Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

Η «Οδύσσεια» των γυναικών με καρκίνο του μαστού

ΔΕΥΤΕΡΑ 14-12-2015


Απουσία δημόσιας, οργανωμένης και δωρεάν Πρόληψης, γύμνια των δημόσιων Μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), χιλιάδες ευρώ από τις τσέπες των ασθενών για εξέταση, θεραπεία, παρακολούθηση και αύξηση των θανάτων.




Αυτά τα συμπεράσματα προκύπτουν από την έρευνα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας που διεξήχθη τα έτη 2014 - 2015, με στόχο να περιγράψει το δύσκολο «ταξίδι» των ασθενών με καρκίνο του μαστού - ο πιο συχνός καρκίνος στο γυναικείο πληθυσμό και η πρώτη αιτία θανάτου γυναικών από νεοπλασματική νόσο - από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι τη θεραπεία.

Μόνο το 2012, στην Ελλάδα αναφέρθηκαν 4.934 νέες περιπτώσεις καρκίνου του μαστού. Το ίδιο έτος παρατηρείται αύξηση κατά 20% στον αριθμό των νέων περιστατικών και κατά 14% στη θνησιμότητα έναντι του 2008.

Τα στοιχεία σχετίζονται άμεσα με τις περικοπές στις κρατικές δαπάνες Υγείας, στις δωρεάν προληπτικές εξετάσεις. 

Τα ίδια και άλλα εργαλεία περικοπών ασπάζεται και η σημερινή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ: Θεραπευτικά, διαγνωστικά και φαρμακευτικά πρωτόκολλα που καθορίζουν ποιες εξετάσεις, ποιες θεραπείες και με ποια συχνότητα «δικαιολογούνται», συνταγογραφικές οδηγίες, Κάρτα Υγείας κ.λπ.

Οι εξαγγελίες της συγκυβέρνησης για «μεταρρυθμιστική τομή» στο Σύστημα Υγείας, με τη δημιουργία ενός δικτύου ΠΦΥ, δεν έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη σύγχρονων δημόσιων Μονάδων Υγείας που θα καλύπτουν όλες τις ανάγκες δωρεάν, αφού κάτι τέτοιο αυξάνει την κρατική χρηματοδότηση και αντιβαίνει στο στόχο της δημοσιονομικής «εξυγίανσης» και «σταθερότητας», προϋποθέσεις για την καπιταλιστική ανάκαμψη.

Εξάλλου, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, την ΕΕ, το ΔΝΤ, επιστημονικούς συλλόγους κι εταιρείες των «οικονομικών της Υγείας», η ΠΦΥ οφείλει να οργανωθεί σε νέα βάση, ώστε να συμβάλει στην παραπέρα μείωση των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών Υγείας.

Το 36% δεν έχει κάνει ποτέ μαστογραφία
 
Ολα ξεκινούν από την Πρόληψη, η οποία - όπως και συνολικά η Υγεία - είναι καθαρά ατομική υπόθεση, αντί να γίνεται οργανωμένα από δημόσιες και δωρεάν δομές που θα είναι πλήρως στελεχωμένες και εξοπλισμένες, θα συνδέονται με τον τόπο κατοικίας κι εργασίας, θα ελέγχουν τον πληθυσμό αν έχει εξεταστεί έγκαιρα, θα ενημερώνουν τις γυναίκες πώς να κάνουν ψηλάφηση μαστών πέρα από τις καθιερωμένες ιατρικές επισκέψεις.

Ετσι, το 35,7% δήλωσε ότι δεν είχε κάνει ποτέ μαστογραφία, το 53% δεν είχε κάνει ποτέ υπέρηχο μαστών και το 33,3% δεν είχε επισκεφτεί ποτέ γιατρό για ψηλάφηση μαστών

Απέναντι σ' αυτήν τη σκληρή πραγματικότητα, το υπουργείο Υγείας μιλάει υποκριτικά για «κάλυψη των πραγματικών αναγκών», εννοώντας ότι από το κράτος και τα Ταμεία δεν θα καλύπτονται όλες οι σύγχρονες ανάγκες, παρά μόνο οι «στοιχειώδεις», με ένα «βασικό πακέτο παροχών». 

Από εκεί και πέρα, ο καθένας ανάλογα με την τσέπη του.

Πού οδηγεί αυτό; «Δεν κάνω μαστογραφία καθόλου, γιατί την ψηφιακή πρέπει να την πληρώσεις παραπάνω, το ΙΚΑ χορηγεί μόνο συμβατική», δήλωσε γυναίκα που συμμετείχε στην έρευνα. Επομένως, η ψηφιακή μαστογραφία δεν λογαριάζεται στις «πραγματικές» ανάγκες...

Να σημειωθεί εδώ ότι η έρευνα έγινε σε γυναίκες με «μέσο και ανώτερο προφίλ», δηλαδή ασφαλισμένες στη συντριπτική τους πλειοψηφία, με μέσο μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα στα 1.500 ευρώ, με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, που κατοικούν σε αστικά κέντρα και όχι σε απομακρυσμένες περιοχές. 

Δηλαδή, η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη, αφού όπως τονίστηκε από τους ερευνητές, «οι επιπτώσεις είναι πιο βαριές από αυτές που καταφέραμε να βρούμε»...

Θεραπεία μετά από ενάμιση μήνα!
 
Σύμφωνα με την έρευνα, οι περισσότερες γυναίκες - το 70% - εντόπισαν μόνες τους το «ύποπτο εύρημα» και όχι σε τακτικό προληπτικό έλεγχο. Από αυτό το σημείο ξεκινάει ο οικονομικός και ψυχολογικός Γολγοθάς τους. 

Οι περισσότερες εξωθούνται σε ιδιωτικό ιατρείο, καθώς συναντούν εμπόδια για να επισκεφτούν γιατρό σε δημόσια μονάδα: 

Μεγάλη λίστα αναμονής για ραντεβού (17%), δεν υπήρχε η αντίστοιχη ειδικότητα στον τόπο διαμονής (14,7%), η υπηρεσία Υγείας ήταν σε μεγάλη απόσταση από τον τόπο κατοικίας τους (12,3%).

Το κυβερνητικό σχέδιο, όμως, για την ΠΦΥ δεν περιλαμβάνει ούτε ανάπτυξη δημόσιων δομών κι υπηρεσιών κι εκεί που δεν υπάρχουν, ούτε στελέχωση με όλες τις ειδικότητες εργαζομένων, εφοδιασμό με σύγχρονο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό. Μάλιστα «οι μονάδες του ΠΕΔΥ θα συμβληθούν με τον ΕΟΠΥΥ προκειμένου να αποζημιώνονται για τις υπηρεσίες που θα δίνουν και να έχουν και κίνητρο για να αναπτυχθούν».

Το κράτος απαλλάσσεται και από αυτήν την πενιχρή χρηματοδότηση των Μονάδων Υγείας του ΠΕΔΥ και η «βιωσιμότητά τους» θα εξαρτάται από τα έσοδα που θα έχουν από τις πωλήσεις των ιατρικών εργασιών στον «πελάτη» ΕΟΠΥΥ. 

Η ανάπτυξή τους και η στελέχωσή τους με όλες τις αναγκαίες ειδικότητες γιατρών και άλλων υγειονομικών δε θα καθορίζεται από τις ανάγκες μιας περιοχής, αλλά από τον αριθμό των ασφαλισμένων κατοίκων, από τα έσοδα που θα έχουν...

Από την άλλη, η ανάγκη για οργανωμένες δημόσιες και δωρεάν δομές ΠΦΥ και Πρόληψης, ώστε να υπάρξει έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση, αναδεικνύεται κι από το εξής στοιχείο: Οι γυναίκες που ψηλάφισαν μόνες τους τον όγκο επισκέφτηκαν τον γιατρό κατά μέσο όρο σε 35 μέρες, ενώ όσες τον εντόπισαν στον τακτικό προληπτικό έλεγχο, σε 4 μέρες, δηλαδή ένα μήνα νωρίτερα!

Από την επίσκεψη στον πρώτο γιατρό, μέχρι την παραπομπή για διερεύνηση της πιθανότητας καρκίνου μεσολαβούν κατά μέσο όρο 18 ημέρες

 Η γύμνια των δημόσιων Μονάδων ΠΦΥ φανερώνεται κι από το γεγονός ότι μόλις στο 0,8% των περιπτώσεων η λήψη της βιοψίας έγινε σε πολυϊατρείο του ΕΟΠΥΥ (ΠΕΔΥ). Κυρίως έγινε σε δημόσιο και ιδιωτικό νοσοκομείο, σε ιδιωτικά διαγνωστικό κέντρο και ιατρείο. Τα αποτελέσματα της βιοψίας βγήκαν κατά μέσο όρο σε 6 μέρες. «Ολη αυτή η διαδικασία των εξετάσεων εμένα μου πήρε ενάμιση μήνα», δηλώνει μια ασθενής.

Και «φτηνιάρικο» και ακριβό
 
Σε κάθε περίπτωση, το δίκτυο ΠΦΥ που εξαγγέλλει η κυβέρνηση θα λειτουργεί με πληρωμές από τους ασθενείς και τα Ταμεία, θα αποτελείται κυρίως από τον ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα και τους αυτοαπασχολούμενους. 

Εάν η κυβέρνηση σκόπευε να καλύψει πλήρως και δωρεάν όλες τις σύγχρονες ανάγκες, δε θα έκλινε σε όλες τις πτώσεις την αναγκαιότητα του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα στην Υγεία.

Στο 3ο Μνημόνιο αναφέρεται ότι μετά από εκτίμηση του δημόσιου τομέα «θα επανεξετάσουν την ανάγκη για ανάθεση σε ιδιωτικούς παρόχους ανά περιφέρεια...». Δηλαδή, ανάθεση στον ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα των υπηρεσιών που δεν παρέχει ο δημόσιος και το χαράτσωμα των ασθενών συνεχίζεται.

Ουσιαστικά η αγορά υπηρεσιών Υγείας θα γίνεται μέσω του οικογενειακού γιατρού - όπως έχει πει ο υπουργός Υγείας - που πρακτικά θα εξασφαλίζει ότι αυτά που «χρεώνει» ο ασφαλισμένος στον ΕΟΠΥΥ δε θα υπερβαίνουν το όριο των πετσοκομμένων προϋπολογισμών. 

Μια πρώτη «γεύση» έχουν οι ασθενείς από τα πλαφόν στις επισκέψεις στους γιατρούς, στις εργαστηριακές και διαγνωστικές εξετάσεις, σε φάρμακα, θεραπείες.

Το Δίκτυο ΠΦΥ της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θα συγκροτείται ακόμη από τις δομές ...πτωχοκομείου της Τοπικής Διοίκησης και της Κοινωνικής Οικονομίας (Κοινωνικά Ιατρεία, Φαρμακεία κ.λπ). 

Από όλα αυτά, γίνεται φανερό ότι το κομμάτι των υπηρεσιών Υγείας που είναι πιο κοντά στον ασθενή, θα είναι το πιο «φτηνιάρικο» και χαμηλής ποιότητας με πολύ μειωμένες ασφαλιστικές και κρατικές δαπάνες, με χρηματοδότηση από προγράμματα ΕΣΠΑ με ημερομηνία λήξης, από την «Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη» των επιχειρήσεων.

Δανείστηκαν, πούλησαν, σταμάτησαν τη δουλειά τους
 
Η έρευνα ανέδειξε ακόμη το «γδάρσιμο» των ασθενών, οι οποίες - θυμίζουμε - ήταν στην πλειοψηφία τους ασφαλισμένες. 

Το 76,6% κάλυψε μέρος είτε το σύνολο του κόστους με απευθείας πληρωμές χιλιάδων ευρώ. Κατά μέσο όρο οι γυναίκες πλήρωσαν 2.156 ευρώ για χειρουργείο, 789 ευρώ για χημειοθεραπεία, 265 ευρώ για ενδοφλέβιες εγχύσεις/βιολογικό παράγοντα, 707 ευρώ για ακτινοθεραπείες και 572 ευρώ ανά έτος για παρακολούθηση, ορμονοθεραπεία κ.λπ. Να σημειωθεί πως η ορμονοθεραπεία διαρκεί τουλάχιστον 5 χρόνια.

Αυτά τα έξοδα καλύφθηκαν από το εισόδημά τους (73%), από τις αποταμιεύσεις τους (35,8%), τις βοήθησαν οικονομικά οι γονείς τους (19%), δανείστηκαν από συγγενείς και φίλους (9%), πούλησαν περιουσιακά στοιχεία (1%) ή και όλα αυτά συνδυαστικά.

Η οικονομική επιβάρυνση και η ταλαιπωρία της οικογένειας έχει πολλές ακόμη πλευρές. Ετσι, το 39% των γυναικών αναγκάστηκε να πληρώσει άτομο για τις δουλειές του σπιτιού, το 9,1% για τη φύλαξη των παιδιών, ενώ πριν την ασθένεια δεν χρειαζόταν. 

Το 30,2% των εργαζόμενων γυναικών χρειάστηκε να σταματήσει να δουλεύει για κάποιο διάστημα ή να πάρει άδεια άνευ αποδοχών και το 10,7% να παραιτηθεί από τη δουλειά του.

Μάλιστα, σε ποσοστό 35% δήλωσαν ότι μέλη της οικογένειας σταμάτησαν προσωρινά τη δουλειά τους και 28,5% μετακόμισαν προσωρινά από τον τόπο κατοικίας τους, προκειμένου να βοηθήσουν την ασθενή.

Η έρευνα τονίζει ακόμη ότι σε όλα τα στάδια η ασθενής μπορεί να έχει ανάγκη υπηρεσιών ψυχικής υγείας, ανάγκη που δεν καλύπτεται. 
Αρκετές γυναίκες ανέφεραν ότι ζήτησαν αρχικά ψυχολογική υποστήριξη στον ιδιωτικό τομέα, όμως στη συνέχεια σταμάτησαν, λόγω οικονομικής αδυναμίας.

Ε. Μ.
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου