Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024

Γιώργος Ιωάννου - Ο λογοτέχνης του ρεαλισμού (20 Νοεμβρίου 1927 Θεσσαλονίκη - 16 Φεβρουαρίου 1985 Αθήνα)





Η λογοτεχνία πάντα μας ταξιδεύει, πάντα κάτι έχει να μας προσφέρει και πάντα θα συνεχίζει να προσφέρει. 

Η ποίηση, η πεζογραφία είτε ρεαλιστική, είτε υπερρεαλιστική μας ταξιδεύει σε κόσμους μαγικούς, γεμάτους με εικόνες και συναισθήματα.




Ένας υπέροχος ταξιδευτής υπήρξε και ο Γιώργος  Ιωάννου, ένας από τους σπουδαιότερους μεταπολεμικούς πεζογράφους γιατί είναι ο εισηγητής του νεορεαλισμού. 

Παιδί προσφύγων της Ανατολικής Θράκης γεννήθηκε το 1927 στη Θεσσαλονίκη όπου και έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, τελείωσε το Γυμνάσιο και το 1950 αποφοίτησε από το Ιστορικό τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής. 

Το 1954 ξεκίνησε να εργάζεται ως φιλόλογος εκπαιδευτικός στην αρχή σε ιδιωτικά σχολεία για κάποιο χρονικό διάστημα ως βοηθός (στην έδρα της Αρχαίας ιστορίας) στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1960 διορίζεται εκπαιδευτικός στη Δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Από το 1971 ως το θάνατο του, ζει στην Αθήνα.

Γράφει σε όλη την περίοδο που εργάζεται ως εκπαιδευτικός. Ξεκινά με την πρώτη του ποιητική συλλογή «Ηλιοτρόπια» (1954) που αποσπά θετικά σχόλια και επιπλέον του δίνει την ευκαιρία να γνωριστεί με ποιητές και συγγραφείς στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. 

Από το 1958 έως το 1965 συνεργάστηκε με το περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Διαγώνιος» του οποίου εκδότης ήταν ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος. Το 1963 εκδίδει τη δεύτερη ποιητή του συλλογή «Τα χίλια δέντρα».

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 αρχίζει να στρέφεται προς την πεζογραφία και για τα κείμενά του αποσπά και πάλι θετικά σχόλια. Οι πρώτες πρόζες του δημοσιεύονται στο περιοδικό «Διαγώνιος». 

Η πρώτη συλλογή του Ιωάννου, στην πεζογραφία «Για ένα φιλότιμο» κυκλοφόρησε το 1964 και αποτελούνταν από μικρά κείμενα που ο ίδιος ονόμαζε πεζογραφήματα. Ακολουθούν οι εξής συλλογές: η δεύτερη συλλογή του «Η σαρκοφάγος» που κυκλοφόρησε το 1971 και η τρίτη συλλογή του «Η μόνη κληρονομιά» που κυκλοφόρησε το 1974.

Επιπλέον ο Ιωάννου ενδιαφέρεται για τη νεοελληνική λαϊκή παράδοση, ασχολείται επιστημονικά με το λαϊκό πολιτισμό (δημοτικό τραγούδι, ελληνικό θέατρο, προφορικές αφηγήσεις) και καρπός της ασχολίας του είναι οι εκδόσεις: 

«Δημοτικά τραγούδια της Κυνουρίας»(1965),«Τα δημοτικά μας τραγούδια»(1966),«Μαγικά παραμύθια του ελληνικού λαού»(1966), «Παραλογές», η τρίτομη συλλογή έργων του Ελληνικού Θεάτρου Σκιών «ο Καραγκιόζης»(1972) και τα «Παραμύθια του λαού μας»(1973).

Παρήγαγε ακόμη και μεταφραστικό έργο. Μετέφρασε Ευριπίδη (Ιφιγένεια η εν Ταύροις, 1969), Στράτωνα (Μούσα παιδική, 1980) και Τάκιτο (Γερμανία, 1980).

Ανάμεσα στα πολλά ενδιαφέροντα του βρισκόταν και το ενδιαφέρον του για το θεατρικό λόγο. 

Ασχολήθηκε με το έργο «Το αυγό της κότας»(1980) και τον μονόλογο «Η μεγάλη Άρκτος» (1981). 

Το 1981 έγραψε στίχους που μελοποιήθηκαν από τον Ν.Μαμαγκάκη για το δίσκο «Κέντρο Διερχομένων». Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η έκδοση του δικού του περιοδικού «Φυλλάδιο» (1978-1985) στο οποίο δημοσιεύονταν δικά του κείμενα.

Ο πολυπράγμων Ιωάννου προσέφερε τις σημαντικές υπηρεσίες στου και σε εκπαιδευτικά θέματα. 

Συνέβαλε στη συγγραφή του Ανθολογίου για τα παιδιά του δημοτικού σχολείου, επέλεξε κείμενα –μετά τη μεταπολίτευση- για τα Νεοελληνικά  Αναγνώσματα της Μέσης Εκπαίδευσης και συνεργάστηκε με το μαθητικό περιοδικό «Ελεύθερη Γενιά» (1976-1981), δημοσιεύοντας άρθρα και απαντώντας με αγάπη, ευαισθησία και χιούμορ στα γράμματα των παιδιών που του έστελναν τα κείμενά τους.

Μέσα στις πολλές ασχολίες του κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτιζε σε όλη του τη ζωή η πεζογραφία. 

Η διαδρομή του ως πεζογράφου συνεχίζεται με τη συλλογή «Το δικό μας αίμα» (1978) που απέσπασε το Ά κρατικό βραβείο πεζογραφίας και τη συλλογή «Επιτάφιος Θρήνος» και «Κοιτάσματα» (1980). 

Τον ίδιο χρόνο εκδίδονται τα εκτενή πεζογραφήματα «Ομόνοια» και «Πολλαπλά κατάγματα». Το 1982 εκδίδονται οι συλλογές «Εφήβων και μη», «Εύφλεκτη χώρα» και «Καταπακτή». Ένα χρόνο πριν το θάνατό του (1984), δημοσιεύεται η τελευταία συλλογή πεζογραφημάτων «Η πρωτεύουσα των προσφύγων», έργο που ο ίδιος θεώρησε ως το καλύτερό του. Ήρθε κοντά στη ποίηση επηρεασμένος από τον Καβάφη, τον Ελύτη ,τον Σεφέρη, τον Έλιοτ κ.ά. 

Επηρεάστηκε και από τα έργα του Πεντζίκη, του Κόντογλου, του Ίωνα Δραγούμη και ιδιαίτερα από το έργο του Παπαδιαμάντη. To 1985 φεύγοντας από τη ζωή ο Ιωάννου άφησε πίσω του πλούσιο πεζογραφικό έργο, το οποίο αριθμεί τις 650 με 700 πυκνοτυπωμένες σελίδες. 

Με την ποσότητα αυτή, εξαιτίας της ποιοτικής στάθμης της δουλειάς του, ο Ιωάννου παίρνει θέση δίπλα στα σημαντικότερα ονόματα που έχει να παρουσιάσει η νεοελληνική πεζογραφία.

Ο τρόπος γραφής του και το ύφος του απλό, λιτό και εύληπτο για τον κάθε αναγνώστη, γραμμένο με τέτοιο τρόπο που να μιλά στην ψυχή του αναγνώστη.  Γράφει σε μία πεζογραφική γλώσσα που δεν υπήρχε έως τότε. 

Ως σύγχρονος πεζογράφος εισήγαγε ένα τύπο στη μεταπολεμική πεζογραφία αφήγησης που χρησιμοποιείται και σήμερα. Μπορεί να χαρακτηρισθεί λοιπόν, ως εισηγητής του νεορεαλισμού. 

Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι η δημοτική, η απλή καθημερινή γλώσσα. Γράφει μικρές περιόδους με δικό του προσωπικό τρόπο, με κουβεντιαστό τρόπο, έτσι ώστε τα κείμενά του να έχουν λιτό τόνο προσιτό στον απλό καθημερινό άνθρωπο. 

Με τη χρήση του μικροπερίοδου λόγου δηλώνει ίσως ένα τρόπο ελεύθερης έκφρασης, λιτό χωρίς να υπάρχει η ανάγκη να χρησιμοποιήσει καλολογικά στοιχεία στην έκφρασή του.

Ως βιωματικός πεζογράφος αντλεί τα θέματά του από τα δύσκολα παιδικά του χρόνια, από τη γενέτειρά του τη Θεσσαλονίκη, από την Αθήνα στην οποία έζησε κάποια περίοδο της ζωής του (κατοχή, προσφυγιά) και τα εξιστορεί με πολύ ζωντανό τρόπο. 

Ο συγγραφέας στα περισσότερα κείμενα του αναφέρεται σε προσωπικές εμπειρίες από την εφηβική του ηλικία, στην γενέτειρά του τη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια του πολέμου. Από τα 260 περίπου πεζογραφήματα, στα 80 υπόκειται ως τόπος δράσης η Θεσσαλονίκη.   

Μέσω των έργων του λοιπόν, φαίνεται το ενδιαφέρον του για την ανθρώπινη φύση (σε πολλά έργα του πρωταγωνιστούν άνθρωποι προσφυγικής καταγωγής ) και αρκετές φορές εκφράζει θλίψη για τις ιδιοτροπίες των ανθρώπων. 

Το κωμικό στοιχείο δεν ωστόσο δε χάνεται, χάρη στα διδάγματα της καβαφικής ειρωνείας που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί με επιτυχία. Ως αυτοβιογραφικός και εξομολογητικός λογοτέχνης, μέσα από τον γραπτό του λόγο, εκφράζεται με ιδιαίτερη ειλικρίνεια και γνησιότητα.

Στοχεύει με μεγάλη επιτυχία στο να παρουσιάσει τα συναισθήματά του και τις αναμνήσεις του με το δικό του απλό τρόπο έτσι ώστε ο αναγνώστης να συμμετέχει στις σκέψεις του, να γίνεται σύμμαχός του και να συμπάσχει μαζί του. Παρουσιάζει με πολύ προσιτό τρόπο ηθογραφικά και λαογραφικά στοιχεία. 

Με λίγα λόγια ο τρόπος γραφής του κερδίζει τον αναγνώστη. Επιπλέον ο Ιωάννου φτιάχνει την πεζογραφική δομή έτσι ώστε στα έργα του να υπάρχει πάντα εσωτερική εστίαση, ο αφηγητής να είναι δραματοποιημένος και να συμμετέχει στην υπόθεση.

Κάποια άλλα χαρακτηριστικά του όπως ο πυκνός λόγος και οι ξαφνικές, δραματικές αλλαγές, οφείλονται στην ενασχόληση του με το δημοτικό τραγούδι, τα λαϊκά παραμύθια και τον Καραγκιόζη. 

Μία από τις πτυχές του χαρακτήρα του ήταν το πάθος του για τις μαρτυρίες των εποχών, νοοτροπιών κτλ. Είχε μία στοίβα από τεύχη ενός κατοχικού περιοδικού που κυκλοφορούσε στη Θεσσαλονίκη η γερμανική υπηρεσία προπαγάνδας, στο οποίο ανάμεσα στα ξένα ονόματα που υπέγραφαν πολλά κείμενα υπήρχαν και ελληνικά. Το θεωρούσε σπουδαίο απόκτημα και λυπόταν που δεν είχε ολόκληρη τη σειρά.

Συχνά στα κείμενά του κάνει παρεκβάσεις (σύντομες ιστορικές αναδρομές) και ανάδρομες αφηγήσεις γυρίζει δηλαδή το χρόνο πίσω, προφανώς για να περιγράψει όλες του τις σκέψεις με μεγαλύτερη ακρίβεια και επεξηγηματικότητα. 

Τα κείμενά του είναι ρεαλιστικά και γενικότερα είναι πολύ προσιτά σε κάθε αναγνώστη. Επιπλέον ο ρεαλισμός επικουρείται από το στοιχείο της αντικειμενικής παρουσίασης των γεγονότων και ο βιωμένος χώρος συνοδεύεται και ταυτίζεται από τον βιωμένο χρόνο.

 Μέσα στα διηγήματά του διακρίνεται κατά κάποιο τρόπο εσωστρέφεια και  ο εσωτερικός μονόλογος .

Αν  πάρουμε ένα κείμενο του  Ιωάννου θα αντιληφθούμε ότι βασισμένος στο ρεαλισμό, γράφει με το δικό του ξεχωριστό τρόπο. 

Για παράδειγμα στο πεζογράφημα «Το παλιό σχολείο», το οποίο ανήκει στη συλλογή του Γιώργου Ιωάννου «Εφήβων και μη» που εκδόθηκε το 1982, φαίνεται διάχυτη η ευαισθησία του και η μνήμη του, στοιχεία που γοητεύουν τον αναγνώστη. 

Ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι ο αφηγητής τον εμπιστεύεται και έτσι δημιουργείται ένα ζεστό κλίμα μεταξύ αναγνώστη και αφηγητή λόγω της εξομολογητικής διάθεσης και των βιωματικών στοιχείων του Ιωάννου. Επίσης, λόγω της απλότητας του λόγου, της λιτής γλώσσας που είναι γραμμένο το κείμενο, ο αναγνώστης νιώθει πολύ οικεία με τον αφηγητή και το κείμενο. 

Γενικότερα, το κείμενο είναι γραμμένο με καθαρότητα, ακρίβεια, θυμίζει καθημερινό λόγο και είναι γεμάτο βιωματικά στοιχεία.   

Αν και το εν λόγω κείμενο ανήκει σε μία από τις μεταγενέστερες συλλογές του Ιωάννου, εντούτοις είναι γραμμένο με απλό, εφηβικό τρόπο, γεμάτο από φράσεις- εκφράσεις που διανθίζονται από έντονη παρατηρητικότητα και αυθορμητισμό, πράγμα που δίνει την εντύπωση στον αναγνώστη ότι το συγκεκριμένο κείμενο το έγραψε κάποιος έφηβος. 

Επίσης, εμφανής γίνεται και τεχνική του διασπαρμένου θέματος. Το πεζογράφημά του είναι κατά κάποιον τρόπο συνθέσεις που σχηματίζουν ποικίλες θεματικές ψηφίδες, διάφορα θεματικά στοιχεία που συγκλίνουν μεταξύ τους και συνθέτουν μία ορισμένη ψυχική κατάσταση.

Ο Ιωάννου λοιπόν, δεν παρατηρούσε απλώς τα πάντα, αλλά τα έκανε κτήμα της ψυχής του. Αναφορικά με το έργο του μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι δεν μπορεί να φτάσει κανείς σε δόκιμη λογοτεχνική πράξη αν δεν έχει ήδη έντονη εσωτερική ζωή έτσι ώστε να αποταμιεύονται μέσα του ενεργά ποσά βιωματικού υλικού..




ΠΗΓΗ. maxmag.gr

ΒΙΝΤΕΟ.


                                 Νίκος Μαμαγκάκης - Ελευθερία Αρβανιτάκη - Μείνει κοντά μου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου