Σάββατο 26 Μαΐου 2018

50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΗ ΤΟΥ 1968 - «Σύγχρονη» αρθρογραφία με παλιές «πένες»!


 

Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από τα γεγονότα του Μάη του 1968. 

Είναι ένα μεγάλο θέμα που ασφαλώς δεν μπορεί να καλυφθεί από το παρόν άρθρο.





Με αφορμή αυτήν την επέτειο έχει κάνει την εμφάνισή του τις τελευταίες βδομάδες ένα μωσαϊκό αρθρογραφίας, αναλύσεων, αφιερωμάτων, ντοκιμαντέρ και συνεντεύξεων στην τηλεόραση, από καθηγητές πανεπιστημίου στην Ελλάδα και το εξωτερικό, μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές, καλλιτέχνες και οπορτουνιστικές δυνάμεις.

Καθεμιά από αυτές τις ψηφίδες έχει φυσικά τη δική της ιδιαίτερη απόχρωση, αλλά η εικόνα που όλες μαζί φτιάχνουν έχει ξεκάθαρα ως στοιχεία της τη σκόπιμη απόκρυψη των αιτιών που οδήγησαν στα γεγονότα του Μάη 1968, την προσπάθεια αδυναμίες, λάθη και προβλήματα στρατηγικής του Γαλλικού ΚΚ να «μεταφρασθούν» σε εγγενείς αδυναμίες του Κομμουνιστικού Κόμματος και της ίδιας της εργατικής τάξης, θέτοντας υπό αμφισβήτηση το αν μπορούν να εκπληρώσουν την ιστορική τους αποστολή, ενώ δεν λείπει και ο αντικομμουνισμός για το σοσιαλισμό που οικοδομήθηκε τον 20ό αιώνα.

Πώς φτάσαμε στα γεγονότα του Μάη;
 
Αυτό είναι ένα ερώτημα που έχει δεχθεί μια πληθώρα απαντήσεων, στις οποίες κυριαρχούν η προβολή μιας γενικόλογης «αντιαυταρχικής» και «αντικαταπιεστικής» συνθηματολογίας που εμφανίστηκε εκείνες τις μέρες καθώς και η προβολή κάποιων επιμέρους διεκδικήσεων που αφορούσαν την Εκπαίδευση, σε μια προσπάθεια να συγκαλυφθεί το ταξικό περιεχόμενο των αιτιών που οδήγησαν στα γεγονότα του Μάη το 1968.

Αυτό δηλαδή που σκόπιμα αποκρύπτεται από όλες τις αναλύσεις είναι το γεγονός ότι στις δεκαετίες που ακολουθούν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, στις περισσότερες καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης οξύνεται η βασική αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική - καπιταλιστική ιδιοποίηση μέρους των αποτελεσμάτων της.

Πράγματι, στη Γαλλία εκείνη την περίοδο τα μονοπώλια επεκτείνονται σε περισσότερους κλάδους της παραγωγής, το γαλλικό κεφάλαιο προσπαθεί να επεκταθεί σε νέες αγορές και ν' ανακτήσει το χαμένο έδαφος μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο ανταγωνισμός με τα μονοπώλια άλλων ευρωπαϊκών καπιταλιστικών κρατών αλλά και των ΗΠΑ οξύνεται, τόσο σε εμπορικό - οικονομικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο (π.χ. εναντίωση της Γαλλίας στην είσοδο της Μ. Βρετανίας στην ΕΟΚ, έξοδος της Γαλλίας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 1966).

Παράλληλα, η Γαλλία «χάνει» τον πλήρη έλεγχο σε πάνω από 15 αποικίες της, γεγονός που οξύνει τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της αστικής τάξης της, λόγω απώλειας σημαντικών πλουτοπαραγωγικών πηγών, ενώ μειώνει τη δυνατότητα των γαλλικών μονοπωλίων για εξαγορά ευρύτερων στρωμάτων εργαζομένων.

Ταυτόχρονα, μπαίνει στην παραγωγή περισσότερο εργατικό δυναμικό, για το οποίο υπάρχει η απαίτηση να είναι περισσότερο τεχνικά και επιστημονικά καταρτισμένο, ενώ οι παραγωγικές δυνάμεις αναπτύσσονται συνολικά (εξέλιξη τεχνολογίας, επιστήμης, μέσων παραγωγής).

Ενώ όμως η ίδια η ανάπτυξη του καπιταλισμού δημιουργεί νέες, σύγχρονες για την εποχή ανάγκες για την εργατική τάξη, το λαό και τη νεολαία, αυτές δεν καλύπτονταν με τα έως τότε δεδομένα. 

Σε πολλές περιπτώσεις η καπιταλιστική ανάπτυξη λειτουργεί όπως είναι φυσικό και στην τελείως αντίθετη κατεύθυνση. Π.χ. τη δεκαετία του 1960 η ανερχόμενη παραγωγή πυρηνικής ενέργειας εκτοπίζει την εξόρυξη άνθρακα στον τομέα της Ενέργειας και αυτό έχει επιπτώσεις στους εργαζόμενους του κλάδου, όπου την άνοιξη του 1963 πραγματοποιήθηκε μεγάλη γενική απεργία των ανθρακωρύχων και το Δεκέμβρη του 1964 μεγάλη γενική απεργία στις κρατικές επιχειρήσεις.

Αυτός ο παραλογισμός του καπιταλισμού, που βάζει εμπόδιο στην κάλυψη των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, σε συνδυασμό με την όξυνση των ενδοαστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων (ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ), διαμορφώνει τις συνθήκες που οδηγούν στις κινητοποιήσεις του Μάη καθώς και σε ένα κύμα κινητοποιήσεων στις ΗΠΑ και άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως είναι και οι κινητοποιήσεις ενάντια στον πόλεμο των ΗΠΑ κατά του Βιετνάμ.

«Αναιρώντας» την επαναστατική στρατηγική
 
Από αρκετούς αρθρογράφους ο Μάης του 1968 παρουσιάζεται ως μια «ανατροπή» των κλασικών μέχρι τότε θεωριών για την ταξική πάλη, ως μια επιβεβαίωση ότι η επαναστατική κοσμοθεωρία του μαρξισμού - λενινισμού αφορούσε μια παλαιότερη εποχή και σε αυτήν επέμενε μόνο η «γραφειοκρατία» των Κομμουνιστικών Κομμάτων. 

Τεκμηριώνουν μάλιστα την άποψή τους λέγοντας ότι το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΓΚΚ) αντιμετώπισε τις κινητοποιήσεις με δυσπιστία γιατί δεν μπορούσε να τις ελέγξει, γιατί δεν ήταν συμβατές με την «παρωχημένη αντίληψη των ΚΚ για τους αγώνες».

Η αλήθεια βέβαια είναι ότι το ΓΚΚ και η CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας, που στηριζόταν από το ΓΚΚ) είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην κινητοποίηση της εργατικής τάξης κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Μάη - Ιούνη του 1968. 

Στις μεγάλες διαδηλώσεις των εκατομμυρίων εργατών επικεφαλής βάδιζαν ο ΓΓ του ΓΚΚ, Βάλνεκ Ρόσε, και ο γραμματέας της CGT.

Το ΓΚΚ περιορίστηκε, όμως, σε μια γραμμή πάλης που έθετε ως στόχο αποκλειστικά συνδικαλιστικά - οικονομικά αιτήματα, ενώ σε πολιτικό επίπεδο ζητούσε την παραίτηση του Ντε Γκολ, την προκήρυξη εκλογών και τη διαμόρφωση μιας κυβέρνησης με τη συμμετοχή του ΚΚ.

Ουσιαστικά, επρόκειτο για μια γραμμή πάλης σε ρεφορμιστική κατεύθυνση, που αντικειμενικά διευκόλυνε την εκτόνωση και όχι την κλιμάκωση της δυναμικής των κινητοποιήσεων. 

Η πολιτική αυτή δεν μπορούσε ούτε στόχευε να οδηγήσει στην περαιτέρω πολιτικοποίηση και όξυνση της ταξικής πάλης, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για να τεθεί στο επίκεντρο του αγώνα της εργατικής τάξης ο στόχος της ανατροπής του καπιταλισμού, της κατάκτησης της εξουσίας.

Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, αυτό που επιβεβαιώνει ο Μάης του 1968 δεν είναι η αναίρεση και αναθεώρηση της επαναστατικής θεωρίας και στρατηγικής αλλά η ανάγκη για επεξεργασία της στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν εκείνη την περίοδο. 

Το ΓΚΚ βρέθηκε ανέτοιμο να ανταποκριθεί τότε σε ένα τέτοιο καθήκον, γεγονός που ήταν αποτέλεσμα μιας συνολικότερης πορείας υποχώρησης από την επαναστατική στρατηγική μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (συμμετοχή στις πρώτες μεταπολεμικές αστικές κυβερνήσεις, συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία για τις προεδρικές εκλογές, υποστήριξη του πρωθυπουργού Γκι Μολέ για τη σταθεροποίηση της γαλλικής αποικιοκρατίας στην Αλγερία).

«Νέα» κινήματα;
 
Φυσικά, από τη φετινή αρθρογραφία δεν θα μπορούσε να λείψει το χιλιοπαιγμένο έργο που παρουσιάζει τη νεολαία ως μια ενιαία, υπερταξική και αυτοτελή, «ανατρεπτική» δύναμη, έναν «σεισμογράφο» της εποχής, που κατάφερε να ξεσηκώσει το εργατικό κίνημα που με «μεγάλη απροθυμία» την ακολούθησε.

Το παραπάνω αφήγημα έχει ξεκάθαρο στόχο να κρύψει το γεγονός ότι η εργατική τάξη είναι η μόνη κοινωνική δύναμη που μπορεί να οδηγήσει μέχρι τέλους τον αγώνα όλων όσοι έχουν συμφέρον από την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. 

Είναι ένα αφήγημα που χτυπά και την ικανότητα των νέων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, των νέων εργαζόμενων, των φοιτητών και των μαθητών, να παλέψουν για τη ζωή που έχουν σήμερα ανάγκη, αφού προσπαθεί να τους τοποθετήσει απέναντι από τον μεγαλύτερο και πιο ικανό τους σύμμαχο σε αυτόν τον αγώνα, που είναι το εργατικό κίνημα.

Εξάλλου, και τα ίδια τα γεγονότα του Μάη 1968 δεν θα είχαν την ίδια έκταση και εμβέλεια αν δεν υπήρχαν τα 2,5 εκατομμύρια των εργαζομένων στις διαδηλώσεις και τα 10 εκατομμύρια απεργών που νέκρωσαν όλη τη Γαλλία. 

Οι 20 - 30 χιλιάδες φοιτητών που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις δεν θα μπορούσαν να δώσουν μια τέτοια δυναμική από μόνες τους, ενώ είναι αμφίβολο εάν θα έφταναν ακόμη και αυτή τη μαζικότητα. 

Το ίδιο αποδεικνύεται εάν δούμε και το τέλος των κινητοποιήσεων, που ήταν προδιαγεγραμμένο, όταν υποχώρησε το εργατικό κίνημα μετά τις κατακτήσεις που είχε με τις συμφωνίες της Γκρενέλ, κάτω και από την επίδραση της προβληματικής γραμμής πάλης που υιοθετούσε το ΓΚΚ και περιγράψαμε παραπάνω.

Αντικομμουνισμός, το βασικό συστατικό σε κάθε προσπάθεια αφοπλισμού της εργατικής τάξης
 
Βασικό στοιχείο της αντικομμουνιστικής επιχειρηματολογίας που αναπτύχθηκε σχεδόν σε κάθε άρθρο είναι η άμεση σύνδεση που επιχειρείται ανάμεσα στα γεγονότα του Μάη του 1968 και στην αντεπανάσταση που εκδηλώθηκε τον Αύγουστο του 1968 στο σοσιαλιστικό κράτος της Τσεχοσλοβακίας, ερμηνεύοντάς τα από κοινού ως «ένα ρεύμα αμφισβήτησης» που «αγκάλιασε τη βιομηχανική κοινωνία» ή ως «επανάσταση σε ανατολή και δύση».

Η πραγματικότητα είναι ότι τα δύο γεγονότα είναι εκ διαμέτρου αντίθετα. Τον Αύγουστο του 1968, στη σοσιαλιστική Τσεχοσλοβακία εκδηλώθηκε αντεπανάσταση, με πρωταγωνιστικό το ρόλο του οπορτουνιστή ηγέτη του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, με στήριξη από τις υπηρεσίες των καπιταλιστικών κρατών. 

Η επικράτηση της αντεπανάστασης θα σήμαινε απώλεια της εξουσίας της εργατικής τάξης, καπιταλιστική παλινόρθωση. Η αντεπανάσταση αντιμετωπίστηκε με τη διεθνιστική στρατιωτική βοήθεια του Συμφώνου της Βαρσοβίας, με βάση τις συμφωνίες που υπήρχαν και μετά από πρόσκληση δυνάμεων του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας.

Κλείνοντας θα μπορούσαμε να κρατήσουμε ένα βασικό συμπέρασμα: 

Οτι η ίδια η εξέλιξη της κίνησης, της ανάπτυξης και των αντιθέσεων του καπιταλισμού μπορεί να οδηγήσει προσωρινά σε κινητικότητα ευρύτερων τμημάτων της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας και ότι σε τέτοιες συνθήκες είναι καθοριστικός ο ρόλος της εργατικής και η ύπαρξη επαναστατικής πρωτοπορίας, Κομμουνιστικού Κόμματος, που να μπορεί να μελετά, να αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις, να τις ερμηνεύει, να χαράσσει πολιτική στις δοσμένες συνθήκες, χωρίς να ενσωματώνεται στο καπιταλιστικό σύστημα, έχοντας ως στόχο την ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας.

Του Λουκά ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ*
 
*Ο Λ. Αναστασόπουλος είναι μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου