Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

ΝΕΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ - Ενα βήμα πριν την κατάργηση οι επικουρικές συντάξεις

ΠΕΜΠΤΗ 26-12-2013


Σαρωτικές αλλαγές σε βάρος «παλιών» ασφαλισμένων και στις επικουρικές συντάξεις αναπηρίας και χηρείας


Το δρόμο προς την παραπέρα συρρίκνωση των επικουρικών συντάξεων, μέχρι την μετατροπή τους σε «φιλοδωρήματα πτωχοκομείου», αν όχι και την τελική κατάργησή τους, δείχνει ο νέος Κανονισμός Ασφάλισης και Παροχών του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ), που συστάθηκε από το υπουργείο Εργασίας και έχει στη διάθεσή του ο «Ριζοσπάστης».Ο νέος κανονισμός δίνει τη χαριστική βολή σε ό,τι έχει απομείνει από την Επικουρική Ασφάλιση, μετά τις αλλεπάλληλες μειώσεις που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια και στις επικουρικές συντάξεις. 
Με τον κανονισμό αυτό, όπως προβλέπει ο νόμος 4052/2012, θα αρχίζουν να επιβάλλονται οι νέες μειώσεις στις επικουρικές από τα μέσα του 2014 και, κυρίως, θα τεθεί σε ισχύ το νέο, ιδιωτικό επί της ουσίας σύστημα επικουρικής ασφάλισης.
Ο νόμος 4052/2012 προέβλεπε τη συγκρότηση του ΕΤΕΑ . 
Ταυτόχρονα, με το νόμο αυτό, το κράτος των καπιταλιστών και η τότε κυβέρνηση Παπαδήμου (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑ.Ο.Σ.) έθεσαν σε εφαρμογή ένα νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, το οποίο δεν εγγυάται σε καμιά περίπτωση την απόδοση συντάξεων και, πολύ περισσότερο, το ύψος τους.

Συγκεκριμένα, οι εργαζόμενοι - ασφαλισμένοι στο ΕΤΕΑ θα γνωρίζουν μόνο τι πληρώνουν για την επικουρική τους σύνταξη (καθορισμένες εισφορές), δεν τους δίνεται όμως καμιά εγγύηση για το ύψος της σύνταξής τους, αφού πέρα από το νέο τρόπο «θεωρητικού» υπολογισμού τους, τελικά αυτό θα καθορίζεται με υπουργική απόφαση του εκάστοτε υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. 
Σε κάθε περίπτωση, οι συντάξεις δεν πρέπει να προκαλούν κανένα έλλειμμα στο Ταμείο.

Τι προβλέπει ο νέος Κανονισμός
 

Στο νόμο 4052/2012 οριζόταν ότι η επικουρική σύνταξη για τους ασφαλισμένους από την 1/1/2001 και μετά, θα υπολογίζεται εξολοκλήρου με βάση το νέο σύστημα (ατομικό - κεφαλαιοποιητικό). 
Δηλαδή, το ποσό της σύνταξης είναι ακαθόριστο και ατομικό και θα προσδιορίζεται από:
  • Τα δημογραφικά δεδομένα.
  • Το ατομικό ποσό συσσώρευσης εισφορών με επιτόκιο που καθορίζεται ανάλογα με τη μεταβολή του μισθού των εργαζομένων.
  • Το επιτόκιο προεξόφλησης.
  • Τη μεταβιβασιμότητα της σύνταξης.
Για τους ασφαλισμένους πριν το 2000, προβλέπεται να λαμβάνουν επικουρική σύνταξη που θα αποτελείται από δύο τμήματα:

-- Το πρώτο, από τη σύνταξη για τα χρόνια ασφάλισης μέχρι το 2014. Για τους «παλιούς ασφαλισμένους» (πριν το 1993) το τμήμα αυτό της σύνταξης θα υπολογιζόταν με βάση τα καταστατικά των Ταμείων τους, που προβλέπουν ποσοστό αναπλήρωσης πάνω από 20%.
-- Το δεύτερο, για τα χρόνια ασφάλισης μετά την 1/1/2015. Το τμήμα αυτό θα υπολογιζόταν σύμφωνα με τα νέα δεδομένα, δηλαδή με καθαρά κεφαλαιοποιητικούς όρους, όπως και όλοι οι ασφαλισμένοι μετά το 2001 (βλέπε παραπάνω).

Τώρα, όμως, με τον κανονισμό (άρθρο 21), οι «παλιοί» εργαζόμενοι (πριν το 1993) «εξομοιώνονται» με τους «νέους» και το ποσοστό αναπλήρωσης περιορίζεται στο 20% για όλους σε ό,τι αφορά το πρώτο τμήμα της επικουρικής τους σύνταξης. 
Κατά συνέπεια και οι «παλιοί» ασφαλισμένοι, που πλέον τα επόμενα χρόνια βγαίνουν στη σύνταξη έχοντας «ώριμα» ασφαλιστικά δικαιώματα, θα λάβουν πολύ μικρότερες συντάξεις απ' αυτές που αποδίδονται μέχρι τώρα.
Ακόμα μεγαλύτερες θα είναι οι μειώσεις για όσους συνταξιοδοτηθούν μετά το 2015, αφού το μέρος της σύνταξης μετά το χρονικό αυτό όριο συρρικνώνεται δραματικά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις συνδικαλιστών, οι επικουρικές συντάξεις όλων των ασφαλισμένων θα είναι στο εξής συντάξεις πτωχοκομείου, που δεν θα υπερβαίνουν τα 100 ευρώ.
Συντριπτικά χτυπήματα παντού
Συντριπτικό χτύπημα δέχονται και οι αναπηρικές επικουρικές συντάξεις, οι οποίες, με βάση τον Κανονισμό, σε πολλές περιπτώσεις καταργούνται, αλλά και οι συντάξεις χηρείας.
 Συγκεκριμένα:
  • Τραγικές θα είναι οι συνέπειες για τους ασφαλισμένους που λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας πρέπει να βγούνε σε αναπηρική σύνταξη. Σύμφωνα με αυτά που ορίζει ο κανονισμός και σε αντίθεση με ό,τι ισχύει σήμερα, αν δεν έχει θεμελιωθεί τη στιγμή του ατυχήματος ή της επαγγελματικής ασθένειας δικαίωμα στη σύνταξη (δηλαδή οι 4.500 μέρες ασφάλισης ή 1.500 μέρες ασφάλισης από τις οποίες οι τελευταίες 600 την τελευταία 5ετία), τότε στον ανίκανο προς εργασία ασφαλισμένο δεν αποδίδεται καμία αναπηρική σύνταξη! 
  • Αντ' αυτής του «επιστρέφονται» οι εισφορές και μάλιστα μόνο οι δικές του και όχι και του εργοδότη.
Ο κανονισμός του αίσχους ορίζει πως: «Οσοι καθίστανται μονίμως ανάπηροι λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου και δεν θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 15 του παρόντος, δικαιούνται εφάπαξ παροχής, το ποσό της οποίας ισούται με τις συσσωρευμένες στην ατομική του μερίδα ασφαλιστικές εισφορές κατά το χρόνο επέλευσης της αναπηρίας μόνο ως προς το ποσοστό του εργαζόμενου». 

Πρόκειται για διάταξη ανθρωποκτόνα, αφού ο εργαζόμενος ασφαλισμένος που χάνει την ικανότητα προς εργασία, δεν μπορεί να ελπίζει ούτε στην αναπηρική του σύνταξη.  
Δεν αποκλείεται μάλιστα η συγκεκριμένη διάταξη του Κανονισμού να είναι προανάκρουσμα και για τις κύριες συντάξεις.

Ανάλογη διάταξη για τις προσωρινές αναπηρικές συντάξεις ορίζει πως όποιος λάβει προσωρινή σύνταξη και επανέλθει στην εργασία και στην ασφάλιση στο ΕΤΕΑ, τότε το ποσό που θα λάβει το διάστημα που κρατά η ανικανότητα προς εργασία, θα παρακρατηθεί από το σύνολο της σύνταξης που θα καταβληθεί στο τέλος του εργάσιμου βίου του με την τελική απονομή επικουρικής σύνταξης. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, ανακύπτει η άκρως αντιδραστική «φιλοσοφία» που διέπει τη νέα επικουρική ασφάλιση, που πλέον μόνο κατ' ευφημισμό μπορεί να αποκαλείται έτσι, αφού ξεπερνά ακόμα και τα ισχύοντα στην ιδιωτική ασφάλιση.
  • Εκεί όμως που ξεπερνιέται κάθε όριο, είναι στην περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου εργαζόμενου. Με τον Κανονισμό, αντί της άμεσης καταβολής επικουρικής σύνταξης ή μέρος αυτής στην οικογένεια του θανόντος, δηλαδή στον χήρο ή στη χήρα, αυτή δεν αποδίδεται και ο δικαιούχος θα την λάβει μόνο με τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας του (της). 
Ετσι, ενώ μέχρι σήμερα ο σύζυγος ή η σύζυγος θανόντος ασφαλισμένου στον ιδιωτικό τομέα, σε περίπτωση που δεν εργαζόταν, ή δεν είχε συνταξιοδοτηθεί, λάμβανε αμέσως τη σύνταξη που αναλογούσε, τώρα θα περιμένει να συμπληρώσει το 62ο έτος.
 
 
 
 
ΠΗΓΗ. ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου