο Πρώτος Πόλεμος των Μαρούν διάρκεσε μεταξύ 1720-1739. 

Το 1733, ένας αφρο-αμερικανός σκλάβος (William Cuffee) ανταμείφθηκε με παχυλότατη αμοιβή για τον φόνο της επικηρυγμένης Nanny.

Κανείς δεν ξέρει αν η «βασίλισσα» επιβίωσε τελικά της απόπειρας ή αν ο σκλάβος είπε απλώς ψέματα για να εισπράξει την αμοιβή της επικήρυξης, η εθνική ηρωίδα της Τζαμάικα ήταν πάντως ζωντανή το 1740 όταν και έλαβε 500 εκτάρια γης από τη βρετανική διοίκηση για να ζήσει ελεύθερος ο λαός της… 




ΠΗΓΗ. newsbeast.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου