Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Η ΕΥΘΥΝΗ - Μηχαν-οδηγώντας τις Ζωές των άλλων (Αφιερωμένο στους συναδέλφους Μηχανοδηγούς)

ΔΕΥΤΕΡΑ 8-2-2016

Του Δημήτρη Τσούλου

Οδηγώντας τις ζωές των άλλων...







Δίπλα του  είχε  ‘’σταθμεύσει’’ το



 Του  σφύριξε στις 2:30 τα ξημερώματα.


 Έπρεπε  να σηκωθεί ενωρίς βλέπεις, να είναι υγιής, νηφάλιος,φρέσκος και ευδιάθετος  να τρέξει γρήγορα στονα  παραλάβει το σιδερένιο του  άρμα.







Πήρε τα κλειδιά  ψάχνοντάς το ανάμεσα σε τόσα άλλα.


Ήταν  σίγουρος ότι το δικό του θα ήταν το πιο ξεχωριστό.





 Ο  τεχνίτης και ο  ηλεκτρολόγος  είχαν  περιποιηθεί τις πληγές του από την προηγούμενη αποστολή του.


Γύρισε  τα κλειδιά, έλεγξε τα όργανα του και πήρε την τροχιά της εξόδου.


 Ο τον περίμενε υπομονετικά στην αιχμή για να του ορίσει την σωστή πορεία.


 Τον χαιρέτησε καθώς τον προσπερνούσε πειράζοντάς τον για την σκοτεινή  και κρύα του όψη μέσα στη νύχτα. Στον σταθμό αφετηρίας αφού έδεσε  το άρμα του καλημέρισε το προσωπικό.


 Ο σε εγρήγορση  του έδωσε τον χάρτη με τις  συντεταγμένες μαζι με  τις τροχιοδεικτικές πληροφορίες, κοιτάζοντας το ρολόι του.


 Το  τραίνο έπρεπε να ξεκινήσει για να μην ξεφύγει ούτε λεπτό από την τροχιά του.


Φεύγοντας από το σταθμό η σκέψη του μεταμορφώθηκε σε λέξεις…από τον Άγιο Ιωάννη  το 2013.


Τον καλημέρισαν κι άλλες φωνές από βίους παράλληλους.

Οδήγησε   το βαρύ του άρμα μέχρι τον επόμενο  Κεντρικό  Σταθμό της πόλης με τα πολλά φώτα, αναλογιζόμενος για μια ακόμα φορά  την επερχόμενη περιπέτεια του σ’ ένα ταξείδι τόσο συνηθισμένο και συνάμα τόσο άγνωστο.


Με την εκφώνησή του, ήθελε  να ακουστεί στα αστέρια, να του φωτίζουν το δρόμο· και στις στρατιές των αγγέλων  να παραταχθούν επί της και να τον προστατεύουν στο ταξείδι του.


 Μπαίνοντας     στον επιβατικό σταθμό, άνοιξε την ψυχή  του κοιτάζοντας τους επιβάτες   που περίμεναν  κατά μήκος της


Ήταν γεμάτη  απο ανθρώπους ο ένας κοντά στον άλλον ,μα και τόσο απόμακροι μεταξύ τους.
 Οι ζωές των άλλων μέσα από τα μάτια τους πέρασαν  σε άλλη διάσταση  τον κόσμο του μυαλού του. Πρόσωπα, ήχοι, μορφές, συνέθεταν ένα  διαφορετικό κόσμο νυχτερινής πλάνης...





 


 Στάθμευσε, κατέβηκε τα σκαλιά, πάτησε το έδαφος κοιτάζοντας ξανά το   του σταθμού


Φορές,γύριζε το κεφάλι του μηχανικά σε αυτό σαν να κοιτούσε την σελήνη.

   Έτρεξε και πήρε έναν καφέ για να κουβεντιάζει μαζί του στο ταξείδι. Δεν πρόλαβε να πει την πρώτη γουλιά όταν  μπροστά του το σιδερένιο του άρμα άρχισε να μεταμορφώνεται παίρνοντας σάρκα και πνεύμα. 

Για  μια στιγμή ένιωσε ένα βάρος, σαν να τους  σήκωνε όλους   στους ώμους του.
 Παράλληλα όμως είχε γίνει τόσο δυνατός! Σαν να είχε πάρει την δύναμή τους  και μπορούσε να σηκώσει άλλους τόσους.


Γοργά  βημάτισε προς τον και κάθισε κρατώντας γερά τα ηνία.


Κοίταξε τα χέρια του και του φαινόταν πως τα άγγιζαν όλα τα χέρια που είχε στο άρμα του και τα μάτια τους! Σαν να κοίταζαν όλα μέσα από τα δικά του, ωσάν η ψυχή του όλη να ταξίδευε σε κάθε προορισμό που πήγαινε ο καθένας ξεχωριστά.





Φρ… φρ… φρ… διέκοψε τις σκέψεις του το σφύριγμα του Σταθμάρχη.


Γύρισε το κεφάλι του μαζί σχεδόν ταυτόχρονα και οι επιβάτες που τον έβλεπαν να σηκώνει τον


 Έσπρωξε το γκάζι  αφήνοντας στην αποβάθρα μόνο του τον Σταθμάρχη να χάνεται πίσω από τον  πράσινο σηματοδότη καθώς τα άλογα του γοργά άλλαξαν το βήμα τους.


Τα  φώτα της πόλης άρχισαν να  σιγοσβήνουν, αφού   ο Βασιλιάς του Φωτός, που τίποτα δεν  μπορούσε να κρυφτεί από την λάμψη του,είχε ξεκινήσει την δική του τροχιά
 φωτίζοντας  την





Αυξάνοντας την ταχύτητά  του, έμπαινε σιγά σιγά στον κόσμο του Ωραίου και του Αληθινού, αφήνοντας πίσω του και χαιρετίζοντας τον των σιδερένιων αλόγων.


Σφύριξε παρατεταμένα και επίμονα  βλέποντας σε μακρινή απόσταση μια σκιά,  αναγνωρίζοντας εξ΄όψεως ότι πρόκειται για τον γνωστό νυχτερινό



Τράβηξε πίσω μαλακά το μοχλό ως έμπειρος ηνίοχος. Ξαφνικά άρχισε  να νιώθει τα χέρια του ολόδικά του.


‘Όλα τα άλλα χέρια  είχαν αποτραβηχτεί φοβισμένα στο άκουσμα του σφυρίγματος .


Έμεινε μόνος του μα  ψύχραιμος, με χιλιάδες διεργασίες να τρέχουν στο μυαλό του.
 Υπολόγισε το κάθε δευτερόλεπτο, την απόσταση ,την ταχύτητα του ,την κίνηση της σκιάς, δίνοντας της τον χρόνο να δρασκελίσει στην απέναντη όχθη.





 Μια αιωνιότητα πέρασε από μπροστά του. Ο Μηχανοδηγός συνέχισε το ταξείδι του μέσα στο χρόνο ταξειδεύοντας μέσα από   τις ζωές των άλλων,  παραμερίζοντας την δική του. 


                                                         
ΠΗΓΗ. pesose

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου