Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Οι κόντρες με το γάλα για τα μερίδια στην αγορά

ΔΕΥΤΕΡΑ 31-3-2014


Στην αναδιανομή της «πίτας» της εγχώριας αγοράς γάλακτος μεταξύ διαφορετικών επιχειρηματικών συμφερόντων του αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος, εντός και εκτός της χώρας, με σαφή πρόθεση την παραπέρα απελευθέρωση της αγοράς με τη δημιουργία συνθηκών εισαγωγής γάλακτος από μονοπώλια κρατών- μελών της ΕΕ στην Ελλάδα (οι 15 μέρες παστεριωμένου συμβάλλουν στις εισαγωγές, οι 5 μέρες που ίσχυαν ως τώρα εμπόδιζαν τις εισαγωγές και κατοχύρωναν το μονοπώλιο των ελληνικών βιομηχανιών) - σ' αυτό αποσκοπεί η νέα ρύθμιση-«εναρμόνιση» με τις σχετικές οδηγίες του ΟΟΣΑ και της ΕΕ, για τη διάρκεια ζωής στο γάλα που προωθεί η συγκυβέρνηση. 

Βεβαίως, το διανθίζουν με τη μείωση τιμών για να καλλιεργήσουν κλίμα λαϊκής υποστήριξης στο συγκεκριμένο μέτρο, λόγω ανταγωνισμού όπως λένε.
Το προηγούμενο διάστημα υπουργοί και βουλευτές της συμπολίτευσης «αντάλλασσαν πυρά» στο όνομα δήθεν υπεράσπισης είτε των «μικρών αγελαδοτρόφων» είτε της «λαϊκής οικογένειας».

Ηταν η γνωστή πλέον τακτική της εμφάνισης δήθεν φιλολαϊκών διαφοροποιήσεων στα αστικά κόμματα, με τη δήθεν αντίσταση στα μέτρα (καμουφλάζ, άλλοθι, παραλλαγή, έτσι συνήθως χαρακτηρίζονται τέτοιες άσφαιρες τακτικές), προκειμένου να φανεί ότι υπάρχει και η υπεράσπιση των θιγόμενων κι ας είναι απάτη. 

Γιατί στην προκειμένη περίπτωση η τελική πρόταση δεν αλλάζει τίποτε επί της ουσίας, καθώς παραμένει στενά συνδεδεμένη με το πνεύμα των αρχικών προτάσεων του ΟΟΣΑ, παρέχοντας στους γαλακτοβιομήχανους, μεγαλοεισαγωγείς και αλυσίδες σούπερ μάρκετ ακόμη μεγαλύτερες δυνατότητες για την επίτευξη κερδοφορίας από την εμπορική εκμετάλλευση ενός ζωτικής σημασίας για τη λαϊκή διατροφή προϊόντος.

Ετσι, σύμφωνα με τη νομοθετική παρέμβαση που περιλαμβάνεται στο κείμενο του πολυνομοσχεδίου, στο εξής θα υπάρχουν δύο κατηγορίες γάλακτος: 

Το γάλα «παστεριωμένο» και το  «υψηλής θερμικής επεξεργασίας»

Η πρώτη κατηγορία θα έχει υποβληθεί σε χαμηλή θερμική επεξεργασία (τουλάχιστον 71,70o C για 15 δευτερόλεπτα ή ισοδύναμος συνδυασμός) και η δεύτερη σε υψηλότερη (από 85 έως 127o C). 
 Καμία από τις δύο δεν θα μπορεί να φέρει την ένδειξη «φρέσκο γάλα», η οποία καταργείται - «εμπορικό ισχυρισμό» τη χαρακτήρισε ο υπουργός Ανάπτυξης Κ. Χατζηδάκης με δηλώσεις του το πρωί της περασμένης Παρασκευής - ενώ η διάρκεια ζωής και των δύο κατηγοριών θα αναγράφεται στη συσκευασία και θα καθορίζεται με ευθύνη του παρασκευαστή.

Για να κάμψει τις αντιδράσεις των ντόπιων αγελαδοτρόφων, η συγκυβέρνηση εφευρίσκει τον όρο «γάλα ημέρας», ένδειξη την οποία θα μπορεί να φέρει το γάλα χαμηλής θερμικής επεξεργασίας που συσκευάζεται σε τελική συσκευασία εντός 24 ωρών από τη συλλογή και η διάρκεια συντήρησής του δεν υπερβαίνει τις δύο ημέρες από την ημερομηνία παστερίωσης. 
Εύκολα καταλαβαίνει κάποιος ότι η συγκεκριμένη κατηγορία γάλακτος εκτός του ότι πολύ δύσκολα θα μπορεί να προωθείται στα μεγάλα αστικά κέντρα - ιδιαίτερα στην Αθήνα - θα είναι και πολύ πιο ακριβή, κυριολεκτικά «απλησίαστη» για τη λαϊκή οικογένεια.

Ακόμη και αν υποτεθεί ότι κατά το αρχικό διάστημα εφαρμογής του παραπάνω καθεστώτος μειωθούν πρόσκαιρα οι τιμές (μέχρι δηλαδή να προχωρήσει το νέο μοίρασμα της αγοράς ανάμεσα στους μεγάλους ομίλους, οπότε οι τιμές θα ανέβουν πάλι), αυτό θα συμβεί μόνο για τις κατηγορίες εκείνες που θα έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή διάρκεια ζωής, είτε παρασκευάζονται στη χώρα είτε εισάγονται από άλλες χώρες όπου επικρατεί πολύ χαμηλότερο κόστος παραγωγής.

Η προβολή της αναγκαιότητας λήψης μέτρων ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας χτυπά θετικά στα αυτιά των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, που προσδοκούν, λόγω δεινής εισοδηματικής θέσης, ανεργίας, φτώχειας και εξαθλίωσης, όπως τους λέει η αστική προπαγάνδα (κάλπικα βεβαίως), σε μείωση τιμών, άρα σε αύξηση δυνατοτήτων κάλυψης περισσότερων στοιχειωδών αναγκών τους. 

Είναι προπαγάνδα χειραγώγησης στις επιδιώξεις του κεφαλαίου, ευκολόπιστη σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, ως μια διέξοδος έστω και ελάχιστης ανακούφισης από τη δυστυχία. Γιατί όμως είναι κάλπικη προπαγάνδα; Γιατί είναι μύθος ότι μέσω του «ελεύθερου ανταγωνισμού» μπορεί να επιβληθεί διαρκής μείωση των τιμών. 
Οι τιμές καθορίζονται από την παραγωγικότητα της εργασίας, τις τιμές στις πρώτες ύλες, στις μεταφορές, το λεγόμενο «μισθολογικό κόστος», τα μερίδια στην αγορά, την προσφορά και τη ζήτηση, τη σταθερή επιδίωξη της αύξησης του ποσοστού κέρδους. Ολα αυτά δεν ωθούν στην εσαεί μείωση των τιμών.

Αποκαλυπτική η έκθεση του ΟΟΣΑ
 
Ακρως αποκαλυπτικές ως προς τις επιδιώξεις της συγκυβέρνησης από την αλλαγή του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου που διέπει την παρασκευή και διακίνηση/διανομή του φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος, είναι η έκθεση του ΟΟΣΑ, η οποία αποτέλεσε και το βασικό «μπούσουλα» για τη σύνταξη του νέου θεσμικού πλαισίου.

Συγκεκριμένα, στις σελίδες 46-47 αναφέρεται: «Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο (ΠΔ 113/99) που προσδιορίζει ότι η διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πέντε ημέρες συνιστά απόκλιση από τα στάνταρ της ΕΕ τα οποία προκύπτουν από τη σχετική κοινοτική νομοθεσία. 
Ειδικότερα, η πρόβλεψη αυτή προστατεύει την ελληνική αγορά από τις εισαγωγές, έχει ως συνέπεια τη δημιουργία ενός κοστοβόρου συστήματος επιστροφών γάλακτος, ενώ περιορίζει τη δυνατότητα επιλογής από τους καταναλωτές (...) 
Μία βασική διαφορά του ελληνικού από το κοινοτικό ρυθμιστικό καθεστώς αποτελεί το γεγονός ότι στην ΕΕ δεν υπάρχει πρόβλεψη για τη χρήση του όρου "φρέσκο" στην ετικέτα του τελικού προϊόντος, παρά μόνο "παστεριωμένο γάλα", ενώ η μέγιστη διάρκεια ζωής ορίζεται από τον παρασκευαστή».

Η έκθεση του ΟΟΣΑ και η επιχειρηματολογία που ανέπτυξαν κυβερνητικά στελέχη το προηγούμενο διάστημα υποστήριζαν ότι με την αύξηση της διάρκειας ζωής του φρέσκου γάλακτος θα μειωθούν οι τιμές για τον καταναλωτή και παρουσίαζαν μάλιστα τις «χαμηλότερες» λιανικές τιμές που διατίθεται το αγελαδινό γάλα σε άλλες χώρες της ΕΕ που εδώ και χρόνια έχουν υιοθετήσει ανάλογο νομοθετικό πλαίσιο. 
Πρόκειται για σκόπιμη προπαγάνδα που στοχεύει στη λαϊκή στήριξη αντιλαϊκών μέτρων. Γιατί αντικειμενικά το ζήτημα αφορά ανταγωνισμούς στην κτηνοτροφία, αλλά και στη βιομηχανία γάλακτος.

Ουσιαστικά, η απελευθέρωση θα ωθήσει σε παραπέρα όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού για το μοίρασμα των μεριδίων στην αγορά ανάμεσα στους μεγάλους ευρωενωσιακούς επιχειρηματικούς ομίλους της βιομηχανίας γάλακτος.
Στις χώρες της Β. Ευρώπης η διάρθρωση των κτηνοτροφικών, αλλά και των υπόλοιπων παραγωγικών μονάδων είναι εντελώς διαφορετική σε σχέση με την Ελλάδα, καθώς στη Μ. Βρετανία, τη Γερμανία ή την Ολλανδία μιλάμε για μεγάλες καπιταλιστικές φάρμες, συγκεντρωμένη και πλήρως εκμηχανισμένη παραγωγή, χαμηλότερο κόστος ζωοτροφών και Ενέργειας, μικρότερη φορολογία κ.ο.κ. με αποτέλεσμα να επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακος που τους δίνουν μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους.

Αντίθετα, στην Ελλάδα, παρά τις τάσεις συγκέντρωσης των τελευταίων ετών, ακόμη οι εκμεταλλεύσεις είναι σε μεγάλο ποσοστό μικρές και πολυδιάσπαρτες, γεγονός που, σε συνδυασμό με τις υποβαθμισμένες υποδομές μεταφορών της υπαίθρου, αυξάνει τους χρόνους συλλογής, μεταφοράς και συγκέντρωσης του προϊόντος, με συνακόλουθη αντανάκλαση στην τιμή.

Ενδεικτική είναι επίσης η ανάλυση κόστους, την οποία παραθέτει η έκθεση του ΟΟΣΑ (σελ. 48), από την οποία προκύπτει ότι το 35% αφορά την τιμή παραγωγού, το 13% το ΦΠΑ, το 24% το περιθώριο κέρδους της βιομηχανίας, το 11% το περιθώριο κέρδους των λιανοπωλητών και το 17% το κόστος logistics (συλλογή, μεταφορά, προσωρινή αποθήκευση). 

Επίσης, βιομηχανίες και λιανοπωλητές διαμοιράζονται το κόστος των επιστροφών από τα ληγμένα προϊόντα, που η έκθεση προσδιορίζει περί το 5%. Αν και η ίδια η έκθεση θεωρεί «μεγάλη» την ψαλίδα μεταξύ τιμής παραγωγού και τελικής τιμής του προϊόντος, δεν δίνει επαρκή εξήγηση των αιτιών και πώς θα μπορούσε άλλωστε...

Τα πράγματα γίνονται πιο ξεκάθαρα στη σελίδα 51, όπου αναφέρεται πως το προηγούμενο προστατευτικό καθεστώς εμπόδιζε την εισαγωγή γάλακτος, καθώς «ο περιορισμός των πέντε ημερών δεν αφήνει επαρκές χρονικό διάστημα για την εισαγωγή, διανομή και τελική πώληση στον καταναλωτή του εισαγόμενου προϊόντος», ενώ συνεχίζει λέγοντας (σελ. 53) ότι «η κατάργηση του καθεστώτος των πέντε ημερών θα επιτρέψει στις βιομηχανίες να εισάγουν φτηνότερη πρώτη ύλη από άλλες χώρες της ΕΕ, θα μειώσει το κόστος των επιστροφών, ενώ και οι λιανοπωλητές (σ.σ. μιλάμε για εισαγωγείς και μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ) θα έχουν τη δυνατότητα εισαγωγής έτοιμου προϊόντος, δημιουργώντας πρόσθετο ανταγωνισμό στην αγορά».

Είναι σε γνώση των συντακτών της έκθεσης - όπως και της κυβέρνησης που την υιοθέτησε - οι συνέπειες των μέτρων καθώς ομολογείται στη συνέχεια (σελ. 53) πως «η προώθηση του ανταγωνισμού θα δημιουργήσει εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για τις μικρές εγχώριες φάρμες να συνεχίσουν να λειτουργούν με το ίδιο παραγωγικό μοντέλο, οπότε θα πρέπει να αναμένεται ότι κάποιες από αυτές θα εξαγοραστούν από μεγαλύτερες φάρμες ή άλλες θα δημιουργήσουν συνεταιριστικά μοντέλα για την επίτευξη οικονομιών κλίμακος». 

Με δεδομένο το νέο συνεταιριστικό μοντέλο που προωθείται στη χώρα μας, κατ' εφαρμογή των ευρωενωσίτικων κατευθύνσεων, ως συνένωση επιχειρηματικών κεφαλαίων, οι μικροί ανεξάρτητοι παραγωγοί πολύ σύντομα θα αποτελέσουν παρελθόν.

Αλλωστε αυτή είναι αντικειμενική τάση στον καπιταλισμό. Και πρέπει να πούμε ότι οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες μόνο με μεγάλη παραγωγή μπορούν να αντιμετωπίζονται. Αλλά στον καπιταλισμό αυτή η τάση υπηρετεί το κέρδος και όχι την κάλυψη των λαϊκών αναγκών. 

Στο σοσιαλισμό, η μεγάλη παραγωγή θα γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη ακριβώς επειδή θα οργανώνεται από το λαό και θα υπηρετεί τις δικές του ανάγκες και όχι το κέρδος. Ετσι, αυτά τα μέτρα για το γάλα, ακόμη και αν προσωρινά μειώσουν τις τιμές, σε μια πορεία θα ωθήσουν στη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση και στην αύξηση τιμών. Να σημειωθεί εδώ ότι τάσεις συγκεντροποίησης της παραγωγής παρατηρούνται κατά τα τελευταία δέκα χρόνια στον κλάδο. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους 8.640 αγελαδοτρόφους το 2003 φτάσαμε στους 3.686 το 2013. 
Επίσης παρατηρείται μείωση της παραγωγής, ωστόσο όχι ανάλογη με τη μείωση των παραγωγών. 
Συγκεκριμένα από τους 671.318 τόνους το 2003, μειώθηκε στους 627.481 τόνους το 2013, με το υψηλότερο μέγεθος να καταγράφεται μόνο το 2005, οπότε και έφτασε στο υψηλότερό της σημείο, στους 742.452 τόνους, αλλά από τότε μειώνεται συστηματικά κάθε χρόνο. 
Αν και θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι χρόνο με το χρόνο η απόδοση γάλακτος ανά ζώο αυξάνεται, γεγονός είναι ταυτόχρονα ότι ο αριθμός μονάδων με κάτω από 10 αγελάδες μειώνεται συνεχώς.

Αυτή η εξέλιξη με το γάλα είναι μια ακόμη απόδειξη της αναγκαιότητας της οργάνωσης της λαϊκής συμμαχίας (το διατροφικό ζήτημα είναι κρίκος κοινής αντιμονοπωλιακής πάλης και συμμαχίας εργατών, αυτοαπασχολουμένων και φτωχών αγροτών, κτηνοτρόφων στην προκειμένη περίπτωση), για την αποδέσμευση από την ΕΕ, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, με εργατική λαϊκή εξουσία για τη λαϊκή οικονομία.


ΠΗΓΗ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου